Της Μαρίας Μοίρα*
ΓΙΑΒΟΥΖ ΕΚΙΝΤΖΙ, Πότε! Πότε! Μια μέρα, εκδόσεις Τόπος, σελ. 170
Μια γοητευτική αφήγηση, σκληρή και ταυτόχρονα τρυφερή και συγκινητική, με όλη την συναρπαστική παραστατικότητα και την καθηλωτική μαγεία των παραμυθιών της Ανατολής. Μια ποιητική αποκαλυπτική μυθιστορία, που κινείται στο παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, παρακολουθώντας την δύσκολη ζωή μιας μικρής κοινότητας και μιας μεγάλης οικογένειας σ’ ένα κουρδικό χωριό στους πρόποδες του απάτητου όρους Αμάρ, που βυθίζεται στην απελπισία από την τρομακτική προοπτική του πολέμου που πλησιάζει. Την αγωνία που τρυπώνει στις ψυχές μικρών και μεγάλων από την αόρατη απειλή των πάνοπλων στρατιωτών που φθάνουν από στιγμή σε στιγμή για να μετατρέψουν την ειρηνική γαλήνια καθημερινότητα τους σε εφιάλτη Ο συγγραφέας, στο μικρό αυτό βιβλίο με το σπάνιο ειδικό βάρος, εξιστορεί «το δράμα ενός ολόκληρου λαού, που η φωνή του δεν ακούγεται, η γλώσσα του δεν αναγνωρίζεται και η ιστορία του είναι άγνωστη».
Μια μέρα ξεκινά σαν όλες τις άλλες στην σκιερή κοιλάδα με τις καρυδιές και τις πανύψηλες βελανιδιές, που δεν αφήνουν το φως του ήλιου να περάσει. Ένας αετός πετά αθόρυβα πάνω από το δάσος σαρώνοντας με το άγρυπνο μάτι του το τοπίο. Όλα τα ζωντανά πλάσματα αφοσιωμένα στον σκληρό αγώνα της επιβίωσης τρέχουν να κρυφτούν, ενώ τα πιο ισχυρά κυνηγούν και καταβροχθίζουν τα πιο αδύναμα. Ο συγγραφέας φιλοτεχνεί μια ήρεμη, αρμονική εικόνα με τους άντρες να αλωνίζουν, τις γυναίκες να ασχολούνται με το νοικοκυριό και τα παιδιά, όπως όλα τα παιδιά του κόσμου, άλλοτε να καυγαδίζουν βλέποντας ταινίες με καουμπόηδες και άλλοτε να παίζουν μπάλα ανέμελα. Μέχρι που ένας άντρας έρχεται τρέχοντας από μακριά και η ανησυχία κορυφώνεται, ενώ οι φόβοι ξυπνούν πανίσχυροι και παραλύουν τη θέληση των κατοίκων.
Στο δεύτερο μέρος ξετυλίγεται με όλα τα θαυμαστά ποικίλματα των παραμυθιών η ιστορία της φυλής. Ο έρωτας και η φυγή του Αράμ και της Σάρας, των μυθικών προγόνων, που έφθασαν στον απομακρυσμένο άγριο τόπο για να γλιτώσουν από τους διώκτες τους καβάλα σ’ ένα κατάμαυρο άλογο, που έτρεχε σαν τον άνεμο. Εκεί στην άγνωστη κοιλάδα στους πρόποδες του όρους, που δεν το πάτησε ποτέ κανείς στρατηλάτης ή προφήτης, θα ριζώσουν και θα πληθύνουν, φθάνοντας μέχρι τις μέρες μας.
Ένα αντιπολεμικό κείμενο συμβολικό, λυρικό και βαθειά ανθρώπινο, που διηγείται την ιστορία ενός «περιφρονημένου λαού». Σύντομα κεφάλαια στα οποία εναλλάσσονται οι αφηγητές, μέλη διαφορετικών γενεών, ηλικιών και φύλων μιας οικογένειας. Ο Εγιούπ ο ετοιμοθάνατος κατάκοιτος πατριάρχης, που λιώνει από την αρρώστια, αλλά αγαπάει τη ζωή που δεν χόρτασε, η στοργική Πεϊρουζέ, που τον παντρεύτηκε παιδούλα και τον φροντίζει αγόγγυστα, οι τρεις γιοι τους, οι όμορφες κόρες τους, οι νύφες, τα εγγόνια, οι συγγενείς, οι γείτονες. Συνεχείς αλλαγές προσώπων και οπτικών γωνιών λειτουργούν με τον ειρμό και την λογική των κινηματογραφικών σκηνών, καθώς με διαδοχικές εστιάσεις προσεγγίζουν πολυφωνικά και καλειδοσκοπικά την απειλή του πολέμου που πλανάται στον ορίζοντα. Παράλογη, τρομακτική και αόρατη.
Και τότε η αργόσυρτη αναμονή των μισθοφόρων που θα έρθουν, να κάψουν το χωριό, να σφάξουν τους άντρες και τα παιδιά και να ατιμάσουν τις γυναίκες, κάνει τον Εγιούπ να μην θέλει πια να ζήσει. Την Πεϊρουζέ να κρύβει τα φυλαχτά της στις πέτρες του σπιτιού μουρμουρίζοντας προσευχές, τον Μουσλούμ να τρέχει σαν κυνηγημένο ζώο να κρυφτεί κρατώντας στο χέρι το κλουβί με τις πέρδικες και τα παιδιά να σκάβουν έναν λάκκο για να θάψουν τα λιγοστά παιχνίδια τους. Τον Αράμ να μπαίνει στον τάφο της αγαπημένης του γυναίκας περιμένοντας τον θάνατο, τον Τζεμσίντ να κρεμά το βιος του στα πιο ψηλά κλαδιά του δέντρου για να το σώσει, τον Τζεμάλ να μαστιγώνεται με λύσσα και την όμορφη γυναίκα του να κόβει τα κατάμαυρα μαλλιά της και να μουτζουρώνεται με στάχτη κρύβοντας στο στήθος της ένα μικρό στιλέτο.
Γιατί μέσα στην σιωπή και στο σκοτάδι ένας τυφλός τρόμος παραμονεύει: «Τους είδα! Έρχονται! Έρχονται στο χωριό!».
*Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου