Διονύσης Καβαλλιεράτος, Αποπροσανατολισμένος χορός / Παραπλανημένος πλανήτης, άποψη της εγκατάστασης |
ΤΟΥ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΠΟΥΡΑ
THOMAS BERNHARD, Γεγονότα, μετάφραση από τα γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης,
εκδόσεις Εξάντας/Κλασική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2019, σελ. 76
Ειρωνικός
ο τίτλος. Καμία σχέση με την «πραγματικότητα» δεν έχουν αυτά τα μικροαφηγήματα
που είναι γραμμένα σαν σκηνικές οδηγίες θεατρικού έργου, σαν σεναριακές
περιγραφές ανομολόγητων εφιαλτών, τις περισσότερες φορές με ανοικτά μάτια.
Καθημερινοί άνθρωποι, νωποί κι ασήμαντοι οι ήρωες κι οι ηρωίδες, διασχίζουν το
ελάχιστο διάστημα ανάμεσα σε αυτούς και τους «άλλους» με τον μεσαιωνικό τρόμο
της τιμωρίας, με την βαθιά ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος. Είναι μόνοι και
μεμονωμένοι. Είναι αθεράπευτα απελπισμένοι και χαμένοι. Εκ γενετής. Εξ ορισμού.
Φύσει και θέσει. Αδύναμοι.
Αυτό είναι. Ανίκανοι να ενσωματωθούν στο
παράλογο της καθημερινότητας, στην αλλοτρίωση της εντατικοποιημένης εργασίας,
στο υπερβατικό και καταχρηστικό της θρησκευτικής λατρείας. Είναι τυφλοί αλλά
αναβλέπουν. Για λίγες στιγμές. Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου. Μεταξύ ονείρου κι
εφιάλτη. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τα όρια. Δεν γνωρίζουνε σύνορα μεταξύ
φαντασιακού και πραγματικού γεγονότος. Έτσι δρουν, επιλέγουν να αντιδράσουνε σε
φαντάσματα και σκιές, στους Λαιστρυγόνες και στους Κύκλωπες που εμφιλοχωρούν
στις ψυχές τους. Μόνο που εκείνοι δεν το ξέρουν. Δεν το ήξεραν κι από πριν. Το
ανακαλύπτουν αίφνης, δραστικά και χαραμίζουν την ζωή τους, το υποκατάστατο της
ζωής τους. Καταστρέφονται για πάντα. Απομονωμένοι στον καφκικό «Πύργο»,
τρομοκρατημένοι από την γραφειοκρατία, παγιωμένοι από τη συνήθεια, παγωμένοι
από τις συμβάσεις, αλλοτριωμένοι από την πληρωμένη εργασία, που μοιάζει με
σκλαβιά.
Κι
αν τα όνειρα είναι για τους ρομαντικούς μέσο φυγής κι εργαλείο απόδρασης, κι αν
τα όνειρα είναι για τους σουρεαλιστές μέθοδος προστασίας από την υλιστική
πραγματικότητα, για τους θεραπεύοντες το παράλογο είναι απλώς ακόμα μία
ψυχοπαθολογική έκφανση της ζωής στις πόλεις, στα στενά όρια του πολιτισμού, που
βασίζεται σε θέσφατα κι αξιώματα αδύνατον να αποδειχθούν.
Αυτήν
ακριβώς την λογοτεχνική αντιστροφή επιτυγχάνει ο καταξιωμένος δραματουργός
Τόμας Μπέρνχαρντ σε αυτά τα ταχυδράματα που κινούνται μεταξύ συμβολισμού και
«θεάτρου του παραλόγου» (όπως αδοκίμως ονομάστηκε). Τα πρόσωπά του λειτουργούν
συνεκδοχικώς, ελλειπτικώς, αφαιρετικώς, με έναν τρόπο ποιητικό που παραπέμπει
σε ταινίες «νουάρ» κινηματογράφου με το γοτθικό στοιχείο απαρέγκλιτο κι
ανεξάλειπτο. Κλασικά κομμάτια ενός κοινωνικού προβληματισμού που εξελίσσεται
μέσα στον χρόνο. Η μετάφραση θα ήταν όντως ενδιαφέρουσα αν δεν έμενε τόσο
«πιστή» στις μορφοσυντακτικές δομές του πρωτοτύπου. «Γλώσσα πηγή» και «γλώσσα
στόχος» δεν ανήκουν στην ίδια «οικογένεια» ώστε να μην χρειάζονται δραστικές
επεμβάσεις έτσι ώστε να εξευρεθούν οι αναλογίες εκείνες, που και θα μετέφεραν
το ιδιότυπο ύφος ενός συγγραφέα ρηξικέλευθου και δεν οδηγούσαν σε σύγχυση και
παρανοήσεις τον σύγχρονο ελληνόφωνο αναγνώστη.
Όσο
«σκοτεινό» είναι το αρχικό κείμενο τόσο διαυγές πρέπει να είναι το μετάφρασμα
προκειμένου να μην προσκρούει στην αντιληπτική ικανότητα του επαρκούς
αναγνώστη. Βεβαίως, κάθε ποιητική, ελλειπτική, αφαιρετική, μη νοησιαρχική γραφή
είναι σχεδόν αμετάφραστη, όμως εκεί ακριβώς έγκειται και η όποια πρόκληση και
το στοίχημα που θέτει ο μεταφραστής με τον εαυτό του πρώτα και με το κοινό
μετά. Κι αν το στοίχημα με τον εαυτό του το κερδίσει με την τριβή, το στοίχημα
με τον αναγνώστη μένει μετέωρο, προς διαρκήν επαλήθευσιν...
Ένα
βιβλίο με ιστορίες διατυπωμένες το 1969 κάπου μεταξύ Κάφκα και Ιονέσκο, μετά
τον μοντερνισμό και πριν από την μετανεωτερική εποχή μας. Εξαιρετικά
ενδιαφέρον, ως κορυφή του παγόβουνου μιας δραματουργίας «εν εξελίξει». Κάποιες
ανατροπές στο τέλος αυτών των διηγημάτων είναι εύστοχες και κάποιες άλλες τόσο
σκοτεινές που θυμίζουνε ανέκδοτα που δεν γελάει κανείς άνευ επεξηγήσεως. Αυτό
είναι προφανώς μέσα στους στόχους του διανοητή συγγραφέα. Επιχειρεί να
αποδομήσει την μανιχαϊστική, διπολική μονοσημία μιας γλώσσας αλλοτριωμένης από
τον μεσαιωνικό ρασιοναλισμό, όμως άλλοτε τα καταφέρνει κι άλλοτε όχι. Πάντα
όμως γοητεύει τον αναγνώστη-θεατή με σκελίδες ονείρων, σκλήθρες οραμάτων, με
την βαθιά επίγνωση του αδιεξόδου μιας ζωής που πόρρω απέχει από τα ιδανικά μας,
τα ανεξίτηλα Ιδεώδη του Διαφωτισμού στα οποία στηρίζεται το ευρωπαϊκό μας
εποικοδόμημα. Από αυτή την άποψη, ο Τόμας Μπέρνχαρντ είναι τραγικός ποιητής.
Ο
Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής και δρ Θεατρολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου