ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Στις πλατείες διαδραματίζεται σήμερα κάτι μοναδικό, μια βαθιά ιστορική τομή. Δίνεται τέλος στη διάλυση του κοινωνικού ιστού την οποία προκάλεσε η κοινωνία της κατανάλωσης με όλα τα μέσα που διέθετε. Τελείται ο επικήδειος της ομαδικής κατάθλιψης, του αυτισμού και της βίας που καλλιέργησε ο περιβόητος εκσυγχρονισμός του νεοφιλελευθερισμού. Γι’ αυτό στις πλατείες, μαζί με τις φωνές της οργής και της αγανάκτησης, αναδύονται και οι πρώτοι χαρμόσυνοι ήχοι ενός μεγάλου πανηγυριού που αχνοφαίνεται. Είναι οι γνωστοί στην ιστορία ήχοι της κοινωνίας που, όταν αναδιπλώνεται, σηματοδοτεί την παρουσία της με τραγούδια.
Στις πλατείες, σήμερα, η κοινωνία ανασυγκροτείται και αναστοχάζεται. Αναθεωρεί την παθογένεια και τις στρεβλώσεις που της επέφεραν οι δομές της εξουσίας. Αντιστρατεύεται τον αποκλεισμό από την ιστορία που της επέβαλαν αποκαλώντας την «μάζα». Επαναπροσδιορίζει τις δυνατότητές της και ανασηματοδοτεί τα βασικά της γνωρίσματα: α) την ιδιαίτερη οργάνωσή της ως ανώτερο δυναμικό σύστημα και β) τη θέση της μέσα στον κόσμο. Το ζήτημα της οργάνωσης και της ανασυγκρότησης έχει προέχουσα σημασία, γιατί από αυτήν καθορίζεται και η θέση της κοινωνίας στον κόσμο. Στο σημείο αυτό και σε ό,τι αφορά όσα διαδραματίζονται στις πλατείες έχουν διατυπωθεί δύο παρεξηγήσεις που θα πρέπει να ξεκαθαριστούν.
Η πρώτη παρεξήγηση είναι αυτό που ακούγεται να λέγεται από πολλούς: «Πώς είναι δυνατόν να βγει κάτι σοβαρό από αυτό το ετερόκλητο πλήθος, όταν δεν υπάρχει ηγεσία ή, έστω, ένας αρχηγός». Και όμως, εάν υπήρχε ηγεσία ή αρχηγός, κάποιοι άλλοι θα έλεγαν: «Τι μπορεί να προκύψει σωστό από ένα κίνημα που είναι καπελωμένο». Τα ψευδοδιλήμματα αυτά οφείλονται σε δύο λάθη που γίνονται ταυτόχρονα. Το ένα λάθος συνίσταται στο εξής: στο ότι κρίνουμε ένα κίνημα που τείνει να αντιδιασταλεί προς την κουλτούρα μας με βάση τις κατηγορίες της κουλτούρας μας, δηλαδή με κάτι αντίθετο προς αυτό. Πιο συγκεκριμένα: σύμφωνα με τις κατηγορίες της κουλτούρας μας, δηλαδή μιας κουλτούρας που εκφράζει κοινωνία της ανισότητας, πιστεύουμε ότι τίποτα δεν γίνεται χωρίς αρχηγό, άρα χωρίς σχέσεις ανισότητας. Κάτω από αυτήν ακριβώς την προκατάληψη χωρίζουμε την κοινωνία σε αρχηγούς και σε μάζα. Είναι περιττό να θυμίσουμε τα δεινά που υπέστησαν τα προοδευτικά κινήματα από τους εγκάθετους αρχηγούς. Είναι περιττό επίσης να θυμίσουμε ότι όταν οι αποικιοκράτες συνάντησαν στην Αμερική κοινωνίες χωρίς αρχηγούς τις ονόμασαν «φυσικές» κοινωνίες, δηλαδή ανάλογες με κοινωνίες ζώων –εντούτοις, οι κοινωνίες αυτές ήταν εξισωτικές και, όταν χάθηκαν, επέζησαν στη συλλογική μνήμη με το γνωστό μύθο του παράδεισου, σύμφωνα με την ανθρωπολογική έρευνα. Είναι περιττό, ακόμα, να θυμίσουμε ότι το λαϊκό κίνημα της Αργεντινής που έδιωξε το ΔΝΤ δεν οργανώθηκε από αρχηγό. Τέλος, είναι περιττό να θυμίσουμε ότι μέχρι τον αιώνα του Χαλκού η κοινωνία αναπτυσσόταν χωρίς εγκάθετους αρχηγούς.
Το άλλο λάθος συνίσταται στο ότι αγνοούμε τη λειτουργία της κοινωνίας, γιατί τη βλέπουμε με τα γυαλιά της δυτικής κουλτούρας. Αγνοούμε την εσωτερική δυναμική της. Αγνοούμε ότι, όπως έχει διαπιστώσει η ανθρωπολογία, το 70% της κοινωνικής πρακτικής διεξάγεται με άρρητες διαδικασίες, ημι-αυτόματες, δηλαδή χωρίς τις εντολές αρχηγού. Εκείνο, όμως, που ιδιαίτερα αγνοούμε είναι η διαλεκτική σχέση μεταξύ του ατόμου και της κοινωνίας. Στην πραγματικότητα υπάρχουν αρχηγοί στα λαϊκά κινήματα αλλά είναι εντελώς διαφορετικοί από αυτούς που συνηθίσαμε να λέμε αρχηγούς στην κοινωνία της ανισότητας. Μέσα από τη διαλεκτική μεταξύ ατόμου και κοινωνίας ξεπηδούν άτομα που εμψυχώνουν, πρωτοσταστούν και πολλά από αυτά θυσιάζονται ή εναλλάσσονται με άλλα, ανάλογα με τις εκάστοτε ισορροπίες. Τα άτομα αυτά βρίσκονται σε συνεχή διάλογο με τους άλλους, αποκτούν εμπειρία και κρίση μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικής σύγκρουσης και αποτελούν το μεγάλο πλήθος των αφανών ηρώων. Δικαίωσή τους είναι η καταγραφή της προσφοράς τους στη συλλογική μνήμη. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση των άθλων τους προκύπτει από τη συνολική έκβαση του κοινωνικού μετασχηματισμού. Γιατί δεν αποκλείεται μια ηρωική πράξη να αποβεί αρνητική. Πάντως, σε γενικές γραμμές, στους κοινωνικούς μετασχηματισμούς είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν οι αγωνιστές από τους ηγέτες. Εάν δεχτούμε ότι μέσα από την πορεία των κινημάτων έχει αποκτηθεί από κάποιους μια χρήσιμη ιστορική γνώση που να του δίνει το δικαίωμα του ηγέτη, αυτό δεν είναι απόλυτο και ενέχει ένα βαθμό τελεολογίας. Αποτελεί διαστρέβλωση της διαλεκτικής μεταξύ θεωρίας και πράξης. Γιατί κάθε κοινωνική δράση αλλάζει συνεχώς τις συνθήκες και τους συσχετισμούς, και γιατί εγκλείει τον κίνδυνο, εάν αποσπαστεί από τη διαλεκτική σχέση και εξάρτηση από το σώμα της κοινωνίας που είναι ο φορέας του μετασχηματισμού, να αναπαραγάγει την ανισότητα. Η δεύτερη παρεξήγηση αφορά τη σύγχυση που γίνεται μεταξύ του κοινοτισμού και του αισθήματος της συλλογικότητας, της communitas. Ο κοινοτισμός είναι έννοια της Δυτικής κουλτούρας. Σημαίνει τη συγκρότηση της κοινότητας σε οργανικό σχηματισμό με καθορισμένα δικαιώματα/υποχρεώσεις και καταμερισμό, κάτω από δοκιμασμένο θεσμικό πλαίσιο κοινής αποδοχής. Διαφέρει από την communitas γιατί ανήκει στο επίπεδο του συνειδητού, ενώ εκείνη ανήκει στο επίπεδο του υποσυνείδητου. Διαφέρει επίσης, γιατί δεν επιβάλλει ένα δοκιμασμένο θεσμικό πλαίσιο αλλά ένα εντελώς διαφορετικό. Διαφέρει, γιατί δεν ανακαλεί κάποιο σχήμα οργάνωσης από το παρελθόν, δεν στοχεύει στη μεταρρύθμιση αλλά στο μετασχηματισμό. Εκείνο που ανακαλεί είναι την εσωτερική δύναμη που κινητοποίησε ανάλογους κοινοτισμούς. Communitas είναι η υπόγεια δύναμη, η ψυχή που προκαλεί ανατροπή των χρεωκοπημένων και αβίωτων δομών εξουσίας.
Πούθε πηγάζει η communitas; Από τη σύσταση του ανθρώπου ως κοινωνικού όντος. Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο ως βιολογικό ον με ιδιαίτερες δυνατότητες, ώστε μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης μπορεί να διαμορφωθεί σε μέλος της κοινωνίας που τον ανέθρεψε. Ενώ, εάν βρεθεί εκτός κοινωνίας, προσαρμόζεται στις συνήθειες της αγέλης των ζώων που τον περιθάλπει και γίνεται «άγριο παιδί». Μεγαλώνει με τη φροντίδα και την προστασία της κοινότητας, γιατί το όπλο του για την επιβίωση δεν είναι τα ένστικτα (γενετικός κώδικας), που αποκτιούνται άμεσα, αλλά το μυαλό και η απόκτηση γνώσεων, που απαιτούν χρόνο. Γι’ αυτό, το βρέφος-νήπιο είναι προσκολλημένο στους μεγάλους και διαμαρτύρεται όταν μένει μονάχο. Αισθάνεται ότι είναι ένας ενιαίος κόσμος, ότι είναι όλος ο κόσμος και αυτό ακριβώς το αίσθημα της ενότητας με όλους, που δεν απειλείται από τίποτα άλλο, συνιστά την communitas. Συνεπώς, communitas είναι η ενότητα με τους άλλους σαν μοναδικός κόσμος, η πληρότητα και η εξ’ αυτής απουσία κάθε φόβου, π.χ. φόβου του θανάτου, και η μαγεία με την οποία βιώνεται αυτή η πληρότητα. Η διάκριση του εγώ από τον κόσμο αρχίζει σταδιακά με τη διαδικασία εκμάθησης της γλώσσας και, συνεπώς, η communitas έρχεται σε διαλεκτική αντίθεση με τη «δύναμη για» του ατόμου. Εντούτοις, αναδύεται στις περιόδους κοινωνικής κρίσης και τροφοδοτεί τα ανατρεπτικά κινήματα διαμαρτυρίας ή κοινωνικού μετασχηματισμού. Μαζί της αναδύεται η μαγεία της ολότητας σαν προάγγελος λύτρωσης και πανηγυριού.
Κατά την ανατρεπτική της πορεία, η κοινωνία αναδομεί τη συγκρότησή της με βάση την communitas. Με άλλα λόγια, θέτει πάντα εξ’ αρχής το ζήτημα της δημοκρατίας. Είναι πολύ ενδεικτικό για την αξιολόγηση των γεγονότων ότι στο Σύνταγμα, καθώς και σε άλλες πλατείες, αναπήδησε πρόσφατα το θέμα της άμεσης δημοκρατίας. Αυτό αποτελεί τομή στην πορεία των γεγονότων, γιατί ξεπήδησε χωρίς κάτι προηγούμενο στην περίοδο των 66 χρόνων σκοταδισμού που διαδέχτηκαν την εξόντωση της Αντίστασης και γιατί φαίνεται να έχει μεγάλη απήχηση. Χωρίς αμφιβολία, σηματοδοτεί την ανάδυση της communitas. Σχετικά με την αιφνήδια αυτή εμφάνιση του αιτήματος της άμεσης δημοκρατίας δημοσιεύτηκαν στην «Αυγή» της Κυριακής (26/06/2011) δύο ενδιαφέροντα άρθρα, της Έ. Πατρικίου και του Δ. Παπανικολόπουλου. Αφενός αναφέρονται σε πολλές περιόδους κοινωνικο-πολιτικών ανατροπών όπου ξανατέθηκε το ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας, πράγμα που επιβεβαιώνει τη μεγάλη σημασία της. Αφετέρου επισημαίνουν τη δυσκολία να προσδιορίσουμε τόσο τη μορφή της άμεσης δημοκρατίας όσο και τον τρόπο της πραγματοποίησής της.
Γίνεται φανερό ότι, αν και αποτελεί μακροπρόθεσμη προοπτική, το ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας είναι πρωταρχικό. Δεδομένου ότι η από το 2008 κρίση την οποία διερχόμαστε δεν είναι απλά μία από τις γνωστές περιοδικές οικονομικές κρίσεις αλλά χρονία, συνεχιζόμενη από το 1971, και ότι έχει μετατραπεί σε γενικότερη κοινωνικο-πολιτισμική κρίση, πράγμα που συνεπάγεται την αποδόμηση του Δυτικού μοντέλου και μετασχηματισμό του σε άλλο μοντέλο κοινωνικής ζωής, το πρόβλημα της οργάνωσης του νέου αυτού μοντέλου συνδέεται άρρηκτα με το αίτημα για άμεση δημοκρατία. Εφόσον η διαδικασία για την επίλυση της κρίσης παίρνει τη μορφή διαδικασίας για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, γίνεται και διαδικασία άσκησης για τη διαμόρφωση μιας ριζοσπαστικής, πληρέστερης και ουσιαστικής δημοκρατίας. Αυτόν ακριβώς το ρόλο παίζουν σήμερα οι πλατείες. Αποτελούν τα πεδία στα οποία διαδραματίζεται η αναζήτηση, η άσκηση και η διαμόρφωση της δημοκρατίας, θέτοντας το ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας.
Εάν τα παραπάνω μας βοηθούν να προσεγγίσουμε το πνεύμα της κινητοποίησης των πολιτών σε όλους τους κοινωνικούς τομείς και ιδιαίτερα στις πλατείες, τότε γίνεται κατανοητό ότι, ως αναζήτηση και ως άσκηση της δημοκρατίας, το πρόβλημά της είναι ταυτόχρονα θεωρητικό και πρακτικό. Γι’ αυτό, παράλληλα με τις διαδικασίες στην κοινωνική πρακτική των πλατειών πρέπει να συνεχιστούν και οι θεωρητικές διερευνήσεις. Εκείνα που θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε προς το παρόν είναι τα εξής:
α) Δεν θα πρέπει να αναζητήσουμε το μοντέλο της άμεσης δημοκρατίας αποκλειστικά ανάμεσα σε εκείνα που προτάθηκαν σε κοινωνίες της ανισότητας. Για παράδειγμα, η αθηναϊκή δημοκρατία αφορούσε μόνο ελεύθερους πολίτες και από αυτούς μόνο τους άνδρες. Η Δυτική δημοκρατία αφορούσε αρχικά μόνο τους άνδρες και από αυτούς μόνο όσους ήταν ιδιοκτήτες.
β) Στην άμεση δημοκρατία των εξισωτικών κοινωνιών των τροφοσυλλεκτών, αυτήν που όπως αναφέρθηκε επιβίωσε στο μύθο του παραδείσου και του Χρυσού Αιώνα, συμμετείχαν όλοι οι ενήλικοι και όχι αντιπρόσωποί τους. Επιπλέον, οι αποφάσεις παίρνονταν με ομοψηφία που την πετύχαιναν μετά από πολυήμερες συζητήσεις και μετατροπές.
γ) Προϋπόθεση για τη συγκρότηση και τη θεμελίωση της άμεσης δημοκρατίας είναι η ανάδυση και εδραίωση της communitas, της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης.
Σε άμεση εξάρτηση με την κοινωνική οργάνωση βρίσκεται και το δεύτερο γνώρισμα, ο προσδιορισμός της ιδιαίτερης θέσης της κοινωνίας στον κόσμο, το οποίο αφορά την προοπτική στο μέλλον (τα οράματα) και τις κοινωνικές αξίες.
Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι ανθρωπολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου