ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΛΕΒΕΝΤΑΚΟΣ, Πολιτιστικές
Παρεμβάσεις (Κουλτούρα, Κινηματογράφος, Τηλεόραση), Αθήνα, 2015
Ο σκηνοθέτης και
θεωρητικός του κινηματογράφου και της κουλτούρας Διαμάντης Λεβεντάκος στο νέο
πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του πραγματεύεται την κινηματογραφική τέχνη και εν γένει
παραγωγή, το τηλεοπτικό προϊόν, όπως και άλλα αντικείμενα του κύκλου των
ενδιαφερόντων του (λειτουργίες και μηχανισμοί των ΜΜΕ, διαδικασίες επικοινωνίας
σε νοηματικό κυρίως επίπεδο) από τη σκοπιά της πολιτισμικής οπτικής.
Αυτή η οπτική δεν
περιλαμβάνει απλώς την εξέταση των πολιτιστικών επιρροών που μπορούν να
ασκηθούν από τις δημιουργίες του χώρου των Γραμμάτων και των των Τεχνών και
ευρύτερα της θεωρητικής ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλά κυρίως την εξέταση εκείνων
των επιρροών που προέρχονται από τα κυρίαρχα νοηματικά πρότυπα (βασικές αρχές,
αξίες, ιδέες) που προσδιορίζουν την επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά των ανθρώπων
σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Αυτό το ξεκαθαρίζει από τις πρώτες σελίδες του
βιβλίου του και φρονούμε ότι αποτελεί τη βάση της συμβολής του στα πολιτιστικά
ζητήματα που τον απασχολούν. Θα θέλαμε μάλιστα να τονίσουμε ότι αυτό το
ξεκαθάρισμα, όπως και άλλες ακριβείς εννοιολογήσεις και διακρίσεις ανάμεσά τους,
αποτελούν απόρροια μιας αξιέπαινης συστηματικής προσπάθειάς του να είναι
λεπτολόγος και ακριβής σε επιστημολογικά ζητήματα του συμβολοκού πεδίου, πράγμα
που από μόνο του αποτελεί συμβολή στο σχετικό πεδίο έρευνας.
Έτσι οι έννοιες α) του πολιτισμού, ως συνόλου αξιών,
δεξιοτήτων, θεσμών, υλικοτεχνικών υποδομών, δημιουργημάτων κλπ που παράγονται
μέσα στους κόλπους της οργανωμένης ανθρώπινης κοινωνίας (ας θυμηθούμε τον
γνωστό ορισμό του Ανθρωπολόγου Tylor), β) του λεγόμενου «πνευματικού πολιτισμού» (του non material culture όπως θα έλεγε o Alfred Weber, αυτού που καλείται
δηλ. «παιδεία», «Γράμματα και Τέχνες», αλλά ευρύτερα, θα προσθέταμε εμείς, της
οποιασδήποτε δημιουργικής θεωρητικής δραστηριότητας, στην οποία περιλαμβάνονται
και η καθαρή επιστημονική έρευνα και το φιλοσοφείν) και τέλος γ) της κουλτούρας, διαχωρίζονται μεταξύ
τους. Η κουλτούρα αναφέρεται σε επαναλαμβανόμενα πρότυπα συμπεριφοράς που
δομούναι πάνω στη βάση θεμελιωδών εννοιών, αρχών, αξιών και ιδεών και αποτελεί
υποσύστημα σε σχέση με το συνολικό σύστημα του πολιτισμού, ενώ επίσης σαφώς
διαχωρίζεται από άλλα υποσυστήματα του συμβολικού πεδίου, όπως είναι οι γνώσεις,
η επιστήμη, η ιδεολογία, η θρησκεία κλπ. Υποσύστημα επίσης είναι και ο τομέας
των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Κάνοντας αυτές τις
εννοιολογικές διαφοροποιήσεις ο συγγραφέας προχωρά στη συνέχεια στη διερεύνηση
των δυνατών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των παραπάνω υποσυστημάτων, φωτίζοντας από
την πολιτισμική οπτική επαρκέστατα σημαντικές πτυχές της αναπαραγωγής του
κατεστημένου ή αντίθετα των εγχειρημάτων των βαθιών κοινωνικών αλλαγών (από
πλευράς Αριστεράς). Και πρόκειται για πτυχές που συνήθως παραβλέποντο ή
αγνοούντο. Παράλληλα δεν αγνοεί την επιρροή της οικονομικής βάσης (ιδιαίτερα
τώρα στη φάση του ύστερου μονοπωλιακού καπιταλισμού με τις ακρότητες του
φονταμενταλισμού της αγοράς), αλλά πολύ σωστά δεν θεωρεί ότι η έλευση μιας
δημοκρατικής απελευθερωμένης κοινωνίας Δικαιοσύνης και Ανθρωπιστικών Οριζόντων
προεξοφλείται από την αλλαγή και μόνον της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής (αποκλεισμός
της «οικονομίστικης» σοσιαλιστικής αντίληψης, που δυστυχώς, ορισμένες φορές,
προσέλαβε «χυδαίες» διαστάσεις και οδήγησε σε «σοσιαλιστικές παραμορφώσεις»).
Απαιτείται αλλαγή
μέσα στον ίδιο τον κόσμο της κοινής κουλτούρας, που διατηρεί τη σχετική
αυτονομία του. Όμως αυτή η αλλαγή δεν μπορεί να σταθεί ανεξάρτητη από τα
ποιοτικά χαρακτηριστικά του πολιτισμού ως όλου, ενώ κι αυτός πάλι, στη φάση ιδιαίτερα
του ύστερου καπιταλισμού, δέχεται καθοριστικές επιδράσεις από τις υλικές
συνθήκες παραγωγής και γενικά του τρόπου ζωής. Και μιλάμε γενικά για υλικές
συνθήκες και τρόπο ζωής που αλλοτριώνουν, εξατομικεύουν και πνευματικά
υποβαθμίζουν τον μέσο άνθρωπο και τον προσδένουν σε ένα είδος «χυδαίου υλισμού»
(«υλοφροσύνη» τον αποκαλεί ο συγγραφέας) και καταναλωτικής ρηχότητας.
Η οικονομική βάση
σαφώς δεν αγνοείται, αλλά και δεν υπερτιμάται σε βάρος των πολιτισμικών παραγόντων
(με την έννοια που δώσαμε παραπάνω). Απόδειξη περί αυτού είναι ότι, κατά τον
συγγραφέα, η κινηματογραφική παραγωγή και το τηλεοπτικό προϊόν στην δυτική
κοινωνία είναι εγκλωβισμένα κυρίως σε μηχανισμούς –μέσω πάντα των κυρίαρχων
οικονομικών συγκροτημάτων- που αναπαράγουν και διαδίδουν την κοινή κουλτούρα
του ακραίου ατομικισμού, της λατρείας της «οικονομικής επιτυχίας» και των
αναπτυξιακών μεγεθών, της καταναλωτικής και «εικονολατρικής» χαύνωσης και της
«φυσικοποίησης των κοινωνικών ανισοτήτων, πράγμα που τελικά συμφέρει το υπάρχον
οικονομικό σύστημα. Βέβαια η κινηματογραφική τέχνη και το τηλεοπτικό μήνυμα
(τόσο στον τομέα της ψυχαγωγίας όσο και στον τομέα της επιμόρφωσης) μπορούν ν’ αμφισβητήσουν
και να συμβάλουν στην αλλαγή της παραπάνω κουλτούρας, αλλά υπό άλλες προϋποθέσεις.
Κι αυτές αναφέρονται τόσο στον τομέα των οικονομικών-ταξικών δομών και των
πολιτικών αποφάσεων, όσο και στον τομέα του πολιτισμού εν γένει.
Έτσι ο Λεβαντάκος
διαμορφώνει μια συνθετική θεώρηση και προβαίνει σε μια βαθιά διαλεκτική
προσέγγιση των αλληλεπιδράσεων του πολιτισμικού, οικονομικού και πολιτικού
στοιχείου (αυτό το διαπιστώνουμε και στα ζητήματα της πολιτιστικής πολιτικής και
του αυτόνομου πολιτικού κινήματος που πραγματεύεται, τόσο γενικά όσο και ειδικά,
σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα). Σκοπός του είναι να συμβάλει στην
κατανόηση της αναπαραγωγής του υπάρχοντος συστήματος ή της αλλαγής του από
πλευράς πολιτισμικών παραγόντων και ν’ αναδείξει τις «εν δυνάμει ρωγμές» των
σημερινών μηχανισμών πολιτισμικής και συνειδησιακής υποδούλωσης του ανθρώπου.
Στην ίδια γραμμή δεν παραλείπει να φωτίσει και να τονίσει τις ελπιδοφόρες
δυνατότητες μιας «έλλογης συλλογικής πράξης υπέρβασης», όπως χαρακτηρηστικά
λέγει.
Τελικά το
ζητούμενο γι αυτόν είναι η διαμόρφωση μιας άλλης
κουλτούρας κι ενός άλλου πολιτισμού, όπου ο άνθρωπος ως άτομο και ως
συλλογικότητα θα αποκτήσει πραγματική ελευθερία και αυθεντικότητα, με όρους
βαθιά υπαρξιστικούς.
Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι δρ Kοινωνιολογίας
Σπυρίδων Χαραλαμπόπουλος, Εκκολαπτήριο, 2011 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου