12/5/13

Στην κλίνη του Προκρούστη

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΤΖΗΜΩΥΣΙΑΔΗ

Σταυρούλα Παπαδάκη
Από ποιες ειδικότητες διδάσκεται ένα γνωστικό αντικείμενο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης; Με ποια εκπαιδευτικά κριτήρια ορίζεται η έννοια της ανάθεσης; Με ποιες επιστημονικές αρχές διακρίνεται η πρώτη από τη δεύτερη ανάθεση; Ποιες άλλες παράμετροι, πέρα από την επιστημονική και παιδαγωγική κατάρτιση, μπορεί να υπεισέρχονται σε αυτή τη διαδικασία; Η περίπτωση της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας είναι άκρως αποκαλυπτική.
Το μάθημα, που διδάσκεται σε όλες τις τάξεις του γυμνασίου και του λυκείου, αποβλέπει στη γνωριμία του μαθητή με τη λογοτεχνία μέσα από την εντρύφησή του σε κείμενα νεοελλήνων συγγραφέων ή ξένων δημιουργών μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα και μέχρι τώρα διδασκόταν (όπως διδάσκονταν) από φιλολόγους, αλλά σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις από τη νέα σχολική χρονιά θα διδάσκεται ως δεύτερη ανάθεση και από εκπαιδευτικούς ξένων γλωσσών. 
Έχουν προηγηθεί τα μαθήματα της ιστορίας και της φιλοσοφίας που διδάσκονται ήδη και από άλλες ειδικότητες, έστω κι αν από άποψη επιστημονικού πεδίου από μηδανιμή ως ελάχιστη σχέση διατηρούν με αυτά, αλλά ειδικά ως προς τη νεοελληνική λογοτεχνία το έδαφος προετοιμάστηκε με μια δήλωση της Χριστοφιλοπούλου το 2011 και πιο πρόσφατα με τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών σε επιμορφωτικά σεμινάρια β' επιπέδου για τη διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και το τελευταίο διάστημα με τις εικονικές δοκιμές που, όπως γράφτηκε στον τύπο, πραγματοποίησε το Υπουργείο Παιδείας με θέμα την αύξηση του ωραρίου. 
Γιατί περί αυτού ακριβώς πρόκειται. Η προωθούμενη αλλαγή είναι μια ακόμη συνέπεια των μέτρων, που εφαρμόζονται στην εκπαίδευση ύστερα από την αύξηση του διδακτικού ωραρίου και το αναμενόμενο πλεόνασμα των χιλίων περίπου εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών. Αφού λοιπόν η εκπαιδευτική πραγματικότητα επιμένει να μη συμμορφώνεται με τις περικοπές και να διαψεύδει τους σχεδιασμούς του Υπουργείου Παιδείας, τόσο το χειρότερο για την ορθολογική διαχείριση του διδακτικού προσωπικού, έστω κι αν από παιδαγωγική και επιστημονική άποψη τα πράγματα είναι απολύτως ξεκάθαρα: όσες περισσότερες γίνονται οι υποδιαιρέσεις των αναθέσεων τόσο πιο αδύναμο καταλήγει το κριτήριο της επιστημονικής κατάρτισης και τόσο πιο αμφίβολη καθίσταται η απόδοση του διδακτικού έργου. 
Στην περίπτωση της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας αυτό δεν έχει να κάνει με την επιστημονική ανεπάρκεια των εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών, που διδάσκονται ανάλυση κειμένου, στοιχεία αφηγηματολογίας, ιστορία και θεωρία της λογοτεχνίας -ίσως μάλιστα καλύτερα απ' ό,τι σε ορισμένα τμήματα της Φιλοσοφικής- αλλά με την έμπρακτη κατάργηση ενός από τους πιο βασικούς σκοπούς του λογοτεχνικού μαθήματος: την καλλιέργεια δηλαδή του γλωσσικού αισθητηρίου και τη βαθύτερη βίωση της ελληνικής γλώσσας, πράγμα που πέρα απ' όλα τα άλλα αφήνει το λογοτεχνικό κείμενο ορφανό από το κύριο αισθητικό συστατικό του, για να επαναφέρει την ξεπερασμένη διάκριση μεταξύ περιεχομένου και μορφής και να θέσει σε προτεραιότητα τη μελέτη του σημαινόμενου έναντι του σημαίνοντος, σε πείσμα όσων διδάσκει η σύγχρονη θεωρία της λογοτεχνίας. Γιατί η λογοτεχνική γλώσσα -και εννοώ το ύφος, τον τόνο, τα εκφραστικά μέσα, τα σχήματα λόγου, τα μορφολογικά και συντακτικά χαρακτηριστικά της φράσης- δεν αποτελεί απλό φορέα του λογοτεχνικού νοήματος αλλά είναι η ίδια η ουσία, η ποιότητα και η διαφορά του από οποιοδήποτε άλλο νόημα, άρα η ανάλυσή της όχι μόνο δεν μπορεί να διαχωρίζεται ή να υποτιμάται, αλλά ίσα ίσα πρέπει να αποτελεί τον κατεξοχήν μηχανισμό της αναγνωστικής προσέγγισης.  Ασφαλώς ό,τι πάει να συμβεί με το μάθημα είναι ένα υποδεέστερο σε σχέση με την εκατόμβη των αναπληρωτών, τις χαμένες οργανικές και τους περιφερόμενους εκπαιδευτικούς αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα τού πώς εννοείται η αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος σε καιρούς μνημονίου: μια προσχηματική διδασκαλία σε ένα διαλυμένο σχολείο από απαξιωμένους εκπαιδευτικούς, που με το φόβο της αξιολόγησης θα υποχρεώνονται να επιτελούν πάσης φύσεως διδακτικά και υπηρεσιακά καθήκοντα με χαμένους πρωτίστως τους μαθητές αλλά στην προκειμένη περίπτωση και τη λογοτεχνία.

Ο Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης είναι πεζογράφος και φιλόλογος/εκπαιδευτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: