ΤΟΥ
ΜΙΧΑΛΗ ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΥ
Frank Gimpaya, Image from the South Bronx Series I, 1979, Φωτογραφία
|
Στις
εκλογές του Μαΐου του 2014 φαίνεται περισσότερο από εφικτή για πρώτη φορά η
πραγματοποίηση ενός αιτήματος που αποτέλεσε μια ιστορική απαίτηση του ελληνικού
λαού: μια πραγματική λαϊκή αυτοδιοίκηση. Και στο παρελθόν είχαμε στις αυτοδιοικητικές εκλογικές επιτυχίες
της Αριστεράς, ιδίως στις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες. Όμως αυτή τη φορά,
δεδομένης της συνολικής ισχύος της Αριστεράς στην κεντρική πολιτική σκηνή, οι πιθανές
εκλογικές επιτυχίες της δεν θα καθιστούν τους αντίστοιχους δήμους ως νησίδες
δημοκρατίας στον διοικητικό μηχανισμό του κράτους, αλλά θα φαντάζουν ως η εν
δυνάμει διεκδίκηση ενός συνολικότερου προτάγματος λαϊκής εξουσίας, στο πλαίσιο
του οποίου η αυτοδιοίκηση θα συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο του. Αυτό, δηλαδή,
που έγινε επί ΕΑΜ την περίοδο της Κατοχής.
Γιατί τότε η
λαϊκή αυτοδιοίκηση αποδείχθηκε κομβικής σημασίας προϋπόθεση της εαμικής
πολιτικής τομή· ήταν το στοιχείο εκείνο που ανήγαγε το αντιστασιακό ενέργημα σε
μέρος μιας συνολικής πολιτικής ρήξης με το υπάρχον καθεστώς πολιτικών σχέσεων,
εδραιώνοντας την συλλογική συνειδησιακή μεταβολή που η Αντίσταση επέφερε. Ο
κάθε πολίτης, χωρίς τη μεσολάβηση των τυπικών μηχανισμών πολιτικής ένταξης που
απέκλειαν τους μη επαγγελματίες πολιτευτές, εμπλεκόταν μέσω των θεσμών της
εαμικής αυτοδιοίκησης στην άσκηση δημόσιας εξουσίας, συγκροτώντας το δικό του
πλαίσιο πολιτικών ρυθμίσεων. Ενέγραφε, δηλαδή, τον εαυτό του σε μια οργανωμένη
διαδικασία συλλογικής αυτοδιεύθυνσης με προοπτική την ευρύτερη κοινωνική
ανασυγκρότηση.
Στην
εισηγητική του έκθεση προς την ΠΕΕΑ, στις 5 Αυγούστου 1944, ο γραμματέας των
Εσωτερικών Γ. Σιάντος, συμπληρώνοντας τις υπάρχουσες από τις 10 Απριλίου 1944
ρυθμίσεις του Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τόνιζε ότι η εαμική αυτοδιοίκηση,
μέσα στη φωτιά του εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου, αποτελούσε τον βατήρα που,
για πρώτη φορά στην νεώτερη ελληνική ιστορία, ανύψωνε τον μέσο άνθρωπο σε
νοικοκύρη στον τόπο του. Ξεπηδώντας μέσα από την αυθόρμητη συγκρότηση
εκατοντάδων λαϊκών επιτροπών, ήταν εκείνη η συνθήκη που εξασφάλισε μια απίστευτη αποδοτικότητα στην άσκηση της
τοπικής εξουσίας, επεκτείνοντας ταυτόχρονα παιδευτικά τον πολιτικό ορίζοντα των
ανθρώπων που ενεπλάκησαν στις λειτουργίες της.
Όλα
οφείλονταν στην ενεργοποίηση της δυνατότητας να στηρίζεται ένα καθεστώς
πολιτικών σχέσεων στη δημιουργική ικανότητα των ανθρώπων και στο αίσθημα
ευθύνης που γεννούσε η απαίτηση για κοινωνική μεταβολή. Γιατί οσοδήποτε καλή
και λαϊκή αν είναι μια κεντρική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να καταστεί, ο «ήλιος
και να φέξει σε όλη τη χώρα, κινώντας από την Αθήνα όλες τις ζωντανές δυνάμεις
του έθνους». Αυτό μόνο με την αυτοδιοίκηση θα το πετύχουμε έλεγε ο Σιάντος.
Μάλιστα, έδινε ως παράδειγμα τα αντιπλημμυρικά και αρδευτικά έργα της εποχής
που δρομολογούσε η Αντίσταση ή την προστασία της υγείας των ανθρώπων στα χωριά.
Μόνο οι δήμοι και οι κοινότητες ήταν ικανές να αλλάξουν πραγματικά την όψη της
χώρας για τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ.
Αυτή την
ενεργοποίηση του κάθε πολίτη χρειάζεται ο τόπος και η Αριστερά σήμερα. Γιατί
ακόμα και αν αποκτήσει πρόσβαση στην κυβερνητική εξουσία χωρίς την ενεργοποίηση
του καθενός -κυριολεκτικά-, θα διαθέτει ελάχιστα περιθώρια να προωθήσει έστω
και τους πιο στοιχειώδεις στόχους της. Γιατί δεν είναι μόνο η κατάκτηση του
κυβερνητικού θώκου, αλλά οι πολιτικές που θα επιχειρήσει να εφαρμόσει και κυρίως
η επίθεση που θα δεχθεί μετά. Όχι μόνο μέσω του κρατικού μηχανισμού, των
ισχυρών οικονομικών κύκλων, των αστικών πολιτικών κομμάτων, του ξένου κεφαλαίου
και των παλιών κατασταλτικών δυνάμεων, αλλά και μέσω μηχανισμών του τύπου του
παρακράτους, των «αγανακτισμένων πολιτών» που θα έχουν εμφιλοχωρήσει στη βάση
της κοινωνίας. Ας μην μας διαφεύγει της προσοχής η προνομιακή σχέση που
προσπαθεί να συγκροτήσει η «Χρυσή Αυγή» σε θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης και τη
δυναμική που μέσω αυτών διεκδικεί.
Αν θέλει
αυτά να αντιπαρέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μόνο μια λύση: την στήριξη στο μαζική λαϊκό
κίνημα, σε αυτό που θα αφορούσε σε μια ευρύτατη κίνηση μαζών. Στον κάθε πολίτη
ξεχωριστά. Γιατί πέρα από τις κομματικές γραμμές, κάνοντας πράξη την ενότητα
της Αριστεράς στη βάση, πολλοί θα κληθούν να βάλουν πλάτη στο πλαίσιο της μάχης
που θα διεξαχθεί όταν κινηθεί η απόπειρα να αντιστρατευτεί το αριστερό κίνημα τις
υπάρχουσες πολιτικές. Και εκεί δεν αρκούν μόνο οι κομματικοί μηχανισμοί,
κάποιοι εκ των οποίων, μάλιστα, προσωρινά είναι απρόθυμοι. Απαιτείται, κυρίως,
η ενεργοποίηση των νέων θεσμών της λαϊκής αυτοδιοίκησης που οφείλει τάχιστα να
δημιουργήσει η Αριστερά, επενδύοντας στους νέους συσχετισμούς που οι δημοτικές
εκλογές θα διαμορφώσουν. Θεσμούς και
διαδικασίες που τους ξεπερνά οποιοδήποτε πολιτικό πρόγραμμα και άπτονται της
δημιουργικότητας που είναι υποχρεωμένες να επιδείξουν οι λαϊκές μάζες,
αντιστεκόμενες στην επίθεση που θα δεχθούν. Αυτό σημαίνει, παράλληλα, ότι θα
γεννηθούν σειρές δομών αιρετότητας των εξουσιών που θα διανοίγουν τα μέτωπα
αντίστασης στην εμπιστοσύνη του κάθε πολίτη, αυτό που κάποτε ο Σιάντος ονόμαζε «διπλό
έλεγχο από τα κάτω», ώστε χιλιάδες τοπικές γενικές συνελεύσεις να
ενεργοποιηθούν, συνοικιακά συμβούλια να προκύψουν, ομάδες πολιτών να
αναπτυχθούν.
Όλα αυτά
πρέπει να συντελεστούν σε συνθήκες όπου οι ρυθμοί θα γίνουν καταιγιστικοί, όπως
επί ΕΑΜ της Κατοχής. Πιθανόν να μη φανεί καν αρκετό οι λαϊκοί θεσμοί να συνέρχονται
κάθε 15 μέρες όπως τότε, αλλά να απαιτηθεί μια καθημερινή συλλογική δράση ώστε
το κίνημα ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των στιγμών. Διότι στα νέα δημοτικά συμβούλια,
στις νέες λαϊκές συνελεύσεις, θα πέσει όλο το βάρος της υλοποίησης των
πολιτικών αναδιανομής που θα απαιτηθούν με όχημα τη διαχείριση κοινοτικής ή
δημοτικής περιουσίας, τη συγκρότηση δημοτικών προϋπολογισμών, τη διανομή
βοηθημάτων, την επιβολή φόρων και άρση άλλων, τη διαχείριση κρατικών πιστώσεων
προνοιακής μορφής, τις δημοτικές επενδύσεις, τις πολιτικές τοπικής απασχόλησης
κλπ.
Ειδικά σε
συνθήκες μιας παρατεταμένης αποδιάρθρωσης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης,
απίσχνασης των δικτύων κοινωνικής πρόνοιας, εκτεταμένης φτωχοποίησης, υψηλού
κόστους διαβίωσης και υπηρεσιών, η οποιαδήποτε πολιτική αντιστροφής της
κατάστασης δεν θα διαθέτει καν τους παραδοσιακούς κρατικούς μηχανισμούς και
μάλιστα όταν η πολιτική αυτή θα πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα. Το κενό καλύπτεται
μόνο επενδύοντας στους λαϊκούς θεσμούς με άξονα την τοπική αυτοδιοίκηση. Δεν
είναι τυχαίο ότι και τον Ιούνιο του 1944 όταν το ΕΑΜ επιχείρησε να σώσει για
ακόμη μια φορά των πληθυσμό στην αυτοδιοίκηση απευθύνθηκε ώστε να
εντατικοποιηθεί η μάχη της σοδειάς αλλά και να αποκατασταθούν άμεσα οι ζημιές
που προξενούσαν οι κατακτητές.
Άρα το
ζήτημα τοπική αυτοδιοίκηση είναι κομβικής σημασίας. Και μάλιστα ως διαρκές
αίτημα ανάδειξης του ρόλου των οργάνων συλλογικής διοίκησης των δήμων, μια
διαδικασία σε συνεχή εξέλιξη που απαιτεί τη διαρκή αναβάθμιση των κατακτήσεων
που συντελέστηκαν. Αυτό προϋποθέτει ένα διαρκές αυτοδιοικητικό κίνημα που, όπως
και με την λαϊκή αυτοδιοίκηση στην Αντίσταση, θα εγγυάται την υποβάθμιση του
ρόλου του δημάρχου προς όφελος των συλλογικών οργάνων, τη διεξοδική ανάλυση των
αποφάσεων με αποδέκτη τον κάθε πολίτη, την
αμεσότητα στην εκτέλεση τους, τον έλεγχο των εκάστοτε πεπραγμένων σε
δημόσιες συνελεύσεις, τη θεσμοθέτηση της ανακλητότητας των δημοτικών συμβούλων
κλπ.
Ειδικά για
το θέμα της ανακλητότητας, το άρθρο 28 του Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης της
Αντίστασης σημείωνε ότι ήταν το δομικό στοιχείο της δημοκρατικότητας της λαϊκής
αυτοδιοίκησης. Γιατί το δικαίωμα της ανάκλησης φιλοδωρεί τον πολίτη με την
πεποίθηση ότι είναι ο άμεσος συντελεστής της πολιτικής διαδικασίας, τον εμφορεί
με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης, τον προτρέπει να ασκεί δημόσιο έλεγχο και να
επιδεικνύει κοινωνική αλληλεγγύη. Αυτό σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση των
λαϊκών συνελεύσεων, συναρτημένων με τη δυνατότητα του κάθε πολίτη να
διαμορφώνει και να τροποποιεί την ημερήσια διάταξη της συζήτησης, να επιδίδεται
σε τοπικά δημοψηφίσματα, να συμπληρώνει και να συντάσσει ερωτηματολόγια, να
υποβάλει αιτήσεις για δημόσια διαβούλευση, να απαιτεί ελάχιστο όριο ομιλητών
στις συνελεύσεις τα 10 άτομα, όπως προέβλεπε
και ο Κώδικας της Αντίστασης.
Το βάρος
που αναλαμβάνουν οι δημοτικοί συνδυασμοί της Αριστεράς είναι τεράστιο, όπως
άλλωστε, και οι ευθύνες να αξιοποιήσουν τις διαθέσεις και τη δημιουργικότητα
των μαζών. Από την άποψη αυτή, και δεδομένου ότι πιθανά δεν αποδόθηκε σε αυτό το
βάρος που θα έπρεπε, χρειάζεται έστω και τώρα μια πανστρατιά ώστε να κερδηθούν
όσες περισσότερες τοπικές εκλογές γίνεται. Γιατί οι πολιτικές εξελίξεις θα
δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις να διαρρηχθούν οι υπάρχουσες σχέσεις κεντρικής
εξουσίας και τοπικής αυτοδιοίκησης και θα δώσουν τις δυνατότητες δομικών
μεταβολών στο περιεχόμενο και τη λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης, μη
δικαιολογώντας το επιχείρημα του υποδεέστερου των αυτοδιοικητικών
αρχαιρεσιών. Αν δεν αδράξει κανείς την
ευκαιρία, τα εμπόδια στη διαχείριση και την ανατροπή των αποτελεσμάτων της
κρίσης θα είναι μεγάλα.
Ο Μιχάλης
Λυμπεράτος είναι ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου