7/4/24

Εδώ που είμαι Ακόμα

Άποψη της έκθεσης «Σολομόν Νικρίτιν: Ακούγοντας τη ζωή» στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Φωτ.: Αντώνης Βλάχος & Dana Huetz

Της Μαρίας Μοίρα
 
ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ, Θηρίο ή Θεός, Εκδόσεις ΑΩ, σελ. 94

Με αυτή τη φράση επιγράφει τις σύντομες ημερολογιακές σημειώσεις του ο Ευγένιος, ο ήρωας της σπονδυλωτής νουβέλας της Διώνης Δημητριάδου, δίνοντας το στίγμα της παρουσίας και της τελεσίδικα προαποφασισμένης εξόδου του. ‘Ένας άνθρωπος μοναχικός και αποσυνάγωγος από επιλογή, ένας ερημίτης που έχει απαρνηθεί την τύρβη των συναναστροφών και την παρηγορητική υποστήριξη των φίλων και συντρόφων. Έγκλειστος στο σπίτι του σαν σε κρύπτη, αποξενωμένος από το περιβάλλον, ακροβατεί μετέωρος σε ένα ελάχιστό όριο ανάμεσα στη ζωή και στη μη ζωή, σε κατάσταση παραίτησης, απόσυρσης και ανηδονίας. Ωσεί απών από τα εγκόσμια, ζει πάσχων από το αίσθημα της ήττας και της απόγνωσης, αναγκαστικά και υπό προθεσμία, παραδομένος σε μια παραλυτική αδράνεια. Εγκιβωτισμένος μέσα στα τείχη του μυαλού του αναζητά το σημείο μηδέν της ύπαρξής του, προεξοφλώντας το τέλος του. Συνοδοιπορεί και συμπάσχει, όπως αποδεικνύει και το δοκίμιο που συγγράφει, με τον Οιδίποδα του Σοφοκλή. Τον τραγικό ήρωα ο οποίος αγνοώντας την καταγωγή και τη βασιλική του γενιά γίνεται σύζυγος της μάνας του Ιοκάστης και πατέρας παιδιών που είναι αδέλφια του. Λύνει με τη δύναμη του μυαλού του το αίνιγμα της Σφίγγας σώζοντας την πόλη της Θήβας, και με τη δύναμη της θέλησης, αυτός ένας άνθρωπος, παίρνει την τύχη στα χέρια του.
Ο ήρωας της συγγραφέως ακολουθεί τα βήματα του Οιδίποδα που τυφλώνεται και οδηγείται εκούσια σε έναν άδηλο θάνατο. Εξεγείρεται με τα ανθρώπινα όρια, οργίζεται με τα πάθη και τους φόβους των κοινών θνητών για τα μελλούμενα. Αναστοχάζεται πάνω στην τραγική ειρωνεία οι θεατές, που νιώθουν αποστροφή και εξανίστανται μπροστά στο μέγεθος της ύβρεως, να γνωρίζουν εκ των προτέρων, όσα τρομερά και ανήκουστα το τραγικό πρόσωπο του δράματος αγνοεί. Εμπνέεται από το σθένος του Οιδίποδα να διαμορφώνει μόνος την πορεία του όταν η γνώση τον καταρρακώνει, να αψηφά την ειμαρμένη και τις βουλές των θεών και να αίρεται πάνω από την ανθρώπινη μηδαμινότητα.
Οι μικρές, άτολμες και αβέβαιες προσπάθειες του να ενσωματωθεί ξανά στη ροή της καθημερινότητας και στη καθησυχαστική ρουτίνα της επιβίωσης, θα αποτύχουν οικτρά. Θα μείνει στη σκιά να παρατηρεί και να ερμηνεύει όσα συμβαίνουν γύρω του, χωρίς να μπορεί να εμπλακεί ή να επικοινωνήσει με τον περίγυρό του. Χωρίς τη θέληση να συναντηθεί με τον παλιό του εαυτό. Λίγες μόνο φωτογραφίες αποτελούν τους παρηγορητικούς του δεσμούς με το παρελθόν και το παρόν: ’Όταν μικρό παιδί γεμάτο ελπίδα και αισιοδοξία κρατούσε το χέρι του παππού του χαμογελώντας, όταν συμμετείχε στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις της νεότητας με υψωμένη γροθιά, γεμάτος πίστη, μαχητικότητα και ενθουσιασμό. Όταν φωτογράφιζε ένα ερημωμένο σπίτι εστιάζοντας στην ανθισμένη πασχαλιά ή στην βυζαντινή αυστηρή μορφή του Ταξιάρχη Μιχαήλ, του Άρχοντα του θανάτου, ή όταν παγίδευε με το φακό του επίμονα και επαναληπτικά την θέα της πόλης που ράθυμα ησύχαζε κάτω το ιλαρό φως του μεσημεριού από την πίσω σκάλα του σχολείου του. Όταν κρυφά κατέγραφε την εικόνα της κοπέλας στο απέναντι μπαλκόνι μέσα από το παράθυρό του, το αβέβαιο βήμα ενός περαστικού καθισμένος σε ένα παγκάκι στην πλατεία ή τα φώτα της απέναντι παραλίας της Φώκαιας να αχνοφέγγουν στον νυχτερινό ουρανό. Όταν αποτύπωνε με συγκίνηση την χαρούμενη εξαίσια μορφή της αγαπημένης του που τώρα πενθεί, χωρίς να ξέρει.
Θα αφήσει ως παρακαταθήκη το ημερολόγιό του, το δοκίμιο για τον Οιδίποδα και το φάκελο με τις φωτογραφίες, για τον πιστό τελευταίο του φίλο. Κι αυτός, που δεν ήταν δυνατό να ζήσει μακριά από την κοινωνία των ανθρώπων σαν Θηρίο, ούτε πάνω και πέρα από τις αδυναμίες και τους φόβους των θνητών σαν Θεός. Κι αυτός που έχασε την λατρεμένη σύντροφό του, το πολυτιμότερο στήριγμα στη ζωή, χωρίς να μπορέσει να διαχειριστεί το ανεπούλωτο τραύμα της απώλειας και να συνεχίσει. Όταν το κενό και το σκοτάδι θα κατακλύσουν όλη του την ύπαρξη, θα αφεθεί να φύγει. Ίσως, επειδή τον πρόδωσε η καρδιά του. Ίσως πάλι, επειδή εκείνος ολόψυχα το θέλησε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: