15/2/15

Εξωγήινη ζωή και Φιλοσοφία

Από τις φυσικομαθηματικές επιστήμες


ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΛΑΣΚΟΥ

PAUL DAVIES, Είμαστε μόνοι; Μετάφραση: Πωλίνα Αγαπάκη, εκδόσεις Κάτοπτρο, σελ. 148

Το σύμπαν είναι μια στημένη δουλειά
Φρεντ Χόιλ

Το παράθεμα που προηγείται θέλει να υποδείξει πως είναι σαν η δομή του σύμπαντος και οι νόμοι της Φυσικής να έχουν σκόπιμα ρυθμιστεί με στόχο να οδηγήσουν στην ανάδυση ζωής και συνείδησης. Όπως το θέτει, με άλλον τρόπο, ο Φρήμαν Ντάισον, «[δ]εν αισθάνομαι ξένος σ’ αυτό το σύμπαν. Όσο περισσότερο το εξετάζω και μελετώ τις λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής του, τόσο ανακαλύπτω περισσότερες ενδείξεις ότι κατά κάποιον τρόπο το σύμπαν γνώριζε τον ερχομό μας». Αυτή είναι η ιδέα που διατρέχει το βιβλίο του Ντέιβις.
Στο πλαίσιο, όμως, μιας πραγμάτευσης του ζητήματος της εξωγήινης ζωής, που είναι με διαφορά, νομίζω, η πληρέστερη στην ελληνική γλώσσα –και, ίσως, όχι μόνο στην ελληνική γλώσσα. Αν σκεφτούμε, μάλιστα, πως πρόκειται για ένα μικρό βιβλιαράκι στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα είναι στ’ αλήθεια εντυπωσιακό. Ο Ντέιβις, λοιπόν, αναλύοντας αστρονομικά και βιολογικά δεδομένα, με τρόπο εξαιρετικά εμβριθή και με παρουσίαση γλαφυρά κατανοητή, καταλήγει πως το σύμπαν δεν μπορεί παρά να βρίθει από ζωή και νοημοσύνη.

Ξέρει, βέβαια, πολύ καλά πως, με τη σημερινή κατάσταση της γνώσης μας η ζωή παραμένει ένα βαθύ μυστήριο. Οι φυσικές και χημικές διεργασίες, που οδήγησαν στη ζωή είναι εξαιρετικά περίπλοκες και απίθανες. Αν μόνο ο δαρβινισμός οδηγούσε τη σκέψη μας αναφορικά με τη ζωή, τότε θα έπρεπε να θεωρηθεί  πως είναι πολύ πιθανό να είμαστε μόνοι στο σύμπαν. Για να το κάνουμε πιο παραστατικό, ας σκεφτούμε πως η πιθανότητα τυχαίας δημιουργίας ενός μορίου DNA είναι περίπου 1: 1040000, ενώ το σύνολο των πιθανών πλανητών στο αστρονομικό σύμπαν είναι 1019. Αυτό κάνει, για να το πούμε σωστά, την πιθανότητα ύπαρξης ζωής στο αστρονομικό σύμπαν πρακτικά μηδενική. Βέβαια, αν το σύμπαν είναι άπειρο στο χώρο και στο χρόνο, τότε το αστρονομικό σύμπαν δεν είναι παρά ένα απειροελάχιστο τμήμα του. Σε αυτήν την περίπτωση, το άπειρο σύμπαν βρίθει από ζωή και νοημοσύνη, μόνο που η πιθανότητα να τη συναντήσουμε είναι μηδενική. Πράγμα που εξηγεί γιατί δεν πέφτουμε «πάνω τους».
Ας ξαναπιάσουμε, όμως, το νήμα από την αρχή. Σύμφωνα, λοιπόν, με την άποψη του Ντέιβις, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις –και μόνο τρεις- φιλοσοφικές, όπως τις ονομάζει, θέσεις αναφορικά με την προέλευση της ζωής: (α) πρόκειται για θαύμα, (β) υπήρξε ένα εξαιρετικά απίθανο τυχαίο συμβάν, (γ) αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια των νόμων του σύμπαντος.
Στην περίπτωση (α) έχουμε ένα υπερφυσικό γεγονός, στο οποίο οι νόμοι της Φυσικής παραβιάζονται. Δεν είναι, λέει ο  Ντέιβις, αναγκαίο να υποθέσουμε κάποιο είδος θεϊκής παρέμβασης, όταν μιλάμε για θαύμα. Με άλλα λόγια, προκειμένου να υπάρξει θαύμα, με την έννοια της παραβίασης ή της αναστολής των φυσικών νόμων, δεν είναι απαραίτητος ο Θεός. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας, «[μ]πορεί «απλώς να συμβεί» ή να αποτελεί μέρος ενός υπερνομοειδούς μετασχήματος που υπερβαίνει το φυσικό σύμπαν το οποίο γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις μας». Αυτό που θέλει να πει είναι πως δεν αποκλείεται το φυσικό σύμπαν να είναι εμβαπτισμένο σε ένα όλο, που δεν λειτουργεί βάσει νόμων, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Την περίπτωση (β), αυτή, δηλαδή, του εξαιρετικά απίθανου τυχαίου συμβάντος, την έχουμε ήδη σχολιάσει προηγουμένως. Αποτελεί την βασική παραδοχή της μεγάλης πλειοψηφίας των βιολόγων και η εμβληματικής έκθεση γίνεται στο περίφημο βιβλίο του Ζακ Μονό[1].
Ο Ντέιβις όπως και το σύνολο, σχεδόν, των φυσικών, αντίθετα με τους βιολόγους, φαίνεται να ενστερνίζεται την άποψη (γ), την ιδέα, δηλαδή πως η παρουσία της ζωής στο σύμπαν είναι αναπόφευκτη. Με τα λόγια του Καρλ Σάγκαν, «[ο]ι διαθέσιμες ενδείξεις υποδηλώνουν σαφώς ότι με δεδομένες τις αρχικές συνθήκες και με ένα δισεκατομμύριο εξελικτικού χρόνου, η ζωή έπρεπε να εμφανιστεί. Η εμφάνιση ζωής σε κατάλληλους πλανήτες μοιάζει να είναι εγγενές χαρακτηριστικό της χημείας του σύμπαντος».  
Συνδυάζοντας τρεις αρχές, την αρχή της ομοιομορφίας της φύσης, την αρχή της αφθονίας, σύμφωνα με την οποία στη φύση αυτό που είναι δυνατόν τείνει να πραγματοποιείται και την αρχή της μετριότητας -κοπερνίκεια αρχή-, κατά την οποία δεν υπάρχει τίποτε ξεχωριστό στις αστρονομικές, γεωλογικές, φυσικές και χημικές συνθήκες της Γης, είμαστε υποχρεωμένοι σχεδόν να αποδεχτούμε πως η εμφάνιση της ζωής , αλλά και της συνείδησης, είναι μια φυσική διεργασία μεγάλης πιθανότητας.
Ο Ντέιβις διατυπώνει με τον εξής τρόπο την θέση του: «Πιστεύω πως η συνείδηση δεν είναι τόσο τετριμμένη όσο εμφανίζεται στην καθιερωμένη βιολογική εικόνα. Στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου τετριμμένη. Είναι μια θεμελιώδης ιδιότητα –μια θεμελιώδης αναδυόμενη ιδιότητα- της φύσης, φυσική συνέπεια της δράσης των νόμων της Φυσικής. Με άλλα λόγια, η συνείδηση είναι κάτι που δεν εξαρτάται αποφασιστικά από κάποιο συγκεκριμένο μικρό τυχαίο γεγονός που συνέβη σε κάποιο σημείο της εξελικτικής διαδρομής. Αναμφίβολα, οι λεπτομέρειες της νοητικότητάς μας θα εξαρτώνται από τις δευτερεύουσες και τυχαίες λεπτομέρειες της εξελικτικής ιστορίας, όμως ισχυρίζομαι ότι η ανάδυση της νοημοσύνης –κάπου και κάποτε στο σύμπαν- είναι λίγο πολύ εγγυημένη. Δεν είναι κάτι που «απλώς συνέβη» κάπου ως αποτέλεσμα κάποιας τετριμμένης απροσδόκητης συγκυρίας και το οποίο δεν θα επαναλαμβάνονταν αν «ξαναγυρίζαμε το ίδιο έργο» από την αρχή. Με άλλα λόγια, ισχυρίζομαι ότι, με δεδομένους τους νόμους της Φυσικής και τις αρχικές συνθήκες του σύμπαντος, η ανάδυση της ζωής και της συνείδησης είναι αναμενόμενες. Σε μια «νέα εκδοχή», οι λεπτομέρειες θα ήταν διαφορετικές. Δεν θα είχαμε τον Homo sapiens –δεν θα είχαμε ούτε τη Γη. Ωστόσο, κάπου στο σύμπαν θα αναδυόταν συνειδητή ζωή. Θέλω να καταστήσω αρκετά σαφές ότι εμείς οι Homo sapiens δεν είμαστε ενσωματωμένοι στους νόμους της Φυσικής με κάποιον θεμελιώδη τρόπο, όμως πιστεύω πως η γενική κατεύθυνση –η τάση από το απλό στο πολύπλοκο και από αυτό στη συνείδηση- είναι κάτι που αποτελεί μέρος της συνηθισμένης δράσης των νόμων της Φυσικής. Υπήρχε ήδη, σιωπηρά, στους βασικούς νόμους του σύμπαντος» (σ. 103).
Ας κρατήσουμε καλά πως η ιδέα του Ντέιβις δεν κάνει παραχωρήσεις σε μια τελεολογική θεώρηση. Δεν είναι επανάληψη της ιδέας του Τεγιάρ ντε Σαρντέν, σύμφωνα με τον οποίο, η συμπαντική εξέλιξη έχει συγκεκριμένο τέλος, το σημείο Ωμέγα, που πάει να πει πως η κοσμική κίνηση είναι εξαρχής προγραμματισμένη να παράξει ορισμένο τελικό αποτέλεσμα. Αυτό που λέει ο Ντέιβις –και το λέει πολύ καλά- είναι πως το σύμπαν εμφανίζει μια εγγενή τάση προς την αυτοοργάνωση και την πολυπλοκότητα, η οποία μπορεί να παράξει χιλιάδες διαφορετικές μορφές. Με δεδομένο αυτό, η παρουσία της ζωής, της νοήμονος ζωής και της συνειδητής ζωής είναι απολύτως αναμενόμενη. Στην πραγματικότητα, μάλιστα, αν ψάχνουμε προγόνους αυτής της ιδέας, ο μαρξισμός –και, ιδίως, ο Ένγκελς- με την άποψή του για τις αναδυόμενες ιδιότητες, είναι πολύ περισσότερο κατάλληλος.
Με αυτήν την διευκρίνιση είναι ευκολότερο να κατανοηθεί, χωρίς παρεξηγήσεις, και το καταληκτήριο παράθεμα: «Αν η συνείδηση είναι ένα θεμελιώδες φαινόμενο που αποτελεί μέρος της δράσης των νόμων του σύμπαντος, τότε μπορούμε να περιμένουμε πως έχει εμφανιστεί και αλλού. Συνεπώς, η έρευνα για εξωγήινα όντα μπορεί να θεωρηθεί ως έλεγχος της άποψης ότι ζούμε σ’ ένα σύμπαν που εξελίσσεται, όχι μόνο ως προς τον τρόπο με τον οποίο η ζωή και η συνείδηση αναδύθηκαν από το αρχέγονο χάος, αλλά και ως προς τον τρόπο με τον οποίο η νόηση διαδραματίζει κάποιο θεμελιώδη ρόλο. Κατά τη γνώμη μου, η σημαντικότερη συνέπεια της ανακάλυψης εξωγήινης ζωής θα ήταν η αποκατάσταση ενός μέρους της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που προσβλήθηκε από την επιστήμη. Η απόδειξη της ύπαρξης εξωγήινων όντων δεν θα εξέθετε τον Homo sapiens ως ένα κατώτερο ον στο αχανές σύμπαν, αλλά θα μας παρείχε λόγους να πιστέψουμε ότι εμείς, με τον ταπεινό τρόπο μας, αποτελούμε τμήμα μιας ευρύτερης, μεγαλειώδους διαδικασίας κοσμικής αυτογνωσίας» (σ. 121).


[1] Ζακ Μονό, Η τύχη και η αναγκαιότητα, Ράππα, Αθήνα, 1971

Δεν υπάρχουν σχόλια: