26/11/23

Ιρανική ηδύτητα

Της Ευσταθίας Δήμου*
 
Γυμνή σαν μαχαίρι. Ανθολογία ποιημάτων Ιρανών ποιητριών (10ος-21ος αι.), εισαγωγή-απόδοση: Άννα Γρίβα-Μάνια Μεζίτη, εκδόσεις Συρτάρι, σελ. 132
 
Απόλυτα εναρμονισμένο με τη γενικότερη στροφή που παρατηρείται στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία προς το γυναικείο ζήτημα και ενταγμένο στον σχετικό προβληματισμό είναι το βιβλίο-απάνθισμα ποιημάτων Ιρανών ποιητριών που κυκλοφόρησε πρόσφατα και που καλύπτει ένα χρονικό διάστημα έντεκα περίπου αιώνων, από τον 10ο μέχρι τον 21ο αιώνα. Ο τίτλος του βιβλίου, Γυμνή σαν μαχαίρι, που δημιουργεί νοερά μια συνήχηση και, επομένως, μια σύνδεση της λέξης «γυμνή» με τη λέξη «γυνή», είναι ενδεικτικός της πρόθεσης των ποιητριών αυτών να χαράξουν με τον ποιητικό τους λόγο την προσωπική τους περιοχή και να προσδιορίσουν το στίγμα τους μέσα στον χώρο και μέσα στον χρόνο.
Η επιλογή, που έγινε από τις μεταφράστριες και ποιήτριες επίσης Άννα Γρίβα και Μάνια Μεζίτη, διαμορφώνει ένα σώμα το οποίο χωρίζεται σε τρεις μεγάλες χρονικές περιόδους. Πρόκειται για την περίοδο του ιρανικού μεσαίωνα που έχει να παρουσιάσει ιδιαίτερα αξιόλογες δημιουργούς, προερχόμενες κυρίως από την αριστοκρατική τάξη, οι οποίες, από τον 10ο αιώνα κι έπειτα, καλλιεργούν τη λυρική ποίηση και το επίγραμμα απομακρυνόμενες, πολλές φορές, από τις συμβάσεις του είδους οι οποίες δέσμευαν την αντίστοιχη ανδρική ποιητική δημιουργία. Αυτή η ελευθερία, όπως ήταν φυσικό, αποδέσμευσε τις δημιουργικές τους δυνάμεις και τις έστρεψε σε ένα πεδίο όπου η ανόθευτη ποιητική έκφραση αποτέλεσε το ζητούμενο και την κατάκτηση μαζί. Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από το 1500 μέχρι το 1800. Οι τρεις αυτοί αιώνες σφραγίζονται από μια κάμψη καθώς οι γυναίκες δεν απολαμβάνουν πια την ίδια ελευθερία αλλά απομονώνονται από τον δημόσιο βίο και, συνεπώς, από την εκπαίδευση. Ωστόσο και παρά τον γενικό αυτό κανόνα δεν έλειψαν οι περιπτώσεις γυναικών οι οποίες υπήρξαν εγγράμματες και ασχολήθηκαν με τη συγγραφή. Η τρίτη, τέλος, περίοδος, που εκκινεί από το 1800 και φτάνει μέχρι σήμερα, βρίσκει τις γυναίκες σε καθεστώς ανάλογης ανελευθερίας, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την καλλιέργεια μιας ποίησης που προέκρινε το γυναικείο αίτημα για απελευθέρωση και ισότητα.
Κεντρική θέση μέσα στη γενιά αυτή των ποιητριών έχει η Τάχερε η ποίηση της οποίας διακρίνεται για τους δεσμούς της –μορφικούς, αισθητικούς, καλλιτεχνικούς– με το παρελθόν όσο και για το άνοιγμά της στο μέλλον, ένα μέλλον σφραγισμένο από το αίτημα της γυναικείας χειραφέτησης. Το ίδιο ακριβώς το αίτημα υπηρετούν και προκρίνουν οι σύγχρονες Ιρανές ποιήτριες που, με όπλο την ποίησή τους, διεκδικούν και ελπίζουν σε ένα καλύτερο για αυτές αύριο.
Η ανάγνωση των ποιημάτων, έτσι όπως αυτά παρατίθεται σε χρονολογική σειρά, φέρνει τον αναγνώστη σε επαφή με έναν ποιητικό λόγο που συνυφαίνει με άκρα επιδεξιότητα τη γυναικεία ευαισθησία με τη γυναικεία διεκδικητικότητα, που γίνεται εργαλείο και μέσο αυτοσυνειδησίας και αυτεπίγνωσης. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη έκφραση του λυρισμού ο οποίος χωρίς να χάνει το βασικό του περίγραμμα ανοίγει μια οδό επικοινωνίας με μια περισσότερο ρεαλιστική ενατένιση της ζωής και του κόσμου. Οι ποιήτριες, δηλαδή, με διαφορετικό η καθεμία τρόπο, εισέρχονται μέσα στην ποίηση όχι όπως θα περίμενε κάποιος επειδή βρίσκουν σε αυτή το καταφύγιο και το έδαφος εκείνο μέσα στο οποίο μπορούν, περιθωριοποιημένες και απόκληρες, να υπάρξουν και να δημιουργήσουν, αλλά επειδή ακριβώς αισθάνονται τη δύναμη και τη δυναμική της να νοηματοδοτεί την ύπαρξή τους, να την τροφοδοτεί με την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης που τόσο έχουν ανάγκη και που τόσο βάναυσα και απάνθρωπα στερούνται.
Είτε, λοιπόν, με μια ποιητική έκφραση περισσότερο λυρική είτε μέσα από τη μορφή και τη λογική του επιγράμματος οι Ιρανές ποιήτριες βρίσκουν το δρόμο που τις οδηγεί στην κρυστάλλωση του πάθους που δονεί όχι μόνο την ψυχή μα και το σώμα τους. Γιατί αυτό ακριβώς το πάθος, ερωτικό κατά βάση, είναι που κυριαρχεί ως αφόρμηση της δημιουργίας για να μετουσιωθεί άλλοτε σε θαυμασμό, άλλοτε σε υμνητική διάθεση, άλλοτε σε παράπονο, άλλοτε σε στοχασμό και άλλοτε σε ρεαλιστικό αποτύπωμα μιας στιγμής, πραγματικής ή φανταστικής. Έτσι, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τον τρόπο με τον οποίο το σώμα αυτό των ποιημάτων που συγκεντρώνονται εδώ μετατρέπεται ουσιαστικά σε ένα θέατρο του γυναικείου βίου στο Ιράν, σε μια εξεικόνιση της εσωτερικής και εξωτερικής κίνησης με την οποία εναρμονίζονται οι γυναίκες ποιήτριες και σε μια βαθιά γνωριμία με την ψυχοσύνθεση και την ψυχολογία τους.
Εντύπωση προξενεί το γεγονός ότι το ταραγμένο, πολλές φορές, θυμικό τους, αποτέλεσμα της βαθιάς τους ανάγκης να επαναπροσδιορίσουν τους όρους της ζωής τους, δεν λειτουργεί προς την κατεύθυνση ενός λόγου επιθετικού, εκτονωτικού, ωμού ή αιχμηρού. Αντίθετα οι στίχοι τους, ακόμα και στις πιο «απογυμνωμένες» στιγμές τους, διατηρούν στενή τη σχέση και τη σύνδεσή τους με την αίσθηση του ωραίου, του ευχάριστου και του απολαυστικού, αυτού που θα όριζε κάποιος με το αρχαιοελληνικό επίθετο «ηδύ».
 
*Η Ευσταθία Δήμου είναι κριτικός λογοτεχνίας

Εύη Κυρμακίδου, Τα Στεφαναίματα, 2017, διαστάσεις μεταβλητές (πρόταση του Εμμανουήλ Μαυρομμάτη)

Δεν υπάρχουν σχόλια: