10/1/16

Μοντεσκιέ και Ν. Μαυροκορδάτος

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΥΡΕΛΟΥ

Στα μυθιστορήματα του 18ου αιώνα συχνά κυριαρχούσε το γεωγραφικό δίπολο Ανατολή-Δύση, ενώ σε περιγραφές τόπου υπήρχε και η εξίσου σημαντική διάκριση Άστυ-Φύση, δύο ζεύγη φορτισμένα με αξιολογικές διακρίσεις, όπως πολιτισμός-βαρβαρότητα κλπ. Η ανατολίτικη πόλη απεικονίζεται με τρόπο που εντάσσεται στο πλαίσιο του Οριενταλισμού. Οι πρώιμοι Διαφωτιστές περιέγραφαν ενίοτε μέρη που δεν ήξεραν, όπως ο Μοντεσκιέ στις Περσικές Επιστολές. Είναι γνωστό πως ο 18ος αιώνας εστιάζει περισσότερο στον άνθρωπο και την ψυχολογία του, όπως ζει πια σε πόλεις, ελεύθερος από την υποταγή στη φύση. Η περιγραφή του τοπίου εστιάζεται σε αστικά δεδομένα, όπως κήπους, ως φύση χειραγωγημένη από τον άνθρωπο, ή κτίρια και ανθρώπους που πλημμυρίζουν την πόλη, όπως στον Μοντεσκιέ και τον Μαυροκορδάτο. Ο τελευταίος, στην αρχή του Διαφωτισμού, θα μιλήσει για την ανάγκη να περιγραφεί ο άνθρωπος και η ψυχολογία του, αλλά δεν θα πάει τόσο αδιάκριτα στις προσωπικές στιγμές ηρώων, διατηρώντας στο επίπεδο της αφηγηματικής τεχνικής την εξωτερική εστίαση για τους εκτός του αφηγητή ήρωες, ενώ ο Μοντεσκιέ, επιλέγοντας την επιστολική μορφή, θα αφήσει τους δικούς του να βγάλουν τα πιο τολμηρά αισθήματα και σκέψεις τους.
Μια και ο Μοντεσκιέ δεν ταξίδεψε στην Ανατολή, όπως ο Μαυροκορδάτος δεν ταξίδεψε στη Δύση, μόνο έμμεσα γνώρισαν τον αντίστοιχο “ξένο” κόσμο∙ θα λέγαμε ότι ο πρώτος τολμά να αναπτύξει περισσότερο την ψυχολογία ενός Ανατολίτη, παρόλο που δεν έχει άμεση εμπειρία. Ο Μαυροκορδάτος ήξερε καλύτερα τη Δύση, απ’ ό,τι ο Μοντεσκιέ την Ανατολή, επειδή αλληλογραφούσε με λόγιους και πολιτικούς ή θρησκευτικούς ηγέτες. Εντούτοις, είναι πιο προσεκτικός, οι Δυτικοί ήρωες είναι πολύ λιγότεροι και δεν μιλάνε για προσωπικά θέματα, αλλά μόνο για διεθνή πολιτική, οικονομία κλπ. Επιπλέον, ο Μοντεσκιέ ενδιαφέρεται κυρίως για τα προβλήματα της Δύσης, γι’ αυτό η Ανατολή παρουσιάζεται με τυποποιημένο τρόπο.

Το δίπολο Ανατολή-Δύση εκλαμβάνεται ως αντιθετικό στη Δύση, αλλά το ένα μέρος παραμένει μικρότερης σημασίας ή terra incognita, αφού περισσότερη αξία έχει ο σχολιασμός της «κατ’ αυτών» Δύσης. Συγκεκριμένα, στις Περσικές επιστολές η περιγραφή της Ανατολής δεν είναι λεπτομερής, όσο στον Μαυροκορδάτο ή στη Lady Montagu. Ελάχιστα δεδομένα που αφορούν στις επισκέψεις του χαρεμιού στην εξοχή εντοπίζονται στις επιστολές 35 και 47, ενώ για το σαράι βρίσκουμε διάσπαρτες λεπτομέρειες στις επιστολές των γυναικών και των ευνούχων. Μοιρασμένη κυρίως ανάμεσα στις 2 πόλεις που αποτελούν τα δύο άκρα (Ανατολή-Δύση), η αφήγηση διανθίζεται με πληροφορίες και για άλλες ευρωπαϊκές και ανατολικές πόλεις (Λιβόρνο, Μόσχα, Σμύρνη, Βενετία). Στην ουσία όμως οι ήρωες του Μοντεσκιέ περιγράφουν τη Δύση, προσφέροντας πορτραίτα  ανθρώπινων χαρακτήρων και όχι αστικό τοπίο. Το μόνο σημείο όπου περιγράφει π.χ. κήπο είναι μικρής έκτασης, με αναφορά στην επέμβαση του ανθρώπου στη φύση. Ούτε και τα κτίρια περιγράφονται αναλυτικά όπως στα Φιλοθέου Πάρεργα. Ενώ οι γενικές αναλογίες μεταξύ των δύο έργων είναι εμφανείς –π.χ. Παρίσι και Κωνσταντινούπολη περιγράφονται ως πολύβουες πόλεις–, οι διαφορές τους μας αφορούν περισσότερο. Ο ήρωας του Μοντεσκιέ αντιδιαστέλλει  την έντονη κινητικότητα του Παρισιού με τους αργούς ρυθμούς της Ανατολής και κυρίως του Ισπαχάν, ενώ ο Μαυροκορδάτος ξεκινά με μια εντελώς διαφορετική εικόνα ανατολικής μεγαλούπολης, με εξαιρετική κινητικότητα και γι’ αυτό οι ήρωες απομονώνονται σε εσωτερικό «τοπίο» (κήπο) για να ηρεμήσουν. Επιπλέον, στον Μοντεσκιέ η δυτική πόλη (π.χ. Λιβόρνο), παρουσιάζεται ως εντελώς ανοίκεια για τον Ανατολίτη, κυρίως για τα ήθη και έθιμα. Γενικότερα, το έργο του μένει κυρίως στους ανθρώπους ή σε θέματα που είναι απαραίτητα για να τονιστεί η διαφορά Δύσης-Ανατολής, με υφέρπουσα την αρνητική απόφανση για τη δεύτερη, ενώ η απουσία περιγραφών αστικού τοπίου ή «τοπιακής κηπουρικής» δεν περνά απαρατήρητη.
Ο Μαυροκορδάτος, κάτοικος της «καθ’ ημάς» Ανατολής και ενεργός συμμέτοχος στην ιστορία της, με τα Φιλοθέου Πάρεργα προσπαθεί να αναπαραστήσει το ίδιο δίπολο, εστιάζοντας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (κυρίως στην Πόλη), με τρόπο όσο το δυνατό κοντινότερο στην αλήθεια, όπως παρατηρεί, και εντοπίζοντας στοιχεία άγνωστα σε έναν Δυτικό. Όπως υποστηρίζει ξεκάθαρα στην αρχή, η αναπαράσταση του αστικού τοπίου δεν περιορίζεται στην περιγραφή και μόνο των «άψυχων» πραγμάτων, αλλά κυρίως των έμψυχων. Εκτός από την αντιπαράθεση Ανατολής-Δύσης στον χώρο, έχουμε και την αντιπαράθεση στον χρόνο, βάσει του δίπολου Αρχαίων-Νεοτέρων, και με την αντιστικτική παρουσίαση των τόπων στο πέρασμα των αιώνων.
Στο αρχαιόπρεπο σκηνικό του κήπου, αλλά και στο καθημερινό σκηνικό τής πόλης, επιχειρείται η απεικόνιση της εσωτερικής τοπογραφίας του μωσαϊκού των Οθωμανών πολιτών, σε αντίστιξη τόσο με άλλους Ανατολίτες (Πέρσες ή Άραβες) όσο και με τους Δυτικούς, εν είδει «ενδιάμεσου». Οι χαρακτήρες μας δίνουν μέσω των λόγων τους την ψυχοτοπογραφία και όχι απεικόνιση κατά το είδος της «έκφρασης» ως περιγραφής της φύσης, έργων τέχνης, πόλεων και κτιρίων που, ειδικά στο Βυζάντιο, προσελάμβανε μεταφυσική χροιά. Η νέα εποχή επιβάλλει τον ρεαλιστικό τρόπο απεικόνισης της ψυχολογίας και των πράξεων των ανθρώπων, όχι μόνο μιας πόλης, αλλά και ευρύτερων ομάδων.
Η γενικότερη φιλοσοφία του αφορά στους ανθρώπους, επί των οποίων (όπως και επί του τόπου) βασικός παράγοντας επίδρασης είναι ο χρόνος. Κατά ανάλογο τρόπο, ο Μοντεσκιέ έχει σειρά επιστολών για την πορεία των εθνών στον χρόνο και τις δημογραφικές αλλαγές. Ο λόγος-παρέκβαση του Μαυροκορδάτου είναι περισσότερο φιλοσοφικού τύπου, παρά πρακτικής φύσης για το δημογραφικό πρόβλημα όπως του Μοντεσκιέ, ενώ εστιάζει κυρίως στο Οθωμανικό κράτος (που οι ήρωες του Μοντεσκιέ θα υποτιμήσουν) και στην αλλαγή του λόγω της επαφής με τους Ευρωπαίους. Ο Μαυροκορδάτος από τον καλλωπισμό της φύσης θα περάσει στον καλλωπισμό του γένους, το οποίο από την αυστηρότητα, την ακρίβεια και την ξηρότητα του παρελθόντος γίνεται «ανθηρότερον». Η μεταφορά του κήπου χρησιμοποιείται ξεκάθαρα για το γένος, όπως αφήνει να εννοηθεί και ο Καμπερίδης[1], αφού η περιγραφή τοποθετείται αμέσως μετά. Ο καλλωπισμός του κήπου με ενθάρρυνση του Σουλτάνου συμβολίζει τον καλλωπισμό όλου του έθνους από ευρωπαϊκό «μπόλι» ή «θεραπεία». Από τη «θεραπεία» της μητέρας φύσης ερχόμαστε στη «θεραπεία» της ανθρώπινης φύσης.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως η περιγραφή του κήπου στον Μαυροκορδάτο έχει ως κάποιο βαθμό ομοιότητα με την παράδοση της «έκφρασης» στο Βυζάντιο και την αρχαιότητα, αλλά με περισσότερες διαφορές. Το αυτονομημένο τεχνητό τοπίο, ως «θεραπευμένη» φύση, αλλά και το γύρω αστικό τοπίο και η φύση συνδυάζονται αρμονικά. Ακόμα δεν έχει έλθει η ρομαντική ρήξη με την παράδοση και τη φύση, αλλά η «θεραπεία» της φύσης υπονοεί την ανάγκη για ανεξαρτητοποίηση από την παράδοση (αρχαία και χριστιανική). Αντίθετα, στον Μοντεσκιέ οι περιγραφές κτιρίων και κήπων απουσιάζουν σχεδόν.
Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι ο Μαυροκορδάτος, προσπαθώντας να καλλωπίσει το πορτραίτο του Οθωμανού ως ανθρώπου της νέας εποχής, «μεταφέρει» το εγχείρημά του και στην περιγραφή του συμποσίου, με σκηνικό που δεν είναι οριενταλιστικό ή ασιανό, όπως θα το νόμιζαν οι Δυτικοί αποδέκτες του έργου. Ο κήπος είναι βοτανικός και με επιστημονικό τρόπο καμωμένος, με χρηματοδότηση από τον Σουλτάνο, για βελτίωση καλλιεργειών, ταιριάζει με την άνθιση του πολιτισμού στην αυτοκρατορία και δένεται με τη γύρω φύση και το αστικό τοπίο. Ανάλογα, το φαγητό δεν έχει καρυκεύματα ή «μαγγανείες».
Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι το όλο σκηνικό και η κοσμοθεωρία του Μαυροκορδάτου, εντάσσονται στο πλαίσιο αναδόμησης της εικόνας του Οθωμανού ως Ασιανού προς το καλύτερο και με την τάση να παρουσιάσει στους Δυτικούς την Οθωμανική ταυτότητα ως κληρονόμο όχι μόνο ή τόσο του Βυζαντίου, αλλά και των αρχαίων Ελλήνων, όπως το δηλώνει με τη σύγκριση που επιχειρεί. Η έννοια της σωστής αναλογίας και της αρμονικής συνύπαρξης είναι η ευχή του για την άλλη Ανατολή που αναδύεται. Δεν είναι τυχαίο που, στο μέσο περίπου της περιγραφής του συμποσίου, η ομάδα των ξένων παρατηρεί πως το παράδειγμα της παρέας του αφηγητή με τη φιλοξενία πρέπει να μιμηθούν και άλλοι «εν εκάστω των ευνομουμένων της οικουμένης χωρίων». Ο Μαυροκορδάτος δεν εννοεί τόσο τους υπόλοιπους Ασιάτες, αλλά κυρίως τους Ευρωπαίους που θα το διαβάσουν. Η φιλοσοφημένη και εξορθολογισμένη αντίληψη περί ωραίου συμπληρώνεται από το συμποσιακό σκηνικό που περιγράφεται και είναι αγαπητό στη Δύση. Η αντίληψη θα συμπληρωθεί με την αναφορά των ηρώων στην οθωμανική ταυτότητα, τις αναγνώσεις φιλοσοφικών δοκιμίων και τους λόγους περί ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής.
Τέλος, αν και ο Bouchard, στην έκδοση του έργου, αφήνει να εννοηθεί ότι ο Μοντεσκιέ μπορεί να είχε διαβάσει το έργο ή να είχε ακούσει γι’ αυτό γράφοντας τις Περσικές Επιστολές και οι αναλογίες μεταξύ των έργων είναι αρκετές σε σχέση με την παρουσίαση των ανθρώπων ανά έθνος, η απουσία λεπτομερειών για την τοπογραφία της Ανατολής και η αρνητική του γνώμη για την Αυτοκρατορία δείχνουν μάλλον το αντίθετο, ή έστω ότι δεν το έλαβε υπ’ όψη. Διαφορετική είναι και η αντιμετώπιση της Αυτοκρατορίας, η οποία στον Μοντεσκιέ εντάσσεται στο κλισέ της ασιατικού τύπου μοναρχίας και μάλιστα ετοιμόρροπης, αντίθετα από την εικόνα που ο Μαυροκορδάτος επιχείρησε να προβάλλει, στέλνοντας το έργο του στο Άμστερνταμ και το Παρίσι. Η «μεταφορά» του κήπου και τα πορτραίτα των Αρχαίων και των Νεοτέρων φιλοσόφων και του Ηγεμόνα-Φιλοσόφου δεν φαίνεται να επηρέασαν την ήδη διαμορφωμένη αρνητική εικόνα που είχαν οι Δυτικοί για τους Οθωμανούς, την οποία προβάλλει ο Μοντεσκιέ στο έργο του, μόνο δύο χρόνια μετά την αποστολή του χειρογράφου από τον Μαυροκορδάτο.

[Τμήμα ευρύτερης ανακοίνωσης στο Ε΄ Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρίας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας – υπό δημοσίευση]

[1] Kamperidis Lambros, «The notion of Millet in Mavrocordatos' Philotheou Parerga and his perception of the enlightened Ottoman Despot», Journal of the Hellenic Diaspora 18 (1992), 70-73.

Κωστής Βελώνης, Never had a hearth, 2015, ξύλο, χώμα, ακρυλικό, 120 x 107 x 104 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: