22/9/12

Μισή γυναίκα, μισή μύθος

ΤΗΣ ΠΕΠΗΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ

ΜΑΡΙΑΣ ΓΙΑΓΙΑΝΝΟΥ, Μελανίππη, μυθιστόρημα, εκδόσεις Σμίλη, σελ. 118

Ένα βιβλίο για την εξορία μιας γυναίκας στο ίδιο της το σώμα. Μιας γυναίκας που έχει γεννηθεί μισή γυναίκα και μισή άλογο και που περνά την ζωή της ανάμεσα στους τοίχους ενός διαμερίσματος διαμορφωμένου έτσι που να την χωράει. Η μητέρα της την φροντίζει ως προς τα απαραίτητα μια φορά την εβδομάδα. Και εκείνη οργανώνει σχέδια απόδρασης, που όταν φτάσουν να πραγματωθούν αποδεικνύουν ότι οι άλλοι, ο έξω κόσμος, δεν έχει ούτε την διάθεση ούτε την δύναμη να την αντιληφθεί ως κάτι το ξένο, το παράξενο, το ανοίκειο.
Ο μύθος, από τη στιγμή που θα υποπτευθούμε πως δεν είναι παραμύθι, δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτος. Μήπως διότι είναι, όπως λένε, παράλογος ή ανήθικος ή αδιάκριτος, αν δεχτούμε ότι «ο μύθος λέγεται για μας», μας αφορά, πράγμα που σημαίνει πως ο αφηγητής χρεώνει ύπουλα με κάτι από την τρέλα και την ανηθικότητά του; Αυτό είναι και το πρόβλημα ενός ολόκληρου Δυτικού πολιτισμού, που μαζί με τον Λόγο παρέλαβε από τους Έλληνες και τον μύθο. Αλλά είναι και το πρόβλημα του αναγνώστη, του υποκριτή αναγνώστη τού βιβλίου που έχει τίτλο Μελανίππη.

Πώς μας αφηγούνται τον μύθο; Εννιά φορές στις δέκα μας γεμίζουν το κεφάλι με γνώσεις, τόσο πιο πομπώδεις όσο πιο ανακριβείς. Τις λιγότερες και τις καλύτερες φορές, οι γνώσεις γίνονται γνώση, γνώση από απόγνωση που γράφεται με το σώμα, που εγγράφεται στο σώμα. Η γραφή αναδύεται ως εν-σωμάτωση, ως ενσάρκωση. Όμως αυτό είναι και το πρόβλημα. Κάθε γραφή που, τυλίγοντάς μας με το πουκάμισο του κενταύρου κολλάει στο κορμί μας, μας τρομάζει. Κάθε φιλόδοξη γραφή, σαν τη γραφή της Μαρίας Γιαγιάννου, είναι ανοίκεια.
Ποιος μας αφηγείται αυτό τον μύθο που έχει για πρόσωπο ή προσωπείο την Μελανίππη; -Η γυναίκα. Αυτή, η μονίμως παράλογη, ανήθικη, εξόριστη, καταδικασμένη από τον παράλογο λόγο των λογικών. Γυναίκα/ μύθος. Γυναίκα/ μαύρο άλογο. Μέλαινα ίππος. Γυναίκα/ Κένταυρος, κενταυρίς, κενταυρογυναίκα που αρνείται να καταντήσει αντρογυναίκα ή να γίνει μια ακόμα γυναίκα κούκλα. Η γυναίκα/ γραφή.
Μια γραφή ατίθαση, σαν το άτι που εγκιβωτίζει το σώμα της ηρωίδας της, που δεν τιθασεύεται. Γιατί σαν την ηρωίδα του βιβλίου, την Κενταυρίνα, μπορεί να μπουσουλάει στα πατώματα και να ανοίγει θεόρατη την πόρτα, του ύψους και του βάθους μαζί, με μια σωτήρια απόφαση να βγει, να χαθεί μέσα στο μοναχικό πλήθος, για να μετρήσει και να μετρηθεί με τα μεγέθη και εκτός του δωματίου/ σπηλαίου μέσα στο οποίο έχει γεννηθεί.
Ο Ευριπίδης που τον έλεγαν μισογύνη αφιέρωσε στην Μελανίππη, την κενταυρίδα, δύο τραγωδίες, σήμερα χαμένες. Στη μία από αυτές, η μάνα της Μελανίπης, η Ιππώ (η φοράδα) φανερώνεται σαν από μηχανής θεά και διδάσκει στους άντρες να αντέχουν το θαυμαστό και το ανοίκειο. Είναι, γράφει όμορφα ο μυθολόγος Κερένυι, η ενσαρκωμένη επί σκηνής γυναικεία σοφία. Ο λόγος του Ευριπίδη, είναι ίσως η κρυφή αφετηρία της γραφής που κρατάμε στα χέρια μας.
Η Μελανίππη στο βιβλίο της Γιαγιάννου έχει μητέρα την Νεφέλη. Μια νεφέλη πώς να κρατήσει μυστικά; Με την αβρότητα που τη χαρακτηρίζει, τον ασυνάρτητο χαρακτήρα της, βρίσκει τη λύση να τη φυλακίσει μόνη με τροφές σε ένα δωμάτιο/ στάβλο και αντί για Μελανίππη να την φωνάζει Μέλανι. Με την σύντμηση του ονόματος ωστόσο δίνει στην κόρη της την πίκρα του μαύρου, το μοντέρνο προσωπείο αλλά και το μελάνι της γραφής.
 Μελάνι/ μέλαν. Το μαύρο μιλά με τον Άδη. Το μαύρο δίνει βάθος στην παλέτα του ζωγράφου. Το μαύρο είναι σεμνό σαν το σκοτάδι. Το μαύρο είναι η άλλη όψη του φωτός. Μας παγιδεύει στο σκοτάδι. Το μαύρο μας θυμίζει τα λόγια του Σεφέρη, την άλλη όψη του ήλιου τη σκοτεινή. Αν όμως ο ήλιος έχει το σκοτεινό του μισό, το διπλό του, τι να πούμε για το διπλό όταν τύχει να είναι και γυναίκα; Η γυναίκα που την λένε Πανδώρα ή Ελένη είναι διπλή: Καλή και κακή. Πολύ καλά ως εδώ. Φτάνει να μιλάμε για μύθους. Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν μια γυναίκα μιλά για τον εαυτό της, επιχειρώντας αυτό που καταλήγει να είναι (χωρίς να δηλώνει, να ποζάρει ότι είναι) γυναικεία γραφή. Ανυπάκουη στις σταθερές τής γραφής που παριστάνει τη γυναικεία για να αρέσει.
Μέσα στο σώμα της Μελανίππης, όπως και μέσα στη γραφή της Γιαγιάννου, ενεδρεύει η Κενταυρίς, ο θηλυκός Κένταυρος: Η βασίλισσα του διπλού. Το διπλό του διπλού. Ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο, την σοφία και τη μανία, τον υπεράνθρωπο και το κτηνώδες. Σαν τη γυναίκα, ο Κένταυρος, θηλυκός ή αρσενικός, είναι η διασπαραγμένη μαριονέτα του μισού/ μισού: Πάνω άνθρωπος/ κάτω ίππος, άλογο. Μαριονέτα, ή φιγούρα θεάτρου σκιών, που μπορούμε να της αλλάζουμε το πάνω και το κάτω μέρος, να φέρουμε το επάνω κάτω, να την μεταμορφώσουμε, φτάνει να την αναποδογυρίσουμε ή να της βγάλουμε την κλωστή ή την κόπιτσα που συνδέει τα δύο μέρη. Αλλάξτε το κάτω μέρος ενός κενταύρου με τραγοπόδαρα κρατώντας ουρά και φαλλό. Εμφανίζεται ένας Σάτυρος. Αλλάξτε το κάτω μέρος της γυναίκας κενταύρου με μια ουρά ψαριού: Να μια Γοργόνα. Παιχνίδι συνεχών μεταμορφώσεων. Το παιχνίδι της γραφής που ξετυλίγεται στο βιβλίο που μελετάμε.
Κένταυρος: Πάνω η συνείδηση/ Κάτω το άλογον. Για το οποίο ο Λερουά Γκουράν λέει πως το χλιμίντρισμά του είναι ο παγιδευμένος μέσα του ήχος. Το Ασυνείδητο; Ναι, υπό τον όρο να δεχτούμε ότι υπάρχει γλώσσα και λόγος του αλόγου; Σχολιάζοντας τον πλατωνικό Φαίδρο ο Dodds, στο κεφάλαιό του «Τhe blessing of madness», μας θυμίζει πως ανάμεσα στις άλλες ευλογίες της θεϊκής μανίας είναι και αυτή που οι Μούσες χαρίζουν στους ποιητές. Πιστεύω ότι η συγγραφέας βυθίζεται στον μύθο, για να αγγίξει κάτι που παίζει με ένα ύφος που θα το αποκαλούσα μετα-υπερρεαλιστικό, παρ’ όλες τις επιφυλάξεις που έχω για την εύκολη χρήση του προσθέματος μετά-... Μιλώ για έναν διάλογο με το ασυνείδητο πέραν του αυτοματισμού. Μιλώ για τον ρόλο που παίζουν στη γραφή της η πρόκληση που ποτέ δεν γίνεται πόζα, το λογοπαίγνιο που θεμελιώνεται στον συνειρμό, η έκπληξη, η αμφισημία. Το δίκτυο των πολλαπλών επιπέδων των σημαινόντων, αλληλέγγυο με το δίκτυο των αινιγματικών σημασιών που σπέρνει ο μύθος μέσα στη γραφή. Ο υπερρεαλισμός που εν τέλει παράγεται από τον ρεαλισμό όταν αυτός διακινδυνεύει στα όριά του.
Μελανίππη: Μια γυναίκα/ Κένταυρος που έχει μητέρα μια Νεφέλη/ μια απάτη και μια Ελένη, ρίχνει σαΐτες της γραφής και του έρωτα. Τι σχέση να έχουν άραγε με τις σαΐτες του Βελλεροφόντη; Σε ένα από τα κομμάτια του βιβλίου παρακολουθούμε το γκρέμισμα του Βελλεροφόντη, του αστραφτερού καβαλάρη του Πήγασου, προγόνου των ποιητών και των επαναστατών. Του Βελλεροφόντη που τσακίζεται, όχι πέφτοντας από ψηλά στους βράχους αλλά στο κιτς, μιας και καταντά να γίνει εδώ και τώρα, στην ιοβόλο γραφή που έχουμε μπροστά μας, ο ιντερνετάκιας γκόμενος Βελλερο-Φώντας.
Αυτός που άλλοτε πολιορκούσε τον Όλυμπο, λιμνάζει τώρα αραχτός. Αυτός που κάποτε σκότωνε τα τέρατα και δάμαζε τον Πήγασο, το αδάμαστο φτερωτό άλογο της ποίησης, σκοτώνει τώρα την ώρα του, το θέατρο και την γλώσσα. Σκοτώνει τον διάλογο. Και η Μελανίππη; Πώς θα λύσει το πρόβλημα του διαλόγου με τον άλλο βγαίνοντας έξω από την σπηλιά της; Με τον άλλο που χρειαζόμαστε για να καθρεφτιστεί στα μάτια του το τέρας του έρωτα και να αναδυθεί η γραφή ως κόρη οφθαλμών; Ίσως η επόμενη μεταμόρφωση της Μελανίππης να είναι ακόμη πιο τρομερή: Μια «απλή», δίποδη νέα γυναίκα που ξεπορτίζει από το σπήλαιο για να μας μιλήσει για το τέρας του έρωτα.

Η Πέπη Ρηγοπούλου διδάσκει στα ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: