TOBIAS WOLF, Ο κλέφτης του στρατοπέδου, μτφρ. Χρήστος Οικονόμου, εκδόσεις Πόλις, σελ. 120
Η υπόθεση της νουβέλας, βραβευμένης το 1985 με το βραβείο PEN/Faulkner, τοποθετείται σε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης αλεξιπτωτιστών στη Βόρεια Καρολίνα. Βρισκόμαστε στο 1967, χρονιά κορύφωσης του πολέμου στο Βιετνάμ αλλά και της δράσης του μαζικού αντιπολεμικού κινήματος στις ΗΠΑ.
Τρεις εκπαιδευόμενοι αλεξιπτωτιστές, ο Μπίσοπ, ο Χάμπαρντ και ο Λιούις, σκοτώνουν το χρόνο τους εν αναμονή της στιγμής που θα σταλούν στο μέτωπο. Κάποια στιγμή που φυλάνε μαζί σκοπιά στην αποθήκη των πυρομαχικών του στρατοπέδου, μια μεγάλη πυρκαγιά θα ξεσπάσει στο παρακείμενο δάσος. Οι τρεις άνδρες θα προπηλακίσουν τους δύο αστυνομικούς που θα καταφτάσουν στο στρατόπεδο, ζητώντας βοήθεια και προειδοποιώντας για την πιθανότητα μιας τρομερής έκρηξης, στην περίπτωση που η πυρκαγιά δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Η φωτιά δεν θα φτάσει τελικά στις εγκαταστάσεις, αλλά το γεγονός θα εγγραφεί στη συνείδηση των στρατιωτών ως πράξη δειλίας και ανευθυνότητας, καταρρακώνοντας την ήδη περιορισμένη αυτοεκτίμησή τους.
Οι ήρωες της νουβέλας κατατάσσονται στον στρατό για να επουλώσουν τις βαθιές πληγές της ζοφερής και άδειας από περιεχόμενο ζωής τους. Αν και οι στόχοι τους αρχικά συγκλίνουν, γεννώντας τις προϋποθέσεις δημιουργίας μιας σταθερής, αν και πάντα δύσκολης, φιλίας, οι πορείες τους θα αποβούν τελικά απολύτως αποκλίνουσες. Αναζητώντας εναγωνίως χρήματα, ώστε να μπορεί να πληρώνει την πόρνη με την οποία έχει ερωτευθεί, ο Λιούις θα γίνει «ο κλέφτης του στρατοπέδου» και τελικά θα συλληφθεί και θα αποταχθεί, αφού πρώτα έχει διαλύσει με γροθιά τη μύτη ενός από τα θύματά του, του μέχρι πρότινος φίλου του Χάμπαρντ, ο οποίος λίγο αργότερα θα λιποτακτήσει και θα εγκαταλείψει τις ΗΠΑ. Ο τρίτος της παρέας, ο Μπίσοπ, είναι ο μόνος που θα ακολουθήσει την σίγουρη και «πρέπουσα» οδό, αφού θα πολεμήσει στο Βιετνάμ, θα επιστρέψει υγιής και θα μετατραπεί σε συνηθισμένο μεσοαστό οικογενειάρχη.
Αφηγούμενος μια εξαιρετικά απλή ιστορία ο συγγραφέας καταφέρνει να της προσδώσει υψηλή λογοτεχνική αξία, χρησιμοποιώντας έναν εξαιρετικά οικονομημένο μικροπερίοδο λόγο και προσεγγίζοντας με οξυδέρκεια και αναλυτική ικανότητα τους ιδιότυπους ψυχισμούς των ηρώων. Στα ατού της αφήγησης ας προστεθούν επίσης οι διαρκείς αλλαγές εστίασης και οι εναλλασσόμενες στιγμές καθήλωσης-κορύφωσης της πλοκής, που απομακρύνουν τη νουβέλα από τον κίνδυνο μιας γραμμικής και μονότονης ανέλιξης τής ούτως ή άλλως συμβατικής στο περιεχόμενό της ιστορίας. Η μετάφραση του Χρήστου Οικονόμου ανταποκρίνεται επαρκώς στις υψηλές απαιτήσεις του κειμένου.
ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΕΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου