To ρολόι έβλεπε ο ερημίτης στο κονάκι του. Ένα παλιό
ρολόι το οποίο δεν έχανε ούτε δευτερόλεπτο. Είχε βρεθεί στην κατοχή από μια
παλιά αγορά στο Μοναστηράκι. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν το κοιτούσε γιατί
ποτέ δεν είχε κάποια σχέση με την ώρα, ή μάλλον από τότε που είχε βάλει το
ράσο. Τις μόνες φορές που είχε άγχος με την ώρα ήταν όταν ταξίδευε με
αεροπλάνο. Ραντεβού δεν είχε, επομένως δεν κινδύνευε να "στήσει"
κάποιον. Η αγαπημένη του φίλη όταν ήθελε να τον δει τον έβλεπε. Δεν έκλειναν
ποτέ ραντεβού. Γιατί το ραντεβού ήταν κάτι το πεπερασμένο. Τους εγκλώβιζε,
εγκλώβιζε τον χρόνο. Είχαν καταλάβει και οι δύο πως η σχέση τους δεν είχε να κάνει
με τον συγκεκριμένο χρόνο.
Όμως, τώρα είχε μπει το παιδί στη ζωή του. Αυτό είχε
συγκεκριμένες ώρες. Για το σχολείο, για τη βόλτα του, για τις εξόδους του.
Κάποιες φορές τύχαινε να το κατεβάζει στην πόλη η αγαπημένη φίλη του, η οποία
είχε αυτοκίνητο. Γελούσε κάθε φορά που σκεφτόταν τη φίλη του να οδηγεί. Γιατί η
σχέση της με το αυτοκίνητο είναι μια αυτοκαταστροφική σχέση. Οδηγούσε, και δεν
οδηγούσε. Γιατί όταν οδηγούσε δεν ήταν εκεί. Ταξίδευε πιο γρήγορα από το
αυτοκίνητο. Λες και κάτι την κυνηγούσε, λες και από κάτι ήθελε να ξεφύγει. Αυτό
μερικές φορές μπορούσε να είναι επικίνδυνο, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο ήταν
η χάρη του Θεού που την προστάτευε και την απέτρεπε από το στοίχημα που έβαζε
με την ζωή της
Αυτά τα είχε σκεφτεί ο ερημίτης, μετά το τελευταίο
ατύχημα που είχε η φίλη του. Για μια στιγμή σκέφτηκε τι θα γινόταν αν... Δεν
μπορούσε καν να το σκεφτεί. Ήταν ίσως η πιο αποτρόπαια σκέψη που μπορούσε να
κάνει. Αλλά έδιωξε αυτή τη σκέψη αμέσως. Στο μυαλό του ήρθαν οι τελευταίες
ειδήσεις. Γι' αυτόν τον θλιβερό που κυκλοφορούσε στην Ευρώπη και ζητούσε
εκλογές. Αλλά δεν τον ανησυχούσε αυτός ο επικίνδυνος θλιβερός. Το ρολόι της
Ευρώπης τον ανησυχούσε. Δεν ήθελε να δει πάλι την ήπειρο που τόσο αγάπησε να
γέρνει στα σκοτάδια. Έβλεπε τα τάγματα εφόδου να ορμούν στις πεδιάδες της και να
απειλούν, όπως τότε. Τότε που το φρικτό σύνθημα δονούσε την ήπειρο: "Αίμα
και Τιμή". Και έβλεπε αυτό το σύνθημα να γίνεται πράξη πάνω στα σώματα των
προσφύγων σε διάφορες χώρες της Ευρώπης αλλά και στη δική του. Έβλεπε αυτά τα
δειλά ανθρωποειδή να κραδαίνουν το μίσος τους πάνω στ' ανυπεράσπιστα κορμιά των
εξαθλιωμένων του κόσμου. Κι έβλεπε τις γραφειοκρατίες της Ευρώπης να βάζουν
φωτιές στα φυτίλια, γιατί έτσι νόμιζαν ότι θα γλυτώσουν οι ίδιες. Το εσωτερικό
του ρολόι είχε σταματήσει στο 1945. Αλλά αυτό δεν είχε σημασία. Το ζήτημα είναι,
σκέφτηκε, να σταματήσουμε το δικό τους ρολόι, αυτό που έλεγε ότι "θα
επιστρέψουμε και θα τρέμει η γη".
Είχε βραδιάσει πια και ο καιρός ήταν κρύος. Άκουσε τον
θόρυβο του αυτοκινήτου που ερχόταν και ησύχασε. Γυρνούσαν από τον έξω κόσμο, το
παιδί και η αγαπημένη του φίλη. Βγήκε να τους προϋπαντήσει κι ένα χαμόγελο
χαράχτηκε στα χείλη του. Είχαν πάει στο θέατρο και το παιδί ήταν ενθουσιασμένο.
Το παιδί είχε πάρει μαζί του και τη φωτογραφική μηχανή. Στο δρόμο έβγαλε πολλές
φωτογραφίες, όπως και στο θέατρο. Το αρχείο της ζωής του, σκέφτηκε ο ερημίτης.
Είχε ετοιμάσει φαγητό και κάθισαν να φάνε. Ο φασισμός
θα ηττηθεί, σκέφτηκε ο ερημίτης, γιατί υπάρχουν οι υπέροχες στιγμές, γι’ αυτές
που οι άνθρωποι σκέφτονται ότι αξίζει τον κόπο να παλέψουν και να νικήσουν.
Γιατί η κάθε μέρα μας, ο χρόνος μας, η ερεβώδης αλλά και θαυμαστή φύση μας
είναι εξαιρετικά πολύτιμα για να τα αφήσουμε στους φασίστες. Από αυτό το κάθε
μέρα μας που θα το θεωρήσουμε ως δικαίωμα όλων μας θα αρχίσει η ήττα του
φασισμού.
Η αγαπημένη του φίλη του ζήτησε να σταματήσει πια να
σκέφτεται, να ξεκουράσει το μυαλό του. Να χαρείς τις στιγμές, αυτές τις στιγμές
του είπε. Το παιδί την κοίταξε απορημένο. Μα πώς τον κατάλαβες, της είπε.
Εκείνη δεν αποκρίθηκε, μόνο χαμογέλασε. Ο ερημίτης απώθησε εντός του τα
συνθήματα της φρίκης. Σκέφτηκε ότι το no passaran συντελούνταν μπροστά του
εκείνη τη στιγμή. Το ρολόι είχε σταματήσει.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ
Γιάννης Βαλαβανίδης, Το μάτι του ανθρώπου, 2008, τέμπερα σε χαρτί, 55 x 49 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου