ΤΗΣ ΜΑΓΙΑΣ ΣΤΑΓΚΑΛΗ
Γιάννης Βαλαβανίδης, Σπουδή, 2006, τέμπερα σε χαρτί, 58 x 96 εκ. |
ΕΛΕΝΑ ΦΕΡΡΑΝΤΕ, Η Τετραλογία της
Νάπολης, Βιβλίο 1ο : Η υπέροχη φίλη μου, σελ. 436, Βιβλίο 2ο: Το νέο όνομα,
σελ. 581, μετάφρ. Δήμητρα Δότση, Εκδόσεις Πατάκη
Ξέρεις
τι είναι οι πληβείοι, Γκρέκο;
από το 1ο βιβλίο
«Μόλις
τα τελευταία χρόνια συνειδητοποίησα ότι είναι δύσκολο να επιβάλεις, τόσο στην
παλιά όσο και στη νέα πολιτιστική βιομηχανία, την απουσία σου από τη δημόσια
σκηνή» είπε η Ιταλίδα συγγραφέας σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις της (Το Βήμα, 10.7.2016) η οποία εμφανίζεται
για πρώτη φορά το 1992, με το μυθιστόρημα Βάναυση
αγάπη, και εξακολουθεί να γράφει έως τις μέρες μας με το ψευδώνυμο Έλενα
Φερράντε.
Λίγους μήνες
αργότερα επαληθεύεται δυσάρεστα, όταν ένας Ιταλός δημοσιογράφος, μέσα στο πνεύμα
της υστερίας που έχει εκδηλωθεί γύρω από το όνομά της αποκάλυψε την πραγματική
της ταυτότητα. Σε μια εποχή επίδειξης και ηδονοβλεψίας όπου ένας μεγάλος
αριθμός ανθρώπων δημοσιοποιεί τα μέσα και τα έξω του, ένας συγγραφέας που θέλει
η γνώση του κοινού για τον ίδιο να εξαντλείται στη γνώση του έργου του,
καθίσταται αφενός ύποπτος επιτήδευσης και διαφημιστικής στρατηγικής, αφετέρου η
ψευδωνυμία του τροφοδοτεί τη λαίμαργη σκανδαλοθηρία, ανεξάρτητα ίσως από την
πρόθεση του ίδιου.
Η
τετραλογία της Νάπολης, (η οποία θα ολοκληρωθεί στα δυο επόμενα βιβλία) ένα πολυπρόσωπο
έργο-ποταμός, κοινωνικού ρεαλισμού, με το οποίο η συγγραφέας του γίνεται παγκόσμια
γνωστή, ανοίγει με το -γνώριμο στην ίδια- θέμα της οικειοθελούς εξαφάνισης. Με
έντονο άρωμα Νεορεαλισμού, τουλάχιστον στα δυο πρώτα βιβλία, μας δίνει μια
λεπτομερή παρουσίαση της καθημερινότητας στις λαϊκές συνοικίες της Νάπολης της μεταπολεμικής
Ιταλίας. Σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά μιζέριας και αμάθειας, με καβγάδες και
μαλλιοτραβήγματα, φτωχοί άνθρωποι προσπαθούν να τα φέρουν βόλτα. Οι δύο
κεντρικές ηρωΐδες συμμετέχουν σε ένα πλέγμα σχέσεων με θυρωρούς, τσαγκάρηδες
και καφετζήδες, μάγκες της καμόρα, τρελές χήρες και απατεώνες ποιητές. Το
ενδιαφέρον του έργου, το οποίο υπερβαίνει τη νοσταλγία και τη γραφικότητα, βρίσκεται
τόσο στις σημαντικές κοινωνικές αλλαγές που παρακολουθούμε σε κλίμακα γειτονιάς
όσο και στην καθολικότητα των χαρακτήρων και τη χαρτογράφηση σχέσεων με
διαχρονικά γνωρίσματα, που αναπτύσσονται μεταξύ των ηρώων.
Στο πρώτο βιβλίο, Η
υπέροχη φίλη μου, η Έλενα, συγγραφέας εξήντα έξη ετών, μαθαίνει ότι η Λίλα,
η παιδική της φίλη, εξαφανίστηκε φροντίζοντας να μην αφήσει πίσω της κανένα
ίχνος σαν να μην υπήρξε ποτέ. Η Έλενα (Λενού) εξοργισμένη από τη σαφή πρόθεση
της φίλης της να διαγράψει το παρελθόν αποφασίζει να γράψει την κοινή τους
ιστορία που ξεκινάει σχεδόν εξήντα χρόνια πριν, την δεκαετία του ’50, στις
βίαιες φτωχογειτονιές της Νάπολης. Σε μια αναμέτρηση με την αφανή της φίλη προσπαθεί
να ακυρώσει την «εξαΰλωσή» της, να της δώσει φυσική υπόσταση με την ύλη των λέξεων
και να κερδίσει πίσω τον κοινό τους χρόνο.
Η σχέση της Λενού Γκρέκο, κόρης θυρωρού, και της Λίλα
Τσερούλο, κόρης τσαγκάρη, αρχίζει στην πρώτη δημοτικού με αρχηγό τη Λίλα, ένα
τολμηρό, άγριο κοριτσάκι, εκδικητικό και εξαιρετικά ευφυές που ανοίγει κεφάλια
με πέτρες, και αργότερα στην εφηβεία απειλεί να σκοτώσει όποιο ζόρικο αγόρι της
γειτονιάς την ενοχλεί. Ανάμεσα στα δυο κορίτσια αναπτύσσεται ένας ισχυρός
σύνδεσμος δύσκολης αγάπης, γεμάτης ανταγωνισμό, εξάρτηση και σκοτάδια
μοχθηρίας. Μέσα από την ενδοσκόπηση της Λενού, παρακολουθούμε την προσωπικότητά
της να οργανώνεται με σημείο αναφοράς την τρομερή αλλά και εκθαμβωτική φίλη
της, που διαπρέπει αβίαστα σε όλα, κερδίζοντας τον θαυμασμό των δασκάλων και το
μίσος των παιδιών. Η Λενού θα καταφέρει να συνεχίσει το σχολείο στο οποίο
προοδεύει με κίνητρο να ξεπεράσει τη φίλη της, ενώ η χαρισματική Λίλα θα
αναγκασθεί από τους γονείς της να το σταματήσει και να αρχίσει να δουλεύει στο
τσαγκαράδικο του πατέρα της. Μετά την πρώτη απογοήτευση, θα δοθεί με πάθος στην
νέα της απασχόληση και σε ηλικία μόλις δεκατριών ετών θα σχεδιάζει, κρυφά από
τους αγράμματους γονείς της, παπούτσια υψηλής αισθητικής που δεν έχουν καμία
θέση στις λαϊκές βιτρίνες της γειτονιάς της. Η Λενού, χαμένη στη σχέση
μειονεξίας και γοητείας με τη φίλη της, θα εγκαταλείψει -ευτυχώς προσωρινά- το
σχολείο που δεν αποτελεί πλέον πεδίο σκοτεινής άμιλλας, αφού η Λίλα έχει
μεταφερθεί στον μυστηριώδη και απρόσιτο κόσμο της κατασκευής παπουτσιών.
Αν και πρόκειται για κείμενο ενηλικίωσης με ήρωες μικρά
παιδιά, δεν αποπνέει τρυφερότητα ούτε τη «θαλπωρή της παιδικής ηλικίας». Η βία είναι
κυρίαρχη, δομικό στοιχείο ενός κόσμου σκληρής αθωότητας με παιδιά μοχθηρά,
πληγωμένα που ενίοτε εκσφενδονίζονται από το παράθυρο.
Μέχρι το τέλος του πρώτου βιβλίου θα ακολουθήσουμε τα δυο
κορίτσια στην εφηβεία για να τα ξαναβρούμε στο δεύτερο βιβλίο, Το νέο όνομα, καθώς προσπαθούν να
ξεφύγουν από τα ασφυκτικά πλαίσια της υποβαθμισμένης γειτονιάς τους. Η Λίλα κάνει
αδιέξοδα άλματα αλλά μπορεί και να μετατρέπει την κοινοτοπία της ζωής της σε κάτι
εκνευριστικά θαυμαστό, η Λενού αν και ανήσυχη έφηβη οδηγείται σε ένα δρόμο
ορθολογικών επιλογών. Σταθερά μελανό σημείο -και για αυτό, λογοτεχνικά
ενδιαφέρον- στην συγκροτημένη προσωπικότητα που οικοδομεί καθώς εξελίσσεται,
και από τα λασπωμένα σοκάκια και το θυρωρείο του πατέρα της φθάνει στο πανεπιστήμιο,
παραμένει το βαθύ αίσθημα κατωτερότητας απέναντι στη φίλη της.
Και στα δυο βιβλία τη μυθοπλασία διατρέχει η συνεχής
διεργασία της αξίας τόσο στο διαπροσωπικό επίπεδο όσο και στο οικονομικό-κοινωνικό
πεδίο. Οι ήρωες, οι πληβείοι της Νάπολης, στη μεταβατική περίοδο γύρω στη
δεκαετία του ΄60, περίοδο έντονης κοινωνικής κινητικότητας, χρησιμοποιούν
διάφορους τρόπους ως όχημα ανέλιξης και απόδρασης από την κοινωνική τάξη καταγωγής
τους. Είτε πρόκειται για την πανεπιστημιακή μόρφωση, είτε για το τσαγκαράδικο
που γίνεται πολυτελές υποδηματοποιείο, είτε για έναν πλούσιο γάμο, τη
χυδαιότητα του νεοπλουτισμού και τον ηδονιστικό καταναλωτισμό, οι ήρωες της
Φερράντε με την αγωνία τους για κοινωνική διαφοροποίηση δίνουν μια μικρογραφία της
μεταβολής του κοινωνικού σώματος. Η διαρθρωτική σχέση μεταξύ των αλλαγών που
συμβαίνουν στη συνείδηση και την αυτοεικόνα των ηρώων αφενός, και του
κοινωνικού γίγνεσθαι αφετέρου, το οποίο αποδίδεται με τις μικρές αλλαγές που
συμβαίνουν μέρα με την ημέρα στη ζωή αυτών των ηρώων, αποτρέπει την κατάταξη
του έργου στην εύκολη λογοτεχνία. Καθώς το έργο διατηρεί την εμπορική σύμβαση
της πλοκής και του σασπένς, και μάλιστα με όρους τηλεοπτικού σήριαλ, με τα δυο
βιβλία να σταματούν σε μια κρίσιμη στιγμή, μπορεί να πει κανείς ότι ανήκει στα
έργα που γίνονται αγαπητά στο ευρύ κοινό και ανοίγουν εκ νέου τη συζήτηση για
τη σχέση εμπορικότητας και ποιότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου