6/8/11

Γράμμα από την Ιάβα

ΔΙΗΓΗΜΑ

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

«Οι πραγματικοί καλλιτέχνες δεν υποτιμούν τίποτε. Είναι υποχρεωμένοι να καταλαβαίνουν τα πάντα και όχι να τα κρίνουν».
                                                       Αλμπέρ Καμύ, Στοχασμοί, εκδόσεις «Στιγμή»

Στα προάστια της Νότιας Τζακάρτας. Προς τη γκαλερί «Dia-logue». Συγκρατείται αμέσως η φίλια αντήχηση στο βάθος του ουρανίσκου: το μέγα εκείνο κινούν, η προσφιλής λέξη Διά–λο-γος. Αυτές είναι οι εκπλήξεις της μπαχάσα, της εθνικής λαλιάς της Ινδονησίας. Να ακούς δηλαδή γνήσια ελληνικά, δικές μας συλλαβές, είτε ελαφρώς καμουφλαρισμένες, είτε παντρεμένες με πολυνησιακά ριζώματα και σανσκριτικά κατάλοιπα. Αλλά και στην κυριολεξία του όρου αυτούσια ελληνικά. Όπως φέρ’ ειπείν το ημέτερον «paradigm», το οποία πέρασε ολοκληρωτικά και τελεσίδικα στο γλωσσικό βασίλειο των ινδονησιακού Αρχιπελάγους. Βιώνω καθημερινά αυτό το γλωσσικά φιλόξενο περιβάλλον στην άλλη άκρη του κόσμου. Οι ταξιδιάρες λέξεις έχουν περάσει και από εδώ, ιδρύοντας τα ανάλογα σχολεία σκέψης. Αρκεί να προφέρεις, αργά και καθαρά, «esthetika», «teologi», «harmoni», ή «erotica», και οι ντόπιοι φίλοι, που σε συνοδεύουν στις περιηγήσεις σου, νομίζουν ότι έχεις ήδη αρχίσει να μιλάς σωστά και τη δική τους γλώσσα. Σε συγχαίρουν. Προσπαθείς να μην μείνεις άφωνος.

                                                                 ***
«Dia-logue», ένα κανάλι διοχέτευσης εικαστικής αντικειμενικότητας. Από τα πλέον αντιπροσωπευτικά της Τζακάρτας. Εδώ εκθέτει από τις 30 Μαρτίου έως την 1 Μαΐου η γηγενής γλύπτρια Άλτζι Γιούλι. Ή Altje Ully, όπως αποδίδει η ίδια με λατινικούς χαρακτήρες το όνομά της, σύζυγος διακεκριμένου γλύπτη και προβεβλημένου κριτικού τής τέχνης. Οι δέκα οχτώ κούκλες της, ύψους από 30 έως 90 εκατοστά, αναφέρονται κυρίως στην επικαιροποίηση της διαδικασίας προς την πλήρη ωριμότητα του θήλεος της Ωκεανίας. Από την κοσμογονική πολυσημία τής παιδικής ηλικίας, η πρόσφατη αυτή δουλειά της διατηρεί ελάχιστα στοιχεία. Οι συμβολοποιημένοι χαρακτήρες, όψεις κατά τα άλλα της μίας και μόνο περσόνας, αποτυπώνουν στο δέρμα, στις πόζες, στα ακινητοποιημένα κορμιά τους, τη φούγκα μιας προοδευτικής, συνειδητής χειραφέτησης. Η γενεαλογική απαρχή, δηλαδή η αναμφισβήτητη πραγματικότητα του παιχνιδιού, έχει καταστεί ένα απλό, ελάχιστα υπαινικτικό συγκείμενο. Το ερωτικό μήνυμα, απερίφραστο, σαρωτικό και πρωτότυπο ταυτοχρόνως, εμψυχώνει αποφασιστικά το προσφιλές της υλικό, το πλεξιγκλάς, μαζί με τα κομμάτια του κατηργασμένου δέρματος και τα καθιερωμένα στολίδια μιας ήπιας κατά τα άλλα καθημερινότητας. Η ερωτική ορμή διαχέεται και κοσμεί. Συσπειρώνει νοήματα και προλέγει μετάταξη. Είναι η ρήξη. Τα θέλει αίφνης όλα δικά της. Τα μικρά τεμάχια των απαραίτητων ενδυματολογικών περαφερναλίων προσκολλώνται κι αυτά στα τόσο ομιλητικά κορμάκια. Κάποιοι μιλούν για ένα δεύτερο δέρμα, για μια καλώς συγκερασμένη επικάλυψη. Πάντως η μείξη αυτή επαυξάνει το αίσθημα της επιβεβαίωσης μιας σημαίνουσας γλυπτικής δωρεάς. Καθιστάμενο πλήρης, οριστική και πειστικότατη αναβάθμιση παράστασης, το κουκλάκι, κοντολογίς, προάγεται σε αγγελιαφόρο εκλεκτής, σεξουαλικής ύλης. Οι συγκεκριμένες στάσεις της κουκλογυναίκας –πρώην παιχνιδιού– ανοιχτού πλέον όντος, υποστηρίζουν με θέρμη την έντασή τους. Γυναίκες μινιατούρες, γυναίκες άγγελοι αναβαθμίσεων του φύλου τους, οι οποίες διεκδικούν την οριστική έξοδο από το προστατευτικό κουκούλι της παράδοσης ενός περίκλειστου σώματος–κόσμου. Γυναίκες, οι οποίες επείγονται να περπατήσουν στο οπτικό μας πεδίο, ως υπερασπιστές και ως φορείς ταυτοχρόνως καταλυτικών χυμών αυθυπέρβασης. Η προσφυγή στο αυστηρώς αυτοβιογραφικό υλικό, σε ό,τι καθιστά, με άλλα λόγια, την Άλτζι Γιούλι διαφορετική σε σχέση με τον εδώ ισχύοντα ακόμη κανόνα καλλιτεχνικής έκφανσης, δεν προδίδει βεβαίως εικαστική αμηχανία, αλλά διάθεση και ετοιμότητα πολεμικής.
                                                                          ***
Από μια άποψη, αυτή η εκτροπή της εικαστικής έκφρασης ίσως να συνδέεται με τον παλαιότερο χορό Λενγκέρ, ο οποίος ακμάζει ακόμη στην περιοχή Μπανιάμας της κεντρικής Ιάβας. Η έκδηλη αισθησιακή του φύση προκαλούσε πάντα ορισμένα μέλη της κοινότητας. Ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζεται από πολλούς ως ασύστολα αιρετικός, πάει να πει εξαιρετικά ερωτικός χορός. Βέβαια οι πάμπολλοι υπερασπιστές του υποστηρίζουν, με τον δέοντα φανατισμό, ότι πρόκειται για απόδοση φόρου τιμής στη γυναικεία χάρι και όχι στον δαίμονα του πάθους. Οι ερμηνείες και οι αποχρώσεις τους δικαιώνουν και εδώ τον Νίτσε, τον υπέρμαχο της πολυερμηνείας σε όλα μάλιστα τα επίπεδα. Αλλά ασφαλώς δικαιώνεται από θεωρητική άποψη η συγκεκριμένη προθετικότητα της γλύπτριας του «Δια-λό-γου».                                                                            
                                                                                ***
 Αρκετά συχνά, οι περιστάσεις μου θυμίζουν την παλαιά αρχή μιας καλλιτεχνικής ανταπόδοσης. Είναι μια ιδιότυπη lex talionis, την οποία εισήγαγε ο οξύνους εκείνος Γάλλος, ο Λαμπρυγέρ. Για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής, την παραθέτω αυτούσια από τον πρόλογο του περιώνυμου και μόνου του βιβλίου, με τον δήθεν αδιάφορο, αλλά αφοπλιστικό εν τέλει τίτλο Χαρακτήρες: «Επιστρέφω στο κοινό εκείνο που μου δάνεισε: το υλικό γι’ αυτό το έργο∙ είναι λοιπόν δίκαιο, αφού το τέλειωσα προσέχοντας όσο μπορώ να αποδώσω την αλήθεια, να το δώσω πίσω. Αφού οι άνθρωποι δεν αηδιάζουν ποτέ με τα ελαττώματά τους, δεν πρέπει και να κουραζόμαστε να τους τα καταλογίζουμε». Αντιστρέφοντας τον Λαμπρυγέρ, η Άλτζι Γιούλι θα μπορούσε να ισχυριστεί, και δικαίως μάλιστα: «Επιστρέφω στο κοινό ό,τι ονειρεύτηκε, ό,τι δοκίμασε, νοερώς έστω, να ολοκληρώσει για να βγει εν τέλει από το καβούκι του. Η αλήθεια των αναφαίρετων ονείρων είναι η κατάφαση στη ζωή. Αφού οι άνθρωποι αγαπούν τις αδυναμίες τους, δεν πρέπει να τις απαξιώνουμε και να τις αποβάλλουμε εκ προοιμίου από τα έργα τέχνης. Είναι οι μάρτυρες της όποιας επιτυχίας μας στη ζωή». Η ομοιοπαθητική δράση μιας προσωποπαγούς, αλλά εξαιρετικά εύληπτης γλυπτικής πρότασης σε πλήρη ανάπτυξη. Εξ ου κι αυτός ο αέρας της σαγήνης: ένα σαφώς ανατρεπτικό ιδίωμα, το οποίο, μεταξύ άλλων, εγγυάται σφρίγος σήμανσης. Βεβαίως αντιλαμβάνεται στο ακέραιο και την εμβέλειά του και την προκαταβολική ευστοχία του στο αμιγώς αισθητικό πεδίο.
                                                                  ***
Κατά τα άλλα, ο καθησυχαστικός διάκοσμος της παραμυθίας, τον οποία η γενέθλια Σουμάτρα φρόντισε να εξασφαλίσει και για την Άλτζι Γιούλι, εξ απαλών μάλιστα ονύχων, έχει δώσει προ πολλού φαίνεται τη θέση του στον περίαπτο διάκοσμο της οργόνης. Η εξ αντικειμένου αλήθεια είναι η αλήθεια του σπασμού. Τα ψηλά τακούνια, τα ευάγωγα, εφαρμοστά μπλουζάκια, οι χαρισματικοί γοφοί, οι χορευτικές κινήσεις μιας ελεγχόμενης, προς το παρόν, βακχείας, συναποτελούν τα εργαλεία της σημασιολογικής πράξης. Η έκδηλη ευφορία της πενηντατριάχρονης γλύπτριας: τα γλυπτά της χορεύουν, γνέφουν ηδονή, πάλλουν συγκινήσεις απεξάρτησης από μυθεύματα. Το σώμα επικυρώνεται πλήρως. Η σταματημένη κίνηση συνιστά άρθρο νομοθεσίας. Η δε μετά παρρησίας υπογράμμιση της ερωτικής συνέχειας του κόσμου είναι αρχή μετά λόγου γνώσεως. Πλάθοντας, εμφυσώντας εικαστικό πνεύμα στις κούκλες της, οι οποίες θυμίζουν σε ορισμένες περιπτώσεις τυπικά αγοροκόριτσα, αλλά και πρότυπα θηλύτητας, η Άλτζι Γιούλι καταφέρνει να συγκεφαλαιώνει το ατομικό-κοινωνικό αίτημα σε ένα εύχρηστο είδωλο πάθους. Εννοείται ότι όλος αυτός ο ζέων συνειρμός είναι έτοιμος να εισπραχθεί απρόσκοπτα στον νοήμονα παρατηρητή. Πρόκειται για μιαν εν δυνάμει μετάβαση από τη γλυπτική εμπέδωση στη ψυχική ενδοχώρα των Ινδονησίων του ιδιαίτερα πρόσφορου παρόντος, ιδίως από κοινωνική, πολιτική άποψη. Ως γνωστόν, οι δημοκρατικοί θεσμοί άρχισαν να λειτουργούν εδώ μόλις τα τελευταία επτά χρόνια. Ή, για να το διατυπώσω με τους δόκιμους όρους του Alain Badiou, πρόκειται για «τη στοιχειώδη μορφή μετουσίωσης της ενικότητας στην καθολικότητα».
Μακριά από την ιταλική Αναγέννηση ή τα πρότυπα της κατανάλωσης των υπέρ-καταστημάτων, αυτές οι κούκλες, από υφολογική άποψη συγγενεύουν, πότε έμμεσα πότε άμεσα, τόσο με την απειλητική καμπύλη του εξωστρεφούς Φράνσις Μπέικον, όσο και με τη δελεαστική, σχεδόν βλάσφημη συμμετρία των προκλητικών όγκων του Φερνάντο Μποτέρο. Καμιά κατάνυξη. Καμιά πρόταση συμβιβασμού με το καθεστώς των περιορισμών, το οποίο επιβάλλει εδώ το πολιτισμικό κατεστημένο και η θεολογία των μονοθεϊσμών. Ίσως σε λίγα χρόνια θα θεωρούνται αρχετυπικές όλες αυτές οι κούκλες. Εκτός κι αν ήδη συμβαίνει στο στενότερο κύκλο των επαϊόντων της Ινδονησίας. Δεν θα αργήσω να το εξακριβώσω.

Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια: