ΤΗΣ ΕΥΗΣ
ΠΡΟΥΣΑΛΗ
Η μόνη δικαιολογία του Θεού είναι ότι
δεν υπάρχει
Σταντάλ
Από
τότε που ο Δαρβίνος διατυπώνει τη θεωρία του για την Καταγωγή του ανθρώπου[1],
από τότε που ο Ντοστογιέφσκι δια στόματος Ιβάν
στους Καραμαζώφ και Κυρίλοφ στους Δαιμονισμένους αποφαίνεται για την αχρηστία του Θεού, από τότε που
ο Νιτσεϊκός Ζαρατούστρα «απορεί» που ο γέροντας ασκητής συνεχίζει να λατρεύει
και να υμνεί τον Θεό[2],
από τότε που ο Φρόιντ ονοματίζει την «ανάγκη» για την ύπαρξη του Θεού ως «νεύρωση»[3]
και «ψευδαίσθηση»[4], από
τότε που ο Μαρξ καταδεικνύει τη θρησκεία ως το «όπιο του λαού», από τότε που ο
Μπρεχτ επαναλαμβάνει επίμονα ότι «η μοίρα του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος», από
τότε που ο Καμύ επαναφέρει στο επίκεντρο της φιλοσοφικής σκέψης έναν κόσμο
χωρίς Θεό στον Μύθο του Σίσυφου ενώ
προσδιορίζει την υπόσταση του ανθρώπου με το «Επαναστατώ, άρα υπάρχω»[5],
από τότε που ο Μπέκετ περιμένει τον «Γκοντό», από τότε που ο Σαρτρ μιλά για τον
«ελλείποντα Θεό»[6] και
οριοθετεί την ανθρώπινη ύπαρξη ως «ελευθερία εν καταστάσει» κ.ο.κ, η
ανθρωπότητα εξακολουθεί, στην πλειονότητά της, να αγνοεί, να αδιαφορεί και να
αντιπαρέρχεται τα προαναφερθέντα, παραμένοντας κλεισμένη στο Πλατωνικό σπήλαιο,
το οποίο αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει.
Παρότι
οι επιστήμες αποδεικνύουν εμφατικά την υλική υπόσταση του ανθρώπινου είδους -η
εξελικτική βιολογία επιβεβαιώνει κι επεκτείνει συνεχώς τις δαρβινικές θεωρίες,
οι ανθρωπολόγοι και οι ηθολόγοι εντοπίζουν κοινά σημεία συμπεριφοράς ανάμεσα
στο ανθρώπινο είδος και τα άλλα ζώα, η νευροβιολογία και οι γνωσιακές επιστήμες
μελετώντας τον εγκέφαλο αποκαλύπτουν την υλική φύση της νόησης και της
ανθρώπινης συνείδησης, η κβαντομηχανική και η αστροφυσική αναδεικνύουν την τύχη
ως τον καθοριστικό παράγοντα της δημιουργίας του πλανήτη που μας φιλοξενεί
κ.ο.κ.- η ανθρωπότητα θύει ακόμα στο βωμό Θεών και Θρησκειών. Φαίνεται, λοιπόν,
πως ο Διαφωτισμός και τα προτάγματά του, ο Ορθός Λόγος, η επιστημονική σκέψη
και η χειραφέτηση του ανθρώπου από τον θείο λόγο, υπολείπονται πολύ από το να
υλοποιηθούν. Τι συμβαίνει, άραγε, και η ανθρωπότητα δεν μπορεί ν’ απαγκιστρωθεί
από τον θρησκευτικό κλοιό που επί αιώνες εμποδίζει την κριτική σκέψη και την
ελεύθερη βούληση;
Το ανθρώπινο ον βιώνει στον 21ο
αιώνα ένα παράδοξο. Ενώ χρησιμοποιεί τα επιτεύγματα της νόησης, τα οποία
υλοποιούνται από τις επιστήμες και την τεχνολογία (βιολογία, ιατρική, νευροβιολογία, φυσική
κ.ά.) ωστόσο αγνοεί τις θεωρητικές βάσεις στις οποίες τα επιτεύγματα αυτά στηρίζονται,
βάσεις αμιγώς υλιστικές. Βεβαίως, το κοινωνικο/θρησκευτικό σύστημα -γιατί όχι
και το εκπαιδευτικό- είναι σκοπίμως «οργανωμένο» ώστε να μην κοινοποιεί επαρκώς,
ή στην χειρότερη των περιπτώσεων, να αποκρύβει τη διασύνδεση της θεωρίας με την
πρακτική εφαρμογή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο άνθρωπος του 21ου αιώνα παραπαίει
και μετεωρίζεται ανάμεσα στον σύγχρονο κόσμο των επιτευγμάτων της διάνοιας απ’
τη μια μεριά, και στις μεταφυσικές παρηγοριές και παραμυθίες θρησκευτικών
δογμάτων απ’ την άλλη, χωρίς να μπορεί να συγκροτήσει μια συνολική ιδέα για τον
κόσμο.
Επιπροσθέτως,
η θρησκεία λειτουργεί ως τροχοπέδη της
φαντασίας -καθώς περιορίζει τη σκέψη στη στεγανότητα ενός πλαισίου όπου όλες οι
ερωτήσεις απαντώνται ενώ δεν αφήνει περιθώρια για νέα ερωτήματα αφού διέπεται
από συγκεκριμένη τελεολογία και σωτηριολογία. Ο άνθρωπος μοιάζει, έτσι,
να έχει χάσει τη δύναμη να «συλλαμβάνει
έναν κόσμο διαφορετικό απ' αυτόν στον οποίο ζει»[7]. Με
άλλα λόγια, μοιάζει να έχει χάσει τη φαντασία
του, δηλαδή το συστατικό στοιχείο που οδηγεί στη εξέλιξη του πολιτισμού και
χάριν στο οποίο ο Homo Erectus παίρνει τον δρόμο προς την πολιτισμική του
διαφοροποίηση από τα άλλα όντα. Έτσι, ο άνθρωπος βιώνει ένα σχίσμα, το
οποίο τον οδηγεί σε υπαρκτικό αδιέξοδο. Ίσως αυτό είναι το σημείο όπου η τέχνη οφείλει να πάρει τα ηνία.
Στο
θεατρικό έργο Φαέθων του Δημήτρη
Δημητριάδη ο Λέλο Λομ κραυγάζει: «Δεν ξέρω ποιος είμαι!». Δεν πρόκειται για μια
ψυχαναλυτικού τύπου άγνοια, αλλά για το υπαρξιακό άγχος ενός «αγοριού» που
παραμένει προσκολλημένο στη νηπιακή του ηλικία, καθώς δυσκολεύεται να ενηλικιωθεί
μέσα στα εξουσιαστικά και θρησκευτικά στεγανά της κοινωνίας που τον περιβάλει. Το
μορφικό σχήμα που επιλέγεται, για να απεικονιστούν οι ποικίλες εξουσιαστικές και
θρησκευτικές δομές επιβολής, είναι αυτό της οικογένειας, ως η κυτταρική δομή
της ανθρώπινης κοινωνίας. Ο Πατέρας, Χάμνετ (Αμνός)
Λομ (L’ Homme), είναι ο
«νόμιμος» αντιπρόσωπος του Θεού επί της γης. Πρόκειται για τον Άνθρωπο/Άντρα, ο
οποίος δημιουργείται «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» του Θεού. Ο Χάμνετ Λομ, όμως,
κακοποιεί σεξουαλικά την οικογένειά του. Μέσα από ένα παραβολικό πρίσμα, το
ίδιο «πράττει» και ο Θεός. Αν ο Χάμνετ Λομ ασελγεί πάνω στα παιδιά του τότε, μ’
ένα αλληγορικό άλμα, κι ο Θεός «ασελγεί» πάνω στην ανθρωπότητα -τα δικά του
παιδιά- καθώς τα υποβάλλει εκ γενετής στην οδύνη της Ύπαρξης που συνοδεύεται
από την αγωνία, τον πόνο, την αρρώστια, τα γηρατειά και τον θάνατο. Όσο κι αν η
εξομοίωση της σεξουαλικής βίας και αιμομιξίας του Πατέρα Λομ με τη Θεϊκή
Δημιουργία φαντάζει ακραία, ωστόσο σε αισθητικό επίπεδο είναι δόκιμη -εξάλλου ένα
ανάλογο κι εξίσου βίαιο σχήμα εμπνεύστηκε και ο Καμύ στο θεατρικό έργο Καλιγούλας. Το σχήμα εμπλουτίζεται και
με πολλαπλές υπαινικτικές αναφορές: «Ελάτε να βλέπετε! Θεία Μυστήρια χωρίς
Εκκλησίασμα δεν γίνεται» φωνάζει ο Πατέρας τη στιγμή που βιάζει τα παιδιά του.
Ευθεία αναγωγή στη θεολογική πίστη ότι όλα συντελούνται υπό το άγρυπνο «βλέμμα»
του «πανταχού παρόντα» Θεού και των πιστών του.
Η
ανήλεη κι αποτρόπαιη πράξη σεξουαλικής κακοποίησης και αιμομιξίας του Πατέρα
Λομ αντιστοιχίζεται με την οδυνηρή μοίρα που επιφυλάσσει ο Θεός στα
δημιουργήματά του. Όπως ο Πατέρας Λομ χρησιμοποιεί το θρησκευτικό προκάλυμμα
για να ντύσει τους βιασμούς του, αφού παραλληλίζει τις πράξεις του με
συγκεκριμένες θρησκευτικές φάσεις της πορείας του Ιησού επί γης: Όρος των
Ελαιών, Γολγοθάς, Ανάσταση, έτσι και στη θρησκευτική οπτική η αναπόδραστη οδύνη
του ανθρώπου «δικαιολογείται» και συνοδεύεται από παντός είδους σωτηριολογικές
δοξασίες και προσδοκίες για το επέκεινα. Ο γιος Λέλο Λομ, αντιπρόσωπος μιας
ανθρωπότητας σε νηπιακή ηλικία, εγκλωβισμένος στην Αμλετική διερώτηση περί
πράξης και απραξίας, κατορθώνει τελικώς να αποδράσει, ως άλλος Φαέθων, προς τον Ήλιο, «αποκαθηλώνοντας»
προηγουμένως τον Πατέρα του. Μια απόδραση που ισοδυναμεί με την Ανάσταση και την Ανάληψη. Μια Ανάσταση, όμως, όχι του Υιού του Θεού, αλλά του Υιού
του Ανθρώπου. Πρόκειται για τον Υπεράνθρωπο
του Νίτσε ή τον Ανθρωπόθεο του
Ντοστογιέφσκι. Αυτόν που δεν υπακούει αλλά αρνείται τον Θεό. Στην
πραγματικότητα, τον προσπερνά, ως ένα αχρείαστο πλέον κομμάτι στην ιστορία της
ανθρωπότητας.
Ο
Φαέθων του Δ. Δημητριάδη μπορεί να
ιδωθεί ως μια αντεστραμμένη Ανάσταση,
η οποία συνίσταται στην ανυπακοή και την επανάσταση απέναντι στο δεσποτισμό, τη
βία και τον νοητικό σκοταδισμό που επιβάλει η θρησκεία στην ανθρωπότητα. Μια Ανάσταση, όπου το σώμα δεν αναλαμβάνεται
στον Ουρανό. Παραμένει εδώ στη γη, για να ενηλικιωθεί, απαλλαγμένο από τα
θρησκευτικά βαρίδια του παρελθόντος. Μια Ανάσταση που προέρχεται από την
Ανθρωπότητα, για την αυτοχειραφέτηση της Ανθρωπότητας. Μια Ανάσταση που
επανα-νοηματοδοτεί έναν κόσμο χωρίς Θεό. Ο Φαέθων
είναι ένα θεατρικό έργο που δείχνει τον δρόμο προς την κατεύθυνση της
απεξάρτησης από τις αλυσίδες της θρησκευτικής πίστης.
Ίσως,
ήρθε το «πλήρωμα του χρόνου» ώστε να ακουστούν και διαφορετικές φωνές σε
ζητήματα που επί αιώνες αποτελούν ταμπού, όπως η θρησκεία. Η τέχνη μπορεί και οφείλει
να τεθεί επικεφαλής, καταθέτοντας νέες αναπαραστάσεις προκειμένου να προσεγγίσει
τα φιλοσοφικά και επιστημονικά προτάγματα που από καιρό έχουν καταστεί
ανενεργά. Ώστε να κινητοποιηθεί εξαρχής ο μοχλός της σκέψης. Κι έστω και
καθυστερημένα, να συνειδητοποιήσουμε τη ρήση του Σταντάλ: «Η μόνη δικαιολογία
του Θεού, είναι ότι δεν υπάρχει». Καλή Ανάσταση.
Η
Εύη Προύσαλη είναι δρ θεατρολογίας-κριτικός θεάτρου
[1] Κάρολος Ντάρβιν, Η καταγωγή του Ανθρώπου, μτφρ. Βάσος
Βασιλείου, Γκοβόστης
[2] Φρειδερίκος Νίτσε, Τάδε μίλησε ο Ζαρατούστρα, μτφρ. Δωδώνη
Αθήνα, 1983 (2η), σ.40
[3] S. Freud, The Future of an Illusion. The
Standard Edition of the Complete Psychological Works of
Sigmund
Freud, Volume XXI (1927-1931): The Future of an Illusion, Civilization and its
Discontents, and Other Works, 1- 56
[4] Ibid, p. 43
[5] Αλμπέρ Καμύ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος, μτφρ.
Τζούλια Τσακίρη, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα, 1971 (3η), σ.38
[6] Ζαν Πωλ Σαρτρ, Το Είναι και το Μηδέν, Δοκίμιο φαινομενολογικής οντολογίας,
μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2007, σ.951
[7] Μαξ Χορκχάϊμερ,
«Αυτός ο άλλος κόσμος ήταν εκείνος της τέχνης» στο Μαζική κοινωνία και πολιτιστική βιομηχανία (Συλλογικό), μτφρ. Αμ.
Λυκιαρδοπούλου, Λ. Ζήση, Λ. Αναγνώστου, Χρ. Σκορίνης, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια,
Αθήνα, 1991 (3η), σ.119
Χωρίς τίτλο, 2008, λάδι σε καμβά, 210 x 190 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου