20/12/15

ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ

Επιβιώνοντας στην Αθήνα των Δεκεμβριανών

Μπία Ντάβου, Χωρίς τίτλο, 1989, ακουαρέλα σε χαρτί, 20 x 25 εκ. 
της Βασιλικής Λάζου,  Ιστορικού

«Μόλις μπορέσουμε θα σας γλιτώσουμε και να είστε βέβαιοι πως θα το πράξουμε. Τότε θα λάβετε τρόφιμα και θα σας δοθεί περίθαλψη που έχετε ανάγκη»[i]. Με προκηρύξεις όπως αυτή που πετιούνταν κατά χιλιάδες με τα αεροπλάνα της Βασιλικής Βρετανικής Αεροπορίας πάνω από την Αθήνα ο Ανώτατος Διοικητής των  Στρατιωτικών Δυνάμεων στην Ελλάδα Βρετανός Ρόναλντ Σκόμπι υπόσχονταν άμεσες διανομές τροφίμων στις «καθαρές» από τον ΕΛΑΣ γειτονιές της πρωτεύουσας. Το σχέδιο χορήγησης θα εξαρτιόταν από τη «διαγωγή των αντάρτικων δυνάμεων»[ii].  
Σε περιόδους πολεμικής σύρραξης η πείνα αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα και καταστροφικότερα όπλα. Η απειλή του λιμού μέσω του οικονομικού αποκλεισμού,  απαγορεύσεων και πρακτικών, όπως η λεηλασία και οι επιτάξεις, έχουν διαχρονικά χρησιμοποιηθεί - και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται - για να καθυποτάξουν κράτη και λαούς.  Στην Αθήνα των Δεκεμβριανών το διακύβευμα ήταν η συνέχιση ή η διακοπή της συμμαχικής βοήθειας που παρέχονταν από τα Βρετανικά στρατεύματα. 
Με πρόσφατη ακόμα τη μνήμη του μεγάλου λιμού του χειμώνα 1941-1942 και έχοντας μόλις διέλθει από μια ληστρική για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και καταστροφική για τις υποδομές της χώρας ναζιστική Κατοχή, η Ελλάδα αποτελούσε μια χώρα   εξαρτημένη από τη διεθνή βοήθεια. Η εξάρτηση ήταν πιο έντονη στην πρωτεύουσα και τα αστικά κέντρα τα οποία ήδη από το 1942 λάμβαναν τακτικές αποστολές εφοδίων υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Στην Κατοχή αποτέλεσε ένα σημαντικό πολιτικό εργαλείο για τις δοσίλογες κυβερνήσεις καθώς τους έδινε την ευχέρεια να εφαρμόζουν μια πιο ευέλικτη πολιτική αλλά και μια πιο συγκροτημένη και βίαιη καταστολή ενάντια στο ΕΑΜ. Στις παραμονές της Απελευθέρωσης ο διπλασιασμός της τόνισε ακόμα περισσότερο την οικονομική ανωτερότητα των εξαρτώμενων από τη βοήθεια περιοχών, κυρίως της πρωτεύουσας. 

Με την άφιξή τους τα βρετανικά στρατεύματα εμφανίστηκαν ως αποκλειστικός φορέας παροχής και διανομής τροφίμων. Το επιχειρησιακό σχέδιο με το εύγλωττο όνομα «ΜΑΝΑ» προέβλεπε την αποβίβαση βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων τα οποία θα συνόδευαν και θα εγκαθιστούσαν στην Ελλάδα την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Καθώς δεν συνέτρεχαν στρατιωτικοί λόγοι για μαζική παρουσία Βρετανών στη χώρα – πόσο μάλλον όταν ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος συνεχίζονταν με μεγάλη ένταση σε άλλα μέτωπα -  το όλο σχέδιο στηρίχθηκε στην αναγκαιότητα παροχής τροφίμων και περίθαλψης στο δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Πράγματι, μια από τις πρώτες ενέργειες των Βρετανών ήταν να οργανώσουν συσσίτια ενώ φωτογραφίες με πρόδηλο προπαγανδιστικό χαρακτήρα απεικόνιζαν χαμογελαστούς Βρετανούς στρατιώτες να μοιράζουν σοκολάτες, σούπες και κονσέρβες στις γειτονιές της πόλης.
Επρόκειτο ουσιαστικά για την υπόσχεση ενός πλούσιου και άνετου μέλλοντος το οποίο θα στηρίζονταν στην τροφοδοσία των απελευθερωμένων περιοχών από τους Συμμάχους με τα απαραίτητα για την επιβίωση και εφόδια για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο χώρας. Στον αντίποδα βρίσκονταν οι περιορισμένες επισιτιστικές δυνατότητες της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, οι ελλείψεις και οι καταστροφές. Το ερώτημα για το ρόλο και την αναγκαιότητα της ξένης βοήθειας  αποκτούσε λοιπόν κυριολεκτικά ζωτική σημασία και ιδιαίτερη βαρύτητα στις πολιτικές επιλογές όσων διεκδικούσαν την εξουσία μετά την Απελευθέρωση. 
Υπεύθυνη για τη διανομή των εφοδίων ήταν η Συμμαχική Υπηρεσία Αρωγής, γνωστή ως Military Liaison Greece (ML). Με εξαίρεση τις πρώτες αποστολές, που έπρεπε να διανεμηθούν δωρεάν, τα είδη τα οποία έφερνε η ML πωλούνταν σε τιμές αρκετά αυξημένες για να μπορέσει η ελληνική κυβέρνηση, με την βοήθεια των χρημάτων από την πώλησή τους, να καλύψει ένα σημαντικό μέρος των βασικών εξόδων του Κράτους.  Όπως σημειώνει ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Λίνκολν Μακ Βη «Τα πάντα είναι εξαιρετικά ακριβά και οι μερίδες δελτίου που διανέμονται από το στρατό δεν είναι αρκετές για να ζει κανείς άνετα. Μπορεί κάποιος να αγοράσει καλά γεύματα αλλά κοστίζουν περίπου $20 το γεύμα. Οι φτωχοί λιμοκτονούν και είναι άνεργοι»[iii].
Η βοήθεια δίνονταν με πίστωση σύμφωνα με τον αμερικάνικο νόμο του ενοικιοδανεισμού και η ελληνική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να πληρώσει αργότερα τόσο την αξία της αγοράς τους όσο και τα έξοδα της μεταφοράς τους από το εξωτερικό και της εκφόρτωσή τους.  
Το Νοέμβριο 1944, ένα μήνα μετά την απελευθέρωση της χώρας, το επισιτιστικό εξακολουθούσε να αποτελεί φλέγον ζήτημα καθώς σημειώνονταν σοβαρές καθυστερήσεις στη διανομή των τροφίμων ενώ οι αποστολές στην επαρχία σταμάτησαν εντελώς. Στις περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχό του και κυρίως στα αστικά κέντρα το ΕΑΜ μετά βίας μπορούσε να καλύψει τις λαϊκές επισιτιστικές ανάγκες. Αν και φορέας εξουσίας, αναγκάστηκε να αναλάβει ένα ρόλο διαμεσολαβητικό απέναντι στους Συμμάχους διεκδικώντας από αυτούς τρόφιμα και εφόδια «για να πάψει ο λαός να πεινάει»[iv].
Η ήδη δύσκολη επισιτιστική κατάσταση επιδεινώθηκε με το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών. Η περιοχή της πρωτεύουσας παρέμεινε χωρίς θέρμανση και ηλεκτρισμό από τις 5 Δεκεμβρίου και χωρίς ύδρευση από τις 11 Δεκεμβρίου και για περίπου 5 εβδομάδες. Όσες προμήθειες υπήρχαν εξαφανίστηκαν και ο πληθυσμός πρακτικά δεν έβρισκε κανένα τρόπο να εφοδιαστεί εξαιτίας των μαχών, της διακοπής όλων των επικοινωνιών και των περιορισμών που επιβάλλονταν στην κυκλοφορία των πολιτών η οποία επιτρεπόταν μόνο από τις 12.00 έως τις 14.00 το μεσημέρι.
Η ζοφερή κατάσταση στην εμπόλεμη Αθήνα την πρώτη εβδομάδα των συγκρούσεων καταγράφεται σε έκθεση της Βρετανικής Επιτροπής Περιθάλψεως:  
 Η διανομή τροφίμων σταμάτησε. Αναμφισβήτητα ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα πλησιάζει την εξάντληση από την πείνα και άμεση δράση για την συγκρότηση συσσιτίων και δωρεάν διανομής θα πρέπει να εκπονηθεί για να αποφευχθεί η χειροτέρευση της δημόσιας υγείας και του ηθικού του πληθυσμού (…)Η ζωή στην Αθήνα παρέλυσε εντελώς. Ο κόσμος παραμένει κλεισμένος μέσα. Ανακλήθηκαν τα πλοία με τα εφόδια που κατευθύνονταν στον Πειραιά και σε άλλα λιμάνια. Τα οχήματα της ML δεν προχωρούν έξω από τη Βρετανική ζώνη στρατιωτικού ελέγχου (…)Υπάρχουν ελλείψεις σε τρόφιμα. Κανονίστηκε ότι το αλεύρι που υπάρχει στις αποθήκες της ML και της Επιτροπής θα δοθεί στους φούρνους με την εγγύηση των ανταρτών ότι δεν θα επέμβουν. Ιατρικές προμήθειες θα δοθούν κατά τον ίδιο τρόπο σε όλα τα νοσοκομεία[v].     
Οι Βρετανοί κατείχαν σημαντικές ποσότητες τροφίμων και φαρμάκων, διέθεταν μέσα μεταφοράς και οι επιτροπές που ήταν υπεύθυνες για την περίθαλψη βρίσκονταν στην περιοχή υπό τον έλεγχό τους. Είχαν λοιπόν τη δυνατότητα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τις διανομές ανάλογα με τις περιστάσεις.  Τα βρετανικά στρατεύματα ήταν αυτά που πραγματοποιούσαν τις πρώτες διανομές τροφίμων στον πληθυσμό στις περιοχές που καταλάμβαναν ενώ ακόμα και το αμερικανικό προσωπικό της UNRRA (Οργανισμός Περίθαλψης και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών) ήταν αναγκασμένο να φορά βρετανικές στολές[vi]. Αυτό βέβαια δεν τους εμπόδισε να κατηγορήσουν το ΕΑΜ ως τον κύριο υπεύθυνο για την έλλειψη τροφίμων η οποία αποδίδονταν στη λεηλασία των αποθηκών από τον ΕΛΑΣ και στην παρακίνηση των εργαζομένων σε απεργία ώστε να μην είναι δυνατές ή να καθυστερούν οι εκφορτώσεις των πλοίων που μετέφεραν τη βοήθεια[vii]. Ούτε στάθηκε εμπόδιο στο να χρησιμοποιήσουν τη διανομή τροφίμων ως «παγίδα» για συλλήψεις[viii].  
Κατά τη πρώτη φάση των συγκρούσεων όταν το επισιτιστικό πρόβλημα ήταν ιδιαίτερα οξύ το ΕΑΜ επιδίωξε συναντήσεις με εκπροσώπους του Ερυθρού Σταυρού στον οποίο δόθηκαν όλες τις απαραίτητες εγγυήσεις για να πραγματοποιηθούν οι διανομές τροφίμων και στις περιοχές ελέγχου του ΕΛΑΣ και μάλιστα δωρεάν εξαιτίας της έλλειψης χρημάτων[ix].  Παρά ωστόσο τις καθημερινές συναντήσεις με εκπροσώπους της UNRRA και του Ερυθρού Σταυρού οι διανομές καθυστερούσαν και η ΚΕ του ΕΑΜ έκανε λόγο για μέτρα πείνας του Σκόμπι που σκοπό είχαν να λυγίσουν τον λαό[x]  Ιδιαίτερο πρόβλημα αντιμετώπιζαν οι Ανατολικές συνοικίες της Αθήνας καθώς ήταν πιο αποκομμένες και είχαν υποστεί βομβαρδισμούς ενώ ήταν δύσκολη η μεταφορά εφοδίων από τον Υμηττό. Τελικά οι διανομές πραγματοποιήθηκαν από τις 20 Δεκεμβρίου τμηματικά, με τη φροντίδα των Λαϊκών Επιτροπών με τρόφιμα που παραχώρησε ο ΔΕΣ ή που βρέθηκαν σε διάφορες αποθήκες και λαχανόκηπους ενώ είχε οργανωθεί και ο εφοδιασμός των τμημάτων του ΕΛΑΣ που έρχονταν στην Αθήνα.  
Ο μεγαλύτερος «εκβιασμός» των Βρετανών αφορούσε την παροχή φαρμάκων. Προκειμένου τα νοσοκομεία να εφοδιαστούν όφειλαν να αποκαλύψουν  τις διευθύνσεις και τον αριθμό των τραυματισμένων. Καθώς ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε για στρατιωτικούς λόγους οι Βρετανοί αποφάσισαν ότι τα φάρμακα τα οποία προέρχονταν από τις αποθήκες της ML θα διανέμονταν αποκλειστικά στα νοσοκομεία τα οποία έδιναν τη διεύθυνση και το δυναμικό τους.
Το ζήτημα της ασφάλειας των οχημάτων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού αποτελούσε άλλο ένα πρόσχημα για μη διανομή της βοήθειας στις συνοικίες που έλεγχε ο ΕΛΑΣ. Παρά τις διαβεβαιώσεις του τελευταίου[xi] οι Βρετανοί υποστήριξαν ότι ο ΕΛΑΣ πυροβολεί τα αυτοκίνητα  και διέκοψαν τις διανομές σε ελασοκρατούμενες συνοικίες. 
Εντελώς διαφορετική για τη συμπεριφορά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είναι η εικόνα των εμφανιζόμενων εκείνη την περίοδο ως ουδέτερων Αμερικανών. Εκθέσεις αξιωματούχων της UNRRA αναφέρουν ότι στην περιοχή του ΕΛΑΣ οι άνθρωποι ήταν πολύ φιλικοί, ζητωκραύγαζαν και χειροκροτούσαν, όταν έβλεπαν τα αυτοκίνητα της Επιτροπής. Εκτενώς αναφέρεται ένα περιστατικό στο οποίο αντάρτης του ΕΛΑΣ διακινδύνευσε τη ζωή του για να σώσει φορτηγό της Επιτροπής που μετέφερε εγκυμονούσα και αμάχους και είχε πέσει σε ναρκοπέδιο[xii].  
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες είναι και οι αναφορές των μελών του Οργανισμού σχετικά με τη χρησιμοποίηση αυτοκινήτων με τα σήματα του Ερυθρού Σταυρού από τους Βρετανούς. Σε δύο περιπτώσεις αναφέρεται ότι Αμερικανοί μέλη της UNRRA είδαν καμουφλαρισμένα αυτοκίνητα να αποβιβάζουν οπλισμένους Έλληνες στρατιώτες και ένστολους αστυνομικούς. Σχετική καταγγελία ότι οι Βρετανοί χρησιμοποιούσαν τα φορτηγά του Ερυθρού Σταυρού για να μεταφέρουν πυρομαχικά και ενόπλους δημοσιεύτηκε επώνυμα στην εφημερίδα New York Herald Tribune από μέλος της UNRRA, τον Απρίλιο 1945, όταν είχαν τελειώσει οι συγκρούσεις . Με ανάλογες αιτιάσεις για κατασκοπευτική δράση φαίνεται ότι συνδέεται και ο θάνατος στις 31 Δεκεμβρίου 1944 από έκρηξη νάρκης του Lt Colonel Leslie Sheppard, Αρχηγού του Γραφείου Πληροφοριών της UNRRA στην Ελλάδα και πρώην μέλους της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Αθήνα[xiii] .
 Στις 10 Δεκεμβρίου 1944 ο Αρχηγός της Αποστολής της UNRRA ενημέρωσε την ML ότι  θεωρούσε ότι η θέση τους ως UNRRA ήταν προκατειλημμένη καθώς αναπόφευκτα συνδεόταν «με ένα καθεστώς βίας και διακρίσεων»[xiv]. Οι Βρετανοί αντέδρασαν απομακρύνοντας τους ενοχλητικούς αυτούς αυτόπτες μάρτυρες από την Ελλάδα μαζί με άλλους «μη απαραίτητους» πολίτες.  
Συμπερασματικά, ο επισιτισμός του άμαχου πληθυσμού της περιοχής της πρωτεύουσας  αποτέλεσε κύριο ζήτημα τόσο για τους Βρετανούς και όσο και τον ΕΛΑΣ.  Οι Βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις χρησιμοποιώντας την πλεονεκτική τους θέση αναφορικά με τη διαθεσιμότητα των εφοδίων άσκησαν επιπρόσθετη πίεση στον αντίπαλό τους με όπλο τη διακοπή του επισιτισμού και την απειλή της πείνας.  Όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αλλά και όπως θα συμβεί την περίοδο που θα ακολουθήσει μετά τα Δεκεμβριανά, η διανομή των ειδών της ξένης βοήθειας χρησιμοποιήθηκε επιλεκτικά και μεροληπτικά εις βάρος του ΕΑΜ και των οπαδών του. Κύριος στόχος  ήταν η πολιτική, ηθική αλλά και φυσική εξόντωσή τους μέσω της αποκοπής από τα δίκτυα βοήθειας και του εκβιασμού διακοπής κάθε επισιτιστικής αρωγής. 

[i] Εφημερίδα Η Ελλάς, 22 Δεκεμβρίου 1944
[ii] Εφημερίδα Η Ελλάς, 15 Δεκεμβρίου 1944
[iii] J.Ο. Iatrides (ed.), Ambassador MacVeagh Reports: Greece, 1933-1947, Princeton University Press, 1980,  σ. 631-5
[iv] Ριζοσπάστης, 3 Νοέμβρη 1944  
[v] FO/371, Greece File 52 pp.2233-2694, ΜL Headquarters (Greece), Progress Report No 5, 1-7 December 1944
[vi] Richard Capell, Simiomata. A greek note Book 1944-5, London : Macdonald and Co, σ. 148-9
[vii] Εφημερίδα Η Ελλάς, 11, 13 και 14 Δεκεμβρίου 1944 
[viii] Ριζοσπάστης, 22 Δεκέμβρη 1944
[ix] Ριζοσπάστης, 10, 12, 13 και 20 Δεκέμβρη 1944
[x] Ανακοίνωση ΚΕ ΕΑΜ, 16 Δεκέμβρη 1944 στο Π. Ροδάκης, Δεκέμβρης 1944, Αθήνα 1984, σ. 157-187
[xi] Σ. Κωτσάκης, Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, Αθήνα 1986, σ. 162
[xii][xii] UN Archives, UNRRA, 1943-1949, PAG-4/3.0.12.0.1-4, Public Relations Division, Καταχωρήσεις 16/12-29/12/1944
[xiii] Δελτίο Ειδήσεων Βρετανικού Στρατηγείου των κατά ξηρά εν Ελλάδι δυνάμεων, 5/1/1945
[xiv] Memo, Chief of Mission to Major General I.T.P.Hughes and Brigandier General P.L.Sadler, 10/12/1944

Δεν υπάρχουν σχόλια: