28/5/23

Ιχνογραφίες

Της Βερονίκης Δαλακούρα*

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ, Ποιήματα, Εκδόσεις Τύρφη, σελ. 272

Η εξαιρετική έκδοση των ποιημάτων του Χρίστου Λάσκαρη έγινε η αφορμή μιας επανάγνωσης∙ στη διάρκειά της η αφήγηση μεταμορφώθηκε σε μια άλλη μορφή ζωής, ιδιαίτερης ίσως, σε σύγκριση με την ποιητική υπόσταση των σύγχρονων δημιουργών. Όμως η παραπάνω φράση θα μπορούσε και να αντιστραφεί: ζωή που με τη μορφή της αφήγησης μεταμορφώνεται σε ποίημα.
Σε δύο σημεία θα εστιάσω την προσέγγιση της ποίησης του Χρίστου Λάσκαρη: στην υπενθύμιση –θαρρείς στον ίδιο του τον εαυτό- της βιωμένης ευφορίας, και στην επιθυμία, ως βαθιά υπαρξιακής ανάγκης, του γυρισμού, της επιστροφής. Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη παρελθόν∙ στο έργο του, τα γεγονότα, οι μικρές στιγμές για τις οποίες μιλά στα ολιγόστιχα ποιήματά του, η έννοια του χρόνου επιμηκύνεται προς τα πίσω φτάνοντας, ξεκινώντας από το αρνητικό σημείο μηδέν, στο τώρα της συγγραφής, σημείο με θετικό πρόσημο, και αντίστροφα. Ο αναγνώστης έχει την εντύπωση πως ο ποιητής στις μοναδικές στιγμές ευτυχίας που έζησε οφείλει όχι μόνον την επιβίωση σ’ ένα κόσμο τραχύ, αλλά και την ευποιία με την διττή έννοια του καλώς πράττειν και της δημιουργίας. Αν και δίχως καθόλου «λυρικό πλούτο» σήμερα ο κόσμος μας, αντίθετα με την άποψη του Κ. Θ. Δημαρά, ένα μόνο και σταθερό περιεχόμενο έχει, τον πόθο του ποιητή να ξαναβρεθεί στην ευτυχισμένη εκστατική κατάσταση που του έδωσε το στιγμιαίο πέρασμα της εμπνεύσεως μες από την συνείδησή του. Όλη η προσπάθεια του ποιητή, την ώρα που γράφει το ποίημά του, είναι να ξαναδημιουργήσει και να συγκρατήσει την αρχική δοσμένη έμπνευση.[i]
Αυτό παρατηρούμε από την πρώτη κιόλας συλλογή του «Ο ευτυχισμένος καιρός πέρασε»∙ μολονότι πολύ νέος τότε, η φθορά της συγκατοίκησης με την καθημερινότητα είναι εμφανής∙ στον χώρο της δουλειάς, στον αστικό περίγυρο που οι συνθήκες αναγκαστικά διαφορετικές, δημιουργούν μια «κάψουλα» −κυριολεκτικά και μεταφορικά− τάχα άνεσης αλλά στην ουσία πίεσης.

…προθάλαμοι// και ήχοι γραφομηχανής

Ο ευτυχισμένος καιρός επέρασε.
Πήραν τη θέση τους το ασανσέρ
κι ο πεθαμένος.

ΔΎΣΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΊ

Και στο επόμενο με τον τίτλο ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ από την ίδια συλλογή,
Το ακατόρθωτο επιχειρεί η ψυχή //σ’ αυτή τη ζωή //της πολυκατοικίας.
Τη μέρα// αντιστέκεται στο ασανσέρ// το βράδυ στις τηλεοράσεις.

Και τα μεσάνυχτα- που εξαντλείται ο θάνατος-// πληγώνει τα φτερά της στο φωταγωγό//
για λίγο παιδικό φεγγάρι.

Αυτή η πίεση την οποία δέχεται ο ποιητής από τον περιβάλλοντα χώρο, είναι κυρίως εσωτερική, από την άποψη του ψυχολογικού βάρους περισσότερο και πολύ λιγότερο εξαιτίας των πραγματικών συνθηκών∙ υποθέτω ότι αυτή η οδύνη γεννιέται από ένα είδος ενοχής εκ μέρους του που αφέθηκε και ίσως δεν πάλεψε όσο έπρεπε, εγκαταλείποντας τόπους και ανθρώπους. Συμπίεση που προκαλεί η αίσθηση του από-πλανημένου, όχι ακριβώς του πλάνητα, ο οποίος στην πολύβουη, κι ας μην είναι τεράστια, πόλη, περιβάλλεται από την αίσθηση του τέλους∙ μια «μικρή» λεπτομέρεια που αρκεί να επαναφέρει στην μνήμη, μέσα από μια ιέρεια, και με βασανιστική ζωντάνια, τον Άγιο Χρόνο:

Συγκεκριμένα δεν εμίλησες ποτέ,/ άφηνες μόνο να εννοηθεί / ότι υπάρχει ένας τόπος,
με δέντρα// και νερά που τρέχουνε.
ΠΥΘΊΑ
« Απόγευμα προς βράδυ»

Τόποι άρρηκτα συνυφασμένοι με την παιδική και νεανική ηλικία, με την εμπειρία και το συναίσθημα, υπό την ευρεία έννοια, αλλά και την άλλη, του έρωτα. Τόποι με την ανάμνηση που μοιραία ωραιοποιούμε, κι αυτό συμβαίνει με όλους μας: διαφορετικά θα θέλαμε ν’ αλλάξουμε ζωή; Θα επιθυμούσαμε την έξοδο από το βίωμα, την Αρχή, ώστε να ζήσουμε, την ποίηση ή οτιδήποτε άλλο αγαπούμε, κι ας μην είναι «Τέχνη», κι ας μην ανήκει στο στενά εννοούμε πεδίο της δημιουργίας; Άλλωστε η αίσθηση του Ωραίου διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο∙ όμως ο Ποιητής, ευλογημένος, κατέχει το μυστικό λύτρωσής του∙ γιατί αυτή η μυστική κατάρα, απαιτεί, είτε ένα μέρος, είτε συχνά και ολόκληρη την ύπαρξη, ώστε να πετύχει την κάθαρση. Μεγάλο το τίμημα. Και για έναν άλλο λόγο: αγγίζει με την ανάμνηση εκείνο που γνωρίζει πως έχει χάσει και είναι κατά βάθος σίγουρος πως δε θα ξανακερδίσει ποτέ: οι λέξεις και η ουσία τους είναι το απόσταγμα του βίου του. Γιατί με αυτά τα όπλα θα γυρίσει πίσω.

Όταν κλείνω τα μάτια // τη βλέπω να τριγυρίζει στα δωμάτια// όπως παλιά-….
Όταν κλείνω τα μάτια, //το σπίτι ζωντανεύει πάλι
ΌΤΑΝ ΚΛΕΙΝΩ ΤΑ ΜΑΤΙΑ
«Δωμάτιο για έναν»

Ο Χρίστος Λάσκαρης στις λιτές συλλογές του, πέτυχε γράφοντας ποιήματα ολιγόστιχα, πολλές φορές δίστιχα, να οικοδομήσει ένα σύμπαν προσωπικό: ούτε ποιήματα με αποκλειστικά καθημερινά στιγμιότυπα, ούτε μόνον με σαρκασμό, ούτε απλώς εξομολογητικά, ούτε απόλυτα ειρωνικά, ούτε μόνον πένθιμα, ούτε «μοντέρνα» ή σύγχρονα χάι-κου. Ποιήματα και σαρκαστικά της καθημερινότητας, και εξομολογήσεις πόνου, και με ειρωνεία του θανάτου. Ποίηση που εξορκίζει την επώδυνη αφοσίωση − σ’ αυτήν.

Η αποδοχή του γεγονότος και της αρνητικής του επίδρασης έχει ως αποτέλεσμα, πολύ συνειδητά, την απόδοση μιας μη εκκοσμικευμένης ιδέας. Μπροστά σ’ έναν καταιγισμό από εικόνες η λεκτική ένταση υποκαθιστά την φαινομενική έλλειψη δράσης.

ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ
Μόνη μέσα στον έρωτα κι ανυπεράσπιστη
Σαν μια τριανταφυλλιά στο φεγγαρόφωτο.

Ο ποιητής χρησιμοποιεί μια τεχνική με την οποία κατορθώνει να αποκαθάρει τον αναγνώστη/ ακροατή της ποίησής του, εξοικειώνοντάς τον με το «άσχημο», ή το θλιβερό. Κι αυτό γιατί η έμπνευσή του είναι αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης όχι μόνον του ανθρώπινου προορισμού, της μοιραίας φθοράς, αλλά και έκφραση της ανάγκης να μιλήσουμε ανοιχτά γι’ αυτήν. Δεν κρύβεται λοιπόν πίσω από τις λέξεις που φτιάχνουν το ποίημα∙ γνώριμες, συνήθεις και απλές, πετυχαίνουν να δημιουργήσουν με μοναδική αμεσότητα, χωρίς ίχνος διδακτισμού, την ατμόσφαιρα που περιβάλλει τον δικό του Κόσμο.

Αλίμονο σ’ αυτόν //που δεν έχει ασκηθεί// και νιώσει πάνω του/ την πρώτη φτυαριά.

ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ
« Να τελειώνουμε!»

[i] Κ.Θ. ΔΗΜΑΡΑΣ, Δοκίμιο για την ποίηση, σελ. 47

*Η Βερονίκη Δαλακούρα είναι ποιήτρια

Helmut Middendorf, Gitarren (Rot-ocker), 1978, 138 x 120 εκ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Δεν ήτανε, καλή μου, η πιό καλή στιγμή να διαβάσω ετούτο το κριτικό σου σημείωμα για τον Λάσκαρη.. Είμαι σε άσχημη ψυχική κατασταση - στο Παρίσι- απ ένα σπιτι ( διαμέρισμα) όπου έζησα 40 χρόνια - με δυο παιδιά που μου έδωσαν πολλη ευτυχία - και που τώρα δεν μου μένει καμμιά γωνία του απόλυτα δική μου.. Χιλιάδες βιβλία στο πάτωμα, υπό μετακόμιση, κι εγώ να χάνομαι - μακρυά από τη φτελιά και την γαζία μου στο Πηλιο.
Να δούμε πότε θα σε δω..