14/5/11

Κατοπτρισμοί τόπων

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ

ΖΗΣΗΣ ΚΟΤΙΩΝΗΣ, Trans Europe Express, εκδόσεις Μελάνι, σελ. 122
    
Ο αρχιτέκτονας-ποιητής ταξιδεύει στη δική μας ήπειρο, στην ευρωπαϊκή χερσόνησο, και συνδέει με αόρατα νήματα και απροσδόκητους τρόπους χώρες του βορρά και του νότου, τόπους του ήλιου και της ομίχλης, πόλεις μνημεία της ανθρώπινης ιστορίας, αρχιτεκτονήματα της ματαιοδοξίας, της υπερβολής ή του μέτρου, κτίσματα της επάρκειας, της ταπεινότητας ή της έπαρσης. Μετρά τις αποστάσεις των στύλων στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη με ανάσες. Δύο εισπνοές και τρεις εκπνοές η διαστύλωση του περιστυλίου. Μια φτερωτή αυλαία, που ανοιγοκλείνει εισάγοντας τον επισκέπτη στη θεατρική σκηνή της πλατείας η κίνηση των πουλιών, που απογειώνονται και προσγειώνονται περιοδικά στο πλακόστρωτο: «καθώς περπατούσα/ τα πουλιά σε ένα σύννεφο/ φτερούγιζαν κι ακουμπούσαν πιο πέρα». Σωματοποιεί τις χωρικές εντυπώσεις.
Ένα φλεγόμενο άπειρο το ταβάνι και το πάτωμα του κόσμου. Μια ακλόνητη φούστα, ένα κτίσμα-καλσόν με τέσσερα πόδια από σίδερο, που από κάτω του χωρά γενναιόδωρα ένα συνωθούμενο πλήθος, ο πύργος του Άιφελ: «στάθηκα κάτω από τα τέσσερα πόδια/ και αισθάνθηκα/ όπως όταν ήμουν μικρός/ υπό το σκοτεινό μυστικό/ μιας γυναικείας σκιάς». Ένα σάρκινο βλαστάρι, που από τον κορμό του εξέχει μονάχα το κεφάλι και με μισάνοιχτο το χαλύβδινο βλέφαρο ατενίζει τον ήλιο, ο Πύργος του Einstein στο Πότσνταμ: «η λαμπερή εικόνα περνούσε/ από τον οισοφάγο αμάσητη/ και προβαλλόταν σε υπόσκαφη αίθουσα/ σαν να ήταν η Γη ο βυθός/ και περισκόπιο ο Πύργος».
Πένυ Κωνσταντίνου- Χωρίς τίτλο
Στις αφηγηματικές περιπλανήσεις του συγγραφέα οι αντίρροπες δυνάμεις στερεώνουν την ισορροπία του κόσμου: ανάδυση, κατάδυση. Το φως του πρωινού που διώχνει τα σκοτάδια της νύχτας, μια βουτιά στα υδάτινα ερέβη, μια πτήση πάνω από τους λίθινους σχηματισμούς των Μετεώρων. «Ηχεί αξεχώριστη/ η παλίρροια της προσμονής/ από την άμπωτη της ελεύσεως». Ο Ζήσης Κοτιώνης κοιτάζει τον κόσμο λαίμαργα και φιλοπερίεργα, με τις αισθήσεις σε εγρήγορση. Το βλέμμα του παγιδεύει στιγμές, χώρους, σύμβολα, αρχιτεκτονικά αντικείμενα, ανθρώπους και τα φέρνει πίσω στο χαρτί δέσμια των λέξεων και των αντιπερισπασμών της μνήμης. Αποκωδικοποιεί τον χαρακτήρα των τόπων επιχειρώντας να άρει την ξενότητά τους, μετατρέποντας την απόσταση σε οικειότητα. «Η μελαγχολία χύνεται σαν οχετός/ απ’ της Λισσαβώνας τους λιθόστρωτους λόφους/ ευθύς προς τη θάλασσα».
Εκσκαφή, περιστροφή, εξύψωση, περάτωση, καταβύθιση, ανάδυση, διάτρηση, διαπόρευση, κατολίσθηση: ο αρχιτέκτονας-ποιητής ανασκουμπώνεται, πιάνει δουλειά, διαλέγει τα κατάλληλα εργαλεία. Οι λέξεις του δηλώνουν επεμβάσεις στην ύλη, τροποποιήσεις σε χώρους. Υποδεικνύει ενέργειες που διαφοροποιούν, παραλλάσσουν, μεταμορφώνουν. Μεταποιητικές δράσεις, ηθελημένες και αθέλητες κινήσεις, στροφικές, επίμονες, βίαιες. Ο τόπος αναδύεται όχι μέσα από την επιστημονική εκλογίκευση, αλλά μέσα από το πηχτό σκοτάδι των αισθήσεων. Σαν αιφνίδια επίγνωση, σαν λάμψη, σαν νησί που αναδύεται από τη θάλασσα και ύστερα καταδύεται αθόρυβα στην υγρή άβυσσο.
Ο ταξιδιώτης  στις περιηγήσεις του αντλεί και καταγράφει μικρές ιστορίες πρόσκαιρων κατοικήσεων. Συμβάντα και εντυπώσεις διαπλέκονται στις ποιητικές αλληγορίες δίνοντας υπόσταση και ενάργεια στους τόπους, εμψυχώνοντας την αναπαράστασή τους. Σε κάθε σενάριο γεωγραφικής περιπλάνησης αντικατοπτρίζεται ο ελλαδικός χώρος ως σημείο αναφοράς και η μνήμη της θάλασσας και του γενέθλιου τόπου. Οι διασυνδέσεις στο χάρτη παράγουν απρόσμενες συναντήσεις μακρινών τόπων. Σταχυολογώ στην τύχη τίτλους από τα περιεχόμενα: Πότσνταμ-Βερολίνο-Αθήνα, Πάτρα-Βενετία-Ζυρίχη, Ρώμη-Σκόπελος, Παρίσι-Βερολίνο, Σκωτία-Νορβηγία-Βόρειος Πόλος. Ο ταξιδιώτης απλώνει τα δυο του χέρια στον άξονα βορρά-νότου. Τα πόδια του ριζώνουν στη γη ενώ το κεφάλι του αγγίζει τη σκέπη του ουρανού. Στις οδοιπορίες του σε φυσικά τοπία, σε μυθικές πόλεις και εμβληματικά κτίρια, τον παραστέκουν άνθρωποι απόντες πια, αλλά παρόντες στο διηνεκές: ο Μουνχ, ο Ίψεν, ο Γκριγκ, ο Χάμσουν κάθονται και σήμερα αόρατοι στο Grand Café στην πόλη του Όσλο. Οι συναντήσεις των προσώπων, πραγματικές ή φανταστικές γίνονται στη σκιά των μνημείων, στο εσωτερικό των κτιρίων, εγγράφονται στο φυσικό ή το αστικό τοπίο. Η μνήμη αξεχώριστα ανακαλεί τους χώρους και τα αγαπημένα πρόσωπα. Ανασύρει τους τόπους κατοίκησης, εφήμερους ή μόνιμους, συγχρονικά και αξεδιάλυτα με τους κατοίκους τους. Κάθε νέα χωρική εμπειρία ανοίγει το αρχείο των προγενέστερων καταχωρήσεων. Η πόλη, το σπίτι, οι τόποι των καλοκαιρινών διακοπών, η θάλασσα είναι τα μοτίβα που παρεμβάλλονται αυτόκλητα στις γεωγραφικές διαδρομές του συγγραφέα.
Εκεί που ο χάρτης περιτέμνει, η αφήγηση διασχίζει γράφει ο Μισέλ Ντε Σερτώ. Ο τίτλος του βιβλίου παραπέμπει στο καταργημένο πλέον δίκτυο σιδηροδρομικών δρομολογίων που διέσχιζε την Κεντρική Ευρώπη την δεκαετία του ’70 και του ’80 δημιουργώντας αστερισμούς τόπων. Όμως ο  Ζήσης Κοτιώνης δεν γράφει ταξιδιωτικές εντυπώσεις με ποιητικό χαρακτήρα, παρά ένα οδοιπορικό αφήγημα που με αφορμή τη χωρική περιπλάνηση και αναπαράσταση εισάγει πλήθος αντιστίξεων, μεταφορών, αναφορών και προσωπικών συντελεστών. Μοιράζεται μαζί μας μια ποιητική, ανθρωπολογική και μυθική εμπειρία του ευρωπαϊκού χώρου, μια συνάντηση με το αδιόρατο, το μυστικό και το άγνωστο. Συλλέγει θραύσματα από εικόνες τόπων, πόλεων, κτιρίων, ταξιδεύοντας επίμονα στον εσωτερικό χώρο της μνήμης, κοιτάζοντας σταθερά και με προσδοκία τη θάλασσα.

Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο ΤΕΙ της Αθήνας                                    

Δεν υπάρχουν σχόλια: