6/10/12

Για τον πολιτισμό και την κουλτούρα της αντίστασης

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Πέννυ Μονογιού- Viewmasters
Το αυξημένο ενδιαφέρον για την αμφισβήτηση ή την αλλαγή στη σφαίρα του πολιτισμού επιβεβαιώνει ότι ο κοινωνιογενής μετασχηματισμός έχει πάρει ολοκληρωμένη μορφή και επηρεάζει όλους τους τομείς της κουλτούρας. Το θέμα που μπαίνει αφορά τη σχέση του πολιτισμού με την κοινωνική αλλαγή. Είναι κεφαλαιώδες θέμα, γι' αυτό θα περιοριστώ στην επισήμανση ορισμένων σημείων και, κυρίως, στη διερεύνηση των εννοιών που το οριοθετούν, από το πρίσμα της ανθρωπολογικής προσέγγισης.

Σύμφωνα με τα δεδομένα, ο μετασχηματισμός που διαδραματίζεται ή, μάλλον, η επιτάχυνσή του, άρχισε να διαφαίνεται από το 1972, όταν οι συστημικές μελέτες για την παγκόσμια εξέλιξη πρόβλεψαν την επερχόμενη αποδόμηση του βιομηχανικού μοντέλου, καθώς και την ημερομηνία της εκδήλωσής της, η οποία και επαληθεύτηκε. Από το 2008 βιώνουμε την αποδόμηση αυτή (αποβιομηχάνιση, στροφή των λιμναζόντων κεφαλαίων από την παραγωγή στη σπέκουλα, έκπτωση των κοινωνικών αξιών, ηθική καθίζηση), μαζί με τη συνακόλουθη διατάραξη των κοινωνικών σχέσεων και την ένταση του μετασχηματισμού της κοινωνίας (συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, ανεργία, διαδηλώσεις και πλατείες). Η εξουσία χάνει την ικανότητα της πειθούς και της συναίνεσης, χάνει την κατά τον Γκράμσι ηγεμονία, και περιορίζεται στην άσκηση της βίαιης καταστολής. Βρισκόμαστε πλέον στην καρδιά μιας μεγάλης ιστορικής καμπής, που σαν τέτοια συμπαρασύρει σε αλλαγή τόσο την κοινωνική οργάνωση όσο και τον πολιτισμό της. Πολλοί από την Αριστερά αντιμετώπισαν τον πολιτισμό σαν «εργαλείο» για την κοινωνική αλλαγή ή σαν δεδομένη και αυτονόητη έννοια, αν και είναι γνωστό ότι ως έννοια είναι προϊόν της Δυτικής κοινωνίας και, κατά συνέπεια, περιέχει κοινωνική σημασιολόγηση από αυτήν. Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πρόβλημα, με βάση το σημερινό επίπεδο των γνώσεών μας, θα ξεκινήσουμε από την ευρύτερη έννοια της κουλτούρας. Πρόκειται για μια έννοια με μεγάλη αοριστία και ασάφεια, η οποία όμως αποτέλεσε κεντρικό πρόβλημα της ανθρωπολογίας και έχει υποστεί αρκετή επεξεργασία.
Μετά από πολλές θεωρητικές συζητήσεις και με βάση τη συστημική θεωρία μπορούμε να κατανοήσουμε την κουλτούρα ως εξής.      Ο κοινωνικο-πολιτισμικός σχηματισμός, ως οργανωμένο, δυναμικό σύστημα, έχει τις ιδιότητες της αλληλεξάρτησης των στοιχείων του, της αυτορρύθμισης και της ομοιοστασίας, της επιβολής ελέγχου στο περιβάλλον του και της αναπαραγωγής του διαμέσου των εσωτερικών αντιθέσεων. Τον διαχωρίζουμε σε δομή και λειτουργία, για λόγους μεθόδου της ανάλυσης, γιατί τα δύο αυτά στοιχεία βρίσκονται σε άρρηκτη σύνδεση μεταξύ τους. Δομή είναι το κοινωνικό σώμα, η διάταξη των κοινωνικών σχέσεων ή διαδράσεων (παραγωγής, συγγένειας, γειτονίας κ.ά.). Η λειτουργία ή, σωστότερα, οι λειτουργίες της κοινωνικής δομής και τα προϊόντα τους, αποτελούν την κουλτούρα. Οι κοινωνικές λειτουργίες διακρίνονται σε τρεις ομάδες: τις λειτουργίες της παραγωγής (γεωργική, βιομηχανική), της αυτορρύθμισης (δίκαιο, πρόνοια) και της αναπαραγωγής (παιδεία, τέχνη, παράδοση). Τα προϊόντα της κουλτούρας είναι υλικά και πνευματικά, από τις γέφυρες μέχρι τα κεντήματα.
Η σύγχυση μεταξύ κουλτούρας και πολιτισμού προκλήθηκε από τη διάδοση της άποψης του Arnold, που τη διατύπωσε το 1867, ότι η κουλτούρα συνιστά την καλλιέργεια των Καλών Τεχνών. Πρόκειται για ευρωπαιοκεντρική άποψη –γι’ αυτό άλλωστε επικράτησε στη Δύση- η οποία απέκλειε από τον πολιτισμό και από την κουλτούρα όλους τους λαούς που δεν έχουν Καλές Τέχνες, και τους χαρακτήριζε «βάρβαρους» ή «άγριους». Αντίθετα, σύμφωνα με τη συστημική ανάλυση που θέσαμε, κουλτούρα είναι το ευρύτερο φάσμα της κοινωνικής ζωής –οι ιδέες της, οι πόθοι της και οι πρακτικές της- ενώ πολιτισμός νοείται το μέρος της κουλτούρας στις κοινωνίες της ανισότητας με συγκεντρωτική εξουσία, το οποίο είναι θεσμοθετημένο. Τέτοιοι θεσμοί είναι π.χ. το ιερατείο, τα ινστιτούτα και οι σχολές. Συνεπώς, οι εξισωτικές και οι ακέφαλες κοινωνίες έχουν μόνο κουλτούρα. Αντίθετα, οι κοινωνίες με συγκεντρωτική εξουσία διαθέτουν και πολιτισμό, καθώς επίσης και γραφή, που ελέγχονται από τον κυρίαρχο λόγο.
Διαμέσου του πολιτισμού και των άλλων θεσμών, ο κυρίαρχος λόγος εποπτεύει ένα μεγάλο μέρος της κουλτούρας – πρόκειται για το σκέλος της εξουσίας που ονομάζεται ηγεμονία και που συμπληρώνει το άλλο σκέλος, την επιτήρηση και τη βία. Παραμένουν, όμως, έξω από τον άμεσο έλεγχό της το μέρος της κουλτούρας που δεν είναι θεσμοθετημένο, π.χ. τα έθιμα, καθώς και άλλες κουλτούρες,όπως των μειονοτήτων, των περιθωρειακών και των ομάδων που αντιδρούν στην υποτέλεια. Στο προκαπιταλιστικό κράτος οι κουλτούρες των υποτελών πληθυσμών είναι σχετικά αυτόνομες και συμβιώνουν πλάϊ στην κυρίαρχη κουλτούρα, η οποία συμπλέκεται με τον πολιτισμό του. Όμως, στο καπιταλιστικό έθνος-κράτος η κυρίαρχη τάξη οργανώνει ένα ισχυρά συγκροτημένο σύστημα πολιτισμού –με βάση την εθνική γλώσσα, την καθολική παιδεία, την εθνική ιστορία κ.ά.- που το επιβάλλει πιεστικά και στις υποτελείς κουλτούρες.
Εφόσον η κοινωνία είναι ζωντανό σύστημα, το βασικό της γνώρισμα είναι ο μετασχηματισμός. Κινητήρια δύναμη των μετασχηματισμών είναι οι ομάδες που αντιδρούν στην υποτέλεια. Η ιστορία αποτελεί μια ατέλειωτη αλυσίδα από κινήματα, μεσιανικά, θρησκευτικά, αγροτικά, εργατικά, κινήματα που ξεκινούν από τους Λαούς της Θάλασσας και τους θιάσους της Αρχαιότητας μέχρι τα πρόσφατα κινήματα της Β. Αφρικής, της Ν. Αμερικής, των Ζαπατίστας, του Occupy Wall Street, των σπουδαστών του Μόντρεαλ κ.ά. Η επίσημη ιστορία τα συγκαλύπτει και τα εμφανίζει ως μορφές εθνικών ή φυλετικών συγκρούσεων.     
Η οπτική μας για τον κόσμο και η στάση μας σ’ αυτόν περιορίζονται από τα φίλτρα της εμπειρίας και τις κατηγορίες της σκέψης, που μας επιβάλλει με πολλούς τρόπους ρύθμισης και ελέγχου ο κυρίαρχος λόγος. Αυτό σημαίνει ότι οι διαδικασίες αλλαγής της κοινωνικής πρακτικής διαδραματίζονται στη σφαίρα του άρρητου, άρα, παραμένουν μη αναγνωρίσιμες ή/και λογοκριμένες. Ένας άλλος λόγος είναι ότι πρόκειται για διαδικασίες του κοινωνικού γίγνεσθαι αλλά δεν έχουν διαμορφώσει ακόμα τη συγκρότηση εκείνη που θα τους δώσει ευρεία κοινωνική αναγνώριση και δεν έχουν αποκτήσει τη δύναμη που θα τους επιτρέψει να αντιπαραταχτούν στην επιβολή του κυρίαρχου λόγου. Εκείνα που είναι αναγνωρίσιμα και που καταγράφονται στην ιστοριογραφία είναι η ολοκλήρωση των μετασχηματισμών σε ποιοτικές, επαναστατικές αλλαγές των κοινωνικο-πολιτικών σχέσεων και των θεσμών. Σαν να μη συμβαίνει τίποτα στα μεσοδιαστήματα και σαν οι κοινωνικές αλλαγές να γίνονται από το τίποτα. Η αστική κοινωνιολογία, αλλά και κάθε κοινωνιολογία που αναφέρεται στις «μάζες», αγνοεί την κοινωνική δυναμική και τις υπόγειες μεταβολές. Γιατί θεωρούν την κοινωνία ένα αδρανές σώμα που το διαχειρίζεται και το κινεί αποκλειστικά η κυρίαρχη εξουσία και, συνεπώς, δεν διαθέτουν τα νοητικά εργαλεία για τη μελέτη των άρρητων διαδικασιών του κοινωνικού μετασχηματισμού. Αγνοούν εκείνο που είναι ουσιαστικό, το ότι η πολιτισμική αλλαγή διαμορφώνεται μέσα από τις κοινωνικές ομάδες οι οποίες πραγματοποιούν τον κοινωνικό μετασχηματισμό, μέσα από την κουλτούρα της αντίστασης.  
Τα θέματα του πολιτισμού –εξάρτηση από τον κυρίαρχο λόγο και την ελίτ, ιστορική συνέχεια κ.ά.- αφορούν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο. Για να το συζητήσουμε, είναι αναγκαίο να αποστασιοποιθούμε από την ηγεμονία ή, παραφράζοντας μια γνωστή πρόταση του J. Holloway, να εκδιώξουμε τον κυρίαρχο λόγο που έχει σφηνωθεί μέσα μας. Θα περιοριστώ στις εξής επισημάνσεις. Εφόσον ο πολιτισμός επιβάλλεται και ελέγχεται από τη συγκεντρωτική εξουσία, εκ των άνω, αναδιοργανώνεται μετά τους μετασχηματισμούς, μετά την εγκαθίδρυση της νέας εξουσίας – ο πολιτισμός της Δύσης χρειάστηκε δύο αιώνες προσπάθειας να για να εκτοπίσει τη λαϊκή κουλτούρα της εποχής και να επιβάλει τα ελληνορωμαϊκά πρότυπα. Εντούτοις, αν και χρησιμεύει σαν συμβολικό κεφάλαιο για τη διάκριση της ελίτ από τον όχλο, αν και έχει ρόλο να καλλιεργεί τις κατηγορίες του κυρίαρχου λόγου –ατομοκρατία, σωβινισμό, ανδροκρατία, μιλιταρισμό κ. ά.-, αυτό δεν σημαίνει ότι ο πολιτισμός δεν αφήνει έντονα αποτυπώματα στο σώμα της κοινωνίας ως στοιχείο της ιστορίας της. Δεν σημαίνει ότι δεν επηρεάζεται από, όπως και επηρεάζει, τη λαϊκή κουλτούρα. Δεν σημαίνει ότι αποτελεί συμπαγές σώμα, ότι δεν διαποτίζεται από εσωτερικές ρήξεις και ότι δεν έρχονται σε αντίθεση με αυτόν μεγάλες μερίδες των διανοουμένων και των καλλιτεχνών, όπως αυτό συμβαίνει με τις πρωτοπορίες. Αυτό, όμως, που έχει σημασία είναι ότι κατά τη διαδικασία του μετασχηματισμού τροποποιείται, άρα αμφισβητείται, όλο το οικοδόμημα της κουλτούρας, συνεπώς και ο κυρίαρχος πολιτισμός. Ο μετασχηματισμός δεν διεξάγεται «από τα πάνω», από το πεδίο του πολιτισμού, επομένως δεν χρησιμοποιεί τον πολιτισμό σαν εργαλείο. Διεξάγεται «από τα κάτω», από τη ρηγμάτωση της κοινωνικής δομής. Συνεπώς, διαμορφώνει την αντίθετη όχθη, την κουλτούρα της αντίστασης
Η κουλτούρα της αντίστασης αφυπνίζει το αδρανοποιημένο κοινωνικό δυναμικό και, ταυτόχρονα, θεμελιώνεται διαλεκτικά πάνω σ’ αυτό. Αφυπνίζει την αλληλεγγύη, επανασυνδέοντας το διαλυμένο κοινωνικό ιστό. Αφυπνίζει τη δημιουργικότητα, την αξιοπρέπεια, και, γενικότερα, αφυπνίζει ένα νέο ήθος με σκοπό την οικοδόμηση θεμελιωδών ανθρώπινων αξιών. Όπως έδειξαν οι μελέτες των subaltern cultures, οι συνειδήσεις που βρίσκονται ακόμα κάτω από την επήρεια της συναίνεσης, με τη μορφή της «ψευδούς συνείδησης», απελευθερώνονται μέσα από τη διαδικασία ανάπτυξης της αλληλεγγύης και αποκτούν ενεργό συμμετοχή στην αντίσταση και στο μετασχηματισμό. Πρόσφατο παράδειγμα είναι η ραγδαία μετάπτωση της συναίνεσης κατά τον τελευταίο χρόνο, διαμέσου των πλατειών, των συσσιτίων και των άλλων εκδηλώσεων αλληλεγγύης. Οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις που συγκροτούν την κουλτούρα της αντίστασης συνιστούν στην ουσία τους τις τελεστικές διεργασίες διαμέσου των οποίων η συνείδηση περνά, με «μετάσταση του εαυτού», σε διαφορετική κοινωνική στάση.
Οι επαναστάσεις του 1789 και του 1917 συνοδεύτηκαν από τελετές αντιστροφής, από καρναβάλι. Μέσα από αυτές τις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις ζυμώνονται τα οράματα της κοινωνικής αλλαγής. Εφόσον πάντα υπάρχει κοινωνική αλλαγή, πάντα υπάρχουν και κοινωνικά οράματα που εκφράζονται με καλλιτεχνικές τελέσεις, άρα υπάρχουν και στις απλές κοινωνίες και ονομάζονται «λαϊκή κουλτούρα». Η κουλτούρα της αντίστασης, κατά την καλλιτεχνική έννοια, γίνεται ταυτόσημη με την κουλτούρα της αντίστασης κατά την κοινωνικο-πολιτισμική έννοια, αποτελεί την πληρέστερη έκφραση της δεύτερης. Αποτελεί την κινητήρια δύναμη, το πάθος και την έκσταση, όλο τον πλούτο του ψυχισμού που διατρέχει την κοινωνία και προωθεί την ιστορική αλλαγή.      
Κεντρικός μοχλός της πολιτισμικής ζύμωσης των μετασχηματισμών είναι η δημιουργία μιας νέας μουσικής. Είναι η αλλαγή του ρυθμού, του στοιχείου εκείνου που αποτελεί το υπόβαθρο του ψυχισμού μας και την ενέργεια της μεταστροφής του σε διαφορετική κατεύθυνση. Είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι ρυθμοί, το μπλουζ, το φάντο, το ρεμπέτικο, το ταγκό, το φλαμένκο κ.ά. ξεκίνησαν σαν τρόποι αντίστασης των περιθωριακών ομάδων. Παλεύοντας για την αυτονομία τους, οι Βάσκοι αναζήτησαν μια διαφορετική μουσική. Όπως δείχνει η ανθρωπολογική έρευνα, σε πολλά απελευθερωτικά κινήματα η μουσική αποτέλεσε τη βάση και το προοίμιο για τη διαμόρφωση νέας ταυτότητας. Η Αντίσταση του 1941-44 ήταν πλημμυρισμένη από μουσική και στην περίοδο της Χούντας η αντίσταση τρεφόταν με τα τραγούδια του Θεοδωράκη. «Καμιά επανάσταση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τα τραγούδια της» (Μ. Φαραντούρη, «Αυγή» 1/7/2012).
Κοινωνική αλλαγή χωρίς πηγαία και εκ των κάτω πολιτισμική αλλαγή δεν είναι παρά πολιτικό πραξικόπημα. Κουλτούρα της αντίστασης σημαίνει ότι οι άνθρωποι διεκδικούν, μαζί με το δικαίωμα της ισοτιμίας, και το δικαίωμα της συμμετοχής στη δημιουργικότητα και στην πραγματοποίηση των οραμάτων τους. Σημαίνει την κατάργηση των κοινωνικών διαχωρισμών: δημιουργός/θεατής, σύνθεση/αυτοσχεδιασμός, σκηνή/αίθουσα. Πριν τον 17ο αιώνα δεν υπήρχε μαέστρος στην ορχήστρα. Η έμφαση πολλών πληθυσμών στην παράδοσή τους, όπως π.χ. των Μαορί, των Χόπι και των Αυστραλών, αποτελεί αντίσταση στην πολιτική πίεση που υφίστανται. Η αντίσταση εκφράστηκε με την οργάνωση των νέων σε μουσικές κομπανίες στη Σενεγάλη, με την κατάργηση των σκηνικών και τη συμμετοχή του κοινού στις παραστάσεις σατιρικού θεάτρου στην Γκάνα, με τις χορευτικές τελετουργίες των Ινδιάνων, με την κατάργηση της αίθουσας και συνέχεια της προβολής με συζήτηση στο στρατευμένο κινηματογράφο της Λατινικής Αμερικής και του Μάη του ’68.               
Κουλτούρα της αντίστασης σημαίνει την οργάνωση αντίθετης όχθης. Αντίθετης στο χρηματιστήριο και στην εμπορευματοποίηση της τέχνης. Αντίθετης στους Γκονζίλα και τους Ράμπο της οθόνης, στις υπνωτικές κοινοτυπίες της ΤV, στα ερωτικά τρίγωνα του βουλεβάρτου, στους ανδριάντες των πολιτικών, στα καρτέλ της παραγωγής δίσκων. Σημαίνει τη διάδοση της δημιουργικότητας και του αυτοσχεδιασμού στις τοπικές συλλογικότητες, στα σχολεία, στα συνδικάτα, στις γειτονιές. Δεν σημαίνει την κατάργηση της τέχνης αλλά την υλοποίηση μιας άλλης αντίληψης για την τέχνη, όπου οι θεατές θα πάψουν να είναι θεατές και θα γίνουν συμπλήρωμα του θιάσου. Δεν σημαίνει την κατάργηση των καλλιτεχνών αλλά την ενεργό συμμετοχή τους ως πρωταγωνιστών στην κουλτούρα της αντίστασης και της αλλαγής. Ο ρόλος της πολιτικής πρωτοπορίας δεν περιορίζεται στην εξασφάλιση της διανομής των πολιτισμικών προϊόντων στους πληβείους αλλά στην εξασφάλιση των συνθηκών που θα τους επιτρέψουν τη συμμετοχή στην παραγωγή των προϊόντων αυτών.

Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι ανθρωπολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια: