1/1/16

Η φιλοσοφική μελέτη των αρχαίων κειμένων

ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΟΛΥΜΕΝΗ

LIVIO ROSSETI, Εισαγωγή στην Αρχαία Φιλοσοφία, μετάφραση-επιμέλεια: Άννα Τάτση, έκδοση Ακαδημίας Αθηνών, Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας, σελ. 393

Το γεγονός ότι σήμερα έχουμε πρόσβαση σε ένα φιλοσοφικό κείμενο της αρχαιότητας, πρώιμης ή ύστερης, όπως για παράδειγμα σε έναν πλατωνικό διάλογο, σε αποσπάσματα των προσωκρατικών, ή σε μία πραγματεία του Πρόκλου, οφείλεται σε διά χειρός αντίγραφα ή μεταφράσεις (στα λατινικά και τα αραβικά), μιας και η τυπογραφία είναι σχετικά πρόσφατη εξέλιξη. Όμως κατά την αντιγραφή γίνονταν λάθη, με αποτέλεσμα για το ίδιο κείμενο να υπάρχουν περισσότερες από μία εκδοχές, χωρίς να υπάρχει εγγύηση ότι μία αντιγραφή είναι ακριβέστερη από τις μεταγενέστερές της. Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, πόσο πολύπλοκες είναι οι διαδρομές για να πάρει το αρχαίο κείμενο τη μορφή που σήμερα μας διατίθεται εντύπως, στις αποκαλούμενες κριτικές εκδόσεις των φιλοσοφικών κειμένων, που αποτελούν τη βάση για τη φιλοσοφική τους ερμηνεία και ανάλυση, ενίοτε με τρόπο που ξεδιπλώνει νήματα στις σύγχρονες αναζητήσεις της φιλοσοφικής σκηνής.
Αυτές τις διαδρομές έρχεται να φωτίσει το βιβλίο του Λίβιο Ροσέτι, καθηγητή Ιστορίας της Aρχαίας Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια και διακεκριμένου αρχαιοελληνιστή, το οποίο αναπτύσσεται σε δεκαεπτά κεφάλαια, διαρθρωμένα σε έξι ενότητες. Το βιβλίο ξεκινά από τις πηγές όσων γνωρίζουμε για τα αρχαία φιλοσοφικά κείμενα: παπύρους και κώδικες με χωρία από αντιγραφείς των φιλοσοφικών κειμένων, μεταφραστές, υπομνηματιστές, ιστοριογράφους της φιλοσοφίας, ή ανθολόγους. Στη συνέχεια η φιλολογική μελέτη διαφωτίζει τα ευρήματα: εξακρίβωση των συμβόλων, αναγνώριση και χωρισμός των λέξεων, πρώτη απόπειρα ερμηνείας και τοποθέτηση σημείων στίξης, διορθώσεις, ορθογραφική εξομάλυνση, αναγνώριση του συγγραφέα, σύγκριση με παρεμφερή χωρία, αντιπαραβολή με άλλα κείμενα, έλεγχος γνησιότητας, διαμόρφωση του στέμματος των κωδίκων (της σειράς στη διαδοχή των κωδίκων που παραδίδουν ένα κείμενο). Επίπονες προσπάθειες που έχουν σκοπό να οδηγήσουν στην κριτική έκδοση του φιλοσοφικού κειμένου, αποτυπώνοντας έτσι την πιο πρόσφατη γνώση μας για τη μορφή του: ποιες είναι οι λέξεις και πώς εκεί διατάσσονται. Αθροιζόμενα τα κείμενα φτιάχνουν τις σημαντικές συλλογές (ή σώματα) κειμένων, για τα οποία ο Ροσέτι δίνει μια περιγραφή: Corpus Aristotelicum, Corpus Platonicum, Corpus Plotinianum, Corpus Chrysippeum, κλπ. Στο τέλος του βιβλίου παρατίθεται ένα πολύτιμο γλωσσάρι που εξηγεί τεχνικούς όρους της κλασσικής φιλολογίας και της παλαιογραφίας.

Το έβδομο κεφάλαιο του βιβλίου (με τον τίτλο «Ιντερμέδιο ή μια φιλολογική υπόθεση») είναι από τα πλέον γλαφυρά. Ο Ροσέτι ξεκινά από την υπόθεση ενός σωζώμενου κειμένου, όπως αυτά που συναντά κανείς σε παπύρους. Ύστερα ξεδιπλώνει ένα ένα τα στάδια από τα οποία περνούν οι μελετητές και τα προβλήματα που καλούνται να επιλύσουν σε καθένα, τις δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να λάβουν και τις παγίδες που παραμονεύουν, μέχρι να φτάσουν στην τελική μορφή του κειμένου. Οι δε κριτικές εκδόσεις, όπως επισημαίνει ο Ροσέτι, είναι ένα ζωντανό εργαστήριο. Ακόμα και αν για ορισμένους αρχαίους φιλοσόφους είναι ελάχιστες οι προσθήκες ή οι διαφοροποιήσεις που προκύπτουν, ανάλογα και με τα παπυρολογικά δεδομένα, σε άλλες περιπτώσεις τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά. Για παράδειγμα, η έκδοση των Diels-Kranz αριθμεί 59 χωρία για τον Θαλή, ενώ η πιο πρόσφατη έκδοση του G.Wöhrle το 2011, αριθμεί 592(!), κάτι ικανό να αλλάξει ριζικά την εικόνα μας για τον Θαλή.
***
Περνάμε τώρα στη φιλοσοφική ερμηνεία των αρχαίων κειμένων. Τα ζητήματα φιλοσοφικής ανάλυσης και ερμηνείας καταλαμβάνουν στο βιβλίο τρία μόλις κεφάλαια, σαράντα περίπου σελίδων. Όμως τα σχόλια του Ροσέτι είναι εξαιρετικά πυκνά, αναδεικνύοντας τάσεις, δυσκολίες και διλήμματα. Κατ’ αρχάς διακρίνει δύο κύριες σχολές ερμηνείας των φιλοσοφικών κειμένων: την ιστορική και τη θεωρητική. Η ιστορική ερμηνεία σχολιάζει και ερμηνεύει ένα κείμενο μέσα στο πλαίσιο της εποχής του. Η ικανότητα και το ταλέντο του ιστορικού της φιλοσοφίας κρίνεται ανάλογα με τον τρόπο που προσδιορίζει τα ερωτήματα που απασχολούν τον αρχαίο φιλόσοφο και πώς εκθέτει τη γεωμέτρησή τους, πώς ιεραρχούνται, ποιο είναι πρωτεύον και ποιο δευτερεύον, ανασυγκροτεί τις απαντήσεις και τη σχετική επιχειρηματολογία μέσα στο ίδιο το κείμενο, ή αναζητά συνάφειες με άλλα κεντρικά ερωτήματα στο έργο του ίδιου του αρχαίου φιλοσόφου, ή σε σχέση με το έργο άλλων φιλοσόφων της εποχής του. Η θεωρητική ερμηνεία ενός αρχαίου φιλοσόφου έχει ως σημείο αφετηρίας τη σύγχρονη φιλοσοφική αναζήτηση. Τα ερωτήματα που εξετάζονται, η συναφής επιχειρηματολογία και οι απαντήσεις που δίνονται (ή δεν δίνονται), επιδιώκουν τις γέφυρες με την τρέχουσα φιλοσοφική σκηνή.
Το αν αξίζει ή όχι μια ιστορική ερμηνεία, κρίνεται από το πώς αναμετράται με τα αρχαία κείμενα. Το αν αξίζει ή όχι μία θεωρητική ερμηνεία, κρίνεται από το πώς «στέκεται» στη σύγχρονη φιλοσοφία. Ο Ροσέτι ασχολείται με την πρώτη περίπτωση αλλά δεν απορρίπτει τη δεύτερη, αναγνωρίζοντας ότι εντέλει αυτή ανανεώνει το ενδιαφέρον για έναν αρχαίο φιλόσοφο. Ας αναλογιστούμε πώς ανανεώθηκε το ενδιαφέρον στον Αριστοτέλη μέσα από το έργο του John Rawls στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας, ή των αναφορών του Χάιντεγκερ στην πραγματεία του για την προέλευση του έργου τέχνης. Υπάρχει όμως και μία τρίτη μεθοδολογική προσέγγιση, την οποία δεν επισημαίνει ο Ροσέτι, και αναπτύσσει ο Ντέιβιντ Τσαρλς (David Charles) σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του (“Method and Argument in the Study of Aristotle: A Critical Notice of the Cambridge Companion to Aristotle”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 15:231-58 (1997)).
Ο Τσαρλς εισάγει την έννοια της φιλοσοφικής μελέτης (philosophical scholarship) ως τον ενδιάμεσο πόλο ανάμεσα στην ιστορική μελέτη (historical scholarship) και τη φιλoσοφική έρευνα (philosophy), ή με τους όρους του Ροσέτι, ανάμεσα στην ιστορική και τη θεωρητική ερμηνεία. O μελετητής της φιλοσοφίας (philosophical scholar) διαμορφώνει εκείνο το εννοιολογικό πλαίσιο με το οποίο επιχειρεί να κατανοήσει την επιχειρηματολογία του αρχαίου φιλοσόφου και, κατά περίπτωση, τη σύγχρoνη φιλοσοφική επιχειρηματολογία για ανάλογο θέμα, κρατώντας μια φιλοσοφική απόσταση και από τα δύο. Έτσι διαμορφώνει ένα προνομιακό σημείο θεάσης, που του επιτρέπει να ξεφύγει από την εκάστοτε φιλοσοφική μόδα της εποχής μας, και να δει ταυτόχρονα τι έχει διαχρονική φιλοσοφική αξία, τόσο στην αρχαία όσο και στη σύγχρονη σκέψη.
Επιστρέφοντας στο βιβλίο του Ροσέτι, ας κάνουμε και μία ήσσονος σημασίας παρατήρηση που αφορά το τυπογραφικό σκέλος: το μέγεθος της γραμματοσειράς ορισμένες φορές αυξομειώνεται από παράγραφο σε παράγραφο χωρίς προφανή λόγο. Αν πρόκειται για τυπογραφική αβλεψία, χρήσιμο θα ήταν να διορθωθεί σε μελλοντική ανατύπωση. Εν πάση περιπτώσει το βιβλίο του Ροσέτι, χάρη και στην εύληπτη μετάφρασή του, αναδεικνύει τη συνθετότητα στη μελέτη της αρχαίας σκέψης, τόσο τη φιλολογική όσο και τη φιλοσοφική. Είναι ένας χρήσιμος πλοηγός για κάθε αναγνώστη που ανοίγει μια κριτική έκδοση και επιθυμεί να καταλάβει τη λογική των υποσημειώσεων στο πρωτότυπο κείμενο, όσον αφορά τις πιθανές παραλλαγές σε ένα χωρίο. Είναι επίσης ένας κατατοπιστικός οδηγός για ερευνητές που καταπιάνονται με τις δυσκολίες μιας κριτικής έκδοσης αρχαίου (ή και βυζαντινού) κειμένου. Το έργο πολλών υπομνηματιστών ή αντιγραφέων λαμβάνει χώρα στη Βυζάντιο, κάτι που λόγω γλώσσας παρέχει προνομιακή πρόσβαση στην εγχώρια κοινότητα των φιλολόγων.
Αναρωτιέται κανείς τι θα μπορούσε να προκύψει σε επίπεδο φιλοσοφικής (αλλά και θεολογικής) αναζήτησης από μια έκδοση του εκτενέστατου (όπως θρυλείται) υπομνηματισμού στον Αριστοτέλη από τον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο κατά τον 15ο αιώνα. Όσον αφορά δε τη φιλοσοφική ερμηνεία ενός αρχαίου κειμένου, ο Ροσέτι καταφέρνει να οριοθετήσει τις διαφορετικές τάσεις, τις δυσκολίες και τη συνθετότητα του εγχειρήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι η εγχώρια κοινότητα των ιστορικών της φιλοσοφίας έχει μπροστά της μια τεράστια πρόκληση, όπως τουλάχιστον έχει εξαγγελθεί: την έκδοση, με μετάφραση, σχολιασμό και ερμηνεία του συνόλου των αριστοτελικών κειμένων, συμπεριλαμβανομένου και ενός αριστοτελικού λεξικού. Τούτο συνιστά εκδοτικό γεγονός μείζονος σημασίας για όλο το φάσμα των γραμμάτων μας. 

 Ο Πέτρος Πολυμένης είναι συγγραφέας και διδάκτορας φιλοσοφίας

John Bock, Untitled, 2012, κολλάζ, 45,5 x 19 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: