30/12/18

Υβρίδιο δημιουργικής γραφής

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ



MAX PORTER, θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά, Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου, εκδόσεις Πόλις, σελ. 122

Ο συγγραφέας (High Wycombe, Buckinghamshire, Ηνωμένο Βασίλειο, 1981) έχασε τον πατέρα του σε ηλικία έξι ετών. Αποδίδοντας φόρο τιμής στη γονική αγάπη, κατέγραψε μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια, στο πρώτο του αυτό βιβλίο, κρίσιμες πτυχές του αναπόφευκτου άγους, των παραλογισμών, της σχεδόν ανείπωτης οδύνης, αλλά και της κατάθλιψης, η οποία προκύπτει με μαθηματικό τρόπο. Κατά τα άλλα, το ήδη πολυβραβευμένο, μεταφρασμένο μάλιστα σε είκοσι εννέα γλώσσες, ιδιότυπο αυτό αφήγημα συνιστά εμφανές υβρίδιο δημιουργικής γραφής. Κινείται κυρίως στο χώρο της θεατρικής δράσης, ενσωματώνοντας τόσο μικροαφηγήσεις δίκην μπονζάι, ενίοτε κωμικοτραγικής υφής, όσο και εξόφθαλμες εξομολογητικές παρεκβάσεις σε ποιητική μορφή. Οι καθαρά νεοτερικές χρήσεις του λόγου αφθονούν. Η διακειμενική απόκλιση είναι σαφώς δεδομένη. Εδώ απούσα είναι η μητέρα. Ο αιφνίδιος θάνατός της αφήνει τα δυο μικρά αγόρια να μοιράζονται το άλγος μαζί με τον καθημαγμένο πατέρα τους. Η εισβολή ενός εξαιρετικά νοήμονος, φιλοπαίγμονος, ομιλητικότατου κορακιού αλλάζει άρδην το σκηνικό. Επεμβαίνει άλλοτε για να ακυρώσει την υποτροπή σε παράλυση του Οίκου, άλλοτε για να καυτηριάσει σφάλματα βίων. Κατάγεται, όπως ομολογείται στις σελίδες του έργου, από το Κοράκι του Τεντ Χιουζ, του μοιραίου, ως γνωστόν, συζύγου της αυτοκτόνου ποιήτριας Σύλβιας Πλαθ. Εννοείται ότι και το αντίστοιχο Κοράκι του Πόε πετάει στο βάθος του αναγνωστικού χρόνου.

Οι τέσσερις φορείς της εξιστόρησης συμπαρασύρονται εν τέλει στις λέξεις ενός γενικευμένου εξορκισμού του κακού, ήτοι του θανάτου. Το κοράκι συνιστά ομοιοπαθητική αναπτέρωση δυνάμεων. Δεν αποδομεί, αλλά συνεγείρει. Δεν τσιμπά τη ζωή, τσιμπά την τρέλα. Εν τέλει συνιστά συνείδηση. Η διαβίωση συνεχίζεται ακόμη και μέσα από την υπερβολή των όποιων δοκιμασιών. Τα ποιήματα, τα οποία απαγγέλλονται συστηματικά, αποτελούν απόπειρες ανόρθωσης του ταλαίπωρου εγώ. Τα παιδιά ανδρώνονται μέσα από την εμπειρία της οριακής έλλειψης. Οι διάλογοι μαρτυρούν μακρόχρονη θητεία, μεταξύ άλλων, στην παράδοση του Σκώμματος. Οι λέξεις κωδικοποιούν σθένος. Παραθέτω τα εξής ενδεικτικά για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής: «Αγαπητό μου κοράκι, μια νύχτα κάθισες δίπλα μου στο κρεβάτι, μου μίλησες με τη φωνή του μαύρου πουλιού και μου είπες να μην ξαναπαντρευτώ ποτέ, να σφραγίσω την καρδιά μου και να δέσω κόμπο το πουλί μου. Εμείς τα κοράκια είμαστε πλάσματα μονογαμικά, μου είπες, και μου έδωσες μια στο μέτωπο με το προτεταμένο σου ράμφος». Και τα αγόρια«–Πάνω στο μαξιλάρι μου υπάρχει ένα φτερό. –Τα μαξιλάρια τα φτιάχνουν με φτερά, κοιμήσου. –Είναι ένα μεγάλο, μαύρο φτερό. –Έλα να κοιμηθείς στο κρεβάτι μου. –Και στο δικό σου μαξιλάρι υπάρχει ένα φτερό. –Ας αφήσουμε τα φτερά εκεί που είναι κι ας κοιμηθούμε καταγής».
Στις τελευταίες αράδες του έργου, το οποίο τονίζω μετέγραψε με άνεση και ομολογούμενη φαντασία η δόκιμη μεταφράστρια, επικυριαρχεί το θετικό πρόσημο, αυτό της διατήρησης του είναι. Απομονώνω τα εξής για την περίσταση: «Οι στάχτες αναδεύτηκαν και έμοιαζαν να ανυπομονούν,/ τότε έγειρα το κουτί και ούρλιαξα στον άνεμο / Σ΄ ΑΓΑΠΩ Σ΄ ΑΓΑΠΩ Σ΄ ΑΓΑΠΩ [. . . ] Και η φωνή τους ήταν η ζωή και το τραγούδι της μαμάς τους. Ατελές. Υπέροχο. Ο κόσμος όλος». Η γλώσσα δεν εξαντλείται, το ποιητικό υποκείμενο δεν καταρρέει.

Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια: