ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΛΕΔΑΚΗ
Δέκα χρόνια μετά την
ίδρυσή της, η θεατρική ομάδα Blitz γεφυρώνει κείμενα τριών διαφορετικών
συγγραφέων, λαμβάνοντας ως πλαίσιο αναφοράς το κλασικό έργο Ο θείος Βάνιας του Αντόν Τσέχοφ. Τα άλλα
δύο κείμενα –των Τσβετάγιεβα και Έλιοτ– έρχονται να πλαισιώσουν και να δομήσουν
καλειδοσκοπικά τη βασική αφηγηματική δομή. Η ύφανση των κειμένων εγκαθιδρύει μια
ατμόσφαιρα υψηλής ποιητικής τάξης∙ οι προτάσεις της Μαρίνας Τσβετάγιεβα, σε
συρροή υπερτίτλων, εγγράφουν μια επιπλέον σημειωτική διαστρωμάτωση, μία υπόγεια
ροή μηνυμάτων που εν είδει αφορισμών συρράπτουν τη σκηνική δράση. Διαπλέκουν
ένα χωρικό νήμα το οποίο μαζί με τις λευκές κατακόρυφες επιφάνειες που ορίζουν
τα άκρα του σκηνικού, τυλίγουν σαν κουκούλι την ιδιάζουσα φλεγματικότητα της
επιτέλεσης.
Επί σκηνής στέκουν από
την αρχή κάποιες γλάστρες. Τα φυτά απασχολούν την προσοχή των ηρώων που τα
περιφέρουν ιεροτελεστικά –και δεδομένης της αποστασιοποίησης και των εμποδίων
της μεταξύ τους επικοινωνίας– καθίστανται ο βασικός συνομιλητής τους. Η φυτική
παρουσία εδώ φέρει εμφανή στοιχεία μιας προσανατολισμένης στα αντικείμενα
οντολογίας, όπου οι άνθρωποι και τα υπόλοιπα υλικά μοιράζονται έναν
αδιαφοροποίητο κόσμο που καθορίζεται από κοινές αρχές. Η εκδίπλωση των σκηνικών
δράσεων υπαινίσσεται κάτι ακόμα: οι τρόποι των ηρώων βασίζονται σε κάποτε
απρογραμμάτιστες και άλλοτε συστηματοποιημένες μηχανεύσεις. Επινοήσεις και
ευρήματα που προκύπτουν από την μεθοδική ανάλυση των κειμένων και την δοκιμασία
τους πάνω στην σκηνή. Τα κείμενα εφαρμόζονται ή προσαρμόζονται στην ειδική
συνθήκη αυτής της θεατρικής συγκυρίας και διανθίζονται από τη λειτουργία των
σκηνικών αντικειμένων. Επιστέγασμα της τακτικής, η εμφάνιση ενός όπλου που
εμψυχώνει μια απέλπιδη απόπειρα αυτοχειρίας. Η συνειδησιακή αυτοχειρία έχει
βεβαίως ήδη επέλθει, κι εδώ ο Βάνια επιδίδεται σε μια μάλλον μάταιη καταδίωξη:
κυνηγά στους διαδρόμους της απομονωμένης οικίας το φάντασμα της συνείδησής του.
Η σκιά συνεχώς του διαφεύγει και εκείνος αστοχεί εξακολουθητικά.
Η ποιητική του κειμένου αναδύεται από τη σύνθεση
τριών διαφορετικών λόγων (του Τσέχοφ, του Έλιοτ και της Τσβετάγιεβα). Η
αφηγηματική ροή εγκαθίσταται διαμέσου ενός συστήματος πολλαπλών χρονικοτήτων·
αφενός της πλοκής του Θείου Βάνια –που
εδώ συμπυκνώνεται και εξάγεται στους τρεις ηθοποιούς της ομάδας που φέρουν
χαρακτηριστικά περισσότερων ηρώων–, αφετέρου της φλογερής ιδιοσυγκρασίας της
Τσβετάγιεβα που ενθέτεται περιοδικά στους υπερτίτλους και λειτουργεί ως
αποκωδικοποίηση ή ως παράλληλη νοηματική επίστρωση του λόγου που αρθρώνεται.
Μέσα από τις στιχομυθίες και τη σκηνική δράση ανακύπτουν θραυσματικά οι Βάνια,
Αστρόφ, Ελένα και Σόνια. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες του τσεχοφικού έργου ωστόσο
δεν παραγράφονται απαραιτήτως. Εμπεριέχονται με τρόπο άφατο στη σχεδόν
μεταφυσικά ξεδιπλωμένη χωροχρονικότητα της παράστασης. Υφέρπουν σιωπηλά μέσα
στους ψιθύρους, στις εμβόλιμες εξαγγελίες από το ευκαιριακό πόντιουμ, στις χειρονομίες.
Η ομάδα Blitz βρίσκεται σε αιχμή και
πραγματώνει δηλωτικά ένα ανανεωμένο διακύβευμα, χρησιμοποιώντας πιο
αποκρυσταλλωμένες αναφορές, φθάνοντας σε έναν υποδόριο νοηματικό πυρήνα. Η
συμμετοχή του Νίκου Φλέσσα στη δραματουργία θα πρέπει να υπήρξε επιδραστική·
πρόκειται για μια συγκλονιστική συνεργία. Οι ερμηνευτές κλιμακώνουν με
σπονδυλωτό τρόπο ένα περίπλοκο ερμηνευτικό φάσμα που εμπεριέχει μια λεπτή
νοηματική ψιθύρων και μια σολιψιστική εκδηλωτικότητα. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη
απορροφάται η ελάχιστη εξωστρέφεια των ηρώων και μαζί αποδίδεται η αναφλεκτική κατάσταση
στην οποία τελούν.
Τα σκηνικά στοιχεία τα
οποία εμφιλοχωρούν στο υπερβατικό και αισθητικά ακραιφνές εσωτερικό που
εγκαθιστά η σκηνογράφος, Έφη Μπίρμπα, λαμβάνουν τα χαρακτηριστικά εκείνου που η
Μέλανι Κλάιν θα ονόμαζε αντικειμενότροπες σχέσεις: τα φυτά, το παιχνίδι, το
όπλο μπορούν να υπαχθούν στη σχιζοειδή συμβολική διάσταση και να εκληφθούν ως
αντικείμενα αποχωρισμού. Υλικές συναρθρώσεις οι οποίες δεν επιτρέπουν απλώς την
κλιμάκωση της αφήγησης, εν πολλοίς σκιαγραφούν το κύριο θεατρικό και κειμενικό σχέδιο:
τα αντικείμενα στο Vanya.10 χρόνια μετά –έστω
και έξω από τη λεκτική διάσταση– παρόλα
αυτά εγγράφονται ως κείμενο και αξιώνουν να αποτιμηθούν ως τέτοιο. Το άπλετο φως
και ο κενός χώρος των μονίμων παύσεων θα συγκροτήσουν στην παράσταση έναν
πρωτεύοντα συνδρομητή του νοήματος. Ο σκηνικός χώρος επιτείνει τη
συντακτικότητα της επιτέλεσης: περιέχει ως δοχείο τη δράση. Την κρατά σε ένα
υψίσυχνο ίσο και παράλληλα την υποβαστάζει στις πολλαπλές της διακυμάνσεις.
Το σπουδαιότερο επίτευγμα ωστόσο της
πρακτικής των Blitz είναι η κανονικοποίηση
της κειμενικής και της επιτελεστικής αναδιάρθρωσης: κατορθώνουν να
κατακερματίσουν το μέσο και να το ανασυνθέσουν με τρόπο ενιαίο. Παρακολουθώντας
την παράσταση, ο θεατής δε βρίσκεται μπροστά σε εκείνη την αμήχανη συνθήκη που
προσδιορίζει τόσο αναπόφευκτα τις περισσότερες αναστοχαστικές θεατρικές
πρακτικές, δημιουργώντας μια αγεφύρωτη απόσταση μεταξύ της προθετικότητας των
δημιουργών και της πρόσληψης του κοινού –επομένως ένα αμήχανο επικοινωνιακό
χάσμα. Στην προκειμένη περίπτωση οι προθέσεις φθάνουν στο κοινό με μια
διακριτική και λεπτοφυή επάρκεια, με ένα συντακτικό που το ίδιο αφήνει τις
σημασίες να εννοηθούν, πιο ευκρινώς από ό,τι μέσα στις λέξεις.
Mιλούμε λοιπόν για έναν Θείο Βάνια ο οποίος
εδώ ξαναγράφεται με εξαιρετική ικανότητα, αναπλάθεται μέσα από την πολυφωνία
της επιτελεστικής σύνθεσης και της συρραφής με άλλα κείμενα, καταλήγει να
διατυπώνεται σε διαφορετικό ιδίωμα, ένα ιδίωμα που θα μείνει σε ενδιάμεση
μορφή, εμπεδωμένο στην προφορική ιστορία της σύγχρονης θεατρικής τροπικότητας.
Σε δεύτερη ανάγνωση θα μπορούσαμε βεβαίως να ισχυριστούμε ότι δεν πρόκειται
καθόλου πια για τον Θείο Βάνια, αλλά για ένα νέο κείμενο που βρίσκεται υπό την
αυτουργική πρόθεση της ομάδας Blitz, συστήνοντας μια θεατρική μεταμυθοπλασία που θα μπορούσε
κάλλιστα να βρει το αντίστοιχό της στο χαρτί, ως νέο θεατρικό κείμενο. Τα
αποσπάσματα του Τσέχοφ ίσως είναι μόνο η αφορμή, το σημείο εκκίνησης ή η
ιστορική αναφορικότητα η οποία αποτελεί την απαράγραπτη προϋπόθεση για την
άρθρωση μιας νέας θεατρικής χωροχρονικότητας, μιας νέας ποιητικής.
Η Ευαγγελία Λεδάκη είναι κοινωνική
ανθρωπολόγος και επιμελήτρια εκθέσεων
Κώστας Καψιάνης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου