22/7/11

De mortibus. Για τους νεκρούς

ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ

ΝΑΝΤΕΖΝΤΑ ΜΑΝΤΕΛΣΤΑΜ, Ελπίδα στα χρόνια της απελπισίας. Αναμνήσεις από τη ζωή μου με τον Όσιπ, πρόλογος Αναστάσης Βιστωνίτης, μετάφραση Σταυρούλα Αργυροπούλου, εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 578

De mortibus aut bene aut nihil. Για τους νεκρούς, ή καλά λόγια ή τίποτα. Αυτό αφορά όμως μόνο τους κοινούς θνητούς. Άπαξ εγκαταλείψει κανείς αυτή την κατηγορία, εκτίθεται στην κριτική και τα σχόλια.
Τα απομνημονεύματα της Ναντέζντα Μάντελσταμ για τη ζωή της με τον μεγάλο ποιητή Όσιπ Μάντελσταμ πέρασαν πολλά στάδια κριτικής και σχολίων, αρχής γενομένης από το ρητό «de mortibus», όταν κάθε αρνητικό ή έστω ουδέτερο σχόλιο ισούταν με απόσταση, αντίδραση, έως και φασισμό. Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν, μια και κανείς πλέον –ακόμα και τα θύματα των «μαύρων χρόνων»- δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο.

Δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο και η Ναντέζντα Μάντελσταμ, ούτε ως χήρα του δολοφονημένου από το καθεστώς ποιητή, ούτε ως συγγραφέας, και η διθυραμβική παρέμβαση του ποιητή Ιωσήφ Μπρόντσκι θαρρώ πως έχει κάπως ξεπεραστεί. Στο ίδιο κείμενο, που προλογίζει την ελληνική μετάφραση του πρώτου βιβλίου αναμνήσεων της Ναντέζντα Μάντελσταμ, ο Μπρόντσκι αντιφάσκει: από τη μια αποκαλεί τα απομνημονεύματα της Ναντέζντα Μάντελσταμ ως την καλύτερη πρόζα του 20ού αιώνα, και από την άλλη ομολογεί ότι η συγγραφέας ήταν ιδιαίτερα προκατειλημμένη, κατηγορηματική, σχολαστική, ανήσυχη, ανυπόμονη, ότι συχνά οι ιδέες της δεν ήταν μέχρι τέλους δουλεμένες ή άλλοτε τύχαινε να βασίζονταν σε φήμες. Άρα; Το γεγονός ότι η Δύση δέχθηκε τα κείμενα της χήρας του ποιητή με ανοιχτές αγκάλες εξηγείται εύκολα, αλλά το γεγονός ότι οι αντλούμενες απ’ αυτά πληροφορίες συνεχίζουν να «τρώγονται αμάσητες» και η μορφή και το έργο του ίδιου του Όσιπ Μάντελσταμ προσλαμβάνονται μέσα από το πρίσμα των απομνημονευμάτων της γυναίκας του, μάλλον σηκώνει συζήτηση.
Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου μαθαίνουμε ότι ο μεταφραστής λογοτεχνίας Δαβίδ Μπρόντσκι ήταν χαφιές. Ότι την ημέρα της σύλληψης του ποιητή η Ασφάλεια τον «φύτεψε» στο διαμέρισμα των Μάντελσταμ, για να μην προλάβουν οι ένοικοι να κάψουν ή να κρύψουν ενοχοποιητικά έγγραφα.
Μιλάμε εντωμεταξύ για έναν από τους καλύτερους μεταφραστές ποίησης και κατόχους εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης, τον Δαυίδ Μπρόντσκι, που γνώριζε 10 γλώσσες και τύχαινε να είναι γείτονας του ζεύγους Μάντελσταμ. Σχετικά μ’ αυτό, διαβάζω στα Απομνημονεύματα του ιστορικού λογοτεχνίας και μεταφραστή ευρωπαϊκής ποίησης Εφίμ Έτκιντ από το 1968:
Έμαθα, ότι η Ναντέζντα Μάντελσταμ έγραψε [...] ότι ο μεταφραστής Μπρόντσκι είναι χαφιές. Ήταν ένα άτομο, τη γνώμη του οποίου δεν μπορούσα να αγνοήσω. Εκείνη την περίοδο ήταν έτοιμη προς έκδοση η δίτομη συλλογή «Οι μαιτρ της ρωσικής ποιητικής μετάφρασης», όπου ο Μπρόντσκι συμμετείχε με το «Μεθυσμένο καράβι» του Ρεμπώ. Πήγα στη Μόσχα να μάθω την αλήθεια από πρώτο χέρι. Ρωτάω την Μάντελσταμ: «Από πού το μάθατε;». Εκείνη μου απαντά: «Δεν είμαι σίγουρη, κάποιος μου το είπε, αλλά δεν θυμάμαι». Ο Δαυίδ Μπρόντσκι πέθανε την ίδια χρονιά με την Άννα Αχμάτοβα, το 1966, με την ρετσινιά να τον ακολουθεί παγκοσμίως. Ποιος θα υπερασπιστεί τη δική του μνήμη;
Αν η Ναντέζντα Μάντελσταμ είχε σταματήσει στο ανά χείρας, δηλαδή στο πρώτο της βιβλίο Απομνημονευμάτων, οι περισσότεροι θα είχαν συνταχτεί με την εκτίμηση του Ιωσήφ Μπρόντσκι, πως η χήρα του μεγάλου ποιητή του 20ού αιώνα έστησε ένα μνημείο στον άνδρα της, κράτησε ζωντανή τη μνήμη του, διέσωσε τα ποιήματα που αλλιώς θα είχαν χαθεί. Ναι, έχεσε ολόκληρη τη γενιά, όπως είπε, κατά τον Ι. Μπρόντσκι, ένας εξέχων αντιφρονών (ο Σολζενίτσιν;), αλλά πολλοί από τους «χεσμένους» το άξιζαν. Όμως η χήρα συνέχισε να γράφει, επιλέγοντας για κάποιο λόγο ως επόμενο στόχο της ...την Άννα Αχμάτοβα. Τα δηλητηριώδη σκάγια πήραν και πολλούς άλλους, σηκώνοντας μια ολόκληρη θύελλα αντιδράσεων. Ο ποιητής Ανατόλι Νάιμαν, επί πολλά έτη προσωπικός φίλος της Άννα Αχμάτοβα και του Ιωσήφ Μπρόντσκι, έγινε ένας από τους σκληρούς κριτικούς τής Μάντελσταμ. Σκληρότερη η Λυντία Τσουκόφσκαγια, συγγραφέας, αντιφρονών, επίσης μάρτυς και θύμα εκείνων των «μαύρων χρόνων», που δεν συγχώρεσε ποτέ την Μάντελσταμ για όσα έγραψε, και ούτε στη κηδεία της πήγε. Ο Νάιμαν πήγε. Όταν η Τσουκόφσκαγια τον ρώτησε «γιατί;», ο Νάιμαν απάντησε: «επειδή πέθανε». Δηλαδή, de mortibus. Aλλά τι θα γίνει με τα βιβλία της; Με τους ανθρώπους που διασύρθηκαν και εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα;
Το ανά χείρας, πρώτο βιβλίο της Ναντέζντα Μάντελσταμ είχε τεράστια απήχηση, πρωτίστως ως γνήσιο ντοκουμέντο της σταλινικής εποχής και ως μοναδική πηγή πληροφοριών για τη ζωή και το έργο του Όσιπ Μάντελσταμ. Και έτσι είναι: πολλά ποιήματα του Μάντελσταμ απέκτησαν σάρκα και οστά χάρη σ’ αυτήν, χάρη στην αποστήθιση, νυχθημερόν, των στίχων που δεν μπορούσε να εμπιστευτεί στο χαρτί.
Το βιβλίο στην αρχή βγήκε σε Σάμιζντατ, μετά δημοσιεύθηκε στις ΗΠΑ, προκαλώντας σάλο και από τις δυο πλευρές του Κρεμλίνου, όπως λέει ο Ιωσήφ Μπρόντσκι. Παρά ταύτα, την Ναντέζντα Μάντελσταμ την αποκαλούσαν «επαγγελματία χήρα» και «αγία λογοτεχνική χήρα», ονόματα όχι και τόσο κολακευτικά.
Το 1986 στο Παρίσι εκδόθηκαν για πρώτη φορά τα απομνημονεύματα της Έμα Γκερστάιν (1903-2002), ρωσίδας ιστορικού λογοτεχνίας, με καινούργιες πληροφορίες για την προσωπική ζωή των Μάντελσταμ, για τον ασυνήθιστο γάμο τους. Αποκαλύφθηκε, ότι στα βιβλία της η «αγία χήρα» είτε προσπερνούσε, είτε «χτένιζε» πολλά σημεία της κοινής ζωής της με τον Μάντελσταμ. Αν κρίνουμε τον ποιητή από τα βιβλία της χήρας του, γράφει η Γκερστάιν, αντί να τον κρίνουμε από τα δικά του βιβλία, δεν θα φτάσουμε ποτέ στην αλήθεια.
Όλοι οι άνθρωποι, για τους οποίους μιλάει απαξιωτικά η Ναντέζντα Μάντελσταμ ήταν, κατά τη δική μου γνώμη, σημαντικότεροι από την ίδια, είπε το 2008 ο Ανατόλι Νάιμαν με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της Μάντελσταμ «Για την Αχμάτοβα».
Ο Ανατόλι Νάιμαν γνώρισε την χήρα του ποιητή μαζί με τον Ιωσήφ Μπρόντσκι, εκείνη την ημέρα στο Πσκόφ, που περιγράφεται στη Νεκρολογία, στην αρχή της ελληνικής έκδοσης Ελπίδα στα χρόνια της απελπισίας.
Η Ναντέζντα είχε το μεγαλοφυές ταλέντο να μισεί ανθρώπους, που κάποτε, όπως πίστευε, δεν της φέρθηκαν σωστά, γράφει ο Ολέγκ Γιούργιεφ σε κείμενο αφιερωμένο στον ποιητή Μπενεντίκτ Λίφσιτς, φίλο του ζεύγους Μάντελσταμ, τον οποίον στα απομνημονεύματά της η Ναντέζντα Μάντελσταμ τον παρουσιάζει ως «χειρότερη εκδοχή» του Όσιπ Μάντελσταμ...
Πώς εξηγούνται τα σκληρά και άδικα λόγια της Ναντέζντα; αναρωτιέται ο Α. Σμολιέφσκι στο κείμενό για την Όλγα Βέκσελ, με την οποία ήταν ερωτευμένος ο Όσιπ Μάντελσταμ και στην οποία αφιέρωσε τέσσερα ποιήματά του. Ξεχύνοντας την οργή και τον πόνο της για το θάνατο του Όσιπ, για την κατεστραμμένη ζωή της, η Μάντελσταμ δε φρόντιζε να είναι ακριβής στις πληροφορίες. Σε αντίθεση με την Αικατερίνα Λίβσιτς (χήρα του δολοφονημένου το 1938 Μπενεντίκτ), η οποία, παρά την τραγικότερη μοίρα, μέχρι τέλους έδειχνε καλοσύνη στους ανθρώπους και ήταν δίκαια...
Τα χρόνια της απελπισίας έχουν περάσει, αλλά δεν πρέπει επ’ ουδενί να ξεχνιούνται. Αλλά κανείς, και περισσότερο απ’ όλους οι αδικημένοι, δεν έχει το δικαίωμα στην ιδιοτέλεια και το ψέμα.
De mortibus, αλήθεια και μόνο αλήθεια.
Ακόμα κι όταν δε συμφέρει εκείνους που τη λένε.

Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασική φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια: