Η διπλή όψη ενός χαρακτήρα
Δρ. ΡΙΧΑΡΝΤ ΛΕΒΙΝΣΟΝ, Σερ Μπάζιλ Ζαχάρωφ. Ο μυστηριώδης άνδρας της Ευρώπης, μτφρ. Ισμήνη-Λουίζα Ταμβακάκη, εκδόσεις alfatrast, σελ. 282
ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΓΟΥΔΕΛΗ
ΟΡΣΟΝ ΓΟΥΕΛΣ, Mr Arkadin (ελλ. τίτλος Απόρρητη αναφορά - φιλμ παραγωγής 1954)
"Η αναρρίχηση των ταλαντούχων νέων στα πλούτη και στη δύναμη δεν επιτυγχάνεται πάντα άμεμπτα"
Από το βιβλίο
"[Ο Όρσον Γουέλς] γοητευόταν πάντοτε από εντυπωσιακές δημόσιες προσωπικότητες των οποίων η εξουσία έκρυβε κάποιο μυστικό ή είχε κάποιο κενό. Είχε εντυπωσιαστεί από τον Σερ Μπάζιλ Ζαχάρωφ, τον μεγαλέμπορο όπλων"
Από το Rosebud (Η ζωή του Όρσον Γουέλς) του David Thomson
Ο ήρωας στο βιογραφικό βιβλίο του Γερμανού δημοσιογράφου και συγγραφέα ιστορικών μονογραφιών Ρίχαρντ Λέβινσον (1894-1968), είναι εξ ορισμού μια μυθιστορηματική φιγούρα: γιατί το βιογραφικό του ελληνικής καταγωγής, αδίστακτου εμπόρου όπλων, Μπάζιλ Ζαχάρωφ (1849-1936), συστήνει μέσα από λίγες αράδες μια αμοραλιστική, άκρως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, η οποία με μια πρώτη εκτίμηση μπορεί άνετα να συγκριθεί με τερατώδεις φυσιογνωμίες της παγκόσμιας Ιστορίας, και ως εκ τούτου "μυθική".
Όμως, η αυθόρμητη αυτή κατάταξη του Ζαχάρωφ στη χορεία των μειζόνων "καταραμένων", που θα την έκανε κάθε κοινωνικά ευαίσθητη συνείδηση αντανακλαστικά, δεν αφορά, δυστυχώς(;), το αισθητικό βλέμμα. Για την Τέχνη παρουσιάζουν ενδιαφέρον, πέρα από ηθικολογίες, ακόμα και οι φυσιογνωμίες του Ταμερλάνου, του Χίτλερ ή του Μάνσον, στην ανθρώπινή τους διάσταση.
Να λεχθεί εκ προοιμίου: όποιος, λοιπόν, δεν ενδιαφέρεται μόνο για τις ιστορικές λεπτομέρειες, γύρω από τις πλούσιες δραστηριότητες του πολυμήχανου αυτού "τέρατος" (οι οποίες σφραγίζουν ή απλώς σχετίζονται -με- κρίσιμες περιόδους της ευρωπαϊκής και διεθνούς ιστορικής σκηνής του τέλους του προπερασμένου αιώνα και των αρχών του προηγουμένου), αλλά για ένα πιο διεισδυτικό, ψυχαναλυτικό πορτρέτο, με δραματουργικές απαιτήσεις και προεκτάσεις, ίσως απογοητευθούν. Γιατί η μέθοδος του Λέβινσον εξαντλείται, ίσως εμπρόθετα, στην -πολύ ενδιαφέρουσα κατά τα άλλα- ανασύνθεση και σκιαγράφηση του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου, εντός του οποίου βρίσκει έδαφος η τυχοδιωκτική σταδιοδρομία του υπερφιλόδοξου και κυνικού Ζαχάρωφ, χωρίς να προχωρεί σε ιχνηλάτηση του ψυχικού κόσμου του τελευταίου. Εάν το έκανε, οπωσδήποτε θα μιλούσαμε για μια άλλου τύπου βιογραφία (όχι κατ' ανάγκην μυθιστορηματική), η οποία θα ήταν εφικτή στις σημερινές συνθήκες, αλλά μάλλον όχι την εποχή της συγγραφής του βιβλίου, στα τέλη της δεκαετίας του '20.
Το γεγονός, πάντως, ότι μέχρι σήμερα δεν είχε μεταφραστεί στη χώρα μας -και σε μια σειρά άλλες- η ανά χείρας βιογραφία, σημαίνει κάτι: δηλώνει ότι δεν είμαστε ακόμα ολότελα προετοιμασμένοι για την προσέγγιση, έστω και μέσα από αυτολογοκριμένες χειρονομίες όπως είναι η παρούσα, σκοτεινών μορφών της Ιστορίας, όταν μάλιστα αυτές είναι, χρονικά, σχετικά κοντινές μας και κλονίζουν, παράλληλα, κάποιες βεβαιότητες∙ φέρνοντας στο φως απωθημένες σκέψεις, γύρω από την περίφημη ιστορική "αλήθεια". Με άλλα λόγια, παρά την κάπως προγραμματική και ηθελημένα αποστασιοποιημένη ματιά του Λέβινσον πάνω στο "φαινόμενο Ζαχάρωφ", το έργο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί δίνει τη δυνατότητα στο σημερινό αναγνώστη να προσεγγίσει τον κυνικό ήρωα μέσα από την ακριβή περιγραφή του ιστορικού πλαισίου το οποίο τον γέννησε και τον εξέθρεψε. Εάν, μάλιστα, θα θέλαμε να είμαστε τολμηρά γενναιόδωροι, σχεδόν αυθαίρετοι, βλέποντας τα πράγματα ως αναγνώστες λογοτεχνίας, ίσως αντιμετωπίζαμε τη χειρονομία του Λέβινσον πιο ελεύθερα: έτοιμοι να δεχθούμε ότι με τη στρατηγική του φιλοτεχνεί περισσότερες φωτοσκιάσεις στον Ζαχάρωφ, ο οποίος μένει σε ένα είδος υποβλητικού ημίφωτος. Γιατί μέσα από την εξιστόρηση του Λέβινσον ο Ζαχάρωφ εμφανίζεται απόμακρος, έστω και αν οι πρώτες σελίδες περιγράφοντας τη δικαστική του περιπέτεια στο Λονδίνο, σε προετοιμάζουν για μια πιο "εξ επαφής" παρουσίασή του. Μένοντας, όμως, έτσι αποστασιακός ο Ζαχάρωφ, μπορεί πιθανόν να γίνεται πιο ενδιαφέρων ως μυθιστορηματικός ήρωας.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, στη συνέχεια, μπορούμε οδηγηθούμε από τον ήρωα του Λέβινσον σε εκείνον του Όρσον Γουέλς, τον κύριο Αρκάντιν, όπως μετονόμασε ο μεγάλος σκηνοθέτης τον έμπορο όπλων, στο μυθιστόρημα και στην ταινία του. Θέλω να πω, ότι ο Γουέλς ενδιαφερόταν πολύ για χαρακτήρες που έμεναν τελικά στη σκιά, ως οντότητες, θύματα και θύτες ταυτόχρονα της μεγαλομανίας τους, αλλά ακριβώς και της θηριώδους επιδίωξής τους να κατακτήσουν το απόλυτο. Στη διαδρομή τους αυτή ο δημιουργός της Δίκης ήθελε να βλέπει τα μικρά, πλην κρίσιμα, συναισθηματικά κυρίως κενά στον, κατά τα άλλα, τέλεια ρυθμισμένο εσωτερικό τους κόσμο. Ο Γουέλς ποτέ δεν θα μας συστήσει έναν ήρωά του απερίφραστα. Η γνώση μας για κάθε έναν από αυτούς δεν θα ολοκληρωθεί, αφού τους αφήνει πάντα να κινούνται όχι απλώς σε ένα πέραν Καλού και Κακού (αυτό θα ήταν εύκολο) αλλά σε μία περιοχή όπου κάποιο ανομολόγητο τραύμα τούς καθορίζει.
Ο ίδιος, σκιτσάροντας μάλλον την αυτοπροσωπογραφία του σε μια σειρά ταινιών, επιζήτησε να σαρκάσει την "τελειότητα", παγιδευμένος ο ίδιος από τα πρώτα του βήματα σε έναν υπερμεγέθη ρόλο (αυτόν της μεγαλοφυΐας), που του είχαν αναθέσει οι υπερθετικές κριτικές για τον Πολίτη Κέην. Αντλώντας έμπνευση από σεξπηρικούς και ανάλογους ήρωες, των οποίων το μεγαλείο απειλείται από μια κρυφή ρωγμή, από μια αδυναμία αντίρροπη στη συνολική τους προσωπικότητα. Στο μυθιστόρημά του Mr Arkadin, που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1954, έχει σχεδόν "ντεκουπάρει" το ομώνυμο φιλμ που θα γυρίσει την ίδια χρονιά: ένα film noir, το οποίο "δονείται από την ένοχη συνείδηση του ήρωα, τις ψυχολογικές ανατροπές, τις ηθικές ρωγμές μιας ολόκληρης τάξης και το παιχνίδι με το θάνατο". Όμοια με άλλες του ταινίες, κι εδώ ο πανίσχυρος Γκρέγκορι Αρκάντιν έχει το "αδύνατο" σημείο του, το οποίο και τον καταστρέφει: την υπερβολική αγάπη του για την κόρη του Ράινα, την οποία υπερπροστατεύει. Θέλοντας να την απομακρύνει από τον νεαρό τυχοδιώκτη Βαν Στράτεν, αναθέτει στον τελευταίο, με σκοπό να τον εξοντώσει, αφού πρώτα τον εκμεταλλευθεί, την έρευνα για κάποια χαμένα ίχνη του παρελθόντος του, και δολοφονεί τα πρόσωπα που γνωρίζουν για το βρόμικο τρόπο αναρρίχησης του στην ανώτερη κοινωνία. Ο Βαν Στράτεν για να σωθεί αποκαλύπτει στη Ράινα το μυστικό του πατέρα της, ξέροντας ότι θα την χάσει και ότι θα καταρρακώσει τον Αρκάντιν...
Από την "σινεμασκόπ" οθόνη της αληθινής δράσης του Ζαχάρωφ ο Γουέλς δανείσθηκε την ευσύνοπτη, συμπαγή, "μικρή" ιστορία του, σχολιάζοντας με τον τρόπο του το φαινόμενο. Αντί να καταπιαστεί με το είδος της "κοινωνικής" αμιγώς ταινίας, θέλησε για μια ακόμη φορά να διεισδύσει στα άδυτα μιας επώνυμης φυσιογνωμίας, η οποία συνδύαζε κατ' αυτόν το "αποτρόπαιο με την ομορφιά" (έτσι χαρακτήρισε το συγκεκριμένο γουελσικό δυισμό ο Αντρέ Μπαζέν).
Ο Ζαχάρωφ, μέσα από τις σελίδες του Λέβινσον, όπως είπαμε, δεν προβάλλεται ως μια ανάλογη μορφή, τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο. Οι περιγραφές της δράσης τού επικίνδυνου αυτού προσώπου έχουν μια "εξωτερικότητα": καταγράφονται ψυχρά, με την έννοια ότι το υποκείμενο αν και δεν είναι υπάλληλο στις ιστορικές νομοτέλειες, αντίθετα, είναι θα ‘λεγες κρυμμένο πίσω από αυτές. Διαβάζοντας τη χαρακτηριστική φράση ότι "σε τελική ανάλυση, δεν δούλευε η πολεμική βιομηχανία για χάρη της πολιτικής, αλλά η πολιτική ήταν εκεί για χάρη της πολεμικής βιομηχανίας. Αυτή ήταν η πολιτική αρχή βάσει της οποίας έπαιζαν οι μεγάλες εταιρείες πολεμοφοδίων", δεν έχεις ενδοιασμούς για τη μέθοδο μελέτης που ακολούθησε ο Λέβινσον. Οπότε, κάτω από αυτούς τους όρους και κατ' επέκτασιν, δεν μένουν περιθώρια αμφιβολίας για τη στάση του συγγραφέα απέναντι στον πρωταγωνιστή του, ο οποίος βρίσκεται συνεχώς πίσω από ραδιουργίες της πολεμικής βιομηχανίας, σε μικρούς και μεγάλους πολέμους των ευρωπαïκών κρατών, τροφοδοτώντας κάποτε με όπλα και τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές...
Η μελέτη βρίθει πολύτιμων στοιχείων για την (αντι)κοινωνική δραστηριότητα του απίστευτου τούτου εγκληματία και παράλληλα για την αδίστακτη πολιτική των πολεμικών συμφερόντων. Ο Γουέλς, που μπορούσε να θαυμάζει ταυτόχρονα τον ουμανισμό του Ντε Σίκα και το "μεγαλείο" ενός Βοργία, βρήκε το υλικό που του ταίριαζε μόνο στο περίγραμμα του ζαχαρωφικού βίου. Όσα έλεγε διά στόματος του Χάρι Λάιμ στον Τρίτο άνθρωπο, υποστηρίζοντας τους Βοργίες που έκαναν, παρότι τύραννοι, μεγάλα έργα, δεν ίσχυαν απόλυτα για τον Ζαχάρωφ. Μαγνητισμένος, όμως, από την "καταραμένη" του πλευρά, τον εμψύχωσε με τον κρυμμένο συναισθηματισμό του Αρκάντιν, για να τον διασώσει, δίνοντας έτσι, όπως γίνεται πάντα, στην Τέχνη το βαρύ προνόμιο να έχει τον τελευταίο λόγο στην κρίση μας για τους άλλους...
Ο Τάσος Γουδέλης είναι πεζογράφος και κριτικός κινηματογράφου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου