12/5/13

Στις πόλεις αναμετριόμαστε με τις ζωές μας

ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΧΟΒΑΡΔΑ

DAVID HARVEY, Εξεγερμένες Πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης, Μετάφραση: Κατερίνα Χαλμούκου, Εκδόσεις ΚΨΜ, σελ. 308

Σε όλες τις αναλύσεις για την κρίση του 2008 υποδεικνύεται ως αφετηρία η αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ. Τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και η διάθεσή τους στη δευτερογενή αγορά επέτρεψαν τη διοχέτευση των πλεοναζουσών αποταμιεύσεων, την αύξηση της μόχλευσης και την πτώση των επιτοκίων, ενώ αποτέλεσαν μια απόπειρα διαχείρισης της διακινδύνευσης στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Μια απόπειρα ατελέσφορη, όπως τελικά αποδείχθηκε. Η επέκταση του δανεισμού σε μειονοτικούς πληθυσμούς, σε μονογονεϊκές οικογένειες, σε κοινωνικές ομάδες με χαμηλό εισόδημα, σε συνδυασμό με την εργασιακή επισφάλεια και την συρρίκνωση των προνοιακών πολιτικών οδήγησε σε μια περιδίνηση καθόδου με ταχύτητα μεγαλύτερη από εκείνη της ανόδου που προηγήθηκε. 
Η αγορά ακινήτων προϋποθέτει βέβαια την κατασκευή των ακινήτων, σε πολλές περιπτώσεις ολόκληρων συνοικιών ή και προαστίων, καθώς και την κατασκευή υποδομών πρόσβασης. Ο David Harvey συζητά την αστικοποίηση ως βασικό μέσο απορρόφησης του πλεονάζοντος κεφαλαίου και συνδέει τόσο την πρόσφατη όσο και προηγούμενες κρίσεις με την «ανάπτυξη» των πόλεων. Η «ανάπτυξη» αυτή μπαίνει σε εισαγωγικά επειδή αφορά την καπιταλιστική συσσώρευση από τη μία πλευρά, και από την άλλη, την επιδίωξη του κεφαλαίου για οργάνωση κοινωνικής συναίνεσης με άξονα τη στέγη. Για τον συγγραφέα, η πόλη είναι που καθοδηγεί την παραγωγική διαδικασία και διατάσσει τις δυνάμεις του κεφαλαίου απέναντι στις δυνάμεις της εργασίας.

Ο Harvey παραθέτει μια σειρά από παραδείγματα για να δείξει την τάξη μεγέθους της αστικοποίησης: Αναφέρεται στο Παρίσι που μετατρέπεται μετά το 1853 σε Πόλη του Φωτός από τον Georges Eugéne Haussmann με τις μεγάλες λεωφόρους και τη συνοικία Les Halles, στην μητροπολιτική περιοχή της Νέας Υόρκης όπου λαμβάνει χώρα μια πρωτοφανής προαστικοποίηση μετά το 1945 υπό τον Robert Moses, και στην Κίνα όπου οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτιναχθεί, ενώ είναι σε εξέλιξη ένα σχέδιο οικοδόμησης 36 εκατομμυρίων σπιτιών από το 2010. Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι η αστικοποίηση στην Κίνα σήμερα θυμίζει την ανάπτυξη στις ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόνο που το εύρος αυτής της διαδικασίας είναι τώρα πολλαπλάσιο.
Πριν από συστημικές κρίσεις καταγράφεται μια ραγδαία άνοδος και πτώση του κατασκευαστικού τομέα, όπως το 1929 και το 1973. Η αστικοποίηση απλά μεταθέτει το πρόβλημα της υπερσυσσώρευσης που υποτίθεται ότι επιχειρεί να αντιμετωπίσει. Παρά την εμμονή της κυρίαρχης ιδεολογίας να αντιμετωπίζει τις κρίσεις ως εξαιρέσεις, και το παρελθόν και το παρόν δείχνουν ότι οι κρίσεις είναι δομικό και αναπόσπαστο στοιχείο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και μια νέα ευκαιρία για το κεφάλαιο να εντείνει την ταξική εκμετάλλευση αφού επιλύσει τις κρίσεις σε βάρος του κόσμου της εργασίας. Το βασικό ερώτημα που θέτει ο Harvey είναι, τι έχει να μας προσφέρει η επικέντρωση στην πόλη ως κοινωνικό και ιστορικό συγκείμενο της ταξικής πάλης;  
Ο συγγραφέας περιγράφει την αρπαγή γης στη Βομβάη και το Ρίο από κατοίκους που δεν έχουν τίτλους ιδιοκτησίας και μένουν σε παραγκουπόλεις. Αναλύει τον τρόπο με τον οποίο η ανάδειξη παγκόσμιων οικονομικών κέντρων στον Τρίτο Κόσμο συνεπάγεται τον εκτοπισμό εξαθλιωμένων πληθυσμών. Μας μεταφέρει στην Κοτσαμπάμπα, όπου οι κάτοικοι διώχνουν  τις εταιρείες Bechtel και Suez και ανακόπτουν την ιδιωτικοποίηση του νερού, και το Ελ Άλτο, όπου ιθαγενείς, αγρότες και βιομηχανικοί εργάτες οργανώνονται στις γειτονιές και προκαλούν προεδρική εναλλαγή και τον ερχομό του Μοράλες. Δίπλα σε κάθε καταστροφή γεννιέται μια ελπίδα, από τις ρωγμές του συστήματος μπορούμε να δούμε αυτό τον άλλον κόσμο που είναι εφικτός.
Για το πάλεμα αυτό ανάμεσα στην καταστροφή και την ελπίδα ο Harvey παραπέμπει σε κινηματογραφικές ταινίες που διασυνδέουν το παρόν με το παρελθόν, τον Τρίτο Κόσμο με τον Πρώτο Κόσμο. «Το αλάτι της γης» (1954, Biberman) διηγείται τις κινητοποιήσεις Μεξικανο-αμερικάνων εργατών σε ένα ορυχείο ψευδαργύρου που ζητούν ίση μεταχείριση με τους λευκούς εργάτες. Στην ταινία «Δύο ή τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτήν» (1967, Godard), παρακολουθούμε στιγμές της καθημερινής ζωής στο Παρίσι λίγο πριν τον Μάη του ‘68, με την οικονομική ανάγκη και την ανία να οδηγούν στην πορνεία. «Η πόλη του θεού» (2002, Meirelles) αναφέρεται στον πόλεμο συμμοριών σε μια συνοικία στο Ρίο κατά τις δεκαετίες του ‘60 και ‘70.
Για τον πρώτο κόσμο, ο συγγραφέας σημειώνει ότι το τέλος των κορπορατιστικών ρυθμίσεων αποκαλύπτει έναν κατακερματισμένο κόσμο της εργασίας, όπου οι ταυτότητες δεν παράγονται μόνο στο εργοστάσιο. Άνεργοι σε καθεστώς μόνιμης και σταθερής ανεργίας, μικροεπαγγελματίες χωρίς επίδομα ανεργίας, επισφαλώς εργαζόμενοι, εργαζόμενοι σε 2 και 3 δουλειές, μετανάστες απλήρωτοι, όλοι εμείς συγκροτούμε ένα πρεκαριάτο όπου η αδυναμία ενιαίας έκφρασης είναι πρόδηλη. Μπορεί να είμαστε 99 τοις εκατό αλλά πρέπει να το δείξουμε. Μια τέτοια δυνατότητα ενιαίας έκφρασης προσέφεραν οι πλατείες που προσέδωσαν κεντρικότητα και ενοποίησαν τις εξεγέρσεις στην Αραβική Άνοιξη και τις κινητοποιήσεις των αόρατων στα αστικά κέντρα του Ευρωπαϊκού Νότου.   
Ο Harvey στην ανάλυσή του χρησιμοποιεί δύο έννοιες που δανείζεται από τον Henri Lefebvre. Η «κραυγή» είναι η αγανάκτηση, η απόγνωση, ο θυμός. Το «αίτημα» είναι η πρόταση, η κατάφαση, η εναλλακτική ζωή που ονειρευόμαστε. Το δικαίωμα στην πόλη είναι η διεκδίκηση των ζωών μας, κάθε στιγμής της καθημερινότητας, είναι η αντίσταση στην αστικοποίηση ως μέσο καπιταλιστικής συσσώρευσης, είναι η ανάκτηση της πόλης. Τα κινήματα πόλης είναι ταξικά κινήματα γιατί συναρθρώνουν την κραυγή και το αίτημα του πρεκαριάτου, όπως συνέβη στο Παρίσι το 1871 και το 1968, στο Σιάτλ το 1999, στην Αθήνα το 2008 και το 2011. Διεκδικούμε την πόλη ως συλλογικό συμβολικό κεφάλαιο, ως συλλογικό πολιτικό σώμα, ως ανοιχτή δημοκρατική διαδικασία.
Για τον συγγραφέα ο χώρος δεν είναι δοσμένος ούτε ως μορφή ούτε ως αναπαράσταση. Αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά στις ελληνικές πόλεις που διαμορφώθηκαν από την αντιπαροχή. Οι συνειδήσεις του κόσμου που μετανάστευσε εσωτερικά διαμεσολαβήθηκαν από τον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο. Το όνειρο για ένα διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης στοίβαξε εκατομμύρια κόσμο σε μερικά τετραγωνικά μέτρα. Επειδή όμως ο χώρος αποτελεί προϊόν κοινωνικών πρακτικών, και επειδή η πόλη συγκεντρώνει αντιφάσεις και ανισότητες που δεν μπορούν να κρυφτούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επανέρχεται η αντίθεση ανάμεσα στην ταξική εκμετάλλευση και την καταστολή, από τη μια πλευρά, την «κραυγή» και το «αίτημα» από την άλλη. 
Συζητώντας τη λεφεβριανή διαλεκτική ισοτοπίας-ετεροτοπίας, ο Harvey αντιπαραθέτει την ομοιογένεια με την ετερογένεια, την υπακοή με την ανυπακοή, τον νόμο με τη χειραφέτηση. Στους ομοιογενείς ισοτοπικούς χώρους εμπεδώνονται κατεστημένες πρακτικές βασισμένες σε ένα σχέδιο που δεν είναι επερωτήσιμο και μέσα από διαδικασίες κλειστές. Η κυρίαρχη πολιτική οικοδομεί την ισοτοπία με την εξάλειψη της αντίστασης, η οποία μέσα από τον νεοναζιστικό της θύλακα φτάνει ως τη φυσική εξόντωση του Άλλου. Η ετεροτοπία παράγει και αναπαράγει την ετερογένεια ως αναγκαία συνθήκη ανάδυσής της, προωθεί την αυτονομία με ποικίλους πειραματισμούς και ανοιχτές διαδικασίες που προϋποθέτουν την επερώτηση κάθε θέσης.
Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά για εμάς σήμερα; Στον λόγο της Αριστεράς πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αγωνία ενάμιση εκατομμυρίου ανέργων που δεν είναι δυνατόν να αναμένουν το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Η αυτοδιοίκηση πρέπει να συμβάλει στον σχεδιασμό ενός σχεδίου κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας ικανού να κρατήσει την κοινωνία όρθια. Οι πόλεις, οι γειτονιές, οι πλατείες μπορεί να αποτελέσουν τους ετεροτοπικούς χώρους όπου θα κληθούμε να αναμετρηθούμε με τις ζωές μας. Να διεκδικήσουμε τα δημόσια αγαθά ως σχέση. Να γράψουμε παντού το στιχάκι που διαβάσαμε στην Ιερισσό: Μη φοβάστε – Νικάμε.

Ο Τάσος Χοβαρδάς διδάσκει Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: