ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Κλίνη Σπόρου, Καλή, εκδόσεις Οροπέδιο, σελ. 56
Όσοι μοντερνισμοί και νεωτερισμοί κι αν έχουν ανατείλει και εκπνεύσει, το φαντασιακό του νεοέλληνα παραμένει δομημένο ως δεκαπεντασύλλαβος... Βέβαια, η ποίηση που, σήμερα, θέλει να μιλήσει για την ύπαιθρο χώρα, μετέρχεται ρυθμούς αστικούς, αφού από το άστυ μιλά για την ύπαιθρο, και φυσικά ως μνήμη την ανακαλεί. Πάντως, το κοσμοείδωλο βαθειά παραμένει το ίδιο, γι’ αυτό και επιλέγονται οι πρόγονοι που εκφράζουν αυτή τη σύζευξη, και εν προκειμένω ο Άγγελος Σικελιανός, απ’ τον οποίο ο Δημήτρης Κανελλόπουλος ερανίζεται το μότο της ανά χείρας συλλογής:
Γλυκό μου εσύ μνημόσυνο
πένθος χαρμόσυνό μου...
«Μήτηρ Θεού»
Αν στη βορειοδυτική μεθόριο (Ήπειρος, Μακεδονία) έχει φτιαχτεί μια ολόκληρη γενεαλογία ποιητών ριζωμένων στη γενέθλια γη (Χρήστος Μπράβος, Τάσος Πορφύρης, Μάρκος Μέσκος, Μιχάλης Γκανάς, Πάνος Κυπαρίσσης, κ.ά.), ο Ηλείος κατά την καταγωγή Κανελλόπουλος «ζυμώνεται» (όπως λέγαμε παλιά στις κομματικές οργανώσεις) με τον συντοπίτη του Τάκη Σινόπουλο, ο οποίος αποτελεί εξέχον παράδειγμα, για τη σύζευξη του επίμονου μοντερνισμού με την πελοποννησιακή γη, με τελική εκβολή, όλων των ρευμάτων που διαπερνούν την ποίησή του, την Ιστορία. Χαρακτηριστικά τα ποιήματα του παρόντος βιβλίου, «Γενάρχαι καθ’ οδόν», «Στιγμή του 1962», «Επανάληψις 1963»:
Εκείνη ήταν η τρανή
Εγώ, ήμουνα του αντάρτη
Μνήμες που επανέρχονται, κι όλο γυρνάνε εκεί, στο Μεγάλο Συμβάν, που δεν είναι άλλο απ’ τον εμφύλιο. Γιατί στην ύπαιθρο χώρα η Ιστορία, όπως βιώνεται από τους ανθρώπους που την κατοικούν, δεν υπόκειται στις επίσημες περιοδολογήσεις, με βάση τους νόμους και τις ορίζουσες της μακράς διάρκειας, αλλά σε εκείνες του αίματος. Του αίματος που πότισε εκείνη ακριβώς τη γη.
Άκου παιδάκι μου
να γράψεις
καλά και για τους άλλους.
Ήταν κι αυτοί καλοί.
Όχι μονάχα για τους δικούς μας...
Αυτός ο τόπος λοιπόν αρνείται να γίνει τοπίο, έστω και αν, περνώντας από τις διαθλάσεις της μνήμης και του λόγου, ως τοπίο ανακαλείται, γι’ αυτό, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογα έργα ποίησης ή πεζογραφίας, κυριαρχεί η προσφυγή στην πιο βέβαιη και βεβαιωμένη μνήμη, δηλαδή την οικογενειακή, όπως εξιδανικεύεται στοιχειωμένη μέσα στο εγκαταλελειμμένο πατρικό σπίτι. Αλλά, όσο και αν τα στιγμιότυπα που τροφοδοτούν τα ποιήματα της συλλογής είναι βιωματικά, εκείνο που έχει σημασία για την αξία τους είναι η σκηνοθεσία των ποιημάτων, το να πείθουν ακριβώς ως βιωματικά-μνημονικά.
Περνάμε τη ρονιά
Δίπλα, κοιμάται ο χίτης βρίζοντας στον ύπνο του.
Βιάσου, μου λέει, παιδάκι μου,
μη σ’ αγαπήσει το σκοτάδι, και
Δημιουργός του περιοδικού «Οροπέδιο», το οποίο εκδίδεται μεν στην Αθήνα αλλά δηλώνει ως έδρα του το χωριό Νεμούτα της Φολόης Ηλείας και επιμένει στους Ηλείους λογοτέχνες, ο Δημήτρης Κανελλόπουλος με την ποίησή του ολοκληρώνει το εγχείρημα της διαρκούς εντοπιότητας, χωρίς βέβαια εκείνη τη γνωστή επαρχιακή μιζέρια, αλλά με οδηγό την ομολογία του Σινόπουλου, πως ήταν ένας άνθρωπος που συνεχώς ερχόταν απ’ τον Πύργο στην Αθήνα:
Κι έγινε ύστερα ο τόπος μου, Αθήνα.
Ένα μικρό Περιστέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου