Από τη λογοτεχνία στη δημοσιογραφία;
ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ
Το Νόμπελ λογοτεχνίας για το
2015 απενεμήθη στην Σβετλάνα Αλεξιέβιτς, συγγραφέα από τη Λευκορωσία, που το
έργο της, σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής, αποτελεί «μνημείο στον πόνο και την ανδρεία στην εποχή μας». Ανταποκρινόμενος
στην είδηση, ο ελληνικός Τύπος την αποκάλεσε «θαραλλέα γυναίκα», χωρίς όμως να
στηρίξει σε γεγονότα αυτό το βαρυσήμαντο επίθετο. Θαραλλέα ήταν η Αχμάτοβα,
θαραλλέα ήταν η ποιήτρια και εκδότρια του Σαμιζντάτ, Ιουλία Βισνέφσκαγια,
συνομίληκη της Σβετλάνας Αλεξιέβιτς, που πλήρωσε το θάρρος της με φυλακές και
τρελλάδικα. Η καινούργια νομπελίστρια ξεκίνησε τη δημοσιογραφική της καριέρα
στην εφημερίδα Φάρος του κομμουνισμού,
από το 1984 έως το 1987, της απονεμήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση 7 βραβεία, και στη
Ρωσία, το 1997, άλλα τρία. Ακόμα και στην «κακιά Ρωσία» τού Πούτιν, το βιβλίο
της Χρόνος second hand βραβεύθηκε το 2014 με το βραβείο «Μεγάλο Βιβλίο»,
στην κατηγορία «Συμπάθειες των Αναγνωστών».
Η 67χρονη Σβετλάνα Αλεξιέβιτς
έχει γράψει 6 βιβλία. Μάλλον έναν κύκλο από 6 βιβλία, στον οποίο έδωσε τον γενικό
τίτλο Οι φωνές της Ουτοπίας. Δεν
είναι συγγραφέας, αλλά δημοσιογράφος, έστω και αν κάποιοι συνηθίζουν να
αποκαλούν αυτό το είδος «νέα δημοσιογραφία», ενώ η ίδια το χαρακτηρίζει ως
«μυθιστόρημα-μαρτυρία» και «μυθιστόρημα-ορατόριο».
Το 2007, σε μία από τις
συνεντεύξεις της, η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς έλεγε: «Κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του ιδέες, τις οποίες κατάφερε να
διατυπώσει νωρίτερα από τους άλλους. Και όταν τις μαζέψεις όλες μαζί, γράφεται
ένα μυθιστόρημα των φωνών, το μυθιστόρημα μιας εποχής. Ένας άνθρωπος δεν είναι
σε θέση να κάνει κάτι τέτοιο»...
Ρωσόφωνος συγγραφέας έχει να
πάρει Νόμπελ λογοτεχνίας από το 1987, όταν το βραβείο απονεμήθηκε στον Ιωσήφ
Μπρόντσκι, ενώ η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς έγινε η έκτη ρωσόφωνη νομπελίστας,
ακολουθώντας τον εμιγκρέ Ιβάν Μπούνιν (1933), τον Μπορίς Πάστερνακ (1958), τον
Μιχαήλ Σόλοχωφ (1965), τον Αλεξάντερ Σολζενίτσιν (1970) και τον εμιγκρέ Ιωσήφ
Μπρόντσκι (1987). Η νεοφώτιστη νομπελίστας είναι μισή Ουκρανή, μισή
Λευκορωσίδα, γράφει στη ρωσική γλώσσα,
και τα τελευταία χρόνια ζει στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Η πρώτη δήλωση που έκανε η κα
Αλεξιέβιτς ήταν ένα «κατηγορώ» κατά της Ρωσίας, για την εισβολή στην Κριμαία και
τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Αγαπώ τον
ανθρωπιστικό ρωσικό κόσμο, αλλά δεν αγαπώ τον ρωσικό κόσμο του Μπέρια, του
Στάλιν και του Σόιγκου», δήλωσε η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς. Το Κρεμλίνο
αντέδρασε ήρεμα: «Πιθανόν, η κ.
Αλεξιέβιτς δεν έχει στη διάθεσή της αρκετά στοιχεία για να αναπτύξει μια άποψη
επί του θέματος». Η λογοτέχνιδα δήλωσε, επίσης, ότι έκλαιγε, όταν έβλεπε
τους σκοτωμούς στη διάρκεια των γεγονότων στο Κίεβο τον Φεβρουάριο του 2014, και
ότι χιλιάδες θάνατοι ήταν αποτέλεσμα της «ξένης εισβολής». Το πρακτορείο Reuter, που μετέδωσε την είδηση, υπέδειξε ότι η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς «έδειχνε τη Ρωσία».
«Το περίεργο είναι, ότι για πρώτη φορά η Επιτροπή των
Βραβείων επέλεξε να βραβεύσει ένα έργο δημοσιογραφικό, και έδωσε το Βραβείο σε έναν
αρθρογράφο, σημειώνει ο Μιχαήλ Μπούτοφ, ρώσος συγγραφέας, αναπληρωτής αρχισυντάκτης
ενός από τα μεγαλύτερα στη Ρωσία χοντρά λογοτεχνικά περιοδικά, το Νόβι μιρ (Νέος Κόσμος), όπου για πρώτη φορά στην τότε Σοβιετική Ένωση
δημοσιεύθηκαν ο Δόκτορ Ζιβάγκο, του
Πάστερνακ, και το Μια μέρα του Ιβάν
Ντενίσοβιτς, του Σολζενίτσιν. «Δεν
θυμάμαι να έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο, αυτό δημιουργεί ένα trend. Πιθανόν και στο μέλλον θα δούμε ανάμεσα στα βραβευμένα
με Νόμπελ βιβλία εκείνα που θα έπρεπε να προτείνονται για Πούλιτζερ... Από την
άλλη, ήταν αναμενόμενο ότι η Επιτροπή των βραβείων θα επέλεγε έναν
αντιπολιτευόμενο συγγραφέα∙ στις επιλογές της πάντα υπάρχει πολιτικό
υπονοούμενο».
Όσον αφορά τον
λογοτεχνικό κόσμο της Ρωσίας, οι φωνές διχάστηκαν. Ένα μεγάλο μέρος τους υποδέχτηκε
με σκεπτικισμό την είδηση της βράβευσης της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς, και οι
περισσότεροι από αυτούς ανήκουν στην αντιπολιτευόμενη λογοτεχνία. Με τη
διαφορά, ότι συνεχίζουν να ζουν και να γράφουν μέσα τη Ρωσία. Ανάμεσα σ’ αυτούς,
που χαιρέτισαν τη βράβευση, ήταν ο δημοφιλής συγγραφέας, ποιητής και κριτικός
Δημήτρι Μπίκοφ: «Είμαι απολύτως σύμφωνος
με την απόφαση της Επιτροπής των βραβείων Νόμπελ να τιμήσει την Σβετλάνα Αλεξιέβιτς.
Πρέπει να είμαστε περήφανοι, που ένας
ρωσόφωνος συγγραφέας, εκπρόσωπος της σοβιετικής λογοτεχνίας, έστω και πλέον
ανύπαρκτης, πήρε Νόμπελ. Η ρωσική λογοτεχνία πήρε Βραβείο Νόμπελ για τα παραδοσιακά της χαρακτηριστικά – για
την θαρραλέα αναζήτηση της αλήθειας, για την παραχώρηση του δικαιώματος φωνής
σε χιλιάδες δύσμοιρους, φιμωμένους, για την παραχώρηση του δικαιώματος να
μαθευτεί η αλήθεια για το Τσερνόμπιλ, για τις μοίρες των γυναικών στον
πόλεμο... Η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς συνεχίζει τις παραδόσεις της προοδευτικής
ρωσικής δημοσιογραφίας, της δημοσιογραφικής έρευνας, του πολυφωνικού έπους...».
Ας κρατήσουμε από αυτό τον λόγο του Μπίκοφ δύο πράγματα: την (έστω και
ανύπαρκτη πλέον) σοβιετική λογοτεχνία, και την έστω και προοδευτική, πλην όμως
δημοσιογραφία...
Σε εντελώς άλλο μήκος
κύματος κινούνται οι εξαιρετικά δημοφιλείς στη Ρωσία και στον κόσμο συγγραφείς:
ο 72χρονος Εντουάρντ Λιμόνοφ (κατά κόσμο Εντουαρντ Σαβένκο), ο 40χρονος Ζαχάρ
Πριλέπιν και ο νεαρός, πολύ δημοφιλής στη Ρωσία, 34χρονος συγγραφέας Βαντίμ
Λεβεντάλ. Κατά τον Εντουάρτν Λιμόνοφ, η αίγλη του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας
χάθηκε προ πολλού: «Αν κάποτε το βραβείο το
απένεμαν για πολιτικούς λόγους, σήμερα το δίνουν σε όποιον να ’ναι. Για
θυμηθείτε έστω και ένα μεγάλο όνομα τα τελευταία είκοσι χρόνια... Θυμίζει
περισσότερο το βραβείο «Μις Κόσμος».
Κατά τη γνώμη τού
Λιμόνοφ, το μόνο αξιόλογο βιβλίο της Αλεξιέβιτς είναι Τα αγόρια από τσίγκο, για τον πόλεμο στον Αφγανιστάν, το οποίο έχει
ήδη παλιώσει. «Την αναστάτωση την προκάλεσαν
τα βραβεία του Μπούνιν, του Πάστερνακ, του Σόλοχοφ, του Σολζενίτσιν... Η Αλεξιέβιτς
είναι μια νοικοκυρούλα, που πήρε το Βραβείο...»
Με ένα σύντομο άρθρο
αντέδρασε στο izvestia.ru ο καλτ συγγραφέας Ζαχάρ Πριλέπιν: «Θα μπορούσαν να το δώσουν στον Βασίλ Μπίκοφ
(1924-2003). Στην εποχή του, κι εκείνος μισούσε τη σοβιετική εξουσία και τα
έβαζε με τη Ρωσία, αλλά ήταν πραγματικά μεγάλος συγγραφέας. Και Λευκορώσος. Αλλά εδώ δεν πρόκειται για λογοτεχνία. Γενικά, ήταν αδύνατο να
βραβεύσουν έναν ρώσο συγγραφέα... Ο Γιεβτουσένκο, ο Πελέβιν, ο Σορόκιν, ο
Μακάνιν, ο Ισκαντέρ, ο Μπίτοφ, ο καθένας τους θα μπορούσε δικαιωματικά να πάρει
το βραβείο, αλλά κάτι τέτοιο η παγκόσμια πολιτιστική ελίτ δεν μπορούσε να το
επιτρέψει. Όλοι οι ρώσοι δυτικόφιλοι, φιλελεύθεροι και τάχα προοδευτικοί, που
σήμερα πανηγυρίζουν, πρέπει να συνειδητοποιήσουν κάτι: τους περιφρονούν, μαζί
με όλη την υπόλοιπη Ρωσία... Θα μπορούσαν να δώσουν το βραβείο και στον Βίκτορ
Αστάφιεφ (1924-2001). Αλλά εκείνη την εποχή, στη δεκαετία του ’90, η Ρωσία δεν
προκαλούσε πλέον καμιά συγκίνηση. Διαλύθηκε, κι ας πήγαινε στο Διάβολο. Οι
χαμένοι δεν παίρνουν βραβεία.
Πέντε-έξι χρόνια πριν, στο Παρίσι, κι αργότερα στην
Έκθεση Βιβλίου στο Λονδίνο, έλεγα ότι το βραβείο Νόμπελ θα ‘θυμηθεί’ τη ρωσική
λογοτεχνία, μόλις τα ρωσικά υποβρύχια εμφανιστούν στα ευρωπαϊκά ύδατα. ‘Δώστε
το και χωρίς υποβρύχια’, αστειεύτηκα τότε. Αρκετές φορές το επισήμαινα στα
άρθρα μου: η Ρωσία θα είναι ανύπαρκτη, όσο δεν διεκδικεί τον τίτλο της
υπερδύναμης. Είχα δίκαιο: δεν γίνεται τίποτα χωρίς υποβρύχια. Και τώρα, όποιος
θέλει, ας καταλάβει: αυτό το βραβείο δόθηκε από αίσθημα εξευτελισμού. Στην αρχή
ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, μετά η Κριμαία, μετά η Λαϊκή Δημοκρατία του
Ντονέτς. Σήμερα, είναι η Συρία...
Κάτι έπαθαν και βράβευσαν τον Σόλοχοφ. Καταλαβαίνουμε
πολύ καλά, σε ποιον, πότε και υπό ποίες συνθήκες έδιναν από το περίσσευμά τους.
Αλλά και σ’ αυτό τον θλιβερό δρόμο συνέβαιναν πολλά απρόοπτα. Ο Μπούνιν
παρέμενε ρωσόφιλος... Ο Σολζενίτσιν έγραψε αργότερα τη Ρωσία σε κατάρρευση, ακόμα και ο Μπρόντσκι αποδείχτηκε δύσπιστος απέναντι στους ξένους [δυτικούς]... Το επόμενο βραβείο έπρεπε να το πάρει ένα
πρόσωπο, που δεν επρόκειτο να κάνει τίποτα από όλα αυτά. Ο Γιεφτουσένκο, ο
Σορόκιν, ο Μακάνιν, ο Ισκαντέρ, ο Μπίτοφ, ο καθένας τους ήταν ικανός για
άσχημες ‘πλάκες’, δεν μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη σ’ αυτούς τους Ρώσους... Η
Σβετλάνα Αλεκσιέβιτς σίγουρα δεν είναι ‘προγραμματισμένη’ για κάτι τέτοιο... Η
συγγραφέας που δεν είναι συγγραφέας, από τη μια είναι Ρωσίδα, από την άλλη δεν
είναι. Ό,τι χρειαζόταν...»
Λιγότερο
συναισθηματικός, αλλά πολύ πιο ωμός και συγκεκριμένος ήταν ο λόγος του Βαντίμ
Λεβεντάλ: «Η απόφαση της Επιτροπής βραβείων
Νόμπελ ακούστηκε σαν ανέκδοτο, γιατί βράβευσαν μια δημοσιογράφο. Καλή, κακή,
δεν έχει σημασία. Ο άνθρωπος, που συλλέγει και απομαγνητοφωνεί συνεντεύξεις,
είναι δημοσιογράφος, πάει και τελείωσε. Ο συγγραφέας επινοεί τις ιστορίες,
αναδομεί την πραγματικότητα, εφευρίσκει γλώσσα, στιλ και νέους τρόπους
αφήγησης. Τίποτα από αυτά δεν κάνει και δεν έκανε ποτέ η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς...
...Ανάμεσα σε όλα τα άλλα, υπάρχει ακόμα ένα παράδοξο: η
Οργανωτική Επιτροπή των βραβείων Νόμπελ δεν κατάφερε να βρει ούτε έναν ουκρανό
συγγραφέα, και στην αναβροχιά αποφάσισε να αναδείξει μια πολίτισσα της
Λευκορωσίας, διαμένουσα στην Γαλλία. Για την πλούσια σε ταλέντα Ουκρανία είναι
σχεδόν ταπεινωτικό. Αν υπήρχε έστω και η παραμικρή ευκαιρία, θα έβρισκαν έναν
Ουκρανό, είναι φως φανάρι.
Σε μια πρόσφατη συνέντευξη της βραβευθείσας, οι
αναγνώστες μπορούν να απολαύσουν ένα σωρό βαθυστόχαστους συλλογισμούς της για
τη Ρωσία ως μπαμπούλα: από την νοοτροπία σκλάβων, που έχουν οι Ρώσοι, έως τα
εγκλήματα της σοβιετικής εξουσίας και την ευκαιρία για ελευθερία, που οι καλοί
μάγοι την χάρισαν στους Ρώσους τη δεκαετία του ’90, και την οποία οι Ρώσοι με
την δουλοπρεπή τους ψυχολογία την άφησαν να πάει χαμένη...
Η απόφαση της επιτροπής των βραβείων Νόμπελ εγκυμονεί
πολλά προβλήματα. Μάλλον, κινδύνους. Φοβάμαι, ότι σε λίγο θ’ αρχίσουν να λενε: ακούσατε
τί είπε η Νομπελίστας; Λέει απίστευτες κοινοτοπίες και σκέφτεται χαζά, αλλά δεν
θα τη γλιτώσουμε: Μπούνιν, Σόλοχοφ, Πάστερνακ, Σολζενίτσιν, Μπρόντσκι, και τώρα
Αλεξιέβιτς! Δεν είναι παίξε-γέλασε!»
Μόλις πριν από λίγο
καιρό, ο Owen Matthews αναρωτιόταν, αν ζει ή πέθανε η
ρωσική λογοτεχνία, ισχυριζόμενος, ότι οι τελευταίοι ρώσοι συγγραφείς, που
τάραξαν το παγκόσμιο αίσθημα, ήταν ο Πάστερνακ με το Δόκτωρ Ζιβάγκο και ο Σολζενίτσιν με το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ (δες κείμενό μας στις «Αναγνώσεις» της
προηγούμενης Κυριακής). Μήπως τελικά δεν «πέθανε» μόνο η ρωσική λογοτεχνία,
αλλά γενικώς η λογοτεχνία; Ο χρόνος θα δείξει.
Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια
είναι κλασικός φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου