20/11/10

Γυναίκα μόνη

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΤΖΗΜΩΥΣΙΑΔΗ

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΜΑΤΖΑΡΙΔΟΥ, Ένας κόμπος όλα, Εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 326

Μόνη, ανύπαντρη και απελπισμένη. Ετών 42, καθηγήτρια σε σχολείο της Αθήνας. Με δυσκολία τα βγάζει πέρα με το μισθό της. Αραιά και πού τη θυμούνται κάποιες φίλες, η μάνα της από το χωριό όταν χρειάζεται χρήματα, κι ένας περιστασιακός φίλος κάθε φορά που θέλει να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές του ανάγκες.
Μένει έγκυος. Να το κρατήσει ή να μην το κρατήσει; Κι αν το κρατήσει, πώς θα τα φέρει βόλτα χωρίς καμία βοήθεια; Θα το αναγνωρίσει ο φίλος της, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες που του αναλογούν; Ποια θα είναι η αντίδραση της μάνας και του αδελφού της; Πώς θα την αντιμετωπίσει ο κλειστός και συντηρητικός περίγυρος του χωριού από το οποίο κατάγεται και ο ευρύτερος αλλά μόνο κατ’ επίφαση ανεκτικός στον οποίο ζει;
Ασφαλώς, δεν υπάρχει τίποτα το πρωτότυπο σε όλα αυτά. Από το μαγκανοπήγαδο των ατομικών περισπασμών, των ερωτικών αδιεξόδων, των παιδικών τραυμάτων και των διαταραγμένων οικογενειακών σχέσεων αρδεύεται πολύ συχνά η λογοτεχνική έμπνευση από τότε που υπάρχει, ενίοτε βέβαια με κρυστάλλινα και διάφανα νερά. Αλλά τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δυσοίωνα, όταν όλα αυτά απαντώνται από κοινού ως επιμέρους θέματα σε μια αφήγηση που έχει ως βασικό πυρήνα την προ-κλιμακτήρια εγκυμοσύνη της ηρωίδας.
Εύλογα εγείρεται η προκατάληψη. Διαβάζεις τις είκοσι πρώτες σελίδες ενός τέτοιου βιβλίου και λίγο πολύ μπορείς να φανταστείς πώς θα εξελιχτούν όλες οι υπόλοιπες: ορμονικές μεταβολές και συναισθηματικές μεταπτώσεις, γυναικοπαρέες που αυτοψυχαναλύονται με αποκλειστικό θέμα το αντρικό φύλο, μια προδομένη από το σύντροφό της γυναίκα που ανανεώνει το ενδιαφέρον της για τη ζωή μέσα από το έμβρυο που κυοφορεί κι ένας από μηχανής θεός που έρχεται την κατάλληλη στιγμή, για να επισφραγίσει τη δυναμική επάνοδό της στη ζωή. Θα μπορούσε να είναι έτσι ακριβώς και το βιβλίο της Ματζαρίδου, αλλά ευτυχώς δεν είναι. Ακριβέστερα, είναι έτσι αλλά με έναν ανάποδο κι απρόσμενο τρόπο που ξαφνιάζει πολύ ευχάριστα.
Εδώ ο από μηχανής θεός είναι ένα πλαδαρό και ετοιμόρροπο γερόντιο, χωρίς καν το αναμενόμενο θεληματικό πηγούνι. Η μάνα δεν παραστέκεται με αυταπάρνηση στη δοκιμασία του παιδιού της, υποφέροντας στωικά τον κοινωνικό στιγματισμό του χωριού. Οι φίλες παραμένουν το ίδιο απόμακρες και συγκαλυμμένα ανταγωνιστικές, ακόμη κι όταν προβαίνουν σε κάποιες χειρονομίες καλής θέλησης. Οι ψυχικές μεταπτώσεις της ηρωίδας διαιωνίζουν τη συναισθηματική τραμπάλα που βίωνε πριν από την εγκυμοσύνη και απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχίσει να βιώνει και μετά το πέρας της. Ο βιολογικός πατέρας δεν φεύγει από το προσκήνιο με το κεφάλι κατεβασμένο αλλά εκσφενδονίζοντας τηλεφωνικά μια αιμομικτική απειλή σε βάρος του αγέννητου παιδιού του. Τα βιβλία εγκυμοσύνης δεν απεικονίζουν χαρούμενες γυναίκες σε σκηνές ανώδυνου τοκετού αλλά πρότυπα μιας καθ’ υπόδειξη ευτυχίας που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με ένα βιβλίο που πραγματεύεται ένα τετριμμένο θέμα με πρωτότυπο τρόπο, που αξιοποιεί αφηγηματικά κλισέ της ελαφριάς λογοτεχνίας για να την ξεμπροστιάσει, που κινείται στον ιδιωτικό χώρο του διαμερίσματος χωρίς να αφήνει απέξω την κοινωνική σφαίρα, που φαίνεται να εμμένει σε ένα «γυναικείο» θέμα, αλλά στην πραγματικότητα προεκτείνεται στην υπαρξιακή σύγχυση του σύγχρονου ανθρώπου.
Όλα αυτά προσδίδουν στο βιβλίο της Ματζαρίδου τη διάσταση του βάθους. Ενός βάθους που αναδεικνύει τις σεισμογενείς περιοχές που κρύβονται όχι στις οριακές, όχι στις σπάνιες, όχι στις κρίσιμες, αλλά στις καθημερινές μάχες που εξελίσσονται σιωπηρά και τις πιο πολλές φορές βιώνονται ως ήττες, και μάλιστα αμαχητί: τα βλέμματα γύρω από το οικογενειακό τραπέζι που χαράζουν σαν ξυράφι, ο λανθάνων ανταγωνισμός που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο έγκυες που τυχαίνει να βρίσκονται στο ίδιο λεωφορείο, το τελευταίο αγροτεμάχιο της οικογένειας στο χωριό που πωλείται για να αγοράσει ο αδελφός ένα καινούριο αυτοκίνητο, τα ενοχικά αισθήματα που έντεχνα καλλιεργεί η μάνα στην κόρη κτλ.
Από τέτοια ελάσσονα περιστατικά απαρτίζεται ο κορμός της αφήγησης, που παρ’ όλα αυτά, και χωρίς να έχει ανάγκη από κορυφώσεις, πλούσια στοιχεία πλοκής και αφηγηματικές ανατροπές, διατηρεί σε εγρήγορση το αναγνωστικό ενδιαφέρον από την αρχή μέχρι το τέλος. Και αυτό γιατί διακρίνεται από δύο βασικές αρετές:
Αφενός βυθοσκοπεί το ψυχικό αποτύπωμα που αφήνει η καθημερινότητα στην ανθρώπινη συνείδηση, φέρνοντας στην επιφάνεια τους βασικούς συντελεστές της αλλοτρίωσής της.
Αφετέρου υποστηρίζεται από μια ώριμη, σίγουρη για τον εαυτό της γλώσσα, που δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει και, αν εξαιρέσουμε κάποια εμμονή στην παρατακτική σύνταξη, όχι μόνο δεν κομπιάζει αλλά τις πιο πολλές φορές καταφέρνει, μέσα από τη μακροπερίοδη εκφορά της, να συναρμόζεται απόλυτα με τις δαιδαλώδεις σκέψεις και τις διαρκείς ψυχικές μεταπτώσεις της ηρωίδας.
Αν τώρα λάβουμε υπόψη ότι όλα αυτά αφορούν μια πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέα, που επέλεξε να κινηθεί στο χώρο που θεματικά νέμεται η ελαφριά λογοτεχνία, χωρίς ούτε μια φορά να φλερτάρει με την αφόρητη ελαφρότητά της, τότε μπορούμε να εκτιμήσουμε ακόμη περισσότερο την αξία αυτού του βιβλίου.

Ο Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης είναι πεζογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια: