26/1/13

Σημειώσεις για το κράτος

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΡΟΖΑΝΗ
Μαρίνα Σαμαρτζή- Χωρίς τίτλο
Ας μου επιτραπεί να ξεκινήσω με την αρχαιολογία του νεωτερικού κράτους: δηλαδή τον Hegel. Ο Hegel διατείνεται: "Το ίδιο το κράτος είναι κάτι αφηρημένο, του οποίου η πραγματικότητα, που είναι κάτι από μόνη της γενική, έγκειται στους πολίτες∙ είναι όμως και πραγματικό, και η γενική ύπαρξή του πρέπει να προσδιορίζεται περαιτέρω ως ατομική βούληση και δραστηριότητα".
Ο χεγκελιανός ορισμός έχει ήδη θέσει τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της νεωτερικής κρατικής υπόστασης: από τη μια μεριά, το κράτος είναι μια αφηρημένη έννοια, γενική, της οποίας όμως η γενικότητα έγκειται στη σύλληψη του πολίτη ως ιστορικά δρώσης υποκειμενικότητας. Από την άλλη μεριά, το κράτος νοείται ως πραγματική οντότητα∙ δηλαδή, το κράτος έχει μια κοινωνική βάση, και πάνω σ' αυτή την κοινωνική βάση στηρίζει την πραγματικότητά του, διότι σε αντίθετη περίπτωση το κράτος θα παρέμενε στην αφηρημένη, γενική κατάσταση της ατομικής βούλησης.
Ως προς το κράτος, επίσης, ο Hegel αναγνωρίζει και αναδεικνύει μια θεμελιώδη αντίφαση: την αντίφαση μεταξύ της υπακοής και της αξίωσης της ελευθερίας. Γράφει: "Η υπακοή, ωστόσο, μοιάζει να μην συνάδει με την ελευθερία, και όσοι διατάσσουν μοιάζουν να πράττουν κάτι που αντιτίθεται στη βάση του κράτους: στην έννοια της ελευθερίας".

Η αντίφαση εδώ αναπτύσσεται ως συγκρουσιακό πεδίο της δυνάμεως και της ισχύος, που συγκροτούν το κράτος και τους θεσμούς του ως πραγματικότητας, και της αξίωσης οι δραστηριότητες του κράτους να καθορίζονται "από τον λαό, από τη βούληση των πολλών ή και όλων".
Εκκινώντας από τον χαγκελιανό ορισμό, μπορούμε να αναλύσουμε την κρατική υπόσταση, εστιάζοντας την προσοχή μας στις δομικές συνιστώσες που ο ορισμός αυτός αναδεικνύει, χωρίς ωστόσο ο Hegel να τις αντιλαμβάνεται με τη συγκεκριμένη νεωτερική μορφή τους.
Πράγματι, το κράτος είναι μια λογική αφαίρεση που διασφαλίζει την κοινωνική κατανομή της εξουσίας, κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η "πληρότητα και η ενότητα της εξουσίας". Υπό την έννοια αυτή, η ατομική βούληση του πολίτη, αντί να εγγυάται, κατά το χεγκελιανό πρόταγμα, την πραγματικότητα του κράτους, μετατρέπεται στο αντίθετό τους: ο πολίτης γίνεται υπήκοος∙ δηλαδή εντάσσεται στη συνολική κατάσταση μιας πειθαρχικής εξουσίας, η οποία, στο όνομα της κρατικής υπόστασης, επιβάλλει την "αντιφατική συμπαρουσία" των πολιτών και "μιας [πειθαρχικής] εξουσίας", η οποία επιχειρεί να περιορίσει, αν όχι να καταλύσει, κάθε έννοια εγγύησης της κυριαρχίας εκ μέρους των πολιτών. Έτσι, το κράτος αποκτά μιαν ολοποιητική ταυτότητα και οι θεσμοί του "πραγμοποιούν την κυριαρχία με τον πιο ανελαστικό τρόπο": τη δημιουργία του νεωτερικού μορφώματος της κοινωνίας του ελέγχου.
Από την άλλη μεριά, οι γραφειοκρατικοί και πολιτικοί μηχανισμοί, που αποτελούν τις θεσμίσεις της κρατικής υπόστασης, "τείνουν", για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Henri Lefebvre, "να υψωθούν πάνω από την κοινωνία: να την εξουσιάζουν αντί να τη διαχειρίζονται. Αυτή την παράλογη πλευρά παρουσιάζει η άνοδος του συνόλου προς την αφαίρεση, που ο Hegel την χειροκροτεί ως σημείο και απόδειξη λογικότητας".
Κατ' αυτόν τον τρόπο, προκύπτει μια αυτονόμηση του κράτους από την κοινωνία, με αποτέλεσμα (επικαλούμαι, πάλι τον Lefebvre) οι μηχανισμοί του κράτους "να αποτελούν μεγάλο βάρος για την καθ' αυτό κοινωνία", και έτσι, "τα διάφορα στοιχεία του πολιτικού σώματος, καθώς δεν ελέγχονται (δημοκρατικά) από τη βάση να διασπώνται" και να αρχίζουν τον ανταγωνισμό για την κατάκτηση της δυνάμεως και της ισχύος, και των πλεονεκτημάτων που απορρέουν από τη δύναμη και την ισχύ.
Βέβαια, ο Jean Jacques Roussaau έχει θέσει την αρχή της Γενικής Βούλησης, ως ουσιώδους προαπαιτούμενου της κρατικής υπόστασης και της Δημοκρατίας. Ως ελευθερία, λοιπόν, ορίζεται τώρα ένα καθεστώς το οποίο προϋποθέτει τη συγκατάθεση εκ μέρους των επιμέρους ατόμων, και ως απόρροια αυτής της συγκατάθεσης προκύπτει ότι "κανένας νόμος δεν μπορεί να ισχύσει χωρίς τη συμφωνία όλων", γεγονός το οποίο μάλλον τονίζει και ο Hegel, όταν διατείνεται ότι οι δραστηριότητες του κράτους καθορίζονται από τον λαό, ήτοι από τη βούληση όλων.
Ωστόσο, η κοινωνική κατανομή της εξουσίας, την οποία διασφαλίζει το κράτος και οι θεσμοί και πολιτικοί μηχανισμοί της κυριαρχίας, αποκλείει τη Γενική Βούληση, και όπως έχει παρατηρήσει ο Rousseau, "δεν υφίσταται πια ελευθερία, αφού η βούληση της μειονότητας δεν γίνεται πλέον σεβαστή". Άρα, η Γενική Βούληση προκαλεί μάλλον την κατάρρευση του κράτους παρά την εδραίωσή του.
Από τα ανωτέρω και μόνον, συνάγεται ασφαλώς ότι το κράτος αποτελεί το κεντρικό πρόβλημα, το ουσιαστικό ζήτημα του κοινωνικού στοχασμού. Ο Karl Marx επαναλαμβάνει διαρκώς ότι το κράτος πρέπει να καταστραφεί. Το ερώτημα που προκύπτει από το μαρξικό πρόταγμα, είναι βέβαια με ποιους τρόπους μπορεί να προκύψει μια κοινωνία απελευθερωμένη "από το βαρύ κρατικό κάλυμά της". Και στο ερώτημα αυτό, ο Marx φαίνεται να μην είναι σε θέση να προτείνει μια συνεκτική κοινωνική και πολιτική πρόταση.
Το πρόβλημα σήμερα είναι ότι το κράτος έχει ταυτισθεί απολύτως με τη βιοεξουσία, η οποία, όπως μας δίδαξε ο Michel Foucault, είναι "μια μορφή εξουσίας που ρυθμίζει τον κοινωνικό βίο εκ των έσω, παρακολουθώντας τον, απορροφώντας τον και αναδιαρθρώνοντάς τον", για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Antonio Negri και Michael Hardt. Ή καλύτερα και συνοπτικότερα, με τα λόγια του ίδιου του Foucault: "Η ζωή έχει γίνει πλέον... αντικείμενο της εξουσίας". Πρόκειται πράγματι για την υπαγωγή των κοινωνικών σχέσεων εν γένει στην ολοκληρωτική μορφή της κράτους.
Αυτό ασφαλώς σημαίνει ότι η απόσπαση της κοινωνίας από το βαρύ κρατικό φορτίο δεν μπορεί να συντελεστεί εντός των ορίων του κράτους, και ιδιαίτερα μάλιστα εντός του σύγχρονου φιλελεύθερου αστικού κράτους. Το σύγχρονο κράτος μόνον εξουσιάζει - δεν διαχειρίζεται. Και μάλιστα εξουσιάζει ανελαστικά μέσω της βιοπολιτικής και των μηχανισμών "οι οποίοι παράγουν και ρυθμίζουν τα ήθη, τα έθη και τις παραγωγικές πρακτικές".
Απαιτείται, κατά συνέπεια, μια άλλου είδους ενεργοποίηση της κοινωνίας, η οποία να εξαλείφει τις κυρίαρχες αφηγήσεις, και να προτείνει διαφορετικού είδους αξιακές κλίμακες, πέραν των ουμανιστικών προταγμάτων περί της συγκροτήσεως της κοινωνικής κατανομής των εξουσιών ως εγγυήσεων, ισονομίας και ισοπολιτείας.
Το πρόταγμα σήμερα οφείλει να είναι το "αναποδογύρισμα αυτού του ανάποδου κόσμου", για να χρησιμοποιήσω κάποια λόγια του Karl Marx, παρ' όλο που φαίνεται "πως όλα πεθαίνουν γύρω μας εκτός από το κράτος".
Αν ξαναγυρίσουμε στον Foucault, είναι πιθανόν να βρούμε κάποια σημαίνοντα στοιχεία, τα οποία οδηγούν στην άλλου είδους ενεργοποίηση της κοινωνίας, η οποία είναι αναγκαία προκειμένου να προωθηθεί η περί απαλλαγής της κοινωνίας από το κρατικό βάρος συζήτηση. Για παράδειγμα ο Foucault μάς έχει προειδοποιήσει ότι η κυριαρχία "συγκροτείται βάσει μιας θεμελιακής μορφής βούληση [...]. Η βούληση αυτή συνδέεται με τον φόβο [...]. Η κυριαρχία δημιουργείται πάντα από τη βούληση εκείνων που φοβούνται". Συνεπώς, η ενεργοποίηση της κοινωνίας προαπαιτεί την απεξάρτηση του πολίτη από τη βούληση εκείνη που συνδέεται άρρηκτα με τον φόβο και τη διασπορά του φόβου, μια βούληση την οποία η διακυβέρνηση επιχειρεί να συντηρεί πάντα με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση και το μεγαλύτερο δυνατό εύρος. Διότι, με τα λόγια του Foucault η ακολουθία, "βούληση, φόβος και κυριαρχία" είναι πάντα σε ισχύ. "Και δεν έχει καμιά σημασία αν η ακολουθία αυτή δημιουργείται εξαιτίας ενός κρυφού υπολογισμού, μιας σχέσης βίας, ενός φυσικού γεγονότος∙ δεν έχει καμιά σημασία αν ο φόβος προκαλεί μια διηνεκή διπλωματία, αν είναι ο φόβος για το μαχαίρι στον λαιμό ή η κραυγή ενός παιδιού. Όπως και να έχει, η κυριαρχία θεμελιώνεται".
Η εξάλειψη του φόβου γεννά τον αναστοχασμό του πολίτη ως εγγυητού της αξίωσης της ελευθερίας και ως δρώντος ιστορικά υποκειμένου, προκειμένου η κοινωνία να προωθήσει τόσο τον ιστορικό λόγο όσο και την πολιτική πρακτική, προς την κατεύθυνση της απαλλαγής της από το βαρύ κρατικό φορτίο.
Πράγματι. Για να επαναλάβω τι διατύπωση του John Hollyway: "Υπάρχει ένας ευρύτατος χώρος δραστηριοποίησης που προσανατολίζεται προς την αλλαγή του κόσμου που δεν δίνει έμβαση στο κράτος". Αυτός ο χώρος δραστηριοποίησης "περιλαμβάνει πολλές δραστηριότητες". Ωστόσο "η προβολή του ριζικά διαφορετικού είναι συχνά μια σημαντική συνιστώσα τους". Αυτό το ριζικά διαφορετικό δεν είναι ασφαλώς άλλο από την ασυμβίβαστη άρνηση του ήδη υπάρχοντος και ως προβολή αξιακών κλιμάκων που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις ισχύουσες αξιακές κλίμακες. Το ριζικά διαφορετικό είναι εν τέλει η ελευθερία όπως την όριζε ο Karl Marx: "η ικανότητα για 'αυθόρμητη οργάνωση', για καθολικότητα".

Δεν υπάρχουν σχόλια: