8/3/15

Mια άνοιξη που περίμενε

Δεν ήθελε να μιλήσει πολιτικά. Ήθελε να δει την άνοιξη που ερχόταν. Άρχισε ήδη να νοιώθει ότι ο χειμώνας έφευγε. Ένας χειμώνας βαρύς. Είχε αποκάμει πια. Και τώρα έβλεπε σταγόνες ήλιου και έβλεπε επίσης τα πρώτα πράσινα φυλλαράκια να ξεπηδούν. Σταμάτησε το διάβασμα των οικονομικών σελίδων, γιατί όλα ανακυκλώνονται, οι ειδήσεις, άνθρωποι, τα γεγονότα. Αφέθηκε στο χάδι της γυναίκας. Τα καλοκαίρια αγαπούσε και την άνοιξη. Σκεφτόταν πως αν κάποια ψήγματα σοφίας είχε αποκτήσει, αυτό οφειλόταν στην σπουδή πάνω  στη γυναίκα. Έβλεπε την θάλασσα να σκάει κοντά στο σπίτι του. Πόσο μάταια ήταν όλα πια. Προσπαθούσε να καταλάβει τι έλειπε. Η γεύση των πραγμάτων, αυτό έλειπε. Η γεύση του γυναικείου κορμιού, του φαγητού, των αισθήσεων, η γεύση της πολιτικής, της κοινωνίας, η γεύση του χρόνου. Σ' όλη του τη ζωή ποτέ δεν είχε τον χρόνο. Θαύμαζε τις γυναίκες που αργούσαν. Παρόλο που θύμωνε. Ποτέ δεν είχε σκεφτεί ότι έδιναν χρόνο στον εαυτό τους και έδιναν χρόνο και στον ίδιο. Για να μετανιώσει που τις πλησίαζε; Για να ξανασκεφτεί και να φύγει; Για να πάρει απόφαση τελεσίδικη να τις πλησιάσει; Για όλα αυτά μαζί;
Η ώρα είχε περάσει και έπρεπε να φύγει. Ένα ταξίδι. Είχε αποφασίσει να κάνει ένα ταξίδι στους γενέθλιους τόπους του. Θα ήταν ένα ταξίδι on the road γιατί ένοιωθε πως το χρωστούσε πια στον εαυτό του. Η γυναίκα του χαμογέλασε. Έσκυψε να τον φιλήσει και μέσα από την ρόμπα της φάνηκε το γυμνό στήθος της. Είχε μείνει ενεός από την θέα του στήθους της. Δεν το έβλεπε πρώτη φορά. Αλλά πρώτη φορά ήθελε να έχει άπειρο χρόνο να το παρατηρεί. Εκείνη το κατάλαβε. Μην στεναχωριέσαι καλέ μου, του είπε. Μαζί σου το παίρνεις. Μια μικρή εκκλησιά είδε στον δρόμο του. Δίπλα στη θάλασσα. Στην Παναγιά ήταν αφιερωμένη. Σταμάτησε αυτός ο από παλιά αγνωστικιστής να ανάψει ένα κερί. Στους καιρούς, στην ευλογία, στην λήθη και στην μνήμη. Στην ευωχία της ζωής.

Σ’ ένα παλιό καφενείο έριξε το μάτι του στην τηλεόραση που είχε μια ομιλία του νέου πρωθυπουργού.  Κοίταξε γύρω του τους ανθρώπους. Αυτούς του μόχθου. Δεν είδε στα μάτια τους κυνισμό, αλλά μια προσμονή μιας άνοιξης που ελπίζαν ότι θα έρθει. Ναι, το ήξερε, ή καλύτερα το ένοιωθε, αυτή η προσμονή δεν ήταν πολιτική, αλλά υπαρξιακή. Αυτό που ένοιωθε ήταν ότι κατά έναν περίεργο τρόπο αυτή η προσμονή των ανθρώπων έφευγε από τα καθημερινά της πολιτικής, τις διαπραγματεύσεις και ότι άλλο, και συναντιόταν με την ματιά του νέου πρωθυπουργού.
Ένας πλούτος είναι η Μεσόγειος, σκέφτηκε. Ένας αδαπάνητος θησαυρός. Τώρα ένοιωθε ότι είχε τον χρόνο να την διαβάσει, να μάθει πάλι την ωραιότητα.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ

Terrain 2, γύψος και μεταλλική βάση, 40 x 25 x 56 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: