ΤΗΣ ΜΙΝΑΣ Π. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
Χρήστος Βαγιάτας, It never happened, άποψη της έκθεσης |
Γ. H. ΠΑΠΠΑΣ, Ανδρέας Φραγκιάς· Ιδεολογία και αφήγηση, Εκδόσεις
Διαπολιτισμός, Πάτρα 2016
Ο Ανδρέας Φραγκιάς υπήρξε δημοσιογράφος, λογοτέχνης και
πολίτης. Πολίτης με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου· άνθρωπος που δε
λειτούργησε με εφησυχασμό αλλά υπερασπίστηκε τα «πιστεύω» του, τολμούσε να έχει
λόγο για τα τεκταινόμενα στη χώρα του και, ως είθισται, το πλήρωσε ακριβά με
εξορίες και φυλακίσεις. Είναι ιδιαίτερα αγαπημένος
συγγραφέας για τον Γιάννη Η. Παππά. Και το βιβλίο Ανδρέας Φραγκιάς· Ιδεολογία και
αφήγηση αποτελεί μια ενδελεχή έρευνα και μια εμπεριστατωμένη μελέτη χρόνων.
Στα 81 χρόνια ζωής[1]
έγραψε μόλις τέσσερα βιβλία[2]. Όπως έχει ήδη
γράψει ο Παντελής
Μπουκάλας “το λίγο είναι σπουδαίο.
Μπορεί ν’ αξίζει πολύ περισσότερο από το ογκώδες, το μαζικό, το διάσημο, το
κραυγαλέο και το αυτοδιαφημιζόμενο”[3].
Αυτή είναι η περίπτωση του Αντρέα Φραγκιά. Ενός ανθρώπου που έζησε ήσυχα
και σεμνά και είχε μια λυτρωτικά γόνιμη
σχέση με τη γραφή.
Αρκούν τέσσερα πεζογραφήματα για να
συνθέσουν τον σύγχρονο του κόσμο, να αποκρυπτογραφήσουν την ανθρώπινη
συμπεριφορά, να ερμηνεύσουν τον ρου της καθημερινότητας αυτών που αποφασίζουν
αλλά και εκείνων που υφίστανται το τίμημα των αποφάσεων. Ο δημιουργός είναι γνώστης
της δυναμικής της γλώσσας, ικανός να διαχειριστεί τη μυθοπλασία εμπνεόμενος και
παραδειγματιζόμενος από την πραγματικότητα και τις αληθινές της εκφάνσεις. Γι’
αυτό και είναι «τίμιος απέναντι στην τέχνη
του»[4]
και σεμνός όσο και καθηλωτικός απέναντι στους αναγνώστες του.
Είναι γνωστή η
συστηματική προσπάθεια ευνοιοκρατίας στην πνευματική ζωή από κριτικούς,
επιστήμονες του είδους, πανεπιστημιακές σχολές, ανθρώπους του τύπου. Το σύστημα
προβολής, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Ερατοσθένης Καψωμένος στα προλεγόμενα
του βιβλίου, δε στήριξε τον Αντρέα Φραγκιά. Ο τελευταίος δεν ήταν «του συστήματος».
Δεν προβλήθηκε, δεν υποστηρίχτηκε, δεν προωθήθηκε, ούτε και το επεδίωξε ο ίδιος.
Κι όμως ήταν ένας δημιουργός με συγκλονιστική γραφή, μεγάλος μαέστρος μυθοπλασίας,
δριμύς κριτής πολιτικών καταστάσεων, ερμηνευτής κοινωνικών εξελίξεων, Ιχνηλάτης
της ανθρώπινης ψυχής. Μπορούσε με τη
φλεγόμενη πένα του να κατευνάσει τις θυμωμένες ψυχές, να αφυπνίσει τους
φιλήσυχους πολίτες, να εκφράσει τα ανήσυχα πνεύματα. Κι αυτά, γιατί φρόντιζε να
μην ξεχνά και να μην ξεχνιέται η ιστορία. Μέσω του λόγου και της γραφής του του
διατήρησε την ιστορική μνήμη.
Μέσα από το έργο του
Ανδρέα Φραγκιά βιώνεις τα ιστορικά δρώμενα, τα οποία σου εντυπώνονται και καλείσαι να τα αξιολογήσεις και να πάρεις
θέση. Και αν όντως η ιστορία επαναλαμβάνεται, έχουμε έναν εξαιρετικό οδηγό
επιβίωσης. Οι ήρωες του ήρθαν αντιμέτωποι με μια ολοκληρωτική ανατροπή ανθρωπιστικών
αρχών και αξιών που χάραξαν τη μέχρι τότε πορεία της Ελλάδας. Χρειάστηκε να
επιβιώσουν σε μία αναδιαμορφωμένη κατάσταση, όπου ο ανταγωνισμός, ο ατομισμός,
η προσβλητική και μηδενιστική συμπεριφορά των δυνατών, το στρεβλό καπιταλιστικό
σύστημα έγιναν κατεστημένο και όρισαν το καινούργιο πλαίσιο των κοινωνικών
πολιτικών δομών. Έπρεπε, λοιπόν, να παλέψουν
με μια καθ’ ολοκληρίαν αρνητική αναδιαμόρφωση του κόσμου τους. Να διεκδικήσουν την ζωή τους, να επουλώσουν
ψυχικά τραύματα από τα βιώματα της κατοχής και του εμφυλίου,
να διατηρήσουν την ψυχική τους ισορροπία, να διασώσουν την προσωπική τους
αξιοπρέπεια απέναντι στη συστηματική και διαρκή αδικία και καταπίεση. Και σήμερα σε μια μεταμοντέρνα αναδιάταξη της
ζωής και της ιστορίας, όπου όλα επιτρέπονται σε όλους, σε έναν κατακερματισμό
και μηδενισμό της ανθρώπινης δραστηριότητας και κυρίως της ανθρώπινης αξιοπρέπειας,
καλούμαστε ως μεταγενέστεροι, εν δυνάμει, ήρωες του Φραγκιά να επιβιώσουμε, να
αντιταχθούμε στο πολιτικό κατεστημένο, να διαμορφώσουμε εκ νέου αρχές όπως
αυτές της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης και του ανθρωπισμού. Γι αυτό και το
έργο του Φραγκιά είναι περισσότερο ίσως από κάθε άλλη φορά επίκαιρο. Οφείλουμε να ανασυνταχτούμε και να
στοχαστούμε.
Τον ίδιο τον χαρακτηρίζει έντονος
ανθρωπολογικός και φιλοσοφικός στοχασμός. Με δεξιότητα απαράμιλλη, μολονότι
χρησιμοποιεί συχνά το φανταστικό, το παράλογο και την αλληγορία, δεν απορροφιέται
από μια ουτοπιστική προβολή του κόσμου αλλά κατορθώνει να αποθανατίσει την
πραγματικότητα ως έχει. Καταγγέλλει τη στηλίτευση της ζωής των πολλών από τους
λίγους, κινηματογραφεί την τιτάνια προσπάθεια των «μικρών» και ασήμαντων
πολιτών, εκείνων που στις σύγχρονες μεταμοντέρνες κοινωνίες είναι απλώς
αριθμοί, να διεκδικήσουν την ύπαρξή τους· μιλά για το τίμημα των εχόντων
πολιτική συνείδηση και φωνή, παρουσιάζει τις μαζικές κοινωνίες και το μηδενισμό
που τις χαρακτηρίζει. Καταγράφει το πώς το εκάστοτε ιστορικό πλαίσιο και οι
συγκυρίες που το ακολουθούν διαμορφώνει τους ανθρώπους. Δεν υποπίπτει, όμως,
στον πατερναλιστικό διδακτισμό, αλλά
υπηρετεί με την αυθεντικότητα της γραφής του τον πραγματικό κόσμο.
Το έργο του και από άποψη
τεχνικής είναι σπουδαίο, γιατί
«η λογοτεχνική μέθοδος με την οποία
ανέδειξε τα κείμενά του εξακολουθεί να προηγείται σε πολλά της πεζογραφίας η οποία
τον ακολούθησε, κυρίως δε εκείνης που καταπιάστηκε με θέματα ίδια με τα δικά
του»[5]
και γιατί
ο τρόπος που παρουσιάζει την ιστορία του κάθε που μυθιστορήματος είναι τέτοιος που τελικά την ορίζει «ως μυθιστορηματική, φτιαγμένη από όλα εκείνα
τα υλικά που αναδεικνύουν την λογοτεχνία»[6].
Το έργο του, όμως, έχει αξία
διαχρονική και γιατί παραμένει ανατριχιαστικά επίκαιρο το πόσο διαβρωτική
μπορεί να είναι η εξουσία και ο ίδιος, σκιαγραφώντας τη θέληση της ανθρώπινης
ψυχής να αντέξει, καταγράφει τον αγώνα των πολλών να επιβιώσουν και να αρνηθούν
τη μοίρα που άλλοι τους διαμορφώνουν.
Παρουσιάζει, επίσης, και μια άλλη, διττή ερμηνεία για την τρέλα και για
το πώς λειτουργεί σε δίσεκτους καιρούς. Την τρέλα που σε καταρρακώνει ή την
τρέλα που σε απελευθερώνει λυτρώνοντας σε από την ανηθικότητα των άλλων «Γιατί κάθε τόπος πρέπει όχι μόνο να έχει,
αλλά και να φτιάχνει τους δικούς του τρελούς».
Τολμώ, λοιπόν, να τον
παραλληλίσω, με έναν άλλο μεγάλο της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τον Κώστα
Καρυωτάκη. Και εκείνος μόλις τρεις ποιητικές συλλογές[7] εξέδωσε αλλά καταλυτικής
σημασίας και αποτέλεσε σταθμό. Και ο Ανδρέας Φραγκιάς έχει μικρό σε όγκο συγγραφικό
έργο αλλά ιδιαίτερα πολύτιμο που καθόρισε την από αυτόν και μετά νεοελληνική πεζογραφία
.
Ειδικά όσον αφορά στον
Γιάννη Παππά και αυτή του τη συγγραφική προσπάθεια, θα έλεγα πως δεν είναι
τυχαίο που επέλεξε να ασχοληθεί με τον Ανδρέα Φραγκιά. Επιλογή που θα μπορούσε
να χαρακτηριστεί και πολιτική πράξη. Όχι
απλώς για την πολιτική ιδεολογία που ασπάστηκε και υπηρέτησε ο συγγραφέας
Ανδρέας Φραγκιάς. Ο Γιάννης Παππάς σε πρόσφατη συγγραφική δουλειά του
ασχολήθηκε με το έργο και τη ζωή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, ξεχασμένου και όχι
αρκούντως προβεβλημένου ποιητή στον καιρό του και πολύ μεταγενέστερα, θα
έλεγα. Η επίσης χρόνια και ουσιαστική ενασχόλησή
του με το έργο του Α. Φραγκιά δείχνει πως αποφασίζει να ασχοληθεί
εμπεριστατωμένα και επιστημονικά με συγγραφείς που στην εποχή τους ήταν του
περιθωρίου. Και αυτό είναι Πολιτική
Πράξη και σημαντική συμβολή στη νεοελληνική λογοτεχνία.
Ο Γιάννης Παππάς με αυτό του το
βιβλίο εισάγει τον αναγνώστη /
μελετητή στο σύνολο της τριλογίας «Άνθρωποι και σπίτια»- «Καγκελόπορτα»-
«Λοιμός». Δίνει με απλό αλλά όχι απλοϊκό τρόπο – και αυτό είναι τέχνη και
προτέρημα για ένα συγγραφέα – το σύνολο των υποθέσεων των τριών βιβλίων, τους
ήρωες, το ιστορικό πλαίσιο αλλά και το ιδεολογικό υπόβαθρο που τα χαρακτηρίζει.
Με την προσέγγιση που κάνει στο Άνθρωποι και σπίτια, του βιβλίου με το οποίο για πρώτη φορά
εισάγεται ο βιομηχανικός εργάτης στη λογοτεχνία κατά τον Μπάμπη Κλάρα, αποσαφηνίζει
τη δραματική πορεία του ήρωα που ξεκινά από μια κατάσταση στέρησης και κοινωνικής
απομόνωσης λόγω της έλλειψης εργασίας και καταλήγει στην πλήρωση και στην κοινωνική
επανένταξη. Δηλώνει το τίμημα που
πληρώνει για την εναρμόνιση με τον αξιακό του κώδικα. Μας βοηθά να βιώσουμε την
επικοινωνία, τη σύμβαση, τη δοκιμασία. Κατανοούμε
την πορεία των απλών ανθρώπων που συμμετείχαν στην Εθνική αντίσταση προς την ενσωμάτωση
στο αστικό καπιταλιστικό σύστημα που οικοδομήθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση
στην Ελλάδα. Παραθέτει όμως ξεχωριστά τη διακειμενικότητα του έργου, τούς
φορείς αξιών, τον ατομισμό και τη συλλογικότητα αλλά και το ιδεολογικό και
μυθολογικό σύμπαν του
Ο Γιάννης Παππάς αποδεικνύει επίσης τη θέση του Δημ. Ραυτόπουλου πως «με το μυθιστόρημα Η καγκελόπορτα η γενιά της αντίστασης παίρνει την ηγετική
της θέση στην πεζογραφία μας». Υιοθετεί τη θέση του Καψωμένου πως πρόκειται
για ένα από τα αντιπροσωπευτικά βιβλία αριστερής αγωνιστικής πεζογραφίας που
περιγράφει την ανατομία της διάβρωσης και αλλοτρίωσης του ανθρώπου μέσα στη μεταπολεμική
κοινωνία του άγριου ανταγωνισμού, της εκβιομηχάνισης και της κατανάλωσης. Υποστηρίζει και αποδεικνύει αυτή τη θέση προσεγγίζοντας
ξεχωριστά τα δρώντα πρόσωπα κάνοντας τα ιδιαίτερα οικεία, αποσαφηνίζοντας τον
τρόπο συμπεριφοράς τους. Δεν ξεχνά όμως και εδώ να επισημάνει το πριν και το
μετά, το παρελθόν και το παρόν, και να παρουσιάσει τη διακειμενικότητα και το
ιδεολογικό και κοινωνικό υπόβαθρο του έργου.
Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο
σημαντικότατο έργο του Αντρέα Φραγκιά που θεωρείται ο Λοιμός τόσο για την εκφραστική
λιτότητα, την απλή γλώσσα όσο και για τη σύγκρουση ανάμεσα στην απρόσωπη
εξουσία και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Προσεγγίζει,
όμως, λεπτομερώς μέσα και τρόπους λογοτεχνικότητας, όπως η ειρωνεία, το
γκροτέσκο, το χιούμορ αλλά και αποκρυπτογραφεί την λειτουργία της φύσης στο
συγκεκριμένο έργο, το ιδεολογικό και μυθολογικό του σύμπαν αλλά και τις
ιστορικοκοινωνικές συναρτήσεις που το επηρέασαν και το καθόρισαν. Προσπαθεί και
αποδεικνύει το πως «ο λοιμός» με
τα ιδιαίτερα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά του και τα δυνατά σημεία του έρχεται σε άμεση επαφή με τα μεγάλα έργα της
Ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας μυθιστοριογραφίας.
Το συγκεκριμένο βιβλίο θα μπορούσε
να θεωρηθεί και ένα σημαντικό Εγχειρίδιο εκπόνησης πρωτότυπου επιστημονικού έργου.
Χαρακτηριστικό δείγμα
της επιστημονικής δομής και ανάλυσης που απαιτείται σε μία πρωτότυπη
επιστημονική μελέτη. Υποδηλώνει το χρόνο και την άσκηση που χρειάζεται για να
ολοκληρωθεί μια διατριβή και προσδιορίζει την προετοιμασία που απαιτείται και
τη μεθοδικότητα της δουλειάς που θα οδηγήσει στην επιτυχή εκπόνηση της.
Πέραν της εκτενούς
αναφοράς στα έργα της τριλογίας Γίνεται
παρουσίαση του θεωρητικού πλαισίου και της μεθοδολογίας που ακολουθείται, γίνονται
αναφορές στον Greimas, τον Zima, την Kristeva, τον Αλτουσέρ, τον Ντεστύ
ντε Τρασύ, τον Bachtin, τον Καψωμένο.
Η βιογραφία που παρατίθεται χωρίς να είναι
φειδωλή δίνει τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία κατανόησης της ζωής του συγγραφέα,
χωρίς την παραμικρή οπτική κιτρινισμού.
Πολύ σημαντική
παρουσίαση της κριτικής για το έργο του Ανδρέα φυσικά κι οι ξεκάθαρες αναφορές
στον Μπάμπη Κλάρα, τον Βάσο Βαρίκα, τον
Τάκη Καρβέλη του Δημήτρη Ραυτόπουλο, τον Αλέξανδρο Κοτζιά, την Έλλη Αλεξίου,
τον Γιώργη Γιατρομανωλάκη, την Έρη Σταυρόπουλου, τον Δημήτρη Τζιόβα αλλά και
τον Vicenzo Rotolo.
Επίσης γίνεται πλήρης
παρουσίαση της εργογραφίας του Ανδρέα Φραγκιά. Δεν αναφέρονται μόνο οι εκδόσεις
που υπάρχουν για τη γνωστή τριλογία αλλά και αποσπάσματα από ανέκδοτο
μυθιστόρημά του, από διαλέξεις του, από αδημοσίευτα ρεπορτάζ, από νεανικά
διηγήματα του αλλά και ομιλίες του. Υπάρχει επίσης και στα ιστορικά αναγνώσματα του και παρουσίαση δέκα συνεντεύξεων του αλλά και μεταφράσεις
που ο ίδιος έχει κάνει σε ένα σύνολο έργων αλλά
και εισαγωγές που έχει σε έργα άλλων όπως του Ανδρόνικου Μαρκάκη και το
Αχιλλέα Χατζόπουλου
Είναι γνωστό πως τα έργα του έχουν
μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ο Γ. Π. καταγράφει το σύνολό τους που είναι
έξι (6) και συγκεκριμένα η αγγλική, η γερμανική, η ρουμανική, η ουγγρική ,η
γαλλική και η ρωσική και δίνει πλήρη κατάλογο των έργων που έχουν εκδοθεί.
Η σοβαρότατη προσέγγιση
του έργου του Ανδρέα Φραγκιά αποδεικνύεται και από την αναφερόμενη βιβλιογραφία
που υπάρχει για κείνον και είναι ένας πλήρης κατάλογος όλων όσων ασχολήθηκαν με
το έργο του· αγγίζεται το όριο των εκατόν σαράντα δύο (142) αναφορών. Επίσης στα
συναφή γνωστικά πεδία η θεωρητική βιβλιογραφία αγγίζει το έργο των εκατόν
εβδομήντα αναφορών (170).
Πρόκειται, λοιπόν,
αναμφίβολα για μια εμπεριστατωμένη μελέτη, που μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά
για οποιαδήποτε στο μέλλον ασχοληθεί με το έργο του Ανδρέα Φραγκιά και δικαίως
αποτελεί φόρο τιμής στο έργο του μεγάλου νεοέλληνα πεζογράφου.
Η Μίνα Πετροπούλου είναι Φιλόλογος-Dr κοινωνιολογίας
[1] Αθήνα, 1921 - Αθήνα, 6 Ιανουαρίου 2002.
[2] Άνθρωποι και σπίτια (1955), Η καγκελόπορτα
(1962), Λοιμός (1972), Το πλήθος (1986-87, 2 τόμοι, Κρατικό
Βραβείο Λογοτεχνίας 1988).
[3] H στοχαστική λογοτεχνία του
Ανδρέα Φραγκιά, Παντελής Μπουκάλας, εφ. Καθημερινή,
08.01.2002
[4] Ό.π.
[5] H στοχαστική
λογοτεχνία του Ανδρέα Φραγκιά, Παντελής Μπουκάλας,
εφ. Καθημερινή, 08.01.2002
[6] Λοιμός - Ανδρέας Φραγκιάς, Κατερίνα Μαλακατέ, http://diavazontas.blogspot.gr/2014/03/loimos-fragias.html
[7] Ο πόνος του
ανθρώπου και των πραγμάτων (1919), Νηπενθή
(1921), Ελεγεία και σάτιρες (1927)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου