ΤΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
PIERRE MANENT, Οι μεταμορφώσεις της πόλεως. Δοκίμιο για τη
δυναμική της Δύσης, μτφ. Χρήστος Μαρσέλος, εκδόσεις Πόλις, σελ. 547
Χριστίνα Μήτρεντσε, Κολλωνα ή Skoob Tower μετά τον John Latham, 110 εκ. (ύψος) x 28 εκ. (διάμετρος), 2013, βιβλία απο τη συλλογή #ATML, χαρτόνι, μεταξοτυπία σε κορδέλα, ξύλο |
I
Ο
Πιερ Μανάν προσπαθεί να εξηγήσει την ανάπτυξη της Δύσης μέσα από την έννοια της
πόλεως. Η πόλις, τονίζει ο Μανάν, οργανώνει την ανθρώπινη συμβίωση, αλλά και
καθιστά δυνατή την ίδια την πολιτική. Με αυτήν την έννοια, αναπροσδιορίζεται η
ίδια η ανθρώπινη πράξη, ως προς την πολιτική της διάσταση, εφόσον η διεύθυνση
των κοινωνιών συνιστά πρόβλημα που αποτυπώνεται στις τέσσερις, κύριες πολιτικές
εκφράσεις που γνώρισε η Δύση, κατά την πολιτική και τη θρησκευτική της
ανάπτυξη: πόλις, αυτοκρατορία, Εκκλησία, έθνος. Αυτές οι εκφράσεις, ωστόσο,
επειδή συνδέονται με το πρόβλημα του πώς πρέπει να ασκείται η κυριαρχία – και
από ποιους – αποτυπώνονται στις μορφές της πολιτικής αρετής. Η σχέση της
τελευταίας με την πολιτική αποτέλεσε σταθερό πρόβλημα, στο οποίο έχουν
απαντήσει ο Αριστοτέλης, ο Κικέρωνας, ο Μακιαβέλλι και ο Ρουσσώ. Στη συνέχεια,
θα προσπαθήσω να ανασυγκροτήσω την προβληματική που αναπτύσσει ο Μανάν, σε αυτό
το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, μέσα από αυτές τις απαντήσεις, που καθεμιά τους
αποτελεί και μια από τις μορφές της πολιτικής αρετής.
II
Ο
Μανάν ξεκινά από τη διάκριση του αρχαίου και του νεότερου πολιτικού στοχασμού.
Άλλωστε ο ίδιος ο όρος «πολιτική φιλοσοφία» απαντά στο τρίτο βιβλίο των
«Πολιτικών» του Αριστοτέλη («φιλοσοφίαν πολιτικήν», 1282 a
12, 15-25) και
διατυπώνεται σε σχέση με το αντικείμενο της πολιτικής φιλοσοφίας. Το
αντικείμενό της δεν μπορεί παρά να είναι ένα πρόβλημα. Αυτό το πρόβλημα αφορά
τη σχέση της ισότητας και της ανισότητας ως προς το πώς και σε ποιους είναι
δίκαιο να κατανέμεται η κυριαρχία. Συνεπώς, το άριστο πολίτευμα θα ορίζεται και
ως δίκαιο πολίτευμα, σε σχέση με αυτό το πρόβλημα. Με γνώμονα, τώρα, αυτό το
πρόβλημα, ας παρακολουθήσουμε την πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση που επιχειρεί ο
Μανάν. Είπαμε ότι η πολιτική ιστορία της Δύσης φαίνεται να έχει τέσσερα
πρόσωπα. Είναι οι τέσσερις μορφές της οργανωμένης ανθρώπινης, κοινωνικής
συνύπαρξης. Ο Μανάν παρατηρεί τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά αυτών των
«προσώπων», εξετάζοντας τα γνωρίσματα που μας επιτρέπουν να καταλάβουμε τη
συνάφεια και τις διαφορές ανάμεσα στην αρχαιοελληνική και τη νεότερη πολιτική
φιλοσοφία. Η πρώτη υπερτερεί της δεύτερης, σύμφωνα με τον Μανάν. Πώς, όμως,
εξηγεί και δικαιολογεί ο Μανάν αυτή την υπεροχή; Προφανώς, δεν αμφισβητεί την τομή που επέφερε
ο Χομπς στον πολιτικό στοχασμό, με τη γεωμετρική και αναλυτική του μέθοδο, ούτε
και υποτιμά τη θεμελίωση του κλασικού πολιτικού φιλελευθερισμού. Επίσης, δεν
ενδιαφέρεται να εξεύρει και να διατυπώσει στοιχεία υποστηρικτικά μιας
γενικότερης υπεροχής της αρχαιοελληνικής σκέψης έναντι της νεότερης πολιτικής
φιλοσοφίας. Ο Μανάν ανάγει τις διαφορές, που εξηγούν και δικαιολογούν την
υπεροχή της αριστοτελικής πολιτικής φιλοσοφίας, στο αρχικό πρόβλημα. Σε σχέση
με αυτό ορίζεται η πολιτική φιλοσοφία, έτσι όπως την ονομάζει ο νονός της,
αυτός που πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο, δηλαδή ο Αριστοτέλης. Το πρόβλημα,
δηλαδή, που αφορά τη σχέση της ισότητας με τις προϋποθέσεις που ορίζουν τη
δίκαιη κατανομή της κυριαρχίας, στην πόλη, οδηγεί στο πώς πρέπει να
συλλαμβάνουμε την τελευταία. Η σύλληψη της πόλης είναι το κριτήριο για την
αποτίμηση της αρχαιοελληνικής και της νεότερης πολιτικής φιλοσοφικής σκέψης.
III
Σε
αυτό το πλαίσιο καθορισμού των προβλημάτων και αναζήτησης της συνάφειας και των
διαφορών, η πόλη συνιστά το εριζόμενο θέμα. Έτσι, ο Μανάν εκθέτει τον τρόπο με
τον οποίον ο αρχαιοελληνικός πολιτικός στοχασμός συνέλαβε την πόλη ως μορφή
πολιτικής ένωσης και οργανωμένης συνύπαρξης, η οποία, όχι μόνο επιτρέπει, αλλά
και ωθεί τους πολίτες στην αυτοκυβέρνησή τους. Από την άλλη, ο νεότερος
πολιτικός στοχασμός συνέλαβε την πόλη ως κρατική οργάνωση, συσταθείσα με σκοπό τη διασφάλιση της ατομικής συντήρησης,
της ασφάλειας και της ιδιοκτησίας. Η αρχαία ελληνική πόλη υπήρξε η συνθήκη της
οργανωμένης κοινωνικής και πολιτικής συνύπαρξης, που ανέδειξε τη διηνεκή
συμμετοχή στα δημόσια πολιτικά πράγματα ως την κύρια έκφραση της πολιτικής
αρετής και την πολιτική αρετή ως τη μείζονα καθοριστική ιδιότητα του
ανθρώπου-πολίτη. Ο Μανάν, εδραζόμενος σε αυτή την παραδοχή, μελετά το πώς
συλλαμβάνει ο Κικέρωνας την ύπαρξη της πόλης και το πώς την συνδέει με την
πολιτική αρετή. Σε αυτή του τη μελέτη, εστιάζει το ερευνητικό του ενδιαφέρον
στον Πολύβιο και το έκτο βιβλίο των Ιστοριών, στο οποίο ο Πολύβιος εξηγεί
την επέκταση και την κατίσχυση της Ρώμης και της αυτοκρατορίας της, την οποία
παρουσιάζει ως διευρυμένη μορφή της πόλης και έκφραση μίας πλήρους πολιτικής
κοινότητας. Ο Μανάν στηρίζεται στο ότι ο Πολύβιος ανάγει τη δύναμη της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας στην αξία και την υπεροχή του ρεπουμπλικανικού της πολιτεύματος.
Το επόμενο βήμα του Μανάν είναι να συνδέσει αυτό το πολίτευμα με την ιδέα του
μικτού κυβερνητικού συστήματος και την έκθεσή του από τον Κικέρωνα στο Περί Πολιτείας. Η ιδέα του Κικέρωνα για
το μικτό πολίτευμα έχει σαφώς αριστοτελικό περιεχόμενο και προσπαθεί να
συνδυάσει την αριστοκρατική αρχή με τη βούληση των πολλών, του πλήθους, με
γνώμονα το γενικό συμφέρον. Πώς συνδυάζεται, όμως, η επιδίωξη και η υπηρέτηση
του γενικού συμφέροντος με τη συνοχή της πόλης και τη διατήρηση του
πολιτεύματός της; Το ερώτημα αναδεικνύει το πρόβλημα του πώς διασφαλίζεται η
σταθερότητα στην πολιτεία. Ο Μανάν ανατρέχει στον Μακιαβέλλι. Στις Διατριβές πάνω στην Πρώτη Δεκάδα του Τίτου
Λίβιου, ο Μακιαβέλλι διαπιστώνει ότι η ζητούμενη σταθερότητα ουδέποτε
επετεύχθη στα κλασικά πολιτεύματα. Η
κυκλοτερής κίνηση που περιγράφει την έκπτωση των ορθών πολιτευμάτων, δηλαδή
αυτών που αποσκοπούν στο γενικό συμφέρον, στις εκφυλιστικές τους παραφθορές
(«παρεκβεβηκυίαι πολιτείαι») θέτει διαρκώς υπό διακύβευση τη συνοχή τους. Ανακύπτει,
λοιπόν, το ερώτημα: μπορεί – και πώς – να αποτραπεί αυτή η κίνηση; Αυτό θα
σήμαινε ότι θα μπορούσε να υπάρξει ένα συνεκτικό, ορθό πολίτευμα. Ο Μανάν μάς
δείχνει ότι ο Μακιαβέλλι εξετάζει τη φύση του μικτού πολιτεύματος, ως αρίστου
πολιτεύματος, έτσι ώστε να καταφανεί ότι η ρεπουμπλικανική πολιτεία υπερέχει
των άλλων πολιτευμάτων, ως προς τη συνοχή της, διότι συνιστά μικτό πολίτευμα,
το οποίο συνθέτει στοιχεία από τις αρχές άλλων πολιτευμάτων και έτσι υπερβαίνει
την εγγενή αστάθεια και απροσδιοριστία που υπάρχει σε κάθε πολίτευμα. Αυτό
σημαίνει ότι, στη ρεπουμπλικανική πολιτεία, είναι δύσκολο μία από τις τρεις
εξουσίες να κατισχύσει των υπολοίπων, ακριβώς λόγω της σύνθεσή της. Έτσι, η
πολιτική κυριαρχία τυγχάνει της υπεράσπισης όλων και δεν είναι υπόθεση μίας
μόνο εξουσίας. Μέχρις εδώ, ο Μακιαβέλλι
βρίσκεται κοντά στην κικερώνεια προβληματική ως προς το μικτό πολίτευμα.
Η τομή, όμως, που επιφέρει έγκειται στο ότι προκρίνει την υποβοήθηση των
διαφωνιών και των διαφορών, στην πολιτεία, θεωρώντας ότι αυτές ενισχύουν τη
συνοχή της πόλης. Το επιχείρημα έχει ως εξής: εάν κάθε μερίδα της πολιτείας
αποσκοπεί στα δικά της συμφέροντα, η εξισορρόπηση – και όχι η περιστολή – αυτών
των ιδιαίτερων αποβλέψων ρυθμίζει τη λειτουργία του συνόλου και, έτσι, μειώνει
τον κίνδυνο να διασαλευτεί η σταθερότητα. Ο κερματισμός, δηλαδή, της κοινωνικής
σφαίρας και οι εσωτερικές διαιρέσεις ανακαθορίζουν το νόημα της ελευθερίας:
ενώ, στην κλασική ρεπουμπλικανική εκδοχή της, η ελευθερία ορίζεται ως διαρκής
πολιτική συμμετοχή, στον Μακιαβέλλι συγκαθορίζεται και από την αρνητική σημασία
της ως απουσία καταναγκασμού ως προς τον ανταγωνισμό των επιμέρους συμφερόντων.
Με αυτή την έννοια, ο ρεπουμπλικανισμός του Μακιαβέλλι αναμορφώνει την ιδέα της
πολιτικής αρετής. Ο Μανάν πολύ εύστοχα μας δείχνει πώς ο Ρουσσώ αναδέχεται την
παράδοση του αναστοχασμού ως προς τη σχέση γενικού συμφέροντος και επιμέρους
συμφερόντων, καθώς και τη διάκριση της γενικής βούλησης από τη βούληση όλων.
Αυτές οι διακρίσεις ανασυγκροτούνται μέσω της πολιτικής αρετής. Η τελευταία,
κρατώντας το αριστοτελικό της περιεχόμενο, συγκροτεί και ορίζει την πολιτική
ιδιότητα αλλά και την ίδια την ελευθερία των αυτοκυβερνώμενων ανθρώπων. Αυτό το
ιδεώδες ανέδειξε η πόλις.
Ο Στέφανος
Δημητρίου διδάσκει Πολιτική Φιλοσοφία στον Τομέα Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου