11/4/15

Για την «παραμελημένη πτυχή του τριπτύχου»

ΤΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΜΗΤΑ

Χωρίς τίτλο,  2010, λάδι σε καμβά, 210 x 245 εκ.


Η περίοπτη ανάρτηση της αδελφοσύνης πλάι στην ισότητα και την ελευθερία δεν της εξασφάλισε και ισότιμη αίγλη. Ο αστερισμός της αδελφοσύνης παρακολουθεί άδοξα έως σήμερα, σχεδόν δυόμιση αιώνες μετά τη Γαλλική Επανάσταση, τις πληθωρικές θεωρητικές τροχιές των δύο άλλων. Η αδελφοσύνη παραμένει η αφανής πτυχή του τριπτύχου, σκιώδης για τον πολιτικό, δικαιικό και ευρύτερα φιλοσοφικό στοχασμό. Μολονότι η ελευθερία και η ισότητα έγκαιρα διαπλέχθηκαν σ’ ένα νόμιμο ζεύγος αρχών, ικανό να χαρίσει στην έννομη τάξη πολυάριθμα τέκνα, η αδελφοσύνη δείχνει να διακρίνεται από νομική στειρότητα, ανήμπορη να διαβεί το κατώφλι ανάμεσα στην ελαστική ηθική διακήρυξη και στις δεσμευτικές αρχές δικαίου.
Η κανονιστική υστέρηση της έννοιας, κατά παράδοση, αποδίδεται στο ίδιο της το φορτίο. Εύλογα διερωτάται κανείς αν είναι δυνατό να προστάσσεται η αδελφική θέρμη, να θεσμίζεται ο αλληλέγγυος βίος. Επισημαίνεται συχνά ότι δεν είναι ευχερές να διανοηθούμε έννομες συνέπειες εις βάρος όσων αθετούν τα (όποια) περιεχόμενα της αλληλεγγύης. Οπότε και αναπόδραστα καταχωρίζεται στην τάξη της προσωπικής ηθικής και των συναισθημάτων.

Κι όμως, καθαυτή η έννοια της αδελφοσύνης προϊδεάζει, κατά κάποιον τρόπο, για ένα ελάχιστο χρέος: οι ανθρώπινες ζωές είναι συνδεδεμένες, αλληλεξαρτώμενες, επομένως εμπερικλείουν κοινή μέριμνα και αλληλοχρέωση. Η αλληλεγγύη, νόμιμος κληρονόμος της αδελφοσύνης, υπονοεί ετυμολογικά στη λατινογενή εκδοχή της (βλ. solidum) ένα σχήμα από αλληλοπεριχωρούμενα στοιχεία. Παραπέμπει στο ρωμαϊκό δίκαιο και ειδικότερα σε μια οφειλή που καθιστά καθέναν από τυχόν περισσότερους οφειλέτες υπεύθυνο –in solidum– για το σύνολο του χρέους.
Θα μπορούσε, άραγε, να στοιχειοθετηθεί, στο επέκεινα της αστικής ευθύνης επιμέρους υποχρέων για επιμέρους ζημίες, μια διευρυμένη ευθύνη για την ευρύτερη κοινωνική δυσπραγία; Ίσως να φαντάζει άτοπη η επίκληση ατομικής υπαιτιότητας για το σύνολο των κοινωνικών δεινών. Είναι, ωστόσο, εξίσου αδόκιμο να γίνει λόγος για δεσμευτική συμβολή καθενός και καθεμιάς ως προς την, από κοινού, αντιμετώπισή τους; Ήδη διαισθητικά, ο συνάλληλος δεσμός μοιάζει να ενέχει σαφή κι ανεξίτηλη κανονιστική προσήμανση: παραπέμπει στη μεταξύ αδελφών μοιρασιά του συνόλου των περιστάσεων και των κινδύνων της συλλογικής ύπαρξης.
Η γαλλική fraternité της επαναστατικής περιόδου είχε αναπαραστήσει την κοινωνική προστασία «όχι με χαρακτήρα ελεημοσύνης», αλλά ως ένα αρωγικό χρέος που συνιστά για την κοινωνία «οφειλή ιερή και απαραβίαστη». Η οφειλή αντιστοιχεί σε δικαίωμα, αμφότερα δε απόκεινται στη δικαιοδοσία ενός συλλογικού καθορισμού. Η επαναστατική διατύπωση, καθώς παρατηρούμε, επιστέφει την αρωγική οφειλή με δύο εξόχως φορτισμένους προσδιορισμούς (ιερή κι απαραβίαστη), που διόλου τυχαία έως τότε συνόδευαν προνομιακά την ιδιοκτησία (βλ. άρθρο 17 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη).
Από την άλλη, ήδη το 1850, ο συντηρητικός Γάλλος πολιτικός Adolphe Thiers σημείωνε ότι, εάν οι ενδεείς δικαιούνται, παρεκτός από το να δέχονται, επίσης και να απαιτούν, τότε μια ολόκληρη τάξη μετατρέπεται σε «ζητιάνο που ζητάει με το όπλο στο χέρι». Η υπόνοια εδώ είναι σαφής, όσο και παλιά: οι εργαζόμενες τάξεις (classes laborieuses) αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει επικίνδυνες τάξεις (classes dangereuses) και η μόνη δικαιοπολιτική αναπαράσταση που κρίνεται σκόπιμο να τις περιβάλλει είναι αυτή του ποινικού ενδιαφέροντος.
Η λιγότερο παράλογη λύση, προφανώς, συνίσταται στο να αφεθεί η κοινωνική συνδρομή να τυχαρπάζεται στην επικράτεια της φιλανθρωπίας: να είναι διακριτική, αυτοπροαίρετη, απείρως «ευγενέστερη» από τις ανελαστικές οφειλές δικαίου και πάντοτε εμψυχωμένη από τη «γενναιόδωρη αυθορμησία» των εύπορων. Να μην είναι δυνατό, με άλλα λόγια, η αδελφοσύνη να σαρκώνεται διά νόμου και διά φόρου. Στο ιδεώδες φιλελεύθερο παράδειγμα, η πολιτεία αποποιείται κάθε ευθύνη παρέμβασης και τα επιμέρους υποκείμενα δεν ενδιαφέρονται παρά για εμπέδωση μιας αμοιβαίας κοινωνικής αδιαφορίας. Ειδικότερα, ένα καθ’ υπόθεση εξαναγκαστό καθήκον έναντι του άλλου θα απάλλασσε τον άλλο από τα (ατομικά) καθήκοντά του, διότι το να θέλει κανείς να μεταθέσει στους άλλους την «ευθύνη εαυτού» του συνεπάγεται παραίτηση από την ίδια του την «ελευθερία».
Θα αποπειραθούμε στη μελέτη μας να δείξουμε ότι ακρογωνιαίο στοιχείο της δικαιικής συμβίωσης αποτελεί η γενικευσιμότητα ενός εξαναγκασμού που αποτελεί συνάμα συνθήκη ελευθερίας. Εάν, τελικώς, προκριθεί ότι το καθήκον-έναντι-των-άλλων όχι μόνο δεν επιφέρει θραύση της ελευθερίας, αλλά συνιστά όρο δυνατότητας για τη διασφάλισή της, τότε αβίαστα ανασυγκροτείται ως δικαιικά εξαναγκαστό. Σε περίπτωση δε που μια τέτοια αρχή ανυψωθεί σε καταστατική για μια αξιοσύντακτη πολιτεία, το νομικό της περιεχόμενο δεν αναλύεται απλώς σε επιμέρους κανονιστικές συνέπειες, αλλά ανάγεται στις ίδιες τις συνθήκες ουσιαστικής νομιμοποίησης (ή μη) μιας σύγχρονης συνταγματικής πολιτείας.
Θα ήταν νόμιμη, εν προκειμένω, η παράφραση ενός σχήματος αναλογίας του R. Dworkin: Προτού ανακαλυφθεί ο πλανήτης Ποσειδώνας, οι αστρονόμοι είχαν υποθέσει την ύπαρξή του, διότι μόνο η υπόθεση αυτή παρείχε εξήγηση για την τροχιά των γειτονικών πλανητών. Θα υποστηρίξουμε κάτι παρόμοιο για την αλληλεγγύη. Αν και παραμελημένη πτυχή του γαλλικού τριπτύχου, το κανονιστικό της περιεχόμενο αναγκαία προϋποτίθεται, ώστε να τίθενται σε ομαλή κανονιστική τροχιά οι γειτονικές της αξίες (ελευθερία - ισότητα).
[Προδημοσίευση από το βιβλίο Η αλληλεγγύη ως θεμελιώδης αρχή δικαίου, που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από το Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα]

Ο Στέργιος Μήτας είναι δρ φιλοσοφίας δικαίου του ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: