24/8/13

Εις παραμονάς εκρήξεως του Βαλκανικού ηφαιστείου


ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ (4)

ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Βασίλης Γεροδήμος, Untitled, 2013,
εγκατάσταση, χαρτόνι και χαρτί, μεταβλητές διαστάσεις
Ο απεσταλμένος της Ακρόπολης δημοσιογράφος Σταμάτιος Σταματίου (1885-1946), γράφει αρκετές «Μακεδονικές επιστολές» από τη Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι [σημ. Bitola] και την Κωνσταντινούπολη στο διάστημα που εντατικοποιούνται οι δια-βαλκανικές συνεννοήσεις και τα μέτωπα πολλαπλασιάζονται: Στο εσωτερικό έχει πρόσφατα ανατραπεί το κίνημα των Νεοτούρκων, αλλά μέλη του στρατιωτικοί συγκρούονται με τους Αλβανούς, ενώ ιταλικά πολεμικά πλοία βομβαρδίζουν τα Δαρδανέλλια. Την εσωτερική οθωμανική αντιπαλότητα κατέγραψε ήδη από το Μοναστήρι στην «επιστολή» του στις 10 Ιουλίου: «διαίρεσιν και χάσμα μέγα μίσους και αλληλοφαγωμάρας ανοίχτηκε μέσα εις τον Τουρκικόν στρατόν, οι αξιωματικοί τρώγονται με λύσσα αναμεταξύ των».
Στην ανταπόκριση που αναδημοσιεύουμε πιο κάτω, ο γνωστός και ως Σταμ. Σταμ. «αυτοδίδακτος γελοιογράφος», με σαφή αίσθηση φυλετικής και πολιτισμικής υπεροχής απέναντι στην οθωμανική Ανατολή αλλά και με ζωντάνια και χιούμορ, αποτυπώνει την έκρυθμη ατμόσφαιρα στην Ευρωπαϊκή Τουρκία: επιδημία χολέρας, που στη συνέχεια θα αποδεκατίσει και τα εμπλεκόμενα στρατεύματα, ανέχεια, διάρρηξη των ανθρώπινων δεσμών, πολυεθνική πορνεία, ξεριζωμένοι άνθρωποι που περιθωριοποιούνται –πραγματικά διαβολοσκορπίσματα.
Παρατηρώντας το πολύβουο πλήθος μεγάλων μακεδονικών πόλεων όπως και κάποιες «φυσιογνωμίες» (π.χ. το λαογράφο Γεώργιο Σαγιαξή γερμανοσπουδαγμένο «βαλκανολόγο» για χρόνια υπότροφο του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ή την Μπάμπω από τη Στρώμνιτσα «σε ένα κοινόν οίκο ανοχής» στη Θεσσαλονίκη), εστιάζει σε καθημερινά στιγμιότυπα που συναντά στο κράτος-«τραγική οπερέττα»:
Ενταγμένο σ’ αυτό το χιουμοριστικό αλλά αυθαίρετο σχήμα, αρχικά αποτυπώνει ένα από τα συμπτώματα του οθωμανικού νομισματικού συστήματος, εκείνο της «χαλαρής» ισοτιμίας σύμφωνα με τη νεότερη βιβλιογραφία, του κυρίαρχου πλέον αλλά υποτιμημένου ασημένιου νομίσματος των 20 γροσίων (μετζιντιές, mecidiye), που προέκυψε από την πτώση της τιμής του αργύρου στις διεθνείς αγορές, πολιτική που με τη σειρά της «είχε ως αποτέλεσμα σημαντική εισροή ασημένιων και κίβδηλων ασημένιων νομισμάτων»· μ’ άλλα λόγια, βλέπουμε εδώ, στην καθημερινή ζωή, το αποτέλεσμα των δημοσιονομικών διευθετήσεων με τις οποίες το απρόθυμο αλλά και ασθμαίνον οθωμανικό κράτος επιχειρούσε να ανταπεξέλθει στους όρους της ενσωμάτωσής του «στις διεθνείς αγορές και στη ραγδαία εξάπλωση του ξένου εμπορίου, ιδίως με την Ευρώπη».
Στη συνέχεια, ο Σταματίου σκιαγραφεί την αναποτελεσματικότητα και αδυναμία της οθωμανικής κρατικής μηχανής να αντιμετωπίσει τη διάχυση στην επικράτειά της των εντεινόμενων βαλκανικών εθνικισμών και τη δράση των αντίστοιχων κομίτων. Ειδικότερα, φωτίζει την εφαρμογή ισλαμικών και κοσμικών θεσμών, στη συγκρουσιακή της υλικότητα, και τη συμβίωση ετερό-γλωσσων/θρησκων ομάδων, καθεμιά από τις οποίες ανακάλυπτε τώρα τη διαφορετικότητά της. Από τις περιγραφές του διακρίνουμε ακόμα τον «Μητροπολίτη Βοδενών» να διαποιμαίνει σε θέματα γαστρονομίας και Βουλγάρους δασκάλους στο Μοναστήρι να σχολιάζουν την ελληνο-βουλγαρική συνεννόηση, όπως ατελέσφορα τη βιώνουν με τους συναδέλφους τους των ελληνικών σχολείων.
Ο ίδιος ο Σταματίου βιώνει, από τη μεριά του, την ψυχολογία του αδικημένου έθνους και την απογοήτευση, εξαιτίας των χωρίς «ντροπή», «πόνο» και «φιλότιμο» Ελλήνων πολιτικών [Ανάνδρους και ραγιάδες;, 12-7-12]: Ηθικοποίηση της πολιτικής και φευγαλέα παρατήρηση καίριων, παρόλα αυτά, και οξυμένων κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων, ενόψει της εκπλήρωσης των ελληνικών εθνικών αιτημάτων, μέσω των δια-βαλκανικών συγκλίσεων.

Η Αγγελική Κωνσταντακοπούλου διδάσκει Βαλκανική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων


Μακεδονία, Ιούλιος 1912




Θεσσαλονίκη [...] Ακούσατε και μη γελάτε, εάν θέλετε· Το μετζήτι (το γνωρίζετε το Τουρκικόν μετζήτι, νόμισμα ίσον εις το σχήμα όσον το ιδικόν μας τάληρον) έχει εις μεν την Θεσσαλονίκην γρόσια 19. Εις το Μοναστήρι γρ. 20. Εις την Ελασσώνα γρ. 38. Εις την Χαλκιδικήν γρ. 28 και μισό. Εις την Σμύρνην γρόσια 33 εις την αγοράν, ενώ εις την επίσημον εμπορικήν ταρίφαν γρ. μόνον 25. Εις την Καβάλαν, Δράμαν κλπ. γρόσια 20. Εις άλλα μέρη γρ. 29 και παράδες 10. Άλλην τιμήν έχει εις την αγορά Θεσσαλονίκης, άλλην εις τα εμπορικά και εις τα σαράφικα πάλιν άλλην. [...] Εδώ τα τρύπια γρόσια δεν περνάνε, παρέκει, άμα δεν τα πάρης σε βάζουν φυλακή. Αλλού υπάρχουν «σάπια» γρόσια, σαν ...απίδια και δαμάσκηνα, και σωστά, και αλλού η παληά μονέδα δεν περνάει...
*
Τι να σας πρωτοπούμε, μωρέ χριστιανοί... Ότι έγινε με την χολέρα επανάστασις στο Μοναστήρι, διά τα καρπούζια ή ότι οι ουλεμάδες και ο Τουρκικός όχλος επανεστάτησεν γιατί δεν επλύνοντο θρησκευτικώς οι αποθνήσκοντες χολεριασμένοι από τους ...συγγενείς των και τους παμφιλεστάτους;
Και το Κράτος; Το κράτος τι να κάμη... Από εδώ αι συμβουλαί των ιατρών και από εκεί του Κορανίου αι διατάξεις... Ποιόν ηθέλατε ν’ ακούση... Παρέδωκε λοιπόν τους νεκρούς εις των πιστών το πλύσιμο και τον λαόν εις την χολέρα... Και επλένοντο μεν θρησκευτικώς από τους φιλτάτους συγγενείς τα πτώματα, αλλά εθέρισεν και η χολέρα[...]
*
Εξέγερσις ουλεμάδων. Οχλαγωγίαι λαού. Στάσις στρατιωτική έγεινεν εν τω Μοναστήρι. Γιατί νομίζετε; Διότι από το Νοσοκομείον των χολεριώντων έχωσαν εις τον αυτόν λάκκον ασβέστου έναν Τούρκον στρατιώτην και μια γυναίκα χριστιανή. [...]
Ω εκείνη η αστυνομία η τουρκική. Μόλις πατήσης, καταγραφή. Πούθε είσαι, τζάνουμ... Πώς λέγεσαι; Γιατί ήρθες; Τι δουλειά κάνεις; Ποιον γνωρίζεις εδώ; Πόσες μέρες θα μείνης; Έχεις έλθει άλλοτε; Παράδες βαρ [υπάρχουν]; Γιατί δεν ήλθες πέρυσι; Έπαθες ποτέ φλουέντζα; Πού θα πέρνης τον καφέ σου; Βαρύ γλυκύ τον πίνεις ή οθωμανικόν βραστόν; [...] Σε ποιο ξενοδοχείο θα μείνετε εδώ;
-Ξέρω κ’ εγώ... Σ’ όποιο εύρω. -Πρέπει να ξέρης... -Πώς θέλετε να ξέρω τα ξενοδοχεία... -Έμπρός, διάλεξε ένα.
Απέναντί σου γαυγίζουν οι κουριέρηδες. Οτέλ Μητροπόλ, Οτέλ Μπριστόλ, Σαλονίκ Οτέλ, Οτέλ Εουρώπ, Ξενοδοχείον αι Σέρραι. Μπουγιουρούμ χαν, Λ’ Αμέρικα σιλ-βου-πλε, Οττύς μπέημ Χαν...
-Διαλέξετε ένα το λοιπόν.
Διαλέτε ένα και ευρίσκετε χάνι του τετάρτου μετά Χριστόν αιώνος. Μπαίνετε μέσα στη κάμαρα, σας έρχεται ναυτία. Πέρνετε τη βαλίτσα σας και φεύγετε. Κοντά η Αστυνομία.
-Γιατί άλλαξες ξενοδοχείο τσελεπή; [...] Μαζεύεσαι τη νύχτα ενωρίς; Όταν κοιμάσαι τρως ψωμί;
Την άλλη ημέρα το ίδιο...
-Επάνω είν’ ο τσελεπής; Ποια ώρα ήλθε; [...] Ποιοι τον ζητούσαν σήμερα;
Φεύγεις για το Μοναστήρι. Νέα καταγραφή εις τον σταθμόν.
-Επάγγελμά σου τζάνουμ. -Μεγαλομάρτυρας ανακρινόμενος. -Σε ποιο ξενοδοχείο θα μείνης στα Βιτώλια; [...]
Μέσα στο σιδηρόδρομο το ίδιο. Ένας αστυνόμος με ένα μολύβι εις τ’ αυτί.
-Γιουνάν. -Γιουνάν. [...] -Πόσο θα μείνης στα Βιτώλια μπέη μ’; -Εξαρτάται. -Τι εξαρτάται; -Ξέρω κι εγώ τι εξαρτάται; -Έχεις έλθει άλλοτε;  -Χμ. -Θα ξανάρθης; -Αλλάχ κερίμ [=ευγενής].
Φθάνουμε στο Μοναστήρι. [...]
-Εφέντημ... -Τι αγαπάτε από την αυθεντίαν μου; -Πού θα μείνετε απόψε; -Υποθέτω σε κάποιο ξενοδοχείο ή μήπως έχετε αντίρρησιν;
Εις το ξενοδοχείο πάλι μας ήρθανε. Εδώ γινόμεθα μουσιού.
-Τι επάγγελμα κάνετε μουσιού;
Ανακρίνομαι επί τέσσαρας ημέρας... Αυτό δεν είναι τζάνουμ επάγγελμα[...]
Φεύγεις από τα Βιτώλια, άλλες ερωτήσεις.[...] Μέσα στο σιδηρόδρομο, ο ίδιος αστυνομικός που με προσαγορεύει μπέη. Φθάνουμε στη Θεσσαλονίκη πάλι ο «τζάνουμ» εις το ξενοδοχείο πρώτος και καλλίτερος. Φεύγεις για την Αθήνα, καταγράφεσαι.
-Πού κοιμηθήκατε απόψε; -Εις τας αγκάλας του Μορφέως. -Βάι, βάι, βάι […].
Μπαίνεις μέσα στη βάρκα, άλλος αστυνομικός μπροστά μ’ ένα μολύβι και χαρτί, μα δω δεν τους έχεις πια ανάγκη.
-Πώς λέγεσθε; -Ονούφριος. -Πού πάτε; -Εις τον διάβολον…
Τόσαι ανακρίσεις, εμπόδια, προσοχαί και αυστηρότητες, καταγραφαί, ψιλολογήματα, λεπτομέρειαι, για να γεμίση η Τουρκία [...] από κομιτατζήδες, ληστάς, αναρχικούς, λυμεώνας, καταχραστάς, πλιατσικολόγους, ανθρωποφάγους, εμπρηστάς και ρημαχτάς των πάντων.
Βάι βάι βάι βάι βάι…
(Τραγική οπερέττα 11-7-12).

*
[...] Ένα βράδυ που γύριζα να ιδώ την απόκεντρον Θεσσαλονίκην, εις την εσπερινήν της δόξαν, με τα πολυγύναικα και λάλα [=θείτσες] εις ξυλοπεδίλων ήχους και αχούς και κυρατσών σπουδαίας συζητήσεις και διαλαλητά εις βαβυλωνίαν γλωσσών πλανωδίων πωλητών και παλάντζες που κροτούν τις σιδερένιες αλυσσίδες των και κόσμο ποικίλο, φεσάτον κι διάφορον κι εβραίικες καμπούρες και Τούρκους ερυθροχαρείς και Έλληνας με εστριμμένα τα μουστάκια και προφορές λαλιές, τόνους, τραγούδια εις την πρόστυχην και με σεσυρμένο ρ εβραϊκήν, την ανυπόφορον Μακεδονικήν, την παχυλήν σαν πολτός Τουρκικήν∙ στενά της καλτερίμια, οπού βουΐζουν και ξεκουφαίνουν όργανα και φωνογράφοι και λατέρνες, και “αχ βαχ” […] και γύρω Τούρκοι γεννάτοι, σεβαστοί κυφοί και αργοκίνητοι, με ογκώδη σαρίκια στο κεφάλι και μαβλεβήδες με κουβάδες, θαρρείς, στην κεφαλή και χόντζηδες και ωραίοι Τούρκοι χωροφύλακες με αστρακά καλπάκια και παιδιά ξυπόλυτα και άλλα ποδεμένα και άλλα γυμνά και ρυπαρά και άλλα αδρά, λευκά και δροσερά [...]
(Πέρα δώθε 13-7-12).

[…] Εις το Μοναστήρι εις το ξενοδοχείον... τάμπλ-ντωτ. Και το μενού; Κρέας και κρέας, κρέας [...] Τα λαχανικά λοιπόν άγνωστα και δυσεύρετα εις την Μακεδονίαν. [...] Ο Μητροπολίτης Βοδενών, εν σχέσει με την λαχανικήν αυτήν των Μακεδόνων άγνοιαν, μου έλεγεν ότι ηναγκάσθη να κάμη θείον κήρυγμα διά το φύτευμα μαπών, κραμβολαχάνων, κουνουπιδιών, ραδικιών, ασπαράγγων και λοιπών τοιούτων [...] (Ένθεν-κακείθεν 14-7-12).
*
Εις το Μοναστήρι επήγα εις τα Βουλγαρικά σχολεία. [...] Και μερικά Βουλγαρικά παράπονα. Γιατί τώρα με την Ελληνοβουλγαρικήν συνεννόησιν οι Έλληνες εξακολουθούν να μη χωνεύουν και να περιφρονούν τους Βουλγάρους.
-Ημείς ηθέλαμεν να έλθωμεν εις τας εξετάσεις των σχολείων σας, μας εκατεβάσατε τα μούτρα. Σας εκαλέσαμεν εις τας δικάς μας, δεν ήλθατε.[...]
Τι να τους απαντήσης. Από όπου και να έκαμνε κανείς, θα πατούσε μέσα σε ομοφύλων αίματα και θα προσέκοπτε σε τάφους αδικοσκοτωμένων αδελφών μας...
-Μα βλέπετε ότι ήσαν τόσα τα γινόμενα εδώ, ώστε ο κόσμος δεν δύναται, όσον και να θέλη, να λησμονήση εύκολα... Σιγά σιγά θα έλθη... Οι Προϊστάμενοι της Ελληνικής κοινότητος καλλιεργούν ήδη την ιδέαν αυτήν εις τους συμπολίτας των και προλειαίνουν το έδαφος... Θα έλθη ημέρα που αρρήκτως θα αγκαλιασθούμε... Μην το περιμένετε απότομα και μάλιστα από κόσμο εδώ, που κάθε σπίτι έχει έναν και δύο δολοφονημένους...
-Η πολιτική δεν έχει τάφους, απήντησαν οι Βούλγαροι.
-Ναι αλλά ο λαός δεν είναι πολιτική, νομίζω...

*
Από Βούλγαρον καθηγητήν της ιστορίας, γνωρίζοντα καλώς την Ελληνικήν, εμάθαμεν ότι εις όλην την Βουλγαρίαν μόνον δύο κλασσικά γυμνάσια ευρίσκονται. Όλα τα άλλα είναι π ρ α α α α κ τ ι κ ά ά ά ά… […]
(Βουλγαρική παιδεία, 15-7-12)

[…]Κι άλλη λίγο αθηναϊκή, λίγο ευρωπαϊκή, περισσότερο γερμανική, αλλά πολύ-πολύ μακεδονική φυσιογνωμία στα Βιτώλια, ο Γ. Σαγιακξής, βαλκανολόγος, σπουδάσας ειδικώς και χανώμενος τώρα εκεί πάνω... Είχε διάλεξιν «διά τον νεκρόν αδελφόν» από παμβαλκανικής απόψεως, η οποία του εστοίχισεν έξ μηνών μελέτας. Ιδιαιτέρως συμπαθής εις τον Εβραϊκόν θηλυκόν των Βιτωλίων κόσμον, ανεκτίμητος όμως και δυσεύρετος όταν διηγείται τας ερωτικάς εν Γερμανία αποτυχίας του. Ο Σαγιακξής είχε την ευτυχία να προσβληθή από χολέρα, να αποθάνη, να κλαυθή, τέλος να... αναστηθή, να συνάξη όλα αυτά τα νεκρικά και να έχη σήμερον την πρωτυποτέραν συλλογήν του κόσμου.[…]
(Ανεμομαζώματα 17-7-12)

Δεν υπάρχουν σχόλια: