26/1/13

Ένα πολιτικό σύστημα υπό συγκρότηση

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΣ, Εκλογική Ιστορία της Κύπρου: Πολιτευτές, κόμματα και εκλογές στην Αγγλοκρατία 1878-1960, (Πρόλογος Π.Μ. Κιτρομηλίδης), εκδόσεις Θεμέλιο, σελ. 600

Η κυπριακή ιστορία ήταν πάντοτε ένας τομέας εξαιρετικού ενδιαφέροντος στην ελλαδική βιβλιογραφία, κυρίως λόγω των αυτονόητων εντάσεων που έχει παραγάγει το «κυπριακό ζήτημα» στον εγχώριο δημόσιο διάλογο. Παρότι σε γενικές γραμμές έχει διαμορφωθεί ένα στοιχειώδες γνωστικό περίγραμμα για τις ορίζουσες της κυπριακής ιστορίας, ελλείπουν συνθετικά έργα που επικεντρώνονται στην πολιτική ιστορία της νήσου, στην εξέλιξη των κυπριακών πολιτικών κομμάτων και στη διαμόρφωση των όρων του εκλογικού ανταγωνισμού. Λαμβάνοντας πάντοτε υπόψιν τους περιορισμούς της εγχώριας εκδοτικής παραγωγής, θεωρούμε ότι πολλές από τις στρεβλώσεις που πολλοί φέρουν γύρω από το κυπριακό πρόβλημα, εδράζονται και στην ελλιπή γνώση του κυπριακού πολιτικού συστήματος και των ιδιομορφιών που το χαρακτηρίζουν λόγω του αποικιακού του παρελθόντος. Η μελέτη της περιόδου της Αγγλοκρατίας (1878-1960) είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εργασία στο βαθμό που εξετάζονται οι όροι πολιτικοποίησης μιας κοινωνίας υπό αποικιακό καθεστώς.

Το πόνημα του κ. Βασίλη Πρωτοπαπά έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη μελέτη της κυπριακής και συνιστά μια ιδανική αφετηρία για την εμβάθυνση του αναγνώστη σε συγκεκριμένα σημεία της κυπριακής ιστορίας. Η «Εκλογική Ιστορία της Κύπρου: Πολιτευτές, κόμματα και εκλογές στην Αγγλοκρατία 1878-1960» συνιστά μεταγραφή σε βιβλίο της διδακτορικής διατριβής που εκπόνησε ο συγγραφέας στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών και δίνει έμφαση στα μακρά πολιτικά προεόρτια της ίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στόχος του κ. Πρωτοπαπά είναι να αφηγηθεί την εκλογική ιστορία της περιόδου της Αγγλοκρατίας και να εξετάσει την εξέλιξη της κυπριακής πολιτικής σκηνής σε αυτή την κρίσιμη περίοδο μέσα από την άνιση και ατελή διαδικασία συγκρότησης οιονεί αντιπροσωπευτικών θεσμών με την αίρεση πάντοτε της αποικιακής διευθέτησης. Άξονας της μελέτης είναι οι εκλογικές διαδικασίες και το πώς αυτές ενσωμάτωναν τα διακυβεύματα κάθε υπο-περιόδου. Για να το επιτύχει αυτό βασίστηκε σε ένα πλούσιο και αδημοσίευτο αρχειακό υλικό και σε μια λεπτομερή αποδελτίωση των υπαρχουσών αναφορών στην οικεία βιβλιογραφία. Υπ’ αυτήν την έννοια, το βιβλίο καθίσταται πολύτιμο τόσο για τον απλό αναγνώστη, που θα εντοπίσει σε αυτό πλούσιες και έγκυρες πληροφορίες, όσο και στον εξειδικευμένο μελετητή που θα έχει στη διάθεσή του έναν πλήρη βιβλιογραφικό χάρτη.
Ο συγγραφέας χωρίζει την ανάλυσή του σε δύο διακριτά μέρη: το πρώτο το ονομάζει «Εποχή των Πολιτευτών», που καλύπτει την περίοδο από την ανάληψη της διοίκησης  του νησιού από τη Βρετανική Αυτοκρατορία τον Ιούλιο του 1878 έως και τις απαρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και το δεύτερο ως «Εποχή των Παρατάξεων», που καλύπτει την περίοδο μέχρι και την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου τον Αύγουστο του 1960. Η μετάβαση από τη μία περίοδο στην άλλη παρότι δε συνοδεύεται από έναν κάποιους είδους θεσμικό εκσυγχρονισμό, σηματοδοτεί την ανασυγκρότηση του πολιτικού ανταγωνισμού με πιο αδρούς και κοινωνικά γειωμένους όρους. Ο Πρωτοπαπάς επισημαίνοντας την ισχυρή επίδραση του κυπριακού αλυτρωτικού εθνικισμού, υποστηρίζει ότι αυτός είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για την ατελή και μάλλον ματαιωμένη φιλελευθεροποίηση του κυπριακού πολιτικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση όμως ο πολιτικός ανταγωνισμός εκφράζει κοινωνικές αντιθέσεις και συμβαδίζει με την εξέλιξη του κυπριακού κοινωνικού σχηματισμού. Οι τρεις βασικές κοινωνικές διαιρέσεις – «εθνοτική-πολιτισμική», «αντιαποικιακή», «ταξική» - καθορίζουν, σε διαφορετικό βαθμό η καθεμία, την κατεύθυνση που λαμβάνει κάθε φορά η συγκρότηση των πολιτικών ομαδοποιήσεων και την ένταση των συγκρούσεων πους τις αναπαράγουν.      
Στο πρώτο μέρος περιγράφεται η ιστορία των εκλογών για το «Νομοθετικό Συμβούλιο» της Κύπρου. Το Νομοθετικό Συμβούλιο (1882-1931) ήταν ένα συμβουλευτικό όργανο προς την αποικιακή διοίκηση, δώδεκα μέλη του οποίου εκλέγονταν από τις δύο κοινότητες. Γύρω από αυτές τις εκλογές εμφανίστηκαν για πρώτη φορά κάποια στοιχεία πολιτικού ανταγωνισμού στην κυπριακή πολιτική. Ο συγγραφέας εκκινώντας από τη μελέτη των εκλογικών αποτελεσμάτων περιγράφει όλες τις μεγάλες συγκρούσεις εκείνης της περιόδου αναδεικνύοντας την επίδραση αυτών στη διενέργεια των εκλογών. Επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο του κοινοτικού εθνικισμού για τη συγκρότηση των πολιτικών ταυτοτήτων, την ιδιαίτερη θέση της Εκκλησίας στην πολιτική αντιπροσώπευση, τον ετεροκαθορισμό από τις εξελίξεις στην Ελλάδα, αλλά και τις τυχόν αποκλίσεις που εκφράζονταν με την άνοδο της κυπριακής κομμουνιστικής αριστεράς. Χαρακτηριστικό των πολιτικών μορφών της περιόδου είναι η στελεχιακή τους συγκρότηση υπό τη μορφή πολιτευτών με προσωπική ισχύ οι οποίοι στοιχίζονταν πέριξ συγκεκριμένων μερίδων.
Με την εξέγερση του Οκτωβρίου του 1931 καταργείται ο θεσμός του Νομοθετικού Συμβουλίου και η κυπριακή πολιτική εισέρχεται σε μια νέα φάση. Στο δεύτερο μέρος, την «Εποχή των Παρατάξεων», το βάρος της μελέτης πέφτει στις εκλογικές διαδικασίες για τα «Συμβούλια των Δημαρχείων» (1943-1953), όπου πλέον τις μόνιμες ή και περιστασιακές συμπλεύσεις πολιτευτών αντικαθιστούν συνεκτικές πολιτικές παρατάξεις – δηλαδή πολιτικά κόμματα – οι οποίες αντιπαρατίθενται με όρους αμιγώς ιδεολογικούς. Η ίδρυση του ΑΚΕΛ το 1941 συμπυκνώνει την ενσωμάτωση της κοινωνικο-ταξικής παραμέτρου στη συγκρότηση του πολιτικού ανταγωνισμού, η οποία επιδρά και στις στοιχίσεις γύρω από τα αλυτρωτικά προτάγματα. Η εκκίνηση του αγώνα της ΕΟΚΑ τον Απρίλιο του 1955 διαμορφώνει ανυπέρβλητα χάσματα στην παραταξιακή αντιπαράθεση – ενδοκοινοτική και διακοινοτική - και η ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου συνομολογείται απρόθυμα από τις δύο κοινότητες διαμορφώνοντας την εύθραυστη ισορροπία που έφερε το «κυπριακό ζήτημα» στο καταστροφικό τέλμα των επομένων δεκαετιών.
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις ενός κοινωνικού επιστήμονα είναι η σύνθεση μεγάλων σε χρονική έκταση έργων και ένας από τους μεγαλύτερους φόβους η αγωνία της υπεραπλούστευσης και της βιαστικής διεκπεραίωσης περίπλοκων ζητημάτων υπό το βάρος της υπηρέτησης ενός ενιαίου σχήματος. Ο κ. Πρωτοπαπάς, προτάσσοντας τη διεπιστημονικότητα του εγχειρήματός του, κατορθώνει να προσφέρει ικανοποιητικά επιχειρήματα για κάθε δύσκολο θέμα που ανακύπτει ταυτόχρονα να συνεισφέρει και γόνιμους θεωρητικούς προβληματισμούς. Για το συγγραφέα οι αντιφάσεις της περιόδους της Αγγλοκρατίας είναι δυνατόν να ερμηνεύσουν εν μέρει και τα αδιέξοδα της σημερινής κατάστασης. Η εκκρεμότητα του «κυπριακού ζητήματος» είναι «…το σοβαρότερο ίσως εμπόδιο για την ωρίμανση της πολιτικής και κομματικής ζωής και την εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών στο νησί…».

Δεν υπάρχουν σχόλια: