30/3/13

Αδαμάντιος Κοραής

Η ενσυνείδητη ταυτότητα του νεοτερικού ανθρώπου στον ύστερο Διαφωτισμό

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΥΡΕΛΟΥ

Γιάννης Κολιός- Κοραής
Από τον θάνατό του ως τις μέρες μας πολλοί μελετητές συνηθίζουν να εντάσσουν τον Κοραή  στο πλαίσιο της “αφύπνισης” της νεοελληνικής ταυτότητας πριν την Επανάσταση, δίνοντας έμφαση στη συμβολή του στο γλωσσικό ζήτημα, ενίοτε με την υποβόσκουσα ειρωνεία για το άτοπο (ή και ουτοπικό) της πρότασής του για τη “μέση οδό”. Είναι άραγε το όλο θέμα της ταυτότητας αυτής του γλωσσολόγου αρκετό για να συλλάβουμε την προσωπικότητα του οραματιστή Κοραή ως “απόληξη” του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ειδικά κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του, στα πρόθυρα της Επανάστασης και λίγο μετά τη δημιουργία του Ελληνικού Κράτους;
Ο Κοραής επιστήμονας ξεκίνησε από την ιατρική και τη διατριβή του, κυρίως για να ασκήσει το πνεύμα του και να καταφέρει να μπει καλύτερα στο πνεύμα του Διαφωτισμού που προέβαλε την επιστήμη, αλλά τα κείμενα του Ιπποκράτη τον οδήγησαν στην συνειδητοποίηση της ανάγκης για την ανάπτυξη της κρίσης ως βασικού εργαλείου στην κατάκτηση της γνώσης. Ο φιλόλογος και θαυμαστής της αρχαιότητας κατάλαβε ότι τα κείμενα που μας σώθηκαν αποτελούσαν το απαραίτητο εργαλείο για το μεγάλο βήμα προς το μέλλον, αν φυσικά συνδυαζόταν με τις “νεοτερικές” θεωρίες του Διαφωτισμού. Έτσι, ξεκινά το πραγματικά γιγάντιο επιστημονικό και συνάμα πρακτικό νεοτερικό εγχείρημά του, την Ελληνική Βιβλιοθήκη, με σκοπό τον “φωτισμό” του “γένους”. Παρόλο που λόγω και αυτού του έργου παρουσιάζεται συνήθως ως ένα από τα βασικά πρόσωπα που οδήγησαν στην Επανάσταση, η απλούστευση αυτή δεν μπορεί να σταθεί αν λάβουμε υπόψη το όλο εγχείρημα, δίχως να απομονώνουμε φράσεις ή ενέργειές του. Και μόνο το γεγονός της αποδοχής της νίκης των “Νεωτέρων”, δίχως όμως να απορρίπτει την επαφή με τους “Αρχαίους”, ειδικά για έναν λαό όπως τον ελληνικό και μια γλώσσα που καθορίζει την ταυτότητα όντας άμεσος απόγονος της Αρχαίας, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το όραμά του στόχευε στο μέλλον, με το παρελθόν ως εργαλείο για να διδάξει ή να διαμορφώσει τη νεότευκτη ταυτότητα του Νεοέλληνα. Ο νεοτερικός άνθρωπος βρίσκεται, κατά τη γνώμη του, ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν.

Η περίφημη “μέση οδός” στη γλώσσα δεν είναι μια άνωθεν επιβεβλημένη πορεία, αλλά μια πρόταση την οποία ο Κοραής γνωρίζει ότι θα επιλέξει ή θα απορρίψει ο λαός. Κάνει δηλαδή μια επιστημονική πρόταση, που σήμερα φαίνεται πολύ ακραία ως προς τη διόρθωση που προτείνει, αλλά δεν παύει να είναι πρόταση την οποία ξέρει ότι δεν μπορεί να επιβάλλει. Παράλληλα, το μίσος του για το «ερμαφρόδιτον ύφος» των Βυζαντινών δεν έχει μόνο ή τόσο λεκτική βάση, αλλά εν γένει πολιτισμική, εφόσον η γλώσσα είναι φορέας της εθνικής ταυτότητας, όπως παρατηρεί ταυτίζοντας τη γλώσσα με το έθνος. Πρέπει, ωστόσο, να καταλάβουμε ότι με τη λέξη γλώσσα εννοεί ένα μόρφωμα πολύ ευρύτερο από τη στενή γραμματική ή/και συντακτική πλευρά, προς την κατεύθυνση της αποτύπωσης της πραγματικότητας στο αποθετήριο γνώσεων ενός λαού (ή και πολλών λαών), που είναι η ίδια του η Ιστορία. Τα μάλλον γιββωνικά (και όχι μόνο) κατάλοιπα αντανακλούν στην ουσία τον αντικληρικαλισμό του, το οποίο μοιράζεται με όλους τους διαφωτιστές. Στρέφεται, συνεπώς, εναντίον μιας άρχουσας συντηρητικής τάξης που από θρησκευτική μετατράπηκε σε πολιτική (των ιερωμένων, αλλά και των υψηλά ισταμένων προεστών). Έτσι, στα έργα του δεν βλέπουμε τόσο ή μόνο μια επίθεση στον δυνάστη Σουλτάνο, όσο ενάντια στον συντηρητισμό και την καταπίεση που οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί υφίστανται από ακριβώς αυτές τις τάξεις, πνευματικά από τον ανώτερο κλήρο και υλικά από τους προεστούς. Ο σχολαστικισμός είναι η πρώτη κατηγορία που προσάπτει στους πρώτους μέσω του γνωστού μας (μυθοπλαστικού) Παπατρέχα αλλά και ευθέως στις “Επιστολές στους Σμυρναίους”. Είναι ορκισμένος εχθρός της δεισιδαιμονίας, που πιστεύει ότι την εκμεταλλεύονται για δικό τους όφελος, και πρόμαχος του “φωτισμού” με την έννοια της εκπαίδευσης πρώτα και μετά της κατ' εξοχήν πολιτικής και στρατιωτικής μορφής της Επανάστασης. Άσχετα αν τελικά βοήθησε στην Επανάσταση όταν αυτή ξέσπασε, γιατί άραγε επιθυμούσε να γίνει μία γενιά αργότερα; Ο Κοραής με τον Παπατρέχα καταθέτει το σχέδιό του για το νέο ελληνικό κράτος  υποδεικνύοντας τον τρόπο του φωτισμού που σε βάθος χρόνου και με κάποιο σύστημα θα οδηγήσει στη διαμόρφωση μιας νεοτερικής κοινωνίας (πολιτικά, πολιτιστικά, πνευματικά, κοινωνικά και υλικά). Είναι γεγονός ότι δεν θα μπορέσει να κρύψει την απογοήτευσή του από την πορεία του νεοσύστατου κράτους λίγο πριν τον θάνατό του (1833).
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Κοραής έχει βιώσει ένα κοσμοϊστορικό γεγονός, τη Γαλλική Επανάσταση, την οποία ως δεινός επιστολογράφος και μάρτυρας αφηγείται στον φίλο του πρωτοψάλτη Σμύρνης, και γενικότερα στους Σμυρναίους, εν είδει ανταπόκρισης. Γνωρίζει τα θετικά και τα αρνητικά του νεοτερικού τρόπου διάρθρωσης ενός κράτους, όπως το γαλλικό κατόπιν της Επανάστασης, και αναδεικνύει τις παρασπονδίες των επαναστατών, ενώ αργότερα βλέπει με απογοήτευση την πορεία που θα πάρει η διακυβέρνηση της χώρας από τον Ναπολέοντα. Έτσι, δεν θα διστάσει να προβάλλει ως πρότυπο το αμερικάνικο κράτος[1], όντας παράλληλα σε επαφή (μέσω επιστολών) με τον Th. Jefferson. Θέλει, συνεπώς, και για εμάς ένα κράτος με κοινοβουλευτική δημοκρατία, Σύνταγμα που κατοχυρώνει τις ελευθερίες, μια μεσαία τάξη ως βάση του κοινωνικού ιστού και ανάπτυξη, μέσω της σωστά διαρθρωμένες παιδείας, όλων των τομέων που στηρίζουν την κρατική υπόσταση (του εμπορίου, της ναυτιλίας, της βιοτεχνίας κλπ.), στα φιλελεύθερα πλαίσια που ανέδειξε ο Διαφωτισμός.
Η αναφορά μας στην έννοια της νεοτερικότητας δεν είναι τυχαία, καθώς ο Κοραής ξεκάθαρα και ενσυνείδητα προβάλλει αυτή την ταυτότητα ως χαρακτηριστικό του αρχόμενου 19ου αιώνα, διαβλέποντας παράλληλα πως αυτή η νέα εποχή θα φτάσει στην ωριμότητά της τον 20ό, όπως και έγινε στην πραγματικότητα. Χαρακτηριστική είναι η νηφαλιότητα και η εξαιρετική διορατικότητα με την οποία διαγράφει την όλη αργή μετάβαση του ανθρώπινου πνεύματος από  την Αρχαία στη Νεότερη φάση του: “Αλλ' έστω! Ας δώσωμεν και εις τον δέκατον έβδομον αιώνα την τιμήν ότι ήτο καν εγγαστρωμένος και εκοιλοπόνει το γεννηθέν ή αναγεννηθέν εις τον δέκατον όγδοον. Τί ακολουθεί από τούτο; Ότι το γέννημα δεν εξεπήδησεν από τον αιώνα τέλειον, ως η Αθηνά από την κεφαλήν του Διός, αλλ' εσυλλήφθη και εγεννήθη κατά τους κοινούς της φύσεως νόμους, έμβρυον πρώτον, είτα βρέφος ασθενέστατον, έπειτα κατά μικρόν ήρχισε να φωνή· αλλά ποίας φωνάς; Άναρθρα και νηπιώδη ψελλίσματα, τα οποία έμελλεν ο χρόνος να μορφώση εις ενάρθρους ανθρωπίνας και ανθρωπικάς φωνάς. Της μορφώσεως ταύτης μέγα μέρος χρεωστείται εις τον παρόντα δέκατον έννατον αιώνα· η μερίς του εικοστού και των εξής θέλει είσθαι φυσικά μεγαλυτέρα.” (“Επιστολή προς τους εκδότας του Λογίου Ερμού”). Μέσα σε λίγες γραμμές βλέπουμε να σκιαγραφείται η πορεία του ανθρωπίνου πνεύματος, από τον Καρτέσιο και τους φιλοσόφους του 17ου αιώνα, στη Διαμάχη Αρχαίων και Νεοτέρων στο τέλος του και τις αρχές του 18ου, τον Διαφωτισμό κατόπιν ως τις αρχές του 19ου αιώνα, οπόταν και βλέπει την αρχή της διαμόρφωσης της νεοτερικής εποχής και τη σταδιακή της ωρίμανση ως τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε και θα καθιερωθεί. Σαν να ήξερε ο Κοραής τον ρόλο του Χέγκελ στην αρχή της διαμόρφωσης της νεοτερικότητας και σαν να διέβλεπε την τελική καθιέρωσή της με τα νεοτερικά κινήματα της πρωτοπορίας του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, με κυρίαρχο τον Μοντερνισμό.
Ακριβώς αυτή η ιδεολογία τον οδήγησε, ενδεχομένως και δίχως να συλλάβει το βαθμό καινοτομίας του έργου του, να επιχειρήσει να εκδόσει όχι μόνο ή τόσο τον γραμματειακό “κανόνα” των έργων στα ελληνικά (“Ελληνική Βιβλιοθήκη”), αλλά και να τολμήσει να νεοτερίσει στη θεωρία και την πράξη της λογοτεχνικής παραγωγής. Η νεοτερική συνείδηση στην ιδεολογία, τον οδήγησε να λειτουργήσει ως λογοτέχνης και θεωρητικός κατά τρόπο που διαδόθηκε ευρέως τον 20ό αιώνα. Το εναρκτήριο λάκτισμα των εκδόσεων, όλες καμωμένες με τη συνείδηση του επιστήμονα φιλολόγου, δίνεται με έναν παιγνιώδη (ήτοι κοντινό στη λογοτεχνία) τρόπο. Αντί του καθαρά και ξηρά επιστημονικού praefatio, ο Κοραής σκηνοθετεί (έστω πρωτογενώς) την ίδια του τη δουλειά, προτάσσοντας του κειμένου την περίφημη “Επιστολή προς Αλέξανδρον Βασιλείου”, όπου συνδυάζει την Ιστορία, τη Θεωρία και την Κριτική, τα τρία βασικά εργαλεία του φιλολόγου ακόμα και σήμερα, κατά τρόπο θαυμαστό[2]. Παράλληλα, η επιστολική μορφή δίνει μια αμεσότητα που ελκύει τον αναγνώστη περισσότερο από το ύφος ενός τριτοπρόσωπου επιστημονικού (ήτοι καθαρά επικοινωνιακού) κειμένου. Αυτό το πείραμα το εξελίσσει και αργότερα σε άλλες εκδόσεις, όπου υιοθετεί προσωπεία (Ζ.Λ. ή ο εκδότης του Ομήρου) και με τον Παπατρέχα στήνει μυθοπλαστικά τη δουλειά του, εν είδει mise en abyme. Φυσικά, είναι πολύ πρώιμο για να μιλήσουμε για μια τέτοια τεχνική ως ενσυνείδητη πράξη. Παρόλα αυτά, μάλλον πρέπει να αναθεωρήσουμε την άποψή μας για την ταυτότητα του αφηγήματος. Πρόκειται για ένα καθαρά παιγνιώδες μυθοπλαστικό έργο σε επιστολική μορφή και σε συνέχειες, που θεματοποιεί την δουλειά του φιλολόγου, εγκιβωτίζοντας το μεγάλο έπος του παρελθόντος, την Ιλιάδα του Ομήρου, πατέρα των Ελλήνων όπως τον ονομάζει. Παράλληλα, εγκιβωτίζονται τα σχόλια του ήρωα παπά, που επίσης “διαμορφώνεται” ως συγγραφέας. Ακόμα και η εκδοτική τακτική του εν λόγω αφηγήματος πρέπει να αναθεωρηθεί για να αναδείξουμε καλύτερα το νεοτερικό του εγχειρήματος[3]. Αν κάποιος ήθελε να το εκδόσει όπως πραγματικά εμφανίστηκε, δεν θα πρέπει να μας δώσει το όλο εγχείρημα ως εναλλαγή επιστολών και ραψωδιών, δηλαδή ως αφήγημα που εγκιβωτίσει αυτούσιο ένα άλλο αφήγημα (γνωστό), όπως το έκανε ο Pierre Menard του Μπόρχες; Ο Κοραής, εξάλλου, διαβλέπει και την επικράτηση του πεζού λόγου, προτρέποντας τους Έλληνες να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν δική τους παραγωγή και δίνοντας ο ίδιος το παράδειγμα (τόσο με τους Μύθους του Ζ.Λ. όσο και με τον Παπατρέχα).
Από όλα τα παραπάνω, τα οποία μόνο συνοπτικά και σχεδόν ελλιπώς αναπτύξαμε, καθίσταται φανερό ότι πρόκειται για έναν λόγιο με την ευρεία και απόλυτα θετική έννοια του όρου, ο οποίος έχει συνειδητοποιήσει ότι η νεοτερική στροφή του πνεύματος πρέπει να διαμορφώσει όλους τους τομείς της νεοελληνικής ταυτότητας, αλλά στο ευρύτερο πλαίσιο της νεοτερικής φάσης, δηλαδή σε συνάρτηση με τα τεκταινόμενα στον υπόλοιπο κόσμο και όχι στο στενό πλαίσιο ενός ξενόφοβου κράτους ή μιας απομονωμένης στο ευκλεές της παρελθόν κοινωνίας. Ιδεολογία, κρατικοί θεσμοί, κοινωνία, παιδεία, εμπόριο, θρησκεία, ναυτιλία, γεωργία, και εν γένει όλοι οι τομείς του πολιτισμού (υλικοί και πνευματικοί) πρέπει να αντανακλούν για τον Κοραή το όραμα για το μέλλον. Πρώτα, και πάνω απ' όλα, θα λέγαμε ότι ο Κοραής υπήρξε ένας συνειδητοποιημένος νεοτερικός άνθρωπος, σχεδόν την ίδια εποχή που αυτή η ιδεολογία θα θεμελιωθεί φιλοσοφικά από τον Χέγκελ. Επιπλέον, υπήρξε Νεοέλληνας που δεν έχει αγκυλώσεις ούτε παρελθοντοφοβίας ή παρελθοντολαγνείας, αλλά ούτε και ξενοφοβίας ή ξενομανίας. Το όραμά του για ένα ολοκληρωμένο και διαμορφωμένο σε γερές βάσεις κράτος, όπως και εκείνο του Ρήγα για ένα βλακανικό κράτος εκτός εθνικών ορίων και ταυτοτήτων, θα μείνει στα χαρτιά του. Παρόλα αυτά θα αποδείξει έμπρακτα την αγάπη του για τον τόπο με την οικονομική βοήθεια που εξασφάλισε στον Αγώνα και με την πνευματική βοήθεια που προσπάθησε να δώσει μέσω των εκδόσεών του. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Π. Νούτσος[4], ο Κοραής είναι δυσαρεστημένος από την οργάνωση και λειτουργία του νέου κράτους και, στο τέλος της πρώτης δεκαετίας μετά την Eπανάσταση, προειδοποιεί ότι «η ταλαίπωρος Ελλάς δεν ανεστήθη αληθώς, αλλά τάφον μόνον ήλλαξε, και επέρασεν από των νεκροθαπτών Τούρκων χείρας εις χριστιανούς νεκροθάπτας».
  
Το παρόν κείμενο αποτελεί συνέχεια παλαιότερου από τον γράφοντα, στο αφιέρωμα της 25ης Μαρτίου 2010, το οποίο είχε επιμεληθεί η Μάρθα Πύλια, με τίτλο “Ζητήματα ταυτότητας σε κείμενα του πρώιμου Νεοελληνικού Διαφωτισμού”.

Ο Νίκος Μαυρέλος διδάσκει Νεοελληνική φιλολογία στο Δημοκρίτειο Πενεπιστήμιο Θράκης


[1] Ν. Μαυρέλος, «Απ-εικονίσεις των Η.Π.Α. σε κείμενα του 19ου αιώνα». Ανακοίνωση σe  ημερίδα της Ελληνικής Εταιρίας Αμερικανικών Σπουδών και του Τομέα Αμερικανικής Λογοτεχνίας του Α.Π.Θ. («Απ-εικονίσεις της Αμερικής», 30-9-2011). Υπό δημοσίευση στα πρακτικά της διημερίδας.
[2] Ν. Μαυρέλος, «Ο Κοραής και τα αφηγηματικά είδη: από τη θεωρία στην πράξη». Ανακοίνωση στη ΙΓ΄ Διεθνή Επιστημονική Συνάντηση του Τομέα ΜΝΕΣ του Τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ., αφιερωμένη στη μνήμη του Π. Μουλλά (3-6 Νοεμβρίου 2011). Υπό δημοσίευση στα πρακτικά της συνάντησης.
[3] Ν. Μαυρέλος, «Ο Παπατρέχας και η νεοτερική ιδεολογία. Η μεταμυθοπλαστική – «ναρκισσιστική» όψη του αφηγηματικού λόγου του Κοραή», στον τόμο Η νεοτερικότητα στη νεοελληνική λογοτεχνία και κριτική του 19ου και του 20ού αιώνα. Πρακτικά της ΙΒ΄ Επιστημονικής Συνάντησης του Τομέα Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών αφιερωμένης στη μνήμη της Σοφίας Σκοπετέα (Θεσσαλονίκη, 27-29 Μαρτίου 2009), Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής, περίοδος Β΄, τόμ. 12 (2010), τχ. Τμήματος Φιλολογίας, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2010, 79-95.
[4] Π. Νούτσος, Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Τα όρια της διακινδύνευσης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2005, 33.

Δεν υπάρχουν σχόλια: