22/3/13

Κοινοτικοί άρχοντες στον προεπαναστατικό Μοριά

Πολιτικοί ρόλοι και προσωπικές συμπεριφορές

ΤΗΣ ΜΑΡΘΑΣ ΠΥΛΙΑ

 Μνήμη Μάρθας Πύλια

Αποσπάσματα από τη Διδακτορική διατριβή της Μάρθας Πύλια Les notables moréotes fin du XVIIIe début du XIXe siècle: Fonctions et Comportements (=Οι πρόκριτοι του Μοριά, τέλος 18ου-αρχές 19ου αιώνα: Λειτουργίες και Συμπεριφορές), Université de Paris I-Panthéon Sorbonne, Atelier national de reproduction des thèses, Paris 2001, μετάφραση του Παντελή Μούτουλα, από ανολοκλήρωτη έκδοση στο «Βιβλιόραμα».

Τα παρακάτω αποσπάσματα φανερώνουν την προσπάθεια της Πύλια να εξετάσει τις κοινότητες υπό τους Οθωμανούς κριτικά, τόσο ως προς τις ιστορικές πηγές όσο κυρίως σε σχέση με την τεράστια και φορτισμένη με νομιμοποιητικές και αναχρονιστικές θέσεις βιβλιογραφία. Η γόνιμη προσέγγισή της και οι χρήσιμες επισημάνσεις της για τις πολλαπλές κοινοτικές και εξωκοινοτικές οικονομικές δραστηριότητες των προκρίτων –τόσο των χριστιανών όσο και των μουσουλμάνων– δεν εμπλουτίζουν μόνο την ιστορική προβληματική μας για τις κοινωνικές σχέσεις εξουσίας χριστιανών και μουσουλμάνων· υποδεικνύουν, ενδεχομένως, και μια οικονομικού/αυτοδιοικητικού χαρακτήρα συνέχεια με ανάλογους υστερο-βυζαντινούς πυρήνες, που πρόσφατα αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης, δηλ. τις έκκεντρες εμπορικές πόλεις/λιμάνια με τα προνόμιά τους. Αν ισχύει αυτή η υπόθεση-συσχέτιση, τότε μπορούμε ίσως να αναζητήσουμε ένα κοινό παρονομαστή ως προς την εμπλοκή των Οθωμανών στην οργάνωση, εκτός από τη συλλογή των φόρων, ανάλογων (κοινοτικών) πυρήνων για τη διεκπεραίωση του δι-ηπειρωτικού εμπορίου και τη συνακόλουθη συγκέντρωση του πλούτου (διαδικασία που εντατικοποίησαν οι Δυτικοί-Σταυροφόροι στην Ανατολική Μεσόγειο).

Στη συνέχεια η Πύλια επισημαίνει, με βάση τους οθωμανικούς ιστορικούς όρους, την πρώιμη ανάδειξη οικογενειών που θα παίξουν ρόλο προκρίτων, αποστασιοποιούμενη, εκ νέου, από τις γενεαλογικού είδους φιλοδοξίες τους (βυζαντινή καταγωγή, εθνοπρεπής στάση κ.λπ.), τις οποίες εμπνεύστηκαν στο πλαίσιο του νεοελληνικού κράτους. Εξειδικευμένες παραδειγματικές πληροφορίες σ’ αυτά τα αποσπάσματα, για την ατομική και συλλογική δράση των προκρίτων, φέρνουν στο φως, μεταξύ άλλων, πρακτικές με οικονομικά/συμβολικά οφέλη, περιπτώσεις ελιγμών και συστράτευσής τους σε διαφορετικά μέτωπα, πτυχές θρησκευτικού συγκρητισμού κ.λπ.: Πρόκειται για σπουδαία ιστορικά φαινόμενα τα οποία η Πύλια αναδεικνύει στην πολυπλοκότητά τους· τα ίδια που συνήθως με κατάλληλες διευθετήσεις, στη βάση άλλοτε ριζικών αντιπαλοτήτων (χριστιανοί/έλληνες, μουσουλμάνοι/τούρκοι πρόκριτοι) και άλλοτε πολυπολιτισμικών συνομαδόσεων, μετατρέπονται, ανάλογα με τη συγκυρία, σε εθνική ή εθνοτική κατήχηση.
Α. Κ.]


Επηρεασμένη από την παραδοσιακή ιστοριογραφία και από μια αυτάρεσκη αναπαράσταση του παρελθόντος μας, η εθνική συλλογική μας μνήμη διατηρεί μια ιδανική εικόνα των χριστιανικών κοινοτήτων της τουρκοκρατίας. Κυρίαρχη μέχρι τις μέρες μας η άποψη αυτή, στηρίζεται, καταρχήν, στα Απομνημονεύματα των αγωνιστών και των προκρίτων που συντάχθηκαν περί τα μέσα του 19ου αι., για να στοιχειοθετήσουν ένα προσωπικό, οικογενειακό και εθνικό ηρωικό παρελθόν. Εκεί, προβάλλεται, συχνά χωρίς καμία επιφύλαξη, η αυτονομία των κοινοτήτων και η επίδραση που ασκούσαν οι χριστιανοί άρχοντες στην τουρκική διοίκηση.
Γιάννης Κολιός
Η σπουδαιότητα της κοινοτικής οργάνωσης του Μοριά προκύπτει από την ιδιαίτερη γεωπολιτική θέση της περιοχής στο οθωμανικό αλλά και αργότερα στο νέο ελληνικό κράτος: Η Πελοπόννησος, μεταξύ των πρώτων επαρχιών που ελευθερώθηκαν, αποτελούσε μια μεθοριακή περιφέρεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που είχε, κατά καιρούς, προκαλέσει το προστατευτικό ή επεκτατικό ενδιαφέρον των Βενετών, των Ρώσων και του Ναπολέοντα. Η απόσταση λοιπόν από την οθωμανική πρωτεύουσα, η γεωγραφική αυτοτέλεια και η διεκδίκηση της περιοχής από τους ξένους, συνετέλεσαν ώστε ο χριστιανικός Μοριάς να αποκτήσει μια ανεπτυγμένη κοινοτική οργάνωση, σε τρία επάλληλα επίπεδα: Οι κοινότητες των χωριών συγκροτούσαν το επαρχιακό συμβούλιο, και αυτό με τη σειρά του εξέλεγε τους αντιπροσώπους της Πελοποννήσου. Η συμμετοχή στις διαδικασίες πολιτικής εκπροσώπησης μέσα στο οθωμανικό περιβάλλον προετοίμασε αρκετούς από τους κοτζαμπάσηδες για τους πολιτικούς ρόλους που ανέλαβαν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος.
Οι λόγοι που προηγουμένως αναφέρθηκαν εξηγούν μερικές από τις αιτίες που προσδιόρισαν τη λειτουργία των χριστιανικών κοινοτήτων στον Μοριά. Είναι παράδοξο ότι και αυτές, αλλά και στο σύνολό της η κοινοτική αντιπροσώπευση της κατακτημένης κοινωνίας, συγκροτούσαν έναν τοπικό οργανισμό τον οποίο το οθωμανικό κράτος, παρότι δημιούργησε, ουδέποτε αναγνώρισε θεσμικά: Εάν στα ελληνικά προεπαναστατικά και παλαιότερα έγγραφα ο όρος «κοινόν» ήταν συνηθισμένος, η οθωμανική διοίκηση αντίθετα απευθυνόταν ονομαστικά και μόνο στα άτομα που το εκπροσωπούσαν.
Ο χώρος που κατέλαβαν οι κοινότητες στη νεοελληνική ιστορική συνείδηση, και τα χαρακτηριστικά που τους αποδόθηκαν, μας αναγκάζουν να επιχειρήσουμε μια αποσαφήνιση των συνθηκών τους στην περιοχή που γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη, τη διοικητική περιφέρεια του Μοριά. Τα περισσότερα ελληνικά τεκμήρια που αφορούν τις μοραΐτικες κοινότητες ανάγονται στα τέλη 18ου και τις αρχές 19ου αιώνα, περίοδο μεγάλων κοινωνικών και παγκόσμιων ανατροπών, που κατέληξαν στη βαθμιαία αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, η οθωμανική διοίκηση πάσχιζε να περιορίσει την εξουσία των τοπικών αρχόντων, χριστιανών και μουσουλμάνων, των οποίων η αυθαιρεσία συνιστούσε ένα από τα συμπτώματα της κρίσης.
Ανεξάρτητα από τον «αντιστασιακό» χαρακτήρα των κοινοτήτων που καλλιέργησε η συλλογική μνήμη των Ελλήνων, και ακόμη, ανεξάρτητα και από αυτή την αυτονομία που επέβαλαν de facto οι ισχυροί μουσουλμάνοι τοπικοί άρχοντες της Ανατολίας στις περιοχές επιρροής τους, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κεντρική οθωμανική διοίκηση επέτρεπε τη λειτουργία των κοινοτικών μηχανισμών και των τοπικών αρχόντων, υπό τον όρο ότι εξυπηρετούσαν πάγιες ή έκτακτες ανάγκες του κράτους.
[…] Παρότι στην Πελοπόννησο η ισχυρή πλειοψηφία του χριστιανικού πληθυσμού ενίσχυε την αναγκαιότητα και το κύρος των χριστιανών προκρίτων, η υπεροχή μιας πολύ περιορισμένης μουσουλμανικής μειονότητας ήταν απόλυτη και αναμφισβήτητη. Ο ρόλος των μουσουλμάνων αρχόντων της Πελοποννήσου, αν και σχεδόν αγνοημένος στην ελληνική ιστοριογραφία, ήταν κυρίαρχος. Σ’ αυτό συνηγορούν όχι μόνο οι δημοσιευμένες τουρκικές πηγές αλλά και οι αντίστοιχες ελληνικές.
Βέβαια, ο ρόλος των μουσουλμάνων και των χριστιανών προεστών δεν ήταν ταυτόσημος, καθώς το γεγονός της κατάκτησης επέβαλε από την αρχή τούς όρους της μουσουλμανικής υπεροχής. Στην κλίμακα πολιτικής και κοινωνικής ιεραρχίας του Μοριά, οι εύποροι χριστιανοί άρχοντες ακολουθούσαν από μεγάλη απόσταση τους αντίστοιχους μουσουλμάνους αλλά αντέγραφαν με τη συμπεριφορά τους το κυρίαρχο μουσουλμανικό πρότυπο στους τομείς που δεν συγκρούονταν με τη χριστιανική ορθοδοξία. Η αρχιτεκτονική, η ενδυμασία και οι διατροφικές συνήθειες είχαν σοβαρά επηρεασθεί από τις οθωμανικές επιταγές και τη «μόδα». Παρά την πολυετή κατάκτηση και τις όποιες κοινές συνήθειες, οι θρησκευτικοί θεσμοί και οι κοινότητες αποτελούσαν τους δύο πόλους οι οποίοι συντηρούσαν την ιδιαίτερη μνήμη των κατακτημένων, χωρίς ωστόσο να αμφισβητούν την οθωμανική νομιμότητα.

Η ελληνική κοινότητα στο οθωμανικό κράτος
Η ελληνική κοινότητα εντός της οθωμανικής επικράτειας, παρότι συγκροτούσε μια σύνθετη πραγματικότητα, ενέπνευσε μονομερείς, δογματικές προσεγγίσεις στην ελληνική ιστοριογραφία. Ιστορικοί και νομικοί, επιχειρώντας να αποδείξουν την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού, διαβεβαίωναν ότι οι ρίζες της ελληνικής κοινότητας της τουρκοκρατίας ανάγονται στην Αρχαιότητα. Αυτές οι απόψεις, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά τη μακρά περιπέτεια της ανεξαρτησίας, θεμελίωσαν βιαστικά την ιδεολογία του νέου ελληνικού κράτους στη μακραίωνη καταγωγή του, αλλά δεν κατόρθωσαν παρόλα αυτά να ιχνηλατήσουν την εξέλιξη της αποκαλούμενης «τοπικής αυτονομίας» στη διάρκεια αυτής της πολύ μακράς περιόδου. […]
Χωρίς να εισέλθουμε στις λεπτομέρειες του συστήματος εκλογής των αρχόντων και τις δικαιοδοσίες τους, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι αρχαίες πόλεις συνέθεταν μια πραγματικότητα πολύ διαφορετική και πολύ απομακρυσμένη από την πραγματικότητα των κοινοτήτων που εξετάζουμε. Εξάλλου, ο νόμος του κορανίου δεν αναγνώριζε ούτε το νομικό πρόσωπο ούτε τους δημοτικούς κώδικες ούτε την πολιτική οντότητα των κοινοτήτων, ούτε καν των πόλεων.

Τα μουσουλμανικά κίνητρα
[…]  Ασφαλώς, τα προνόμια που παραχωρούν οι Τούρκοι προκύπτουν από τις θεμελιώδεις αρχές του ισλαμισμού. Η γενική εφαρμογή του Ιερού Νόμου (Σεριάτ) προκάλεσε, στη ζωή των μη μουσουλμάνων (zimmî), επικίνδυνες παρεξηγήσεις και έθεσε εν αμφιβόλω την κατωτερότητα των «απίστων», την οποία όριζε καθαρά η μουσουλμανική νομοθεσία. Έτσι, το οθωμανικό κράτος, για να αποφύγει αυτή την αταξία, πρώτα απ’ όλα τη θρησκευτική, παραχώρησε στους χριστιανούς την αυτονομία τους, σε ζητήματα εκπαίδευσης, κοινωνικής πρόνοιας και αστικής νομοθεσίας.
Οι Οθωμανοί, απευθείας διάδοχοι των Αράβων στην κορυφή της μουσουλμανικής ορθοδοξίας, παραχώρησαν από την αρχή στους εκκλησιαστικούς προεστούς προνόμια και εξουσίες, με διατάγματα που ονομάζονταν αχνταναμέδες. Τα διατάγματα απένεμαν στις περιφέρειες, οι οποίες περιλαμβάνονταν σ’ αυτές τις συμφωνίες, το δικαίωμα της συμμετοχής στη daral-‘ahd (γη της συνθήκης). Εφεξής, καθώς δεν ανήκαν πλέον στη daral-‘harb (γη του πολέμου), απολάμβαναν προστασία και ασφάλεια (ahd ve aman).
Αν και, σύμφωνα με το έθιμο, μόνο οι περιφέρειες που παραδίδονταν χωρίς μάχη δικαιούνταν παραχωρήσεις, ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής (1451-81) περιέβαλε τον Πατριάρχη με ευρείες δικαιοδοσίες και φορολογική ατέλεια, διότι ο επανεποικισμός και η ανοικοδόμηση της ερειπωμένης Κωνσταντινούπολης ήσαν γι’ αυτόν αναγκαία, και η ανασυγκρότηση των χριστιανικών πληθυσμών υπό την εξουσία του Πατριάρχη πολιτικά επωφελής. Πράγματι, η ορθόδοξη Εκκλησία ήταν ο μοναδικός θεσμός, άθικτος μετά την κατάκτηση, ικανός να ενώσει εκ νέου και να επιβλέπει τους χριστιανούς, και επιπλέον ήταν εχθρικός απέναντι σε κάθε προσέγγιση με τη Δύση. Αυτός είναι ο λόγος που άσκησε σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας κυρίαρχη επιρροή στις ιδιωτικές και δημόσιες υποθέσεις των Ελλήνων. […]
Οι απομακρυσμένες περιοχές, μεθοριακές και διαφιλονικούμενες, όπως ο Μοριάς, τα χωριά υψηλού οικονομικού ενδιαφέροντος, όπως εκείνα των μεταλλείων της Μακεδονίας, τα διαμερίσματα που προορίζονταν να επιτηρούν τις κεντρικές κλεισούρες (δερβένια), καθώς και οι περιφέρειες που ξέφευγαν από τον έλεγχο της κεντρικής διοίκησης και των οποίων τα φορολογικά έσοδα ανήκαν σε θρησκευτικά ιδρύματα (βακούφια), μεγάλους αξιωματούχους και συγγενείς της αυτοκρατορικής οικογένειας, απολάμβαναν σημαντικά προνόμια. Όσο μειωνόταν η άμεση επιτήρηση της εξουσίας, τόσο οι πληθυσμοί βελτίωναν τις συνθήκες της ζωής τους∙ όμως η μεγάλη πλειονότητα των πόλεων και χωριών επιβίωναν υπό καταπίεση, χωρίς δικαιώματα ή θεσπισμένες παραχωρήσεις.

Το κείμενο συνεχίζεται την επόμενη Κυριακή:
-Η περίπτωση της Πελοποννήσου
-Η τοπική αριστοκρατία. Η γέννηση των μεγάλων χριστιανικών οικογενειών στον Μοριά
-Οι Μοραΐτες μουσουλμάνοι πρόκριτοι στον Μοριά

Δεν υπάρχουν σχόλια: