17/5/20

Σουρεαλιστική βλασφημία

ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΠΟΥΡΑ

LOUIS ARAGON, Το μουνί της Ιρέν, μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου, εκδόσεις Νεφέλη, σελ. 102

Αριστοτεχνική μετάφραση, απολύτως λειτουργική και εύστοχη, ενός προβληματικού πρωτοτύπου, αποσπασματικού και άνισου, που διατηρεί όμως ακόμη αμείωτη την γοητεία του, έναν αιώνα μετά την συγγραφή του. Φυσικά, θα είχαμε μια ευρυγώνια εικόνα αν είχε σωθεί το ογκώδες έργο «Η υπεράσπιση του Απείρου», που το αποκήρυξε ο συγγραφέας του και όχι μόνον, (ενδεχομένως) λόγω των αστυνομικών αντιδράσεων που προκάλεσε στους «τα φαιά φορούντες» αστούς, εργάτες και δημοσίους υπαλλήλους, όπως προοικονομεί στη σελίδα 66 του εν λόγω μεταφράσματος. Κείμενο χαοτικό και συνειρμικό, αυτοψυχαναλυτικό κι εξομολογητικό, ονειρικό και φαντασιώδες, οργασμικό κι ασεξουαλικό, οφθαλμοπορνικό κι εξαγνιστικό. Μέσα από την τελετουργία της αναδομημένης τέχνης της οράσεως, το παράλληλο «Μάτι» του Bataille παίρνει εδώ μια αυτοαναφορική χροιά, ως κακέκτυπο των πανοραμικών πανηδονιστικών ενοράσεων του φυλακισμένου από την Γαλλική Επανάσταση Μαρκήσιου ντε Σαντ.
Ο Αραγκόν επιθυμεί να σοκάρει απροκάλυπτα κι ανενδοίαστα τις Αρχές της Ανατολικής Γαλλίας όπου περνάει εκείνο το μάλλον πληκτικό 1926. Λόγος αιρετικός και βλάσφημος, απομυθοποιητικός κι αποδομητικός των πάντων. Επιχειρεί να ανατρέψει τα όρια μεταξύ του Ορθού Λόγου και του Ά-λογου. Ο σουρεαλισμός είναι απλώς ένα όχημα. Δεν είναι όμως το μόνο. Επιστρατεύει τον συμβολισμό, την σκοτεινή ατομικιστική πλευρά του ρομαντισμού, την αυτιστική πλευρά του ιμπρεσιονισμού, την ρητορική ευκολία του εξπρεσιονισμού και φτιάχνει το δικό του νεωτερικό αμάλγαμα χωρίς όμως να φιγουράρει στις πρώτες μορφές του Μοντερνισμού των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα.
Ίσως γιατί αυτό το γραπτό, που ο ίδιος ο συγγραφέας του κατέστρεψε είναι παραληρηματικό, λεξιλάγνο, αυνανιστικό, υποκατάστατο της εξωστρεφούς ερωτικής επιθυμίας, ίσως είναι υπερβολικά νοσηρό με την αυτοκαταστροφική έννοια που δεν έχει τίποτα το ηρωοποιητικό, παρ’ όλο που η ποίηση ξεχειλίζει από τις περισσότερες σελίδες του, αν όχι απ’ όλες. Στέκεται εκεί, έναν αιώνα μετά, σαν παγιωμένος κομήτης με άπειρες ουρές, αλλά ανενεργός πια, αφού τα έχουμε δει, τα έχουμε διαβάσει και τα έχουμε πει όλα. Είναι μάλλον σαν ορόσημο μιας άλλης εποχής, κεραία ανενεργή ραδιοκυμάτων που δεν εκπέμπονται πλέον ή που κανένας δεν έχει συσκευή για να τα αποκωδικοποιήσει. Θλιβερό κατάλοιπο παρελθόντων εποχών, διαρκής όμως υπόμνηση πώς κύλησε το νερό στο αυλάκι του Χρόνου τόσο γρήγορα, χάρη κι εξαιτίας της Τεχνολογίας, της οποίας η εξέλιξη έχει λάβει πλέον φρενιτικό ρυθμό και η Ρομποτική του παρόντος θα αλλάξει τόσο πολύ την Τέχνη του μέλλοντος τόσο που παρόμοια λογοτεχνικά πειράματα και λεκτικές ασκήσεις ύφους θα φαντάζουν τόσο παλιομοδίτικα και ξεπερασμένα που θα μπορούνε άνετα να τα μιμούνται τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με την βοήθεια των έξυπνων ψηφιακών μηχανών τους.
Βεβαίως, ο Αραγκόν κατέχει τη δική του ξεχωριστή θέση στην Ιστορία της Λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα, όπως όμως γράφει ο ίδιος: «είναι αστική μανία να θέλεις να τα κάνεις όλα ιστορία» (σελ. 99). Αυτό το αλλόκοτο γραπτό διατηρεί μια κάποια γοητεία ως ηθελημένη παραδοξολογία ίσως, είναι όμως πολύτιμο για τον μελετητή και τον ερευνητή που ανακαλύπτει τις διακειμενικές επιδράσεις και τις επιρροές με τους συγχρόνους και τους επιγόνους του σε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα τόσο μεταβατική και ταραγμένη που θυμίζει την δική μας δέκα δεκαετίες μετά. Διαβάστε το μόνον αν δεν είστε ερωτικά ενεργοί, αν δεν είστε μικρομεσαίοι, αν δεν είστε πεινασμένοι, αν δεν είστε επαρχιώτες, αν δεν είστε υποκριτές, σεμνότυφοι, αν δεν είστε άξεστοι χωριάτες, αν δεν είστε στερημένοι χειρώνακτες, αν δεν είστε προκατειλημμένοι, αν δεν είστε κολλημένοι με διάφορες δεισιδαιμονίες, αν διαθέτετε εν τέλει χιούμορ, καλή καρδιά, γενναιόδωρο πνεύμα κι αν – πάνω απ’ όλα – γνωρίζετε πως η Λογοτεχνία είναι μια άκρως κοινωφελής τέχνη για την ειρηνική, ανώδυνη εκτόνωση του συλλογικού ασυνειδήτου. Κάτι σαν τα πορνεία δηλαδή. Μόνο που συνήθως δεν βρίσκεις την ηδονή εκεί. Την εκλεκτή. Γι’ αυτό θα υπάρχει πάντα η γραφή. Οι λέξεις λειτουργούν ερωτικά. Ως υποκατάστατα…

Απόστολος Παλαβράκης, Untitled, 1994- 95,
ακουατίντα σε χειροποίητο χαρτί, 24,4
x 17,5 εκ. (53,5 x 39,8 εκ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: