Της Ανθούλας Δανιήλ
ΙΟΥΛΙΤΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ (ανθολόγηση- επιμέλεια:), Η Ελλάδα του Ελύτη, εκδόσεις Ίκαρος, σελ. 144
Η Ελλάδα, για τη νεότητά μου, εστάθηκε θάμβος
Όπως λέει ο Ελύτης στα Ανοιχτά Χαρτιά, «ΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΒΑΘΜΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ, αγάπησα στον μέγιστο βαθμό την Ποίηση, με τον ίδιο τρόπο, που, όντας στον ελάχιστο βαθμό “πατριώτης” αγάπησα στον μέγιστο βαθμό την Ελλάδα». Και αμέσως παρακάτω «Η Ελλάδα έχω καταλήξει από καιρό σ’ αυτό το συμπέρασμα, είναι μια συγκεχυμένη αίσθηση –θ’ άξιζε να βρεθεί γι’ αυτήν ένα γραμμικό σύμβολο– που η ανάλυσή της, η εύρεση των αντιστοιχιών της σ’ όλους τους τομείς, αναπαράγει αυτόματα και σε κάθε στιγμή την ιστορία της, τη φύση της, τη φυσιογνωμία της». Γιατί «Η φύση αποτελεί στην Ελλάδα μια απέραντη κρυπτογράφηση ηθικών εντολών». Με το γραμμικό σύμβολο, στην ψυχή του, και την ανάδειξή του έγραψε χιλιάδες στίχους και σελίδες ποταμούς.
Η ευαίσθητη ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου, που της έλαχε ο ύψιστος κλήρος και η τιμή να σταθεί στο πλάι του, να γίνει η εντολοδόχος του, η υλική του συνέχεια, μετά τη αποδημία του, μας παρέδωσε αυτόν τον μικρό και μέγα τόμο με ρήσεις του ποιητή για την Ελλάδα. Τη σκέψη του, τη φροντίδα του, την παρουσία της, τη γλώσσα μας και τη σημασία της σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει.
Η Ηλιοπούλου, με τις εκλεκτές επιλογές της, αν και όλα του Ελύτη είναι εκλεκτά, κατευθύνει διακριτικά τον αναγνώστη να αντιληφθεί τη διεισδυτική σκέψη του ποιητή, την επίμονη έρευνά του στις ρίζες των εννοιών που μας βγάζουν σε ξέφωτο αν τις περπατήσουμε στο βάθος. Μας σχολιάζει την γραμματική της γλώσσας του που είναι συγχρόνως καθημερινή αλλά και πάλι αλλιώς ποιητική. Μας δείχνει το ιδεολογικό υπέδαφος των ελυτικών θησαυρισμάτων. Η Ελλάδα του Ελύτη δεν είναι μόνο αυτή που βλέπουμε αλλά και η άλλη που προϋπάρχει μέσα του. Είναι αυτή «Η Ελλάδα η δεύτερη του απάνω κόσμου», που κρατεί στα σπλάχνα της έναν Πλάτωνα και έναν Ιησού.
Ο Ελύτης θα ξεφύγει από τα γνωστά και τετριμμένα. Θα μας δείξει την Ελλάδα τη ζωντανή, του βότσαλου, της συκιάς, της ροδιάς, αλλά και του Κούρου, του Ηνίοχου της Αθηνάς, την Αγία Τριάδα της φύσης και του πολιτισμού, τη κάθε μέρα που εγκιβωτίζοντας το παρελθόν το φέρνει στο παρόν, την ιστορία και τον μύθο σε διαφάνεια χρωματιστή, αστραφτερή και λάμπουσα. «Η Ελλάδα είναι συνδεδεμένη με το παρελθόν της, μόνο που… το μεταβάλλει σ’ ένα αδιάκοπο παρόν».
«Είναι καιρός νομίζω… να περάσουμε με αληθινή γενναιότητα μακριά και πέρα. Έλληνας σημαίνει να αισθάνεσαι και να αντιδράς κατά έναν ορισμένο τρόπο, τίποτε άλλο». «Το φως και η ιστορία στην Ελλάδα είναι ένα και το ίδιο πράγμα. Με την έννοια ότι …το ένα αναπαράγει το άλλο, το ένα ερμηνεύει και δικαιώνει το άλλο. Ο χρόνος, το φως, ο ήλιος της δικαιοσύνης, ‘θηρίο ελπίδας’, πάνω στην μικρή και μεγάλη συνάμα Ελλάδα, στα βράχια της και τα πελάγη της».
Όταν ο Ελύτης γράφει ότι στην Ελλάδα «η φτώχεια έφτασε να πάρει ένα νόημα ηθικό, να διαμορφώσει μια ειδικού βάρους Αρετή», μας θυμίζει ότι έχει αποταμιεύσει τον Διονύσιο Σολωμό και τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. «Η Ελλάδα είναι η χρυσή χώρα της Λιγοσύνης που αχρηστεύει την αξία του αριθμού», κάτι που το διαπιστώνει κανείς πάνω στο ίδιο το λιτό τοπίο, αρχίζοντας από τον απλό και μεγαλοπρεπή Παρθενώνα και καταλήγοντας σ’ ένα μικρό ασβεστοχρισμένο εκκλησάκι σ’ έναν βράχο στο Αιγαίο.
Το Αιγαίο «δεν είναι μόνο ένα μέρος της φύσης, αλλά πολύ περισσότερο, ένα είδος δακτυλικό αποτύπωμα» και εφόσον παραδεχόμαστε πως το Αιγαίο έχει ήθος τότε και η γλώσσα που μιλήθηκε σ’ αυτές τις θάλασσες έχει επίσης ήθος: «Ω ναι, σε έσχατη ανάλυση, η γλώσσα ήταν ήθος» και το ήθος της ελληνικής γλώσσας το έβλεπε να διασχίζει τους αιώνες και από τον Πλάτωνα να φτάνει στον Σολωμό και να αποστρακίζει «όλων των ειδών τα βόλια που σφυρίζανε στον ουρανό της Ευρώπης». «Και ιδού που σήμερα βρίσκομαι στη Στοκχόλμη, με μόνο κεφάλαιο στα χέρια μου μερικές λέξεις ελληνικές… ουρανός, θάλασσα, ήλιος, ελευθερία. Τις καταθέτω με σεβασμό στα πόδια σας». «Θάθελα να κοιμηθώ μια μέρα και να ξυπνήσω σ’ έναν αιώνα όπου και τα πουλιά ακόμη να κελαηδούν ελληνικά και νικητήρια».
«ΣΤΗΝ ΟΛΙΓΗ ΕΛΛΑΔΑ που μας απέμεινε το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να δέεσαι στους θεούς σου. Ποιους θεούς; Ω, μα είναι πολλοί… Δυο μέτρα κάτω απ’ τη γης ή πάνω από τον πλαϊνό σου τοίχο τον γδαρμένο αγρυπνούν. Με σπασμένες μύτες, κομμένο τον ένα βραχίονα… κι ένα βλέμμα που δε σταματάει επάνω σου, μόνο τραβάει πέρα. Μοιάζουν συλλογισμένοι». Είναι φανερό, ο χρόνος είναι ένας και το παρόν αιώνιο. Η Ελλάδα: τοπίο, ομορφιά, παράδοση, ιδέες, γλώσσα, αισθήσεις, όλα μικρά και μεγάλα συνηχούν ισοδύναμα.
Αλέξανδρος Ψυχούλης, Ράνια (teams), 46 x 29 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου