ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΨΥΛΛΑ
Χρυσούλα Σάρδη
|
ΜΑΡΙΑ ΧΑΛΕΒΕΛΑΚΗ, Μια εισαγωγή στη
σημειολογία: θεωρία και εφαρμογές, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 180
Στο πλαίσιο μιας καθαρά επικοινωνιακής πρακτικής, η
νοηματοδότηση των εννοιών αποκτά ιδιάζουσα βαρύτητα, αποδίδοντας σημασία σε
κάθε ατομική ή συλλογική πράξη, μέσα από την ερμηνευτική διαδικασία που αφορά
κάθε μας ενέργεια ένταξης, κατανόησης, εξήγησης της κοινωνίας, του γύρω μας
κόσμου, ενώ παράλληλα υλοποιείται και η κατανόηση του ίδιου μας του εαυτού. «Ζούμε
μέσα από τα σημεία, αφού αυτά μεσολαβούν για να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και
τους γύρω μας και καθιστούν εφικτή την επικοινωνία.» Η τελευταία αυτή φράση,
διατυπωμένη με τη γραφή της συγγραφέως, αποτυπώνει, εύστοχα, τον ευρύ
διεπιστημονικό χαρακτήρα της επιστήμης της σημειολογίας. «Η επιστήμη της οποίας
[το κέντρο βάρους είναι η σημασία], διαθέτει συστηματικά και ακριβή εργαλεία
ανάλυσης, με τα οποία μπορεί να προτείνει έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης
και να ενισχύσει με αυτόν τον διεπιστημονικό διάλογο».
Η διεπιστημονικότητα έτσι του χαρακτήρα της επιστήμης των
σημείων την καθιστά ιδιαίτερα δελεαστική και συνάμα αναγκαία στην οδό που
ακολουθεί ο ερευνητής, για να κατανοήσει δηλαδή, να εξηγήσει και να μεταδώσει
το σύνολο των σημείων τα οποία συνιστούν το αντικείμενο της επιστήμης του, είτε
αυτή λέγεται πολιτική επιστήμη, κοινωνιολογία, ιστορία, αρχιτεκτονική,
ανθρωπολογία... Η συστηματική θεωρία και μέθοδος της επιστήμης της σημασίας, γίνεται
ακόμα πιο αναγκαία στο πλαίσιο των σύγχρονων, πολύπλοκων κοινωνιών, όπου η
παραγωγή σύνθετων, μικτών μηνυμάτων αναζητά την αποκρυπτογράφηση, την
αποκωδικοποίηση των συνεχώς εξελισσόμενων συστημάτων σημασίας, με στόχο την
ανάδειξη του ουσιαστικού ρόλου που διαδραματίζει ο αναγνώστης ο κάθε αναγνώστης
στην ερμηνευτική του προσέγγιση. Σημαντική στην περίπτωση αυτή είναι η
συνεισφορά του έργου των Peirce και Barthes.
Πολλαπλές αναγνώσεις αποδίδουν στο κείμενο πολλαπλές
σημασίες, καθιστώντας το ερμηνευτικό εγχείρημα κατεξοχήν πολυσημικό, αποδίδοντας
έτσι στον αναγνώστη έναν ενεργητικό ουσιαστικό ρόλο στην κατασκευή του νοήματος,
μέσω της μεταφοράς των εμπειριών του, των στάσεων και των ευαισθησιών του.
Σύμφωνα με τους Barthes και Peirce, η ερμηνεία, η
απόδοση δηλαδή νοήματος, είναι υποκειμενική και εξαρτάται από το γνωστικό και
πολιτιστικό επίπεδο του αναγνώστη του μηνύματος. Ο αναγνώστης ιδιοποιείται το
μήνυμα διαγράφοντας βήματα για τη διαμόρφωση μιας συλλογικής κουλτούρας μέσα
από την αποκρυστάλλωση της ιδιαίτερης προσωπικής του μνήμης, σκιαγραφώντας
παράλληλα την ταυτότητα του ως ανθρώπινη ιδιαιτερότητα αλλά και ως κοινωνική
οντότητα. Όσον αφορά την ερμηνευτική διάσταση, λοιπόν, είναι αυτονόητο, σύμφωνα
με τον C. Abastado, ότι ένα σύστημα σημείων δεν συνιστά αντικείμενο
ερμηνείας, παρά μόνον όταν ενσωματώνεται σε μια πολιτισμική ολότητα. Δεν
προσλαμβάνει τη σημασιοδότησή του παρά μόνον σε αναφορά με τα άλλα συστήματα (βλέπε
αναφορά στον Saussure). Η αξία (σημασία)
του σημείου καθορίζεται από τις σχέσεις του με τα άλλα σημεία του συστήματος.
Όλα τα συστήματα σημείων που συνθέτουν ένα μήνυμα, υπόκεινται στους δικούς του
κανόνες το καθένα, αλλά συγχρόνως δεν συνιστούν κλειστά σύνολα, στην ουσία
συνυπάρχουν στο πλαίσιο μιας κουλτούρας.
Το βιβλίο τη
Μαρίας Χαλεβελάκη καταφέρνει με έναν εύστοχο και ευρηματικό τρόπο να μας
εισάγει στις βασικές έννοιες των πρωτεργατών της σημειολογίας/σημειωτικής, F. De Saussure, Ch. Peirce, P. Barthes, ενώ παράλληλα
μας οδηγεί στην εμβάθυνση των θεωρητικών και μεθοδολογικών τους εργαλείων, με
τη χρήση πολλαπλών εικόνων, την οπτικοποίηση της θεωρίας, μέσα από εφαρμογές,
καταλήγοντας με έναν ομολογουμένως πετυχημένο διδακτικό τρόπο να συσχετίσει τα
εργαλεία τους και να προβεί σε εύστοχες διαπιστώσεις.
Η γλωσσολογική
προσέγγιση του Saussure, η φιλοσοφικό-λογική του Peirce και η
κοινωνιολογική του Barthes, αποτελούν το βασικό κορμό του βιβλίου. Ξεκινώντας από
την ανάπτυξη του γλωσσικού σημείου και την παρουσίαση των ιδιαίτερων
χαρακτηριστικών του, περνώντας στη συνέχεια από τη διατύπωση του δυαδικού του
χαρακτήρα (σημαίνον-σημαινόμενο) αποδίδοντας έμφαση στη συχγρονική μελέτη της
γλώσσας και την ιδιαιτερότητα της αξίας, στην κατανόηση και τη βαρύτητα της
σημασίας, ο Saussure διατυπώνει τις συνταγματικές και συνειρμικές σχέσεις των
δομών της γλώσσας, τονίζοντας τη δυναμική εξάπλωσης του γλωσσικού σημείου και
τη βαρύτητα του, στο σύστημα σημασίας.
Το τριαδικό
μοντέλο του αμερικανού Ch. Peirce (αντιπροσωπεύον, αντικείμενο, ερμηνεύον) αποδίδει μια
πραγματιστική διάσταση καθώς στη δυαδική σχέση τού Saussure, ο Peirce εισάγει τον όρο
αντικείμενο (αυτό στο οποίο αναφέρεται το σημείο) ενώ παράλληλα πετυχαίνει μια
πιο κοινωνιολογική διάσταση του σημείου καθώς το ορίζει όσον αφορά το
ερμηνεύον, ότι σημασία δηλαδή δεν υπάρχει χωρίς τον αναγνώστη των σημείων. Το
ενδιαφέρον του να εντοπίσει το σημείο, όχι μόνον στη γλωσσική του εκφορά αλλά σε
μια μεγάλη ποικιλία εκφάνσεων (ηχητικών, εικονικών, πραξεολογικών) αρκεί να
υπάρχει κάποιος να τα ερμηνεύει, να τους αποδίδει δηλαδή σημασία, οδηγεί τον Peirce σε μια τριπλή
κατηγοριοποίηση των σημείων, δηλαδή σε εικονικά, ενδεικτικά και συμβολικά.
Ειδικότερα, τα σύμβολα που κυριαρχούν στην πολιτιστική σφαίρα έχουν το
χαρακτηριστικό ότι διαφέρουν από κουλτούρα σε κουλτούρα και αποτελούν το πιο
πρόσφορο μέσο έκφρασης αφηρημένων ιδεών. H αντίληψη του Peirce για την
απεριόριστη σημείωση, ότι δηλαδή η σημασία προκύπτει από το ατελείωτο παιχνίδι
των ερμηνευόντων, βασίζεται στο ότι τα σημεία ορίζονται από άλλα σημεία. Ο
αναγνώστης εισβάλλει δυναμικά στο παιχνίδι της σημασίας, εφόσον στηριζόμενος
στις αρχές της πραγματολογίας αντιλαμβάνεται τη σημασία ως μια συνεχή
διαδικασία εξέλιξης.
Ο Barthes επιμένει στο
παιχνίδι των συμβολισμών, μέσα από τα χρώματα, τα σχήματα, τις εικόνες, τις
λέξεις, αποδίδοντας μια πιο κοινωνική διάσταση στη σημειολογία, εφόσον το αντικείμενο
της μελέτης του εντοπίζεται στον υλικό πολιτισμό και στα φαινόμενα της
καθημερινότητας. Τα παιχνίδια των συμβολισμών λειτουργούν ως κοινοί κώδικες
επικοινωνίας, κοινά σημεία επαφής ανάμεσα στο κείμενο/εικόνα και τον αναγνώστη/θεατή,
και παράγουν με αυτόν τον τρόπο σημασία. Θέτοντας έτσι νέες βάσεις ερμηνευτικής
προσέγγισης, δηλώνει ότι η ερμηνεία υπόκειται στην ίδια τη δομή του κειμένου,
καθώς και στην υποκειμενική ερμηνεία του αναγνώστη. Το έργο του γάλλου
σημειολόγου Μυθολογίες συνιστά ένα
είδος ασκήσεων εφαρμοσμένης σημειολογίας, όπου πρεσβεύει, κατ’ αναλογία με τη
θεωρία του Saussure αλλά και
προχωρώντας παραπέρα τη σκέψη του, ότι η σημασία είναι διαρθρωμένη σε δύο
επίπεδα, την καταδήλωση και τη συνδήλωση.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι, παρόλη την ιδιαίτερη αναφορά του στα εξωγλωσσικά συστήματα
σημείων, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η έμφαση που αποδίδει στη σχέση εικόνας
και λόγου, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει σημασία παρά μόνον εάν μπορούμε να την
εκφράσουμε λεκτικά. Η γλώσσα μάς δίνει πληροφορίες αφηγηματικότητας, σχετικά με
τον τόπο, το χρόνο ή άλλα στοιχεία που η εικόνα δεν μας δίνει.
Η ευρηματικότητα του τρόπου παρουσίασης των θεωρητικών
και μεθοδολογικών εργαλείων των πατέρων της σημειολογίας από τη Μαρία
Χαλεβελάκη, με την παράθεση πολλαπλών σχημάτων και εικόνων και τη πλούσια
βιβλιογραφική της αναφορά, καθιστά το διδακτικό αυτό εγχειρίδιο, που
απευθύνεται σε όποιον ενδιαφέρεται να κατανοήσει τη σημασία των σημείων γύρω
μας και μέσα μας, ένα παιχνίδι σημειολογικό με άκρως επικοινωνιακές διαστάσεις.
Η Μαριάννα Ψύλλα διδάσκει Πολιτική Επικοινωνία και
Ανάλυση του Πολιτικού Λόγου, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου