Άποψη της έκθεσης Το βιβλίο των λίθων του Γιάννη Παπαδόπουλου στη γκαλερί Καλφαγιάν |
ΤΟΥ
ΓΙΑΝΝΗ- ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
Η
εκλαΐκευση, ως έννοια, περιγράφει μια διαδικασία: την μετατροπή της γνώσης, η
οποία βρίσκεται σε μια ήδη καθορισμένη μορφή, σε μια άλλη μορφή, η οποία είναι
προσιτή στο ασαφές κοινωνικό σώμα του «λαού». Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να
προσδιορίσει το φάσμα κοινωνικών στρωμάτων που συνιστούν τον, ούτως ορισμένο,
«λαό», ως αποδέκτη της εκλαΐκευσης, θα ανακαλύπτει διαρκώς νέα προβλήματα κατά
την ταξινόμηση των επιμέρους κοινωνικών ομάδων.
Η
εκλαΐκευση επισυμβαίνει στη σφαίρα της κοινωνικής πραγματικότητας, και αποτελεί
διαδικασία μεταγλώττισης ενός περιεχομένου, που είναι προσβάσιμο σε μια
συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, στην γλώσσα μιας άλλης κοινωνικής ομάδας, η οποία
είναι κι αυτή προσδιορισμένη εκ των προτέρων. Αν όμως δεχτούμε την ύπαρξη της εκλαΐκευσης ως
κοινωνικού φαινομένου, τότε καταλήγουμε να δεχόμαστε ότι μια συγκεκριμένη
κοινωνική τάξη κατέχει την γνώση, σε αντίθεση με κάποιες άλλες.
Είναι,
όμως, κατάλληλη μια τέτοια συλλογιστική; Υπάρχει όντως (πλέον) μια μορφή «τάξης»,
η οποία να κατέχει αποκλειστικά την γνώση; Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα
είναι αρνητική, και αναδεικνύει τον αντιφατικό χαρακτήρα της εκλαΐκευσης: ως
έννοια, αντιστοιχεί την γνωσιακή ανισότητα στην οικονομική, κι αυτή η
αντιστοιχία δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην μορφωτική κατάσταση της σύγχρονης
κοινωνίας.
Θα
μπορούσε κανείς να ανασκευάσει την εν λόγω έννοια, και να ισχυριστεί ότι
περιγράφει αμιγώς την θεράπευση της γνωσιακής ανισότητας. Η συλλογιστική που θα
ακολουθούσε για να υποστηρίξει αυτή την έποψη, μπορεί να σκιαγραφηθεί ως εξής: εντοπίζεται
ένα χάσμα ανάμεσα στην «ουσιαστική» μόρφωση και σε αυτήν που παρέχεται θεσμικά·
η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων κατέχει την γνώση που τους προσφέρει το μαζικό
εκπαιδευτικό σύστημα, επομένως η εκλαΐκευση καλείται να αποτελέσει την προσωρινή
γέφυρα μεταξύ των δύο, όσο η «θεσμική» εκπαίδευση δεν μειώνει επαρκώς την απόστασή
της από την «ουσιαστική» μόρφωση.
Όμως,
ακολουθώντας αυτό το μονοπάτι προϋποθέτουμε ότι η μόρφωση μπορεί να
συμπεριφερθεί σύμφωνα με ένα μοντέλο θετικιστικής προόδου, και κυρίως, ότι η
διαδικασία της μόρφωσης είναι μια διαδοχή σχεδιασμάτων σε tabula rasa.
Η ολίσθησή μας σε τέτοιου είδους παραδοχές απορρέει από την αδυναμία μας
να διακρίνουμε εξαρχής την ύπαρξη μιας επίπλαστης μορφής γνώσης, η οποία
κινείται παράλληλα με την μόρφωση, και αναπαράγεται σε κλίμακα αντίστοιχης μαζικότητας
με αυτήν: αυτή η επίπλαστη μορφή γνώσης, δεν είναι άλλη από την ημιμόρφωση.
Τί
είναι όμως η ημιμόρφωση, και ποια η σχέση της με την εκλαΐκευση; Ο Adorno μας απαντά στο πρώτο ερώτημα: «Στο
κλίμα της ημιμόρφωσης [οι άνθρωποι] επιζητούν τα εμπορευματικώς
αντικειμενοποιημένα πραγματολογικά περιεχόμενα της μόρφωσης, σε βάρος της
περιεκτικότητάς τους σε αλήθεια και της ζωντανής τους σχέσης προς τα
υποκείμενα. Αυτό περίπου θα αντιστοιχούσε στον ορισμό της»[1].
Όσον
αφορά το δεύτερο ερώτημα, σύμφωνα με τον Λευτέρη Αναγνώστου (κύριο μεταφραστή
των έργων τού Adorno
στα ελληνικά), η σύνδεση εκλαΐκευσης και ημιμόρφωσης εμφανίζεται μέσω της
έννοιας τής εμπορευματοποίησης: «Η ημιμόρφωση, ο κρυφός πόθος για ταύτιση με τα
θεωρούμενα ως μεγαλοφυή και υψηλά, και μαζί με αυτόν το τραυματικό αγνάντεμα
του ακατανόητου, η τρόπον τινά ηδονοβλεπτική θέα του προσιτού και ταυτόχρονα
απρόσιτου, διασύρει τα άλλοτε πρωτογενή και σήμερα φετιχοποιημένα στοιχεία του
πνευματικού πολιτισμού στην άπνοη περίληψη της αβασάνιστης εκλαΐκευσης»[2].
Επομένως, η εκλαΐκευση είναι μια ψευδεπίγραφη πρόσβαση στον κόσμο της
πραγματικής μόρφωσης, διαμεσολαβημένη από τον φετιχιστικό χαρακτήρα του
εμπορεύματος· μια υποτιθέμενη όαση στην
έρημο της αμάθειας, η οποία δεν είναι τίποτα άλλο από οφθαλμαπάτη.
Θα
μπορούσε κανείς, όμως, να αντιτείνει ότι η εκλαΐκευση δεν συνδέεται πάντοτε με
μια εμπορική δραστηριότητα, και εμφανίζεται ως δομικό στοιχείο, λόγου χάρη, των
σχολικών βιβλίων της Ιστορίας, προκειμένου να κάνει τα σύνθετα γεγονότα της
Ιστορίας προσιτά στα παιδιά. Πράγματι, μπορούν να εντοπιστούν δύο μορφές της εκλαΐκευσης:
αυτή του εμπορεύματος, και αυτή του αποτυχημένου παιδαγωγικού εργαλείου. Με
βάση αυτή την δεύτερη μορφή της, μπορούμε να ερμηνεύσουμε την φράση του Adorno: «η μόρφωση έγινε κοινωνικοποιημένη
ημιμόρφωση»[3].
Δηλαδή, η μόρφωση έγινε κοινωνικοποιημένη ημιμόρφωση μέσω της γενικευμένης και
τυποποιημένης εκλαΐκευσης.
Ο
εμπορευματικός χαρακτήρας της εκλαΐκευσης την διαπερνά ολόκληρη με τρόπο
καθοριστικό, επειδή η εκλαΐκευση κρατά αποστάσεις από κάθε ερμηνεία,
προκειμένου να είναι εύπεπτη για όλους· εγκολπώνει την ιδεολογία της αγοράς και
την αντανακλά στην (θεσμική ή μη) διαδικασία μάθησης. Η διαφορά ανάμεσα στις
δύο μορφές της εκλαΐκευσης είναι η εξής: ως παιδαγωγικό εργαλείο είναι έμβλημα
της ουδετεροποιημένης φλυαρίας, ενώ ως εμπόρευμα αποτελεί το ανώτερο στάδιο της
ημιμόρφωσης, όταν αναζητήσει κανείς την γνώση μέσα στα στενά της όρια.
Θα συνεχίσω την επόμενη Κυριακή.
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι φοιτητής του Μαθηματικού
Πατρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου