Της Μαρίας Μοίρα
JUHANI PALLASMAA, Τα μάτια του δέρματος. Η Αρχιτεκτονική και οι Αισθήσεις, εκδόσεις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ.190
Ο Γιούχανι Πάλλασμαα, ο διακεκριμένος Φιλανδός αρχιτέκτονας και στοχαστής στο εξαιρετικά καλαίσθητο, εμπεριστατωμένο και ευσύνοπτο παρόν δοκίμιο, μιλάει για την αναζωογονητική αρχιτεκτονική των αισθήσεων. Στην εισαγωγή και στα δύο μέρη του βιβλίου στοιχειοθετεί και τεκμηριώνει τις θέσεις του για «μια αρχιτεκτονική μορφικής εγκράτειας με έναν σπάνιο αισθητικό πλούτο που απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις ταυτόχρονα… Μια αρχιτεκτονική που απευθύνεται στην αίσθηση της κίνησης και της αφής όσο και στο μάτι και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα οικειότητας και φιλοξενίας». Επιχειρηματολογεί με πάθος και ζέση για εκείνα τα κτίρια τα οποία εκφράζουν την ατομική και πολιτισμική ταυτότητα και ιδιομορφία του κατοίκου, αντιστέκονται στην απατηλή γοητεία του θεάματος, στην «απώλεια της μνήμης», στην αποδυνάμωση της φαντασίας και του πνευματικού περιεχομένου και εγγράφονται καίρια μέσα στην «σάρκα του ζωντανού κόσμου». Όχι ως φαντασμαγορικές κατασκευές ενός εξιδανικευμένου οράματος, αλλά ως ζωντανοί θάλλοντες και εξελισσόμενοι οργανισμοί.
Ζούμε σε μια εποχή όπου δίνεται έμφαση στην απαστράπτουσα ηδονοθηρική εικόνα, στο φαίνεσθαι, στην οπτική εντύπωση ενώ συχνά αγνοείται ή παρακάμπτεται η συνολική χωρική εμπειρία του κτιρίου. Οι εμπορικές επιλογές που κυριαρχούν, ο ψηφιακός σχεδιασμός που έχει αντικαταστήσει το χέρι του αρχιτέκτονα και την μαγεία των χειρωνακτικών πρακτικών, η άκριτη εφαρμογή νέων ψηφιακά υπερφορτισμένων τεχνικών που τείνουν στην υπερβολή, όπως γράφει ο Steven Holl στον πρόλογο του, έχουν ως αποτέλεσμα η αρχιτεκτονική σύλληψη να οδηγείται σε μια παγερή αισθητικοποίηση. Να παράγει ένα έργο χωρίς ερωτική σαγήνη, που αρχικά σε εντυπωσιάζει αλλά δευτερευόντως σε κρατά σε απόσταση. Δεσπόζει επομένως, σύμφωνα με τον συγγραφέα, μια αρχιτεκτονική που αδυνατεί να απαλλαγεί από τον αυτοαναφορικό χαρακτήρα και τον οφθαλμοκεντρισμό της, ώστε να κατορθώσει να δημιουργήσει σωματοποιημένες βιωματικές υπαρξιακές μεταφορές και χωρικές οντότητες που συγκεκριμενοποιούν και δομούν το «είναι» μας μέσα στον κόσμο. Προτάσσεται μια αρχιτεκτονική που αδυνατεί «να εκφράσει τις ψυχολογικές ποιότητες και να επαναφέρει στο επίκεντρο της τον άνθρωπο ως σωματική ύπαρξη. Να απευθυνθεί σε όλες τις αισθήσεις ταυτόχρονα και όχι μόνο στην όραση».
Στο παράδειγμα της αρχιτεκτονικής του Άλβαρ Άαλτο ο Πάλλασμαα γράφει για τη σημασία της συγκρότησης μιας πολυδιάστατης πολυφωνικής εντύπωσης, όπου το μάτι συνεργάζεται αρμονικά με τις άλλες αισθήσεις. Για τον τρόπο που ενσωματώνει στην κτιριακή δομή απροσδόκητες εξαρθρώσεις, λοξές συναντήσεις, αντικανονικότητες και πολυρρυθμίες προκειμένου να αφυπνισθούν σωματικές, μυϊκές και απτικές εμπειρίες. Προκειμένου το κτίριο να ανασυντίθεται διαρκώς κάτω από αυτό το καθεστώς των εντάσεων και των δυναμικών αλληλεπιδράσεων. Καθόσον σύμφωνα με τις θέσεις του συγγραφέα η κτιριακή δομή δεν έχει εκτελεσμένες διαστάσεις, άκαμπτες ιδιότητες. Διαστέλλεται και συστέλλεται μέσα στο χρόνο, διαλύεται και ανασυντίθεται από το φως και το σκοτάδι, από το βλέμμα, την ακοή, την όσφρηση, την αφή, ακόμα και τη γεύση. Ο χώρος συνίσταται από οργάνωση και διάταξη γεγονότων, από ακουμπήματα του ανθρώπινου σώματος σε επιφάνειες και ακμές, από στάσεις και κινήσεις, μόνιμες και απροσδόκητες, οικείες και αναπάντεχες.
Ο Peter Mackeith στο εκτενές και ιδιαίτερα διαφωτιστικό σημείωμά του που ακολουθεί αποκαλύπτει αναφορές και δάνεια, πτυχές και διαδρομές της φαινομενολογικής θεμελίωσης της σκέψης του συγγραφέα. Παραθέτει ενδιαφέροντα βιογραφικά στοιχεία και αποσπάσματα από ανέκδοτα κείμενα, κατονομάζει μέντορες και διανοητές, συναδέλφους και δασκάλους, απαριθμεί συνεργασίες και συνομιλίες ξεναγώντας μας στον χειροποίητο διεπιστημονικό κόσμο του Πάλλασμαα.
Ο Καθηγητής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΕΜΠ Παναγιώτης Τουρνικιώτης στο «εμπειρικό» επίμετρο, όπως το ονομάζει, που κλείνει το βιβλίο, επικοινωνεί στους αναγνώστες με ιδιαίτερα διαυγή τρόπο την εντύπωση που του προξένησε το Φιλανδικό Ινστιτούτο, έργο του Γιούχανι Πάλλασμαα, στο Παρίσι. Περιγράφει πώς «είδε» το κτίριο με το δέρμα του χεριού του καθώς οι μινιμαλιστικής αισθητικής επιφάνειες από ξύλο, χαλκό, ύφασμα και γυαλί εναλλάσσονταν κάτω από ένα προσεκτικά συγκερασμένο φωτισμό, εκλύοντας στο δημόσιο χώρο την οικειότητα και την ζεστασιά ενός αστικού καθιστικού. Τον τρόπο που η έντεχνη συναρμογή των όγκων, η χρήση των χρωματιστών επιφανειών, η εισαγωγή του φυσικού φωτισμού και η εσκεμμένη αντίθεση των υλικών κινητοποιούσαν όλες τις αισθήσεις ταυτόχρονα.
Ένα βιβλίο θεωρίας της αρχιτεκτονικής, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1996 με μεγάλη επιτυχία. Ένα στοχαστικό βιωματικό δοκίμιο χωρίς κανονιστικό χαρακτήρα, που διεγείρει τη σκέψη και τροφοδοτεί το συναίσθημα. Απολαυστικό στη μεστότητα και την καθαρότητα των απόψεων του, απευθύνεται προς τους ειδικούς της διερεύνησης και του σχεδιασμού του χώρου, αλλά όχι μόνο. Ένα ποιητικό κάλεσμα για τις αισθητηριακές ποιότητες του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και για την πίστη στη σωματική εμπειρία που προτάσσει το απτικό έναντι του οπτικού. Μια ουσιαστική συνάντηση, μια χειραψία (σαν τα χερούλια στις πόρτες των κτιρίων που του άρεσε τόσο πολύ να σχεδιάζει) με τον αρχιτέκτονα, δάσκαλο και κριτικό Γιούχανι Πάλλασμαα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου