31/3/12

Λουτσιάνο Κάνφορα: Η Κρίση και η Δημοκρατία

Συνέντευξη

-Βλέπω ότι φέτος, στο πλαίσιο του μαθήματός σας, επιλέξατε να διδάξετε στους φοιτητές σας, μεταξύ άλλων, τα κεφάλαια 48-97 από το 8ο βιβλίο της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου του Θουκυδίδη. Πρόκειται για το σημείο όπου ο Αλκιβιάδης υπόσχεται στους Αθηναίους τη βοήθεια των Περσών του Τισσαφέρνη, με αντάλλαγμα την αλλαγή του αθηναϊκού πολιτεύματος...

-Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Αλκιβιάδης θεωρούσε τη δημοκρατία ως «έναν παγκοίνως αναγνωρισμένο παραλογισμό», κι άρα, πιθανότατα, επινόησε ο ίδιος την υπόσχεση βοήθειας του πέρση σατράπη Τισσαφέρνη και την προϋπόθεση αλλαγής του πολιτεύματος. Εκείνη τη στιγμή ο Τισσαφέρνης δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να αποστείλει βοήθεια στους Αθηναίους. Μελετώντας την ελληνική ιστορία, όμως, μπορούμε να βρούμε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Θα μπορούσε κανείς να πάει πολύ πίσω στον χρόνο, όταν, μετά την τελευταία εξέγερση εναντίον της μακεδονικής ηγεμονίας στην ελληνική χερσόνησο (322 π.Χ.), επιβλήθηκε στους Αθηναίους, οι οποίοι είχαν πρωτοστατήσει στον ξεσηκωμό, από τον νικητή Κάσσανδρο, να αλλάξουν το πολίτευμά τους και να περιορίσουν τον αριθμό όσων δικαιούνταν να έχουν πολιτικά δικαιώματα, σε μόλις 9.000 άνδρες. Στην πόλη η οποία γέννησε το «δημοκρατικό μοντέλο» επιβλήθηκε τότε, από την μεγάλη δύναμη η οποία τους υποδούλωσε, ένα τιμοκρατικό πολίτευμα, το οποίο αναγνώριζε πολιτικά δικαιώματα μόνο στους εύπορους.

Η διδακτορική διατριβή του Φυστέλ ντε Κουλάνζ είχε τίτλο: Ο Πολύβιος ή η Ελλάδα υπό τους Ρωμαίους κατακτητές (1858). Ο μεγάλος γάλλος ιστορικός ανακατασκεύαζε πλήρως και με δεξιοτεχνικό τρόπο αυτή τη μακρά ιστορική διαδικασία, με την οποία η Ελλάδα μετατράπηκε πολιτικά σε δορυφόρο της Ρώμης, παρόλο που πολιτισμικά ήταν η Ρώμη αυτή που εξελληνίστηκε. (Γι’ αυτό έχει ειπωθεί ορθά ότι ο ηττημένος εκπολίτισε τον «βάναυσο νικητή»). Η δυναμική δεν διέφερε πολύ απ’ όσα είχαν συμβεί 150 χρόνια πριν, με τους Μακεδόνες. Οι κοινωνικές συγκρούσεις ήταν άγριες και οι πλούσιοι, για να τη γλυτώσουν, ζήτησαν την προστασία της πανίσχυρης στρατιωτικής μηχανής, του προτύπου κάθε ολιγαρχικής δημοκρατίας: της ρωμαϊκής. Έτσι, η Ελλάδα βρέθηκε, για άλλη μια φορά, υπό προστασία.
Κάτι τέτοιο, αν κάνουμε ένα άλμα χιλιετιών, πάει να γίνει και σήμερα. Αυτοί που σήμερα θα υποστούν τις συνέπειες των εντολών της «τριανδρίας» (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) είναι οι φτωχοί, κι όχι βέβαια οι κοσμοπολίτες δισεκατομμυριούχοι.

-Το 1982 εκδώσατε ένα βιβλίο με τίτλο Αναλογία και ιστορία[1]. Εκεί, αναφέρεστε στην έννοια της αναλογίας ως μεθοδολογικού εργαλείου (η ανάλυσή σας ξεκινά με μια αναφορά στα Ιστορικά και στην Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου του Ντρόυζεν), αλλά και στην πολιτική χρήση ιστορικών παραδειγμάτων, γράφοντας ότι «η αναλογία και η ιδεολογία διαπλέκονται βαθύτατα» κι ότι «σε κάθε αναλογία εμπλέκεται, κατά κάποιον τρόπο διόλου δευτερεύοντα, κι ένας προσανατολισμός, πολιτικός, ιδεολογικός, θρησκευτικός». Αυτή την εποχή στην Ελλάδα, στον δημόσιο λόγο, εμφανίζονται διαρκώς δύο αναλογίες. Μια αναλογία μεταξύ της σημερινής οικονομικής κρίσης κι εκείνης του 1929. Και μια αναλογία μεταξύ της σημερινής κρίσης της δημοκρατίας κι εκείνης της εποχής της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Θα θέλατε να μας πείτε τη γνώμη σας επ’ αυτού;

-Και οι δύο αναλογίες έχουν την αξία τους. Όμως, καμιά αναλογία δεν μπορεί ποτέ να είναι τέλεια. Η σημερινή οικονομική κρίση είναι σίγουρα η πιο σοβαρή από την εποχή του 1929, αλλά δεν βλέπω ομοιότητες μεταξύ τους. Τότε ήταν η Γερμανία και οι ΗΠΑ οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο, κι αυτές δρομολόγησαν, αντίστοιχα, το «Νιου Ντήλ» και τον εθνικοσοσιαλισμό. Σήμερα, η κρίση δημιουργήθηκε από την απόλυτη εξουσία των τραπεζών και του χρηματιστηριακού κεφαλαίου και δεν υπάρχουν αντίδοτα παραγωγικού τύπου που να μπορούν να περιορίσουν τον γκαγκστερισμό των τραπεζιτών. Η πολιτική εξουσία δεν τολμά να τους αντιπαρατεθεί, ούτε καν φραστικά. Όσον αφορά την πολιτική κρίση της Βαϊμάρης, είναι σωστό να την επικαλούμαστε. Αυτή τη φορά, όμως, η ακύρωση του πολιτικο-δημοκρατικού μηχανισμού εκτυλίσσεται με έναν πολύ πιο υπόγειο και αδιόρατο τρόπο, σε σχέση με ό,τι συνέβη τότε, και μάλιστα με τη συναίνεση σχεδόν όλων των πολιτικών δυνάμεων, μεταξύ των οποίων η διάκριση αριστερά/δεξιά τείνει προς εξαφάνιση. 

-Στο έργο σας Η Δημοκρατία. Ιστορία μιας ιδεολογίας[2], έχετε γράψει ότι «ο καπιταλισμός είναι ένα ολιγαρχικό σύστημα. Όμως, ζει και βασιλεύει επειδή κατάφερε να διαβρώσει και να οικειοποιηθεί τον μηχανισμό της δημοκρατίας». Θεωρείτε ότι ο καπιταλισμός έχει ανάγκη την κοινοβουλευτική δημοκρατία για να αναπαράγεται, ή αυτή είναι μάλλον το προϊόν κοινωνικών αγώνων, δηλαδή μια κατάκτηση η οποία, μέχρι ενός σημείου, κατόρθωσε να περιορίσει τις καταστροφικές δυνάμεις του καπιταλισμού; Θεωρείτε ότι το παράδειγμα της Κίνας διαψεύδει όσους θεωρούν αναγκαίο τον δεσμό μεταξύ καπιταλισμού και λαϊκής συναίνεσης;

-Όλα τα πολιτικά συστήματα, κι όχι μόνο στην Ευρώπη, εντείνουν διαρκώς τον ολιγαρχικό τους χαρακτήρα. Αυτό εξαρτάται, κυρίως, από την παγκόσμια ενοποίηση του μηχανισμού του ανταγωνισμού. Νικά όποιος καταφέρνει να παράγει μειώνοντας στο έπακρο το κόστος εργασίας. Κι αυτό μπορεί να γίνει εφικτό μόνο με τον περιορισμό της πολιτικής και του συνδικαλισμού. Αυτό ακριβώς συμβαίνει τώρα, μπροστά στα μάτια μας.

-Πριν από λίγες εβδομάδες, τόσο ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, όσο και μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, επιχειρηματολογούσαν υπέρ της αναγκαιότητας αναβολής των εκλογών, με το σκεπτικό ότι «οι εκλογές κάνουν κακό στην οικονομία και προκαλούν ανησυχία στις αγορές». Επίσης, ο κύριος Σόιμπλε συνέστησε να συγκροτηθεί «μια κυβέρνηση τεχνοκρατών τύπου Μόντι, της οποίας η θητεία καλό θα ήταν να διαρκέσει τουλάχιστον δυο χρόνια». Ποια είναι η έννοια της δημοκρατίας την οποία υποστηρίζουν οι σημερινές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η Ε.Ε. μέσω των οργάνων της; Βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου οι αγορές, οι Κεντρικές Τράπεζες και το ΔΝΤ μπορούν και αποφασίζουν ακόμα και για την ημερομηνία των εκλογών σε μια ευρωπαϊκή χώρα; Θα ήταν αυτό ένα ακόμα παράδειγμα της «βαναυσότητας της Παλινόρθωσης»;

-Καταρχάς, ας υπενθυμίσω κάτι το οποίο βρίσκεται ήδη στις απαρχές της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους. Πριν από 180 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 1833, στην «ανεξάρτητη», επιτέλους, Ελλάδα «δωρίστηκε» από τη συμμαχία των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων ένας γερμανός (για την ακρίβεια, βαυαρός) βασιλιάς, ο Όθωνας του Βίτελσμπαχ, πλαισιωμένος, καθώς απεστάλη όντας ακόμη ανήλικος, από ένα συμβούλιο αντιβασιλείας επανδρωμένο καθ’ ολοκληρίαν από βαυαρούς. Δε γνωρίζω αν η Ανγκέλα Μέρκελ γνωρίζει την τρομερή ιστορία της νεώτερης Ελλάδας. Είμαι όμως βέβαιος ότι το ιστορικό αυτό προηγούμενο θα της άνοιγε μάλλον την όρεξη. Παρότι η Ευρώπη, αρχίζοντας από τους ρωμαίους, χρωστά σχεδόν τα πάντα στους Έλληνες και στον ανυπέρβλητο πολιτισμό τους, στους τομείς της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της λογοτεχνίας κτλ (αλλά γι’ αυτά τα χρέη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν δίνει δεκάρα), ελάχιστοι μεγάλοι λαοί υποχρεώθηκαν να υποστούν, όπως οι Έλληνες στην ιστορία τους, την ασφυκτική πρακτική της «προστασίας» από άλλες δυνάμεις.
Όσο για την ερώτηση που μου κάνατε: Απολύτως ναι. Στα «ανίσχυρα» κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το αντιπροσωπευτικό, εκλογικό, κοινοβουλευτικό σύστημα, στη μορφή που έλαβε τον 19ο και τον 20ό αιώνα, έχει πια πεθάνει. Ποια πολιτικά συστήματα σχεδιάζονται, δοκιμάζονται και θα το διαδεχθούν μελλοντικά, αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν μπορεί κανείς να το απαντήσει ακόμα. Αλλά και μέσα στα «ισχυρά» κράτη, συνεχώς θα περιορίζονται οι πολιτικές δυνάμεις που είναι ικανές να θέτουν υπό αμφισβήτηση ή να αντιπαλεύουν την κυριαρχία του πλούτου. Ο μεγάλος άγνωστος είναι οι διεθνείς συγκρούσεις (μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας, Ρωσίας, Ινδίας). Η ΕΕ θα υποχρεωθεί, μελλοντικά, να επαναπροσδιορίσει τις αξιώσεις της, κάτι που θα επαναφέρει στο προσκήνιο τις εσωτερικές συγκρούσεις.

-Εάν μιλάμε για μια μορφή «περιορισμένης δημοκρατίας» (παρά τη διενέργεια εκλογών, την ύπαρξη πολιτικών κομμάτων κτλ), τότε η αριστερά δεν βρίσκεται, θέλοντας και μη, σε μια θέση άμυνας, όπου θα οφείλει να προασπίζει όχι μόνο τα εργασιακά δικαιώματα, το κράτος πρόνοιας, αλλά και την ίδια την πολιτειακή μορφή, δηλαδή την «τυπική», «αστική» δημοκρατία;

-Η λέξη «αριστερά» δεν έχει πια νόημα, τουλάχιστον στην Ιταλία. Προς το παρόν, αυτό που βλέπω μπροστά μου είναι η  «union sacrée», όπως το 1914...[3]

Π.-Ι. Στ.

[1] Luciano Canfora, Analogia e storia. L’ uso politico dei paradigmi storici, Laterza, Μπάρι-Ρώμη 1982.
[2] Λ. Κάνφορα, Η Δημοκρατία. Ιστορία μιας ιδεολογίας, Μεταίχμιο, Αθήνα 2009.
[3] Με αυτό το όνομα έμεινε στην ιστορία η μονομερής «ανακωχή» που κήρυξαν τα περισσότερα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα, ιδίως το γαλλικό, τις παραμονές του Α’ παγκοσμίου πολέμου: περιλάμβανε παύση των απεργιών, των διαδηλώσεων και των κοινωνικών διεκδικήσεων. Κατέληξε στην ψήφιση, εκ μέρους της πλειοψηφίας αυτών των κομμάτων, της εισόδου των εθνικών κρατών τους στον πόλεμο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: