Τα «Μικροκύματα» της Εταιρείας συγγραφέων
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
Η έκδοση «Μικροκύματα. 99+1 μικροδιηγήματα μελών της
Εταιρείας Συγγραφέων», που κυκλοφόρησε με την «Εφημερίδα των Συντακτών» στην
περίοδο των εορτών, είναι ένας συλλογικός τόμος πρωτότυπων (αδημοσίευτων)
λογοτεχνικών κειμένων, κατά την πρακτική που συνηθίζεται ευρέως τα τελευταία
χρόνια.
Επέσυρε όμως την μήνιν της Ελισσάβετ Κοτζιά και σχετικό
δημοσίευμά της στην «Καθημερινή» της προηγούμενης Κυριακής, με το επιχείρημα
ότι κάποιος θα έπρεπε να ελέγξει τα μικροδιηγήματα και να κρίνει ποια είναι
άξια να περιληφθούν, με κριτήριο την «ποιότητά τους».
Η πρώτη μου αντίρρηση είναι πως δεν πρόκειται για μια
ανθολογία, με την έννοια ότι κάποιος επιλέγει από ένα ορισμένο σώμα κειμένων,
αλλά για μια αυτοανθολόγηση των συμμετεχόντων, με τον καθένα να συνεισφέρει ένα
ταπεινό άνθος από το ανέκδοτο έργο του.
Επειδή μάλιστα, όπως η ίδια η Ελισσάβετ Κοτζιά σημειώνει,
πρόκειται για μέλη του «κορυφαίου σωματείου των Ελλήνων δημιουργών», το βασικό
προτέρημα του συλλογικού αυτού τόμου είναι η έγκυρη αποτύπωση της εικόνας της
νεοελληνικής λογοτεχνίας κατά την παρούσα στιγμή. Αν στον αναγνώστη προσφέρει
ένα μπουκέτο λογοτεχνικών κειμένων, στον κριτικό κομίζει όλο σχεδόν το φάσμα
των αφηγηματικών τρόπων τους οποίους μετέρχονται σήμερα οι πεζογράφοι μας. Με
αυτή την έννοια, η Ελισάβετ Κοτζιά, ως επί σειρά ετών συγχρονικός κριτικός
πεζογραφίας, θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα ευτυχής με αυτόν τον συλλογικό τόμο.
Μια ανθολογία είναι κάτι άλλο. Συνιστά μια κριτική πράξη.
Επιλέγει και αποκλείει, όχι με βάση κάποια ασαφή «ποιότητα», που συνήθως
εκφράζει το προσωπικό γούστο του ανθολόγου (ενίοτε και τις κοινωνικές
υποχρεώσεις του), αλλά με βάση κριτήρια αισθητικά. Και μάλιστα ήδη
κατατεθειμένα, δημόσια, από τον ανθολόγο.
Η Ελισσάβετ Κοτζιά λοιπόν εγκαλεί τον συλλογικό τόμο ως κάτι
που δεν είναι, δηλαδή ως ανθολογία. Προσωπικά, θα με ενδιέφερε να κρίνει τα περιλαμβανόμενα
κείμενα με κριτήρια αισθητικά. Να τα κατηγοριοποιήσει, να τα φωτίσει, και
φυσικά να εκφράσει την ανάλογη κριτική γνώμη απέναντι στα σύγχρονα αισθητικά
ρεύματα. Αφού όντως πρόκειται για αντιπροσωπευτικό δείγμα, αυτή θα ήταν μια
χρήσιμη, και κρίσιμη, κριτική παρέμβαση στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι.
Ας ελπίσουμε ότι θα το κάνει την επόμενη χρονιά, γιατί ο
συλλογικός αυτός τόμος είναι ο τέταρτος ετήσιος τόμος της Εταιρείας συγγραφέων,
και προβλέπεται συνέχεια. Ποια αναγκαιότητα καλύπτει; Κατ’ αρχήν, την
αναγκαιότητα ύπαρξης λογοτεχνικών περιοδικών, που αυτά δημοσίευαν ανέκδοτη
λογοτεχνική ύλη, περιοδικά που σήμερα σπανίζουν, ή δεν λειτουργούν κοινωνικά, ως
πεδίο δοκιμασίας της πρωτογενούς λογοτεχνικής παραγωγής, αλλά και ως πρόγευση/προπόνηση,
του αναγνωστικού κοινού, για τα έργα που θα ακολουθήσουν.
Κυρίως όμως αυτή η εκδοτική πρακτική, όπως και η λειτουργία
της Εταιρείας συγγραφέων, υπηρετούν και υποστηρίζουν την ίδια την ύπαρξη της
λογοτεχνικής συνθήκης, που σήμερα πια δεν είναι αυτονόητη, ούτε διακριτή. Περιττό
να προσθέσω το γιατί· ας ανοίξει κανείς τη Βιβλιονέτ, να δει τι σημαίνει
σχετικοποίηση της γραφής, ως τέχνης του λόγου. Πράγμα που η Ελισάβετ Κοτζιά το
γνωρίζει πολύ καλά, αφού πάνω στο γραφείο της, όπως και στο δικό μου, δίπλα στα
όντως λογοτεχνικά βιβλία που έρχονται, συσσωρεύονται φάκελοι με άλλα,
ψευδεπίγραφα, όλα τους πληρωμένα αδρά από επίδοξους συγγραφείς, βιβλία που με
περισσή άγνοια και αυταρέσκεια υποδύονται τη λογοτεχνία, εκφράζοντας απλώς τον
κοινωνικό κανιβαλισμό απέναντί της.
Αλλά αυτός ο τόμος υποστηρίζει τη λογοτεχνική συνθήκη και με
έναν ακόμη τρόπο: τα μικροδιηγήματα που περιλαμβάνει δηλώνουν, με το μέγεθός
τους, με τον μερικό ή και αποσπασματικό τους χαρακτήρα, με την ανομοιογένειά
τους, και φυσικά με τη συνύπαρξή τους, την ίδια την θραυσματικότητα του
σύγχρονου λογοτεχνικού λόγου. Αν με αυτό διαφωνεί η Ελισάβετ Κοτζιά, ας το πει
ευθέως, προτείνοντας μια άλλη κατεύθυνση.
Κατά τη γνώμη μου, αυτή η γλώσσα, αυτή η
αισθητική κατεύθυνση, της σπαραγματικής παραθετικότητας, εμβληματικά
κατατεθειμένη ήδη με τα Στοιχεία για τη
δεκαετία του ’60 του Θανάση Βαλτινού, έχει προ πολλού αφήσει πίσω της την,
ούτως ή άλλως ισχνή, έως ανύπαρκτη, νεοελληνική μοντερνιστική πεζογραφία, την
έχει καταστήσει μπαγιάτικη. Ακόμα και ανεξάρτητα από την πρόθεση κάποιων
συμμετεχόντων, αυτό είναι το αισθητικό αποτύπωμα του τόμου «Μικροκύματα». Και
είναι απολύτως σύγχρονο.
Στρατής Σταματάκος, Η αρχή…, ξύλο, φως, φωτογραφία, κάρβουνο, χαρτί, πλαστικό, μεταβλητές διαστάσεις |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου