14/2/16

Η άρνηση της βίας, στον Γαλιλαίο του Μπρεχτ

Pablo Picasso, Ο βιασμός VII, 2.11.1933, οξυγραφία, 19,8 x 27,9 εκ.


ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΦΙΛΙΝΗ

Μετά την πρόσφατη τραγωδία στο Μπατακλάν στο Παρίσι διάβασα ένα ενδιαφέρον άρθρο ενός γάλλου ψυχαναλυτή με τίτλο «Η κρίση των αξιών ενισχύει τους θεοφασισμούς», όπου υπογράμμιζε την ανάγκη ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους στην σημερινή συγκυρία να προβληθεί η σημασία της ζωής κατά της βίας και του θρησκευτικού φανατισμού. Σε συνάρτηση με την παραπάνω εκτίμηση, θεώρησα χρήσιμο να δούμε ξανά πώς αντιμετωπίζει ο Μπρεχτ αυτό το ζήτημα στον Γαλιλαίο του.
Η αντίθεση στην επιβολή της βίας και η προβολή της αξίας της ανθρώπινης ζωής είναι οι βασικές έννοιες που πραγματεύεται ο Μπρεχτ μέσα στο θεατρικό του για τη ζωή του Γαλιλαίου. Συνήθως ρίχνεται φως στην πλευρά του έργου σχετικά με την αποφυγή της κακής εφαρμογής της επιστήμης κατά της ανθρωπότητας. Η ανάγνωση αυτή έγινε κυρίαρχη μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αφού το έργο ανέβηκε στην Αμερική μετά την ρήψη της ατομικής βόμβας, συχνά αυτή η ανάγνωση συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα νοήματα όμως του έργου είναι ευρύτερα από αυτή την πολιτική ερμηνεία. Στην σημερινή εποχή προέχει η ανάδειξη της αντίθεσης απέναντι στη βία, στην οποία έδωσε από την αρχή έμφαση ο Μπρεχτ, ιδιαίτερα απέναντι στη σωματική βία που επέβαλαν οι ναζί κατά των Εβραίων και της ανθρωπότητας, αλλά και απέναντι στη βία της εξουσίας όταν εμποδίζει την ελεύθερη λειτουργία της επιστήμης, της τέχνης και κάθε δημιουργίας της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στη Ζωή του Γαλιλαίου ο Μπρεχτ θέτει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Έγραψε την πρώτη μορφή του έργου στην Δανία το 1938, αφού διέφυγε από τη Γερμανία του Χίτλερ ήδη από το 1933 για να αποφύγει τις ναζιστικές διώξεις ως ο ίδιος Εβραίος και διανοούμενος, όπως ο Γαλιλαίος διέφυγε τα βασανιστήρια της Ιεράς Εξέτασης. Στο διάλογο που έχει ο Γαλιλαίος προς το τέλος του έργου με τον μαθητή του Αντρέα Σάρτι, ο δάσκαλος εκμυστηρεύεται πως μέσα στη φυλακή ολοκλήρωσε το επιστημονικό του πόνημα, τα Discorsi, και στη συνέχεια του εξηγεί γιατί υποχώρησε στους ιεροεξεταστές. Του εξομολογείται πως ανακάλεσε την επιστημονική αλήθεια ότι η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο, όχι γιατί με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να σώσει τη ζωή του ώστε να συνεχίσει τις επιστημονικές του έρευνες -όπως επιθυμούσε να ακούσει ο Αντρέα- αλλά επειδή φοβήθηκε τα βασανιστήρια: «Ανακάλεσα γιατί φοβήθηκα το σωματικό πόνο». «Όχι!», του φωνάζει έκπληκτος ο Αντρέα. Κι ο Γαλιλαίος ανταπαντά: «Με φέρανε μπροστά στα όργανα βασανισμού, μου τα δείξανε».(1)
Τη θέση του για την αντιμετώπιση της βίας διατύπωσε ο Μπρεχτ με σαφήνεια στην ιστορία του με τίτλο «Μέτρα κατά της Βίας» μέσα στη συλλογή Ιστορίες του Κυρίου Κόινερ που έγραφε από το 1935 μέχρι και τη δεκαετία του ’50. Στην αρχή της ιστορίας λέει:
 Όταν ο Κύριος Κόινερ, ο σκεπτόμενος, μέσα σε μία αίθουσα με πολύ κόσμο εκφράστηκε κατά της βίας, παρατήρησε πως οι άνθρωποι μπροστά του υποχώρησαν και φύγανε. Κοίταξε γύρω του και είδε να στέκεται πίσω του
η Βία.
 «Τι είπες;» τον ρώτησε η Βία.
 «Εκφράστηκα υπέρ της Βίας» απάντησε ο Κύριος Κόινερ.
 Όταν ο κύριος Κόινερ έφυγε, τον ρώτησαν οι μαθητές του γιατί έσκυψε την πλάτη. Ο Κύριος Κόινερ απάντησε: «Γιατί δεν έχω ραχοκοκαλιά για σπάσιμο. Εγώ πρέπει να ζήσω περισσότερο από τη Βία.»

Ο Μπρεχτ δεν περιορίζεται στη θέση υπέρ της διαφυγής από τη βία. Παρουσιάζει τον Γαλιλαίο να οικτίρει τον εαυτό του επειδή αποκήρυξε τα πιστεύω του. Δεν στέκεται όμως σε αυτό. Προχωράει τη σκέψη του πάνω στο κεντρικό συμπέρασμα όπου έχει καταλήξει. Λέει: «ο μοναδικός σκοπός της επιστήμης είναι να διευκολύνει τους κόπους της ανθρώπινης ύπαρξης», και τέλος διατυπώνει την σκληρή αυτοκριτική για την δική του πορεία: «…δεν βρέθηκα ποτέ μπρος σε πραγματικό κίνδυνο. Για αρκετά χρόνια υπήρξα τόσο ισχυρός όσο η εξουσία. Τότε όμως παρέδιδα τη γνώση μου στους κυρίαρχους αφήνοντάς τους να τη χρησιμοποιήσουν, είτε να μην τη χρησιμοποιήσουν, είτε να την κακομεταχειριστούν, ανάλογα με το πώς εξυπηρετούσε τους σκοπούς τους». Ο Μπρεχτ, όπως και ο Γαλιλαίος, αποφεύγοντας τη μανία της βίας ενδιαφέρεται περισσότερο για τη συνέχιση της ζωής παρά να δεχθεί τον θάνατο ως μάρτυρας. Δεν τον απασχολεί τόσο η θυσία για τις ιδέες, όσο το πώς θα παλέψει κανείς για την εφαρμογή των ιδεών του υπέρ των ανθρώπων. Όσο εξελίσσεται το έργο, γίνεται αντιληπτό πως όταν μιλά για την εφαρμογή της επιστήμης, εννοεί ταυτόχρονα και την εφαρμογή της τέχνης, της πολιτικής, τον τρόπο άσκησης της εξουσίας.
Η δεύτερη εκδοχή του Γαλιλαίου, που γράφτηκε στην Αμερική (ο Μπρεχτ έζησε στις ΗΠΑ από το 1941 μέχρι το 1947), παρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη το 1947 με τον Τσαρλς Λώτον στο ρόλο του Γαλιλαίου. Η περίοδος ετοιμασίας της παράστασης συνέπεσε με την εποχή όπου, μετά την ρίψη της ατομικής βόμβας στην Ιαπωνία, ο πατέρας της Οπενχάιμερ κάνει κριτική (και αυτοκριτική) για τη χρήση της βόμβας κατά του πληθυσμού και μπαίνει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα κατά πόσο είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται τα επιτεύγματα της επιστήμης κατά της ζωής των ανθρώπων. Ακολούθησε η ανάκριση του Μπρεχτ από τις αμερικανικές αρχές, όταν διεξαγόταν η έρευνα για «Αντιαμερικανική Δράση». Εκείνος παρέκαμψε τον σκόπελο των ερωτήσεων των ανακριτών, λέγοντας εκτός των άλλων ότι δεν υπήρξε ποτέ μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, πράγμα εξάλλου που ήταν και η αλήθεια. Αμέσως μετά, κατάφερε να διαφύγει στην Ευρώπη πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσουν οι αμερικανικές αρχές το περιεχόμενο του έργου.
Η τελευταία εκδοχή του Γαλιλαίου γράφτηκε λίγο πριν πεθάνει ο Μπρεχτ στο Ανατολικό Βερολίνο, το 1956, και ενώ το καθεστώς βρισκόταν σε μια καθοριστική καμπή. Ήδη το 1955 ο Μπρεχτ είχε δεχτεί στη Μόσχα το βραβείο Στάλιν για την Ειρήνη. Μέχρι τότε δεν είχε ποτέ ασκήσει δημόσια κριτική προς τον Στάλιν, η αλήθεια όμως είναι σε τελική ανάλυση ότι κατά την περίοδο της εξορίας του ήδη πριν τον πόλεμο δεν επέλεξε να ζήσει και να δουλέψει στην ΕΣΣΔ, όπου πλέον η γραμμή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού είχε επιβληθεί ως η επίσημη κρατική πολιτική για την τέχνη. Όταν στις 17 Ιουνίου του 1953 ξέσπασε η εξέγερση στο Βερολίνο, ο Μπρεχτ πάλι δεν έκανε δημόσιες δηλώσεις. Έστειλε επιστολή στον Ούλμπριχτ και μετά τηλεγράφημα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Neues Deutschland στις 23 Ιουνίου. Εκεί παρότρυνε προς μια «αναγκαία εποικοδομητική κριτική που θα μας βοηθήσει να διακρίνουμε τα λάθη μας και να τα διορθώσουμε», ενώ έλεγε παράλληλα ότι «οι εργάτες που λόγω δικαιολογημένης δυσαρέσκειας πήραν μέρος στις διαδηλώσεις δεν πρέπει να τοποθετηθούν στο ίδιο επίπεδο με τους προβοκάτορες» (από το βιβλίο Μπρεχτ της Marianne Kersting, Πλέθρον 1985). Είναι προφανές πως έπαιρνε τις αποστάσεις του.
Σε αυτό το κείμενο της ζωής του Γαλιλαίου μπορούμε να αναγνωρίσουμε αιχμές απέναντι στο καθεστώς. Μέσα από τις συμβουλές του δασκάλου προς τον μαθητή για την επιστήμη αντιλαμβανόμαστε τη θέση του Μπρεχτ πως η εξουσία οφείλει, όταν τα πράγματα αλλάζουν, να αμφιβάλλει για ό,τι μέχρι τότε θεωρούσε δεδομένο. Απευθυνόμενος ο Γαλιλαίος προς τον μαθητή του εξηγεί: «θεωρώ πως η επιστημονική προσπάθεια χρειάζεται ιδιαίτερο θάρρος, γιατί η επιστήμη χειρίζεται τη γνώση, που όμως αποκτιέται μέσα από την αμφιβολία. Προωθώντας πάνω από όλα τη γνώση, επιδιώκει να φτιάξει ανθρώπους που αμφιβάλλουν για όλα.» Η παρακαταθήκη του Μπρεχτ είναι γνώση, αμφιβολία, γνώση ξανά, απόρριψη της βίας που παρουσιάζεται με διάφορες μορφές επιδιώκοντας να αποτρέψει την αποκάλυψη της αλήθειας. Όταν στον τελευταίο του μονόλογο ο Γαλιλαίος ανακεφαλαιώνει τα συμπεράσματα της ζωής του, ο Μπρεχτ θέτει το κεντρικό ερώτημα και για τη δική του ζωή και τη ζωή των ανθρώπων γύρω του: «Αυτοί οι εγωιστές και βίαιοι άνθρωποι (…) μας βομβαρδίσανε με απειλές και δωροδοκίες, στις οποίες αδυνατούν να αντισταθούν οι αδύναμες ψυχές. Μπορούμε όμως να αρνηθούμε τη μεγάλη πλειοψηφία και παρά όλα αυτά να παραμείνουμε επιστήμονες;»

Σημειώσεις:
1) Οι μεταφράσεις του Γαλιλαίου και του Κυρίου Κόινερ από τα Γερμανικά είναι δικές μου

Δεν υπάρχουν σχόλια: