18/10/15

Δείγμα γραφής της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς

[Η πρώτη σελίδα, του πρώτου βιβλίου της, Το πρόσωπο του πολέμου δεν είναι γυναικείο (1983), το οποίο τιμήθηκε με το «Βραβείο της Κομσομόλ»]

Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Ο Παρνασσός από την ταράτσα της θείας Σωτηρίας στη Λειβαδιά, 2015, εκτύπωση Inkjet σε χαρτί Fine Art, 100 X 40 εκ.


Η γυναικεία μνήμη συλλαμβάνει στον πόλεμο εκείνη την ήπειρο των ανθρώπινων συναισθημάτων, που συνήθως διαφεύγει της ανδρικής προσοχής. Τους άνδρες ο πόλεμος τους συναρπάζει με τη δράση, αλλά η γυναίκα τον αισθάνεται και τον ζει διαφορετικά, λόγω της γυναικείας ψυχολογίας της: βομβαρδισμοί, θάνατος, πόνος∙ για εκείνη δεν συνθέτουν μόνο αυτά τον πόλεμο. Η υπερφόρτωση, σωματική και ηθική, είναι πολύ μεγαλύτερη για τη γυναίκα, και πάλι λόγω των σωματικών και ψυχολογικών ιδιαιτεροτήτων της∙ η γυναίκα προσαρμόζεται πολύ πιο επώδυνα στην «ανδρική» καθημερινότητα του πολέμου. Και ό,τι έμεινε στη μνήμη της, ό,τι έφερε πίσω από κείνη την Κόλαση, αποτελεί σήμερα μοναδική εμπειρία, εμπειρία απεριόριστων ανθρώπινων δυνατοτήτων, την οποία δεν έχουμε το δικαίωμα να λησμονήσουμε.
Πιθανόν, σ’ αυτή την αφήγηση θα βρείτε ελάχιστο ειδικό υλικό, που να αφορά τον πόλεμο καθ’ αυτόν (η γράφουσα δεν έχει τέτοιο στόχο), ξεχειλίζει όμως από ανθρώπινο υλικό, εκείνο το υλικό που εξασφάλισε την νίκη του σοβιετικού λαού επί του φασισμού. Αφού για να νικήσουν όλοι μαζί, για να νικήσει όλος ο λαός, έπρεπε να προσπαθήσει να νικήσει ο καθένας ξεχωριστά.
Είναι ακόμα ζωντανοί, εκείνοι που συμμετείχαν στις μάχες. Αλλά η ανθρώπινη ζωή δεν είναι ατέλειωτη, και μόνο η μνήμη είναι ικανή να την παρατείνει, μονάχα αυτή νικάει τον Χρόνο.

Οι άνθρωποι, που επέζησαν του Μεγάλου πολέμου, και που τον κέρδισαν, σήμερα συνειδητοποιούν τη σημασία όσων έκαναν και όσων πέρασαν. Είναι έτοιμοι να μας βοηθήσουν. Πολλές οικογένειες φυλάνε λεπτά σχολικά τετράδια, με αφηγήσεις, που προορίζονται για τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Αυτή την κληρονομιά τής γιαγιάς ή του παππού δεν την παραχωρούν εύκολα σε έναν ξένο, και η συνήθης δικαιολογία τους είναι: «Θέλουμε να τα θυμούνται τα παιδιά...», «Θα σας κάνω ένα αντίγραφο, και το πρωτότυπο θα το κρατήσω για τον γιο μου...»
Κάποιοι όμως δεν άφησαν σημειώσεις. Πολλές μνήμες χάθηκαν, εξαφανίστηκαν χωρίς ίχνος. Πολλά ξεχαστήκαν. Αν δεν ξεχνάς τον πόλεμο, γεννιέται το μίσος. Κι αν τον ξεχνάς, γεννιέται νέος πόλεμος. Αυτά διδάσκουν οι Αρχαίοι.
Οι αφηγήσεις των γυναικών που συγκεντρώθηκαν εδώ, ζωγραφίζουν το πρόσωπο του πολέμου, που δεν είναι γυναικείο. Ηχούν σαν μαρτυρίες-καταπέλτης κατά του φασισμού τού χθες, φασισμού του σήμερα, φασισμού του αύριο. Τον φασισμό καταγγέλλουν μάνες, αδερφές, σύζυγοι. Τον φασισμό καταγγέλλει η Γυναίκα.
Μία από αυτές κάθεται αυτή τη στιγμή απέναντί μου, μου διηγείται πως την παραμονή του πολέμου η μάνα δεν την άφηνε να πηγαίνει μόνη της στη γιαγιά: «Είσαι μικρή ακόμα», της έλεγε∙ και δύο μήνες αργότερα αυτή η «μικρή» έφυγε για το μέτωπο. Κατατάχτηκε στο Υγειονομικό, συμμετείχε στις μάχες από το Σμολένσκ ώς την Πράγα. Επέστρεψε σπίτι στα εικοσιδύο της, οι συνομήλικές της ήταν ακόμη κοριτσάκια, κι εκείνη ένας άνθρωπος που έζησε, είδε και αισθάνθηκε πολλά: τρεις τραυματισμούς, ένας από αυτούς βαρύτατος, στο στήθος, δύο φορές εγκεφαλική διάσειση - μετά τη δεύτερη, όταν την έβγαλαν από το σκεπασμένο με χώμα όρυγμα, άσπρισαν τα μαλλιά της. Τώρα όμως έπρεπε να μάθει να ζει σαν γυναίκα: να φορά ξανά ελαφρά φουστάνια, γόβες, να παντρευτεί, να τεκνοποιήσει. Οι άνδρες, ακόμα κι αν επέστρεφαν από τον πόλεμο ανάπηροι, μπορούσαν κι έφτιαχναν οικογένειες. Η γυναικεία μεταπολεμική μοίρα ήταν πολύ πιο δραματική. Ο πόλεμος τους πήρε τα νιάτα, τους πήρε τους άνδρες: λίγοι συνομήλικοί τους επέστρεψαν από το μέτωπο. Το ήξεραν και χωρίς στατιστικές, γιατί θυμούνταν τους άνδρες να κείτονται, σαν τα βαριά δεμάτια, στα χιλιοπατημένα χωράφια, και ήταν αδύνατο να πιστέψουν, να συνειδητοποιήσουν, ότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να ξανασηκωθούν αυτά τα πανύψηλα παλληκάρια με τους ναυτικούς επενδύτες, και ότι θα μείνουν για πάντα στους ομαδικούς τάφους οι πατεράδες, οι σύζυγοι, τ’ αδέρφια και οι αρραβωνιαστικοί τους.
«Ήταν τόσοι οι τραυματίες, που νόμιζες, ότι όλος ο κόσμος είναι τραυματισμένος...» (Αναστασία Ντέμτσενκο, επιλοχίας, νοσοκόμα).
Πώς ήταν αυτές οι κοπέλες του ’41, πώς έφτασαν στο μέτωπο; Ας τους ακολουθήσουμε στην πορεία τους.

Μετάφραση: Ευγενία Κριτσέφσκαγια

Δεν υπάρχουν σχόλια: