Αύγουστος 2020. Ψαρά. Άδειο οικόπεδο αντίκρυ στη Ράχη. Λιθόκτιστη μάντρα με κάτι λιόδεντρα μέσα. Χωρίς αρχοντικό σαν των Υδραίων (αλλοίμονο!). Λιτή προτομή με δυο κανόνια εκατέρωθεν. «Οικία ένθα εγεννήθη… τω 1793». Ήρωας, ναύαρχος, πρωθυπουργός.
Πώς να μαντέψω το σκοτάδι τους;
Πού να ξέρω τι γαϊτανάκι κουβαλάνε, τι σόι πείνα ξέμεινε;
Κι όμως εκεί, στο πλήρωμα! Στο πλήρωμα θα φανώ
εκεί θα με ζυγίσει ο χρόνος.
Ποιος ο λοστρόμος, ποιος ο ναύτης, ποιος θα μαϊνάρει.
Ιανουάριος 1862. Ο Κανάρης ορίζεται πρωθυπουργός από τον Όθωνα, και ζητά κυβέρνηση χωρίς ανακτοβούλιο. Οι συνοδοιπόροι του ζητάνε ανταλλάγματα για να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση που θα προτείνει στον βασιλιά. Όλες οι κόντρες για τη στελέχωση, όλες οι ήττες από δειλή στελέχωση. Στο καφενείον «Η ωραία Ελλάς» ξεσπάνε διαμάχες.
Άντε τώρα να σχηματίσω το γκουβέρνο.
Ο Τζουμπές θέλει υπουργό το γαμπρό του
ο Ζαΐμης έναν από την κλίκα του.
Αλλά ποιος θα ναυπηγήσει τ’ όνειρο;
Ποιος μπορεί τη ρότα μας ν’ αλλάξει,
σε καινούργιο λιμάνι την πολιτεία να φέρει
τ’ αμπάρια της να γεμίσει καρπούς και στάχυα;
Ε λοιπόν, όχι! Με Σούτσο Καλλιφρονά Πετσάλη προχωρώ.
Αλλά και τους δικούς μου, με την πρώτη στραβοτιμονιά τους καθαρίζω.
Η δεύτερη ευκαιρία είναι μόνο για ναύτες, όχι για το τιμόνι.
Εδώ κρατάμε χάρτες του αύριο, τα πρόσωπα παιδιών και προγόνων.
Φεβρουάριος 1862. Ο Όθωνας δεν εγκρίνει την κυβέρνηση του Κανάρη. Ο πρωθυπουργός παραιτείται. Δυναμώνει το αντι-οθωνικό κλίμα. Οκτώβριος 1862, ο Όθωνας εκπατρίζεται.
Βρόντηξα ένα «όχι» στο βασιλιά, μα μήπως τώρα είναι όλα μπουνάτσα;
Πάνω στη σκαμπαβία, εύκολα τους καταλαβαίνω έναν έναν.
Στα κύματα, όταν παίζεις τη ζωή στην άκρη μιας στιγμής
δύσκολα ο ναύτης γίνεται καπετάνιος, κι ο καπετάνιος ναύτης.
Όμως εδώ και τώρα πώς να τους κουμαντάρω, πώς όλους να ξεψαχνίσω;
Αχ να μην είμαι στο πυρπολικό μου απάνω
μόνος, κατάμονος, να ζυγίζω κύματα κι εχθρούς στην κόψη του θανάτου.
Με βεβαιότητα να μονολογώ «Κωνσταντή θα πεθάνεις!»
ούτε στιγμή μη δειλιάσω.
Λάμνοντας
στη σιωπή
φυτίλι
καπνοί και κρότος
μέχρι τ’ άστρα.
Αύγουστος 1831. Αντίδραση στον Καποδίστρια. Στο ναύσταθμο του Πόρου ο εθνικός στόλος πυρπολείται από τους Υδραίους. Ο Μιαούλης παραδίδει στις φλόγες τη φρεγάτα «Ελλάς» ναυπηγημένη στην Αμερική με το δεύτερο αγγλικό δάνειο. Ο Κανάρης πιστός στον κυβερνήτη, πάνω σε μια κορβέτα κοιτάζει σαστισμένος (κι ας λέει ο Αδαμάντιος, δεν είναι εδώ να βλέπει).
Μακάρι να γυρνούσα το χρόνο,
εκεί πίσω, όταν παιδί γυρνούσα
στ’ αμπέλια κάτω στη Λάκκα, ή με τη βάρκα μέχρι το Φάρο
στα Λαζαρέττα με την ψιλή την άμμο, στο ακρωτήρι
να μαζεύω αλάτι από τις χούφτες των βράχων.
Κυψέλης 56, η κατοικία του. Λίγο πιο πάνω, η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Στασίδι σκεπασμένο με την ελληνική σημαία. Χίος 6-7 Ιουνίου 1822. Μυτιλήνη 29 Μαΐου 1822. Σάμος 3 Αυγούστου 1824. Τένεδος 10 Νοεμβρίου 1822. Τρίκκερι 1824. Αλεξάνδρεια 29 Ιουλίου 1825
Ο Κωνσταντής κερί αναμμένο
τ’ όνομά του παραλαμβάνουν οι αιώνες.
Το οικόπεδό μας
ολοένα κι αδειάζει.
Πέτρος Πολυμένης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου