Τρεις
σχέσεις – τρία δεσμά
Οι τρόποι που αναπτύσσονται οι σχέσεις αυτές, δεν
έχουν αλλάξει τα τελευταία εκατό-διακόσια χρόνια, ακόμη κι αν βασίζονται στη
λαίμαργη ταχύτητα του βιτσιόζου καταναλωτικού κυκλώματος. Το καινούριο είναι
μόνον επιφανειακό: κατάλληλο για καρδιοπάθειες. Ο επιθυμητός αναγνώστης που
μπαίνει μέσα στο κείμενο κι έχει την ικανότητα να το «ξαναγράψει», φαίνεται όλο
και πιο απόμακρος: η εναλλακτική λύση μοιάζει να παρεμβαίνει απελπισμένα
ανάμεσα στην Ειδικότητα των ολίγων
(και βέβαια δυστυχισμένων) και τη Χυδαιότητα
εκείνων που από το βιβλίο ζητούν μια επανάληψη της κοινοτοπίας. Το
περιεχόμενο, που πάντα εφαρμόζεται a posteriori, υπερέχει
της διαφάνειας του κειμένου, ασύλληπτου στην περίπτωση προϊόντος ποιότητας. Το Όλα και Αμέσως της ιδεολογίας των mass media υπερτερεί του Μερικού, σε μια σχέση με το κείμενο που
αναλαμβάνει συγκεκριμένες ευθύνες. Ο «οπτικός» αναγνώστης είναι ακέφαλος και
τυφλός. Ένας συγγραφέας έλεγε: «Διαβάστε τα βιβλία μου πριν τ’ αγοράσετε». Φυσικά ο αναγνώστης κατασκευάζεται: ύστερα,
θα μάθει να αυτοκαταστραφεί με πρωτοτυπία, πληρώνοντας απ’ την τσέπη του ή
κερδίζοντας. Κι εδώ υπεισέρχονται οι ευθύνες της οργάνωσης της κουλτούρας στη
χώρα μας και του σχολείου in primis, που
καταστρέφει από τις πρώτες κιόλας βαθμίδες της εκπαίδευσης, το γούστο μιας
κριτικο-εφευρετικής και στοχαστικο-δημιουργικής ανάγνωσης.
Ο σημερινός αναγνώστης βρίσκεται σ’ εκείνη τη ζώνη
που μπορεί να του φανεί ελεύθερη από πολλαπλές και αδέσμευτες επιλογές, που έχει
όμως την τραγική όψη μιας μαζικοποίησης ολοκληρωτικά αλλοτριωμένης. Στη θέση
του συλλογικού διανοούμενου, πάνω στον οποίο μια πολιτισμικά ώριμη κοινωνία θα
ήταν δυνατόν να παίξει τα ισχυρότερα χαρτιά της, έχουμε μπροστά μας την
κατανάλωση του πολιτισμικού προϊόντος που μπήκε στη δίνη του καταναλωτισμού, κι
έτσι αυτό το προϊόν προορίζεται σε μια προκαθορισμένη αγορά, που βρίσκεται πέρα
από κάθε δυνατή κριτική αντιπαράθεση. Και, βέβαια, έρχεται αυτόματα στο νου η
σύγκριση ανάμεσα σ’ έναν καλό συγγραφέα με ελάχιστη επιτυχία κι έναν συγγραφέα best-sellers
με ελάχιστη
λογοτεχνική βαρύτητα, κι είναι μια σύγκριση που δίνει την ιδέα του πόσο
σημαντική είναι η υποστήριξη ενός ισχυρού εκδοτικού οίκου για να φουσκώσει και
να διατηρήσει στη ζωή ένα «εκδοτικό» φαινόμενο.
Ο
συγγραφέας πρέπει να είναι και κριτικός, ο «δημιουργός» πρέπει να είναι και
θεωρητικός. Με άλλα λόγια, ένστικτο και προγραμματισμός, όπως έλεγε και ο
γερο-Μποντλέρ.
Η
«ενταγμένη» κριτική, όταν δεν αρνείται τη διαχειριστική και συστηματοποιό
λειτουργία της, έρχεται πάντα ύστερα.
Και
για την αδιαφορία του κοινού προς την κριτική, την ευθύνη έχουν αποκλειστικά οι
κριτικοί. Που τις περισσότερες φορές (ελάχιστες οι εξαιρέσεις) δεν γράφουν για
τον αναγνώστη αλλά για τον συνάδελφο, σ’ ένα κρεσέντο trobar clus (*) που σκάβει ακόμη πιο βαθιά την τάφρο ανάμεσα στον πραγματικά
ενδιαφερόμενο για τα βιβλία κι αυτόν που θα έπρεπε να είναι ο μεσάζων.
Πιστεύω
πως η κριτική θα πρέπει να ενεργεί ταυτόχρονα, και χωρίς ανακωχή να
αναστρέφεται στο αντίθετό της. Όλα τα υπόλοιπα είναι παρηγοριές ή φτιασίδια:
που, βέβαια, είναι ένα και το αυτό.
(*) Προφορά
του tru ‘bar klys (να τραγουδάς και να
συνθέτεις με τρόπο δύσκολο, κλειστό). Προβηγκιανή ποίηση του 12ου
αιώνα σε οξιτανική γλώσσα.
ΦΟΙΒΟΣ ΓΚΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
Man Ray, Αντικείμενο
προς καταστροφή, 1923 / 1971, ξύλινος
μετρονόμος και
κομμάτι αργυροτυπίας, 3/40, 25 x 13,5 x 14 εκ., Ιδιωτική συλλογή
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου