15/2/14

Ανθρωπογεωγραφία

ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΝΙΚΟΛΑΚΑΚΗ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΙΡΜΠΑΣ, Η Βικτώρια δεν υπάρχει, εκδόσεις Νεφέλη, σελ. 61


Τυρκουάζ πλακάκια. Αυτό ήταν για μένα η πλατεία Βικτωρίας από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στην Αθήνα. Ένας δημόσιος κατασκευασμένος χώρος με οικοδομικά υλικά που από την πρώτη ματιά σε παρέπεμπαν στην αρχιτεκτονική περίοπτων κτιρίων μίας άλλης εποχής. Και μια φράση του παππού του Χαράλαμπου, που μου είχαν μεταφέρει, ο οποίος ανήσυχος για τις υπερβολικές απαιτήσεις των δύο θυγατέρων του έλεγε πώς «ήθελαν να παντρευτούν μεταξύ Αχαρνών και Πατησίων». Ως πρωτοετής φοιτητής στην Αθήνα του 1999, την εποχή που η ιδιωτική τηλεόραση μεγαλουργούσε στην αναπαραγωγή ρατσιστικών στερεοτύπων, μου φαινόταν αδιανόητο να κατανοήσω για ποιο ακριβώς λόγο να θέλει κάποια να παντρευτεί σε εκείνη την περιοχή, πόσο μάλλον να ζήσει ή να κάνει οικογένεια. Η όποια γνώση γύρω από την ιστορία της πλατείας ήρθε μετά: για την καφετέρια του Δομάζου και την κατασκευή του ηλεκτρικού. Μου έμενε πάντα όμως η αίσθηση ότι υπήρχε κάτι το παράδοξο σε αυτό το χώρο, με τις πολυκατοικίες του ’50 και τα νεοκλασικά στην Αχαρνών. Αυτή είναι η δικιά μου πλατεία Βικτωρίας. Η Βικτώρια όμως του Γιάννη Τσίρμπα είναι τελείως άλλο φρούτο...
Η ιστορία ξεδιπλώνεται γύρω από τη γνωριμία του κεντρικού ήρωα, ενός κάτοικου της Αθήνας, με έναν εκφασισμένο συμπολίτη του. Η σταδιακή εξομολόγηση του δεύτερου σχετικά με τις πολιτικές και κοινωνικές του πεποιθήσεις εκτυλίσσεται σε ένα ταξίδι με το τρένο με τελικό προορισμό την πλατεία Αττικής. Ο ήρωας εμφανίζεται να αδυνατεί να συλλάβει την εμπειρία του συνομιλητή του και έτσι την αφήγηση της σταδιακής αλλαγής του ανθρώπινου μωσαϊκού και του τοπίου πέριξ της πλατείας Βικτωρίας τη συνοδεύει η ιστορία του άγχους, της απώθησης και της αποστροφής που του προκαλεί τόσο ο φασισμός όσο και η κοινωνική υποβάθμιση της ιστορικής γειτονιάς του κέντρου. Κάθε φορά που ο αποτροπιασμός του ήρωα κορυφώνεται, ο συγγραφέας παραβάλει και άλλη μια μικρή ανθρώπινη ιστορία με την οποία προσπαθεί να συμπληρώσει την ανθρωπογεωγραφία της περιοχής. Έτσι, ο τελικός χάρτης περιλαμβάνει ανθρώπινες εικόνες της νύχτας της, του πολιτικού και ερωτικού περιθωρίου, των κλειστών επαγγελματικών επιλογών και της μικροπαραβατικότητας, όψεις και αυτές του καθημερινού τοπίου της Βικτώριας.
Η νουβέλα είναι πολύ καλή, αλλά εγώ του Τσίρμπα θα του το κρατάω μανιάτικο. Πήγα να διαβάσω ένα βιβλιαράκι 60 σελίδες και, αντί για ευχαριστώ, ο συγγραφέας μου έριξε μπουκέτο. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί για να εκφράσει τη σκέψη του είναι τολμηρή και περίεργα «ιθαγενής». Δεν προσπαθεί να εξαγνιστεί μέσα από λογοτεχνισμούς που θα καθαγίαζαν ένα γλωσσικό σύμπαν εκ των πραγμάτων «βρώμικο». Αλλά, ταυτόχρονα, δεν προσπαθεί να υπερβάλλει ως προς την λαϊκότητα ή την περιθωριακότητά της. Δεν ξέρω αν στα ψιλικατζίδικα γύρω από την οδό Φυλής οι περίοικοι και οι γείτονες μιλάνε όπως οι ήρωες της Βικτώριας, εγώ πάντως σίγουρα πείστηκα επ’ αυτού.
Το βιβλίο του Τσίρμπα αποτελεί μια αναπαράσταση του φασισμού στην ελληνική κοινωνία, όπως αυτός αρθρώνεται ως αστικό, δηλαδή γεωγραφικά προσδιορισμένο στον αστικό χώρο, φαινόμενο. Προσπαθεί μέσα από ατομικές αφηγήσεις να ξεχωρίσει τη δημοσιογραφική αναπαράσταση της «κατάληψης» του κέντρου από την «εισβολή» των μεταναστών, από την πραγματικότητα της κινούμενης και ανισομερούς δυναμικής του Αθηναϊκού τοπίου και τη βιωμένη χωρική υποβάθμιση, συνθήκη που δυναμιτίζει τον κοινωνικό ιστό και κάνει τις πλέον παράλογες σκέψεις, όπως η φασιστική φαντασίωση της μαζικής εξολόθρευσης των μεταναστών, να ανθίζουν. Ταυτόχρονα, ιχνηλατεί τους ομόκεντρους κύκλους που διαγράφουν οι πορείες των προσφύγων γύρω από τους χώρους της εσωτερικής μετανάστευσης, που τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 άγαρμπα δόμησαν την σημερινή Αθήνα.
Ο φασισμός στον Τσίρμπα όμως δεν αναπαρίσταται ως ατομικό φαινόμενο. Δεν φωλιάζει στην ψυχή του κακού φασίστα συνομιλητή του ήρωα. Αντίθετα, είναι διατομικό φαινόμενο. Ακμάζει στα όρια της επαφής τους. Στο σημείο που εφάπτονται η απώλεια της αίσθησης της τοπικότητας, η αλλοτρίωση του αστικού τοπίου, η κατάρρευσης της γνωστής κοινότητας του «φασίστα» με την απώθηση, την αδιαφορία και τον κομφορμισμό του «κανονικού». Όσο η αφήγηση εκτυλίσσεται, τόσο παρατηρούμε τον ήρωα να βυθίζεται με ψυχαναγκασμό στην οθόνη του κινητού του και στα διαφημίστηκα banners και mail που έρχονται στο τάμπλετ του.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να διαβάσετε το η Βικτώρια δεν υπάρχει. Ο πιο ενδιαφέρον από αυτούς είναι ότι μοιάζει να μην υπάρχει επιμύθιο, «κλου», ηθικό δίδαγμα ή πολιτικό συμπέρασμα. Ίσως για αυτό να έμεινα και εγώ με ένα αίσθημα ανολοκλήρωτο. Τι να γίνει, θα πρέπει να περιμένω το επόμενο του συγγραφέα. Καλοδιάβαστο!



Ο Μιχάλης Νικολακάκης είναι δρ Κοινωνιολογίας

Αθανάσιος Ζαγορίσιος, Κυκλοδωδεκάνιο, 2008, ακρυλικό γυαλί, κυκλοδωδεκάνιο

Δεν υπάρχουν σχόλια: